Το χρώμα στην Αρχαία Ελλάδα έπαιζε σημαντικό ρόλο…
Ναι, δεν διαβάζετε λάθος. Τα αυθεντικά αρχαία Ελληνικά αγάλματα ήταν βαμμένα με έντονα χρώματα, απλά μετά από χιλιάδες χρόνια είναι λογικό να έχει χαθεί ο χρωματισμός τους.
Η επίσκεψη που κάνουμε σε κάποιο αρχαιολογικό μουσείο, χώρο ή όταν περιεργαζόμαστε ένα άγαλμα, μας δίνετε η λανθασμένη εντύπωση ότι η τέχνη στην αρχαία Ελλάδα ήταν άχρωμη.
Αντιθέτως το χρώμα στην αρχαιότητα έπαιζε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο και δεν περιοριζόταν μόνο στη ζωγραφική.
Πολλές δημιουργίες των αρχαίων, όπως πήλινα ειδώλια, μεγαλόπρεποι ναοί και μαρμάρινα αγάλματα, ήταν διακοσμημένα με έντονα χρώματα, μια και οι αρχαίοι ήξεραν ότι η απόσταση, όπως και ο χρόνος, εξασθενεί τον τόνο των χρωμάτων.
Ακούμε συχνά για την περίφημη τετραχρωμία των αρχαίων, η οποία υποστηριζόταν και από τη φιλοσοφική σκέψη. Οι αρχαίοι πίστευαν στην τετραχρωμία και ως βασικά χρώματα είχαν το κόκκινο, το κίτρινο, το μαύρο και το άσπρο. Με τη μείξη των χρωμάτων αυτών μεγάλωναν σημαντικά τη χρωματική τους γκάμα. Σ’αυτή την τετραχρωμία στηρίζετε και η αρχή της χρωματολογίας σήμερα .
Η αρχαία ελληνική ζωγραφική είναι η λιγότερο γνωστή έκφανση της αρχαίας ελληνικής τέχνης κι αυτό επειδή τα ευπαθή υλικά της είναι η κύρια αιτία που δεν επέτρεψαν, πλην λίγων εξαιρέσεων, τη διατήρησή της ως τις μέρες μας. Σημαντικότεροι μάρτυρες σήμερα αποτελούν οι τοιχογραφίες.
Δυο κατηγορίες χρωμάτων χρησιμοποιούσαν οι ζωγράφοι κατά την αρχαιότητα:
Τα φυσικά (χημικά στοιχεία, ορυκτά και φυτικά παράγωγα) και τα τεχνητά και χρησιμοποιούνταν σε μορφή σκόνης.Στα εργαστήρια ζωγραφικής, οι βοηθοί έτριβαν τα ορυκτά για να το κονιορτοποιήσουν, να τα καθαρίσουν, να τα οξειδώσουν ή να τα αναμείξουν, μια παράδοση που συνεχίζεται μέχρι και την Αναγέννηση.
Για τη μετατροπή τους σε σκόνη αναγκαία ήταν μια πλάκα από μάρμαρο ή αιγυπτιακό πορφυρίτη και μια μικρότερη πέτρα, όπως θαλασσινό βότσαλο ως τρίφτης.
Τα χρώματα αναμιγνύονταν με το συνδετικό υλικό και φυλάσσονταν συνήθως μέσα σε όστρακα. Το συνδετικό υλικό, ανάλογα τη χρήση, μπορούσε να ήταν μια κόλλα ή κολλώδης οργανική ουσία όπως ζωική κόλλα ή ψαρόκολλα, ή ακόμα να προερχόταν από φυτικές εκκρίσεις όπως αραβική γόμμα.
Άλλη πιθανή εκδοχή είναι μια δυνατή κολλώδης ουσία φτιαγμένη από γάλα ή ξυνόγαλα, η λεγόμενη καζεΐνη. Εξαιρετικό συνδετικό υλικό είναι και ο κρόκος ή το ασπράδι του αυγού καθώς και το κερί μέλισσας.
Τα κριτήρια επιλογής των πρώτων υλών καθορίζονταν από πολλές παραμέτρους οικονομικές, γεωγραφικές – γεωλογικές και φυσικά την διαθεσιμότητα σε πρώτες ύλες.
Από αυτά που διαβάζουμε καταλαβαίνουμε ότι το χρώμα στην Αρχαία Ελλάδα ήταν σημαντικό και οι Καλλιτέχνες προσπαθούσαν να βρουν συνεχώς βελτιώσεις για να γίνουν πιο σταθερά.
Στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. μπόρεσαν οι Έλληνες να μιμηθούν τέλεια τη φύση και να φτιάξουν έργα στα οποία κυριαρχούσαν η ψευδαίσθηση και η οφθαλμαπάτη.
Αυτό το κατάφεραν με τη σκιαγραφία, με χρήση δηλαδή σκιάς που έδινε στις μορφές τους πλαστικότητα, αλλά και με το χρώμα, καθώς με μεγάλη δεξιότητα πέτυχαν διαβάθμιση των αποχρώσεων των χρωμάτων τους.
Ακολουθώντας το αρχαίο μοντέλο με τα ίδια υλικά, τα αρχαία μεταλλεύματα, καλλιτέχνες προσπαθούν να ανακατασκευάσουν, να δώσουν ”ζωή” στις δημιουργίες της αρχαίας τέχνης.
Οι επιγραφές είναι εκείνες που μαρτυρούν ότι η πολύχρωμη ζωγραφική ήταν πολύτιμη όσο η εργασία του γλύπτη.
Στο βίντεο παρακάτω δίνετε μια προσέγγιση το πως ήταν χρωματικά διάφορα αγάλματα της αρχαίας Ελλάδας..
Πηγή: lafamiglia https://goniaxalarosis.gr