Η Πολιτική Προστασία διαβεβαίωνε ότι όλος ο μηχανισμός είναι πανέτοιμος. Από το περασμένο Σάββατο, μία μέρα προτού ξεσπάσει η μεγάλη πυρκαγιά στον Βαρνάβα, που θα κατέκαιγε 100.000 στρέμματα μέχρι το Χαλάνδρι και τα Βριλήσσια, η κυβέρνηση και οι επιτελάρχες της γνώριζαν και προειδοποιούσαν ότι την Κυριακή και τη Δευτέρα «θα επικρατήσουν εξαιρετικά υψηλές, επικίνδυνες και κρίσιμες καιρικές συνθήκες για την εκδήλωση δασικών πυρκαγιών».
Από τον
Βασίλη Γαλούπη
Ο χάρτης πρόβλεψης κινδύνου πυρκαγιάς, που εκδόθηκε έγκαιρα από την παραμονή, «σημάδευε» κυρίως την Αττική ως την πιο επίφοβη περιοχή της χώρας. Οι εκτιμήσεις των ειδικών για «συνδυασμό ανέμων 6-7 μποφόρ, με ριπές έως 8, ανομβρία και ζέστη» έθεταν συγκεκριμένες περιοχές στο «κόκκινο».
Από τους κυβερνητικούς παράγοντες ζητήθηκε να εφαρμοστούν έκτακτα μέτρα στην Πυροσβεστική, στον Στρατό, στην Αστυνομία, στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και για τους εθελοντές. «Το Πυροσβεστικό Σώμα θα είναι σε κατάσταση συναγερμού, με γενική επιφυλακή και διασπορά των επίγειων και των εναέριων δυνάμεων» διαβεβαίωναν.
Θεωρητικά, οι πολίτες της χώρας μπορούσαν να κοιμηθούν ήσυχοι. Πρακτικά, για ένα 48ωρο, την Κυριακή και τη Δευτέρα, είδαν την πυρκαγιά να «ταξιδεύει» ανενόχλητη σε μια απόσταση άνω των 30 χλμ.
Τα πλήγματα βαρύτατα: Μια απανθρακωμένη γυναίκα εντός οικιστικού ιστού, δεκάδες κατεστραμμένα σπίτια κι επιχειρήσεις από τον Μαραθώνα μέχρι τη Νέα Πεντέλη και τα Βριλήσσια, εκρήξεις μέσα στις πόλεις, χιλιάδες ξεσπιτωμένοι, πολλά ζώα εγκλωβισμένα ή νεκρά, 100.000 στρέμματα ακόμα ενός πνεύμονα οξυγόνου που έγινε αποκαΐδια. Οι φωνές αγωνίας κατοίκων και τα γιγάντια σύννεφα κάπνας σκέπασαν όλη την Αττική παραμονές Δεκαπενταύγουστου. Ξανά.
Ακόμα μία φορά το κεντρικό ερώτημα που απασχολεί όλους τους Ελληνες είναι «τι έφταιξε;». Η απάντηση δεν κρύβει εκπλήξεις. Ολοι οι ειδικοί επί των πυρκαγιών συμφωνούν πως το μεγάλο όπλο – τρίπτυχο είναι η πρόληψη, ο επιχειρησιακός σχεδιασμός και η διαχείριση. Είναι εκεί ακριβώς που κυβέρνηση και κρατικός μηχανισμός απέτυχαν πάλι.
Κι όμως, τούτη τη φορά τα εναέρια μέσα δεν ήταν άφαντα για ώρες, όπως το 2021 στην Εύβοια. Η πρώτη εστία στον Βαρνάβα εντοπίστηκε άμεσα από drone της Πυροσβεστικής στην Πάρνηθα. Μέσα σε 5′ εμφανιζόταν ελικόπτερο για να ρίξει νερό. Ολα φαινόταν τώρα να γίνονται σωστά. Η ελπίδα, όμως, έσβησε νωρίς.
Στα πρώτα 10′ έφτασε στην περιοχή το πρώτο πυροσβεστικό όχημα, αλλά εγκλωβίστηκε -άγνωστο γιατί- και κάηκε, όπως δημοσιοποιήθηκε. Στα πρώτα 35′ έσπευσαν ακόμα τρία εναέρια μέσα, αλλά μετά οι ρίψεις έγιναν πιο αραιές. Οι καθυστερήσεις γίνονταν όλο και περισσότερες, παρά την αύξηση ελικοπτέρων και αεροπλάνων. Η φωτιά άρχισε να αυξάνει τη δυναμική της και σιγά σιγά να ξεφεύγει.
Οι ειδικοί μιλούν για ένα επιχειρησιακό έγκλημα, επειδή δεν υπήρξε καλός σχεδιασμός. Κάθε χρόνο όλες οι Περιφέρειες της Πυροσβεστικής εκδίδουν το επιχειρησιακό σχέδιό τους. Ομως, αυτό το σχέδιο είναι δυναμικό. Ανάλογα με τις συνθήκες αναθεωρείται.
Στη φωτιά του Βαρνάβα το Κέντρο Επιχειρήσεων είναι δεδομένο ότι ήξερε την ένταση του ανέμου, τη διεύθυνσή του, σε ποια κατεύθυνση θα κινηθούν τα μέτωπα, όπως γνώριζε και πως όταν φυσάει θα υπάρξουν πολλές κηλιδώσεις. Ακόμα κι αν δεν κατάφερνε να προστατεύσει τις δασικές εκτάσεις, όπως κι έγινε, όφειλε να προστατεύσει τουλάχιστον τον αστικό ιστό.
Νεκρή σε βιοτεχνία στο Χαλάνδρι από δασική πυρκαγιά που ξέσπασε στον Βαρνάβα δεν έχει υπάρξει ξανά στη σύγχρονη ιστορία της Αττικής. Και σήμερα γνωρίζουμε πια πως αν ο άνεμος είχε μεγαλύτερη ένταση η φωτιά θα κατέβαινε ακόμα πιο κάτω από το Χαλάνδρι και τα Βριλήσσια. Κάτι αδιανόητο επιχειρησιακά.
Η τακτική ανάλυση της πυρκαγιάς αποδείχθηκε ανεπαρκής. Το Συντονιστικό Κέντρο αποδείχθηκε, τελικά, ότι δεν γνώριζε με ακρίβεια ούτε την περίμετρο της φωτιάς ούτε και τη δυναμική που είχε αναπτύξει βάσει συνθηκών. Βοηθητικά εργαλεία ανάλυσης, όπως το Iris του Εθνικού Αστεροσκοπείου, παρέμειναν κι αυτή τη φορά αναξιοποίητα, όπως συμβαίνει μετά το 2021, όταν το Αστεροσκοπείο, όπως έχουμε αναφέρει και στο παρελθόν, είχε διαφωνήσει με το αφήγημα της κυβέρνησης σχετικά με τα μποφόρ στη φλεγόμενη Εύβοια.
Παραμένει άγνωστο αν και ποια επιστημονικά εργαλεία χρησιμοποιήθηκαν για να διαπιστωθεί πού θα εξαπλωθεί η φωτιά της περασμένης εβδομάδας, ώστε να σχεδιαστεί η αποτροπή της επέκτασής της. Ο Κεντρικός Συντονισμός δεν λειτούργησε ούτε στα επίγεια μέσα. Ακόμα δύο πυροσβεστικά οχήματα κάηκαν στον Νέο Βουτζά, ενώ συνολικά πέντε πυροσβέστες τραυματίστηκαν. Οι περσινές μαρτυρίες σε περιοχές πυρκαγιών ότι τα πυροσβεστικά οχήματα κατέφταναν στα πύρινα μέτωπα δίχως καν GPS και χωρίς να έχουν δοθεί ακριβείς εντολές στους πυροσβέστες για το πού πρέπει να κατευθυνθούν επιβεβαιώθηκαν και φέτος. Σε πολλές περιπτώσεις, ακόμα και on camera, οι κάτοικοι ήταν αυτοί που καθοδηγούσαν τα πυροσβεστικά οχήματα.
Οι καταγγελίες κατοίκων ότι υπήρχαν κι άνωθεν εντολές σε πυροσβεστικά οχήματα για να προστατεύσουν τις βίλες εξηγούν το γενικό χάος που προκλήθηκε τις κρίσιμες ώρες. Παρόμοιες αναφορές έχουν υπάρξει και σε άλλες πυρκαγιές των τελευταίων ετών.
Σήμερα η Πολιτική Προστασία και τα όργανα συντονισμού τους έχουν τη δυνατότητα να βλέπουν οτιδήποτε συμβαίνει στο πεδίο μέσα από το ονλάιν σύστημα που διαθέτουν τα «συντονιστικά ελικόπτερα». Οι αξιωματούχοι παρακολουθούσαν και στον Βαρνάβα, μέσα από ειδική εφαρμογή, τη ζωντανή εικόνα που μετέδιδε το συγκεκριμένο ελικόπτερο απ’ όλα τα εναέρια κι επίγεια μέσα που επιχειρούσαν, αλλά και την κατεύθυνση της φωτιάς.
Ομως, ο συντονισμός των δυνάμεων δεν απέδωσε. Η φωτιά ξέφυγε κι άρχισε μια καταστροφική πορεία χιλιομέτρων. Η τελευταία μάχη δόθηκε έξω από τον Διόνυσο και την Εκάλη τις πρώτες πρωινές ώρες της Δευτέρας. Αναφορές κατοίκων κάνουν λόγο για προφύλαξη των δύο περιοχών με τα πολυτελή σπίτια, με συνέπεια η πυρκαγιά να διοχετευθεί προς άλλες κατευθύνσεις, όπως η Πεντέλη. Αναπόφευκτα, και με ανύπαρκτο ουσιαστικά σχέδιο κατάσβεσης, κύκλωσε τη νέα Πεντέλη και «κατέβηκε» μέχρι Βριλήσσια – Χαλάνδρι.
Μέχρι τώρα βλέπαμε φωτιές είτε σε δάση είτε σε «ζώνες μείξης δασικής – αστικής», όπως λένε οι ειδικοί, αναφέροντας περιοχές όπως, π.χ., ο Βουτζάς ή το Νταού. Περιοχές, δηλαδή, που γειτνιάζουν με δασικές εκτάσεις. Το Χαλάνδρι, όμως, δεν γειτνιάζει με κανένα δάσος. Εχει μόνο δέντρα και πάρκα. Είναι αμιγώς αστικός ιστός. Είναι πρωτοφανές ακόμα και για τα ελληνικά χρονικά να κινδυνεύει κόσμος, να υπάρχει ακόμα και νεκρή, από μια πυρκαγιά που είχε τέτοια πορεία, ώστε να φτάσει στην καρδιά πυκνοκατοικημένων πόλεων, με πολυκατοικίες κι εργοστάσια.
Και σ’ αυτή την ολέθρια πυρκαγιά δεν έγινε τίποτα σωστά. Είναι, τελικά, θέμα κεντρικής πολιτικής, διότι όσοι υπουργοί κι αν αλλάζουν στην κυβέρνηση, όσοι αξιωματούχοι κι αν ανεβοκατεβαίνουν σε πόστα, το αποτέλεσμα είναι τελικά το ίδιο.
Η εικόνα των 620.000 καμένων δασικών στρεμμάτων της Αττικής, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές της τελευταίας τετραετίας, είναι μη αναστρέψιμη, αφού η ασυνειδησία για την προστασία τους «τρέχει» πιο γρήγορα από τις δυνατότητες της φύσης να αναγεννάται. Κι επειδή καίγονται οι ίδιες περιοχές ξανά και ξανά, μοιάζει πλέον αναπόφευκτη η ερημοποίηση.
Το νέο δόγμα μετά το ’21 ακύρωσε τις επίγειες δυνάμεις και το 112
Ο κατακερματισμός στο κέντρο αποφάσεων, η απροθυμία για νέα σύγχρονα εργαλεία ανάλυσης και αντιμετώπισης πυρκαγιών, η ανάθεση στο αργοκίνητο ΤΑΙΠΕΔ για τον καθαρισμό των δασών και ο αιφνιδιασμός της κυβέρνησης με τον νέο αντιπυρικό κανονισμό, που οδήγησε σε τόνους καύσιμης ύλης έξω από τα οικόπεδα, με παράλληλη αδυναμία των δήμων να μαζέψουν έγκαιρα τα ξερόκλαδα λόγω έλλειψης πόρων, συνθέτουν ένα σκηνικό απελπισίας.
Το δόγμα της διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών έχει γίνει πλέον μονοδιάστατο. Από το 1998 μέχρι το 2021 στηριζόταν στην καταστολή με σύνθετη δράση επίγειων κι εναέριων μέσων. Από το 2021 και έπειτα, όμως, εφαρμόζεται το δόγμα της αεροπυρόσβεσης και μόνο. Δίνεται, δηλαδή, αποκλειστική προτεραιότητα στα εναέρια μέσα, κάτι που, όμως, πρακτικά ακυρώνει τις επίγειες δυνάμεις, αφού δεν μπορούν να επιχειρήσουν ταυτόχρονα εκεί όπου γίνονται συνεχείς ρίψεις νερού.
Ετσι, για τις επίγειες δυνάμεις υπάρχει πεδίο δράσης μόνο το βράδυ, όμως ούτε είναι εύκολη τη νύχτα η πυρόσβεση σε χαράδρες ούτε υπάρχουν δρόμοι για πρόσβαση σε κάθε σημείο. Γι’ αυτό και συχνά οι επίγειες δυνάμεις τοποθετούνται πάνω σε κεντρικούς δρόμους, ώστε «να μην περάσει η φωτιά», όπως ακούμε συχνά. Οταν, αναπόφευκτα, περάσει, πάνε να στήσουν το επόμενο μπλόκο. Κι αυτό γίνεται συνεχώς.
Αναμφίβολα οι Ελληνες πυροσβέστες δίνουν έναν τιτάνιο αλλά άνισο αγώνα. Προσπαθούν να σβήσουν φωτιές δίχως αποτελεσματικό σχέδιο, αλλά και χωρίς να είναι κατάλληλα εξοπλισμένοι.
Οταν είχαν σπεύσει πρώτη φορά το 2021 οι Ρουμάνοι πυροσβέστες για φωτιές στη χώρα μας, οι Ελληνες πυροσβέστες και εθελοντές παρατήρησαν αμέσως τα υπερσύγχρονα ερπυστριοφόρα τους. Το πώς χαρτογράφησαν τα ρυάκια και τους δασικούς δρόμους, υπολόγισαν τον άνεμο και έβαλαν μέσα σενάρια εξάπλωσης της φωτιάς. Τις τελευταίας γενιάς στολές τους με ενδοεπικοινωνία τριών συχνοτήτων. Τις 60μετρες μάνικες για να παίρνουν άμεσα νερό από ρυάκια και τοπικές δεξαμενές και τα drones που είχαν.
Πολλοί θυμούνται ακόμα και την έκπληξη των Ρουμάνων στην απάντηση που έλαβαν όταν ρώτησαν για ποιον λόγο δεν σβήνονταν οι φωτιές σε ένα ένα τα μέτωπα, με τη μέθοδο «φωτιά στη φωτιά», δίχως πολύωρη αναμονή και απλή παρακολούθηση καιόμενων δασών μέχρι η πυρκαγιά να φτάσει στα πρώτα σπίτια.
Η σπάταλη ελληνική κυβέρνηση, που σκορπίζει το δημόσιο χρήμα σε απευθείας αναθέσεις σε ημετέρους, τσιγκουνεύεται να εξοπλίσει όπως πρέπει το Πυροσβεστικό Σώμα, ώστε να είναι πιο αποτελεσματικοί οι Ελληνες πυροσβέστες και να μη διακινδυνεύουν την ίδια τους τη ζωή.
Η κυβέρνηση, όμως, έχει «καταφέρει» να ακυρώσει τη σπουδαία αξία ακόμα και του 112. Με την υπερχρήση του και, κυρίως, με τα αχρείαστα μηνύματα σε άσχετες περιοχές, οι πολίτες έχουν αρχίσει να μην το λαμβάνουν υπ’ υπόψιν. Κι επειδή δεν έχουν εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση ότι θα προστατεύσει τις περιουσίες τους αν οι ίδιοι ακολουθήσουν τις οδηγίες εκκένωσης, ύστερα από τόσες συμφορές από το 2020, μένουν στα σπίτια τους. Ρισκάροντας μέχρι και τη ζωή τους.
«Βόμβες» Γκουρμπάτση: «Οφειλαν να στήσουν τείχος για να μη φτάσει στον αστικό ιστό»
Επικοινωνήσαμε με τον Ανδριανό Γκουρμπάτση, αντιστράτηγο εν αποστρατεία της Πυροσβεστικής, νομικό και δικαστικό πραγματογνώμονα για εγκλήματα εμπρησμού, για μια τοποθέτηση σχετικά με την τελευταία πυρκαγιά που κατέκαψε την Αττική:
«Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι γνώριζαν πού θα εξαπλωθεί η πυρκαγιά, τη διεύθυνση του ανέμου και την ένταση του αέρα, αλλά δεν είχαν λάβει μέτρα προστασίας των οικιστικών ιστών. Το ότι έφτασε μέχρι το Χαλάνδρι είναι επιχειρησιακό έγκλημα. Επαναλαμβάνω. Το να φτάσει μια δασική πυρκαγιά σε αστικό ιστό είναι έγκλημα επιχειρησιακό. Πού θα προστατευθεί ο κόσμος; Πού πρέπει να πάνε οι πολίτες, δηλαδή, αν δεν είναι ασφαλείς μέσα στην πόλη;»
Και προσθέτει: «Υπήρχε πληροφόρηση από τους μετεωρολόγους. Ηξεραν πώς θα κινηθεί η φωτιά. Μπορούσαν να κάνουν τα πάντα σωστά. Αν είχαν ζητήσει και το Iris, θα ήξεραν και λεπτομέρειες για το πού πάει η φωτιά. Οφειλαν να στήσουν τείχος, να προστατεύσουν τον κόσμο και να μη φτάσει στον αστικό ιστό. Αν δεν ρίξουμε το βάρος περισσότερο στην πρόληψη και λιγότερο στην καταστολή, θα έχουμε συνέχεια αυτά τα αποτελέσματα. Είναι ό,τι χειρότερο να ρίχνουμε όλο το βάρος και όλα τα λεφτά στην καταστολή και, μάλιστα, μόνο στην αεροπυρόσβεση. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ χρησιμοποιούν την ελεγχόμενη καύση τον χειμώνα για τον καθαρισμό των δασών, ώστε να αφαιρείται έγκαιρα η καύσιμη ύλη».
Πηγή: Εφημερίδα Δημοκρατία