Γράφει ο Δημήτρης Τζήκας
Όποιος ασχολείται με την επικούρεια φιλοσοφία χρειάζεται να έχει από πριν ξεκάθαρα στο μυαλό του όσα έχουν σχέση με τον χρόνο (δεῖ προσκατανοῆσαι σφοδρῶς)· γιατί η έννοια του χρόνου διαφέρει από τις έννοιες που ανάγονται στις προλήψεις·
Ο Επίκουρος εξετάζει τον χρόνο με βάση σαφείς, συγκεκριμένες παραστάσεις (αὐτό τό ἐνάργημα) και τις προφανείς σημασίες τους· μιλούμε για πολύν ἤ ὀλίγον χρόνον και όλοι μπορούμε να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό πρακτικά, χωρίς να χρησιμοποιούμε ιδιαίτερες λέξεις, φράσεις ή κάποια ειδική ορολογία, όπως κάνουν μερικοί, προκειμένου να περιγράψουν καλύτερα την έννοια (οὔτε διαλέκτους ὡς βελτίους μεταληπτέον). Είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούμε τους όρους που υπάρχουν ήδη και είναι γνωστοί (ταῖς ὑπαρχούσαις κατ’ αὐτοῦ χρηστέον), αφού δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τον χρόνο με κάτι που δήθεν έχει την ίδια ουσία με αυτόν (ὡς τήν αὐτήν οὐσίαν ἔχοντος), όπως κάνουν άλλοι· ωστόσο υπάρχουν πράγματα με τα οποία μπορούμε να συνδέσουμε την έννοια του χρόνου και μπορούμε γενικώς να τον υπολογίσουμε (ἐπιλογιστέον)· ας πούμε, όλοι γνωρίζουμε τη διαδοχή της μέρας και της νύχτας, τις υποδιαιρέσεις της ημέρας ή τις αλλαγές των εποχών, οι οποίες συνδέονται σαφώς με την έννοια της διάρκειας και του «χρόνου»[1]· ο χρόνος σχετίζεται ακόμη με τα συναισθήματα και τις καταστάσεις της ψυχής (τοῖς πάθεσι καί ταῖς ἀπαθείαις) ή με την κίνηση και τη στάση (κινήσεσι καί στάσεσιν). Είναι μάλλον κοινή αντίληψη ότι ο χρόνος «κυλάει»[2], μαζί με τις λύπες ή τις χαρές μας, και όλοι καταλαβαίνουμε τι σημαίνει «μισή ώρα δρόμος» ή «ενός λεπτού σιγή». Επομένως δεν χρειάζονται πρόσθετες αποδείξεις για την ύπαρξη και την «ουσία» του χρόνου (οὐκ ἀποδείξεως προσδεῖται), αρκεί να τον αντιλαμβανόμαστε με αναλογίες και συγκεκριμένα πρακτικά παραδείγματα της καθημερινής ζωής. (Παρ. 72, 73).
Ο Επίκουρος (341 π.Χ. – 270 π.Χ.) ήταν Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, με το όνομα Κήπος του Επίκουρου, η οποία θεωρείται από τις πιο γνωστές σχολές της Ελληνικής φιλοσοφίας.
Σύμφωνα με τους πλατωνικούς, «ο χρόνος γεννήθηκε μαζί με τον ουρανό και θα χαθούν -αν επέλθει ποτέ κάποια καταστροφή τους- μαζί, αφού δημιουργήθηκαν ταυτόχρονα και σύμφωνα με το πρότυπο της αμετάβλητης ουσίας, ώστε να της μοιάζει όσο το δυνατόν περισσότερο. Το πρότυπο υπάρχει στην αιωνιότητα, ενώ ο χρόνος από το άλλο μέρος υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει». Η δημιουργία των άστρων και των πλανητών είναι «συνέπεια αυτής της λογικής και των σχεδίων του θεού». Ο ήλιος, το φεγγάρι και «άλλα πέντε άστρα που ονομάζονται πλανήτες» δημιουργήθηκαν έτσι, «ώστε να προσδιοριστούν και να διατηρηθούν οι αριθμοί του χρόνου.» Ο Επίκουρος, σε λίγες γραμμές, απορρίπτει εξ ολοκλήρου την πλατωνική θεώρηση του κόσμου, αναφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς στις ιδεαλιστικές θεωρίες για τη δημιουργία και τη λειτουργία του.[3] Στις Κύριες Δόξες[4] διαβάζουμε: «Ο άπειρος και ο περιορισμένος (πεπερασμένος) χρόνος ενέχουν ίση ηδονή, αν μετρήσει κανείς τα όρια της με βάση τη λογική (ἐάν τις αὐτῆς τὰ πέρατα καταμετρήσῃ τῷ λογισμῷ).» (19). Αφού δεν υπάρχουν όρια στις ηδονές της σάρκας (ἡ σὰρξ ἀπέλαβε τὰ πέρατα τῆς ἡδονῆς ἄπειρα), ο χρόνος που χρειάζεται για την ηδονή γίνεται κι αυτός άπειρος (ἄπειρος αὐτὴν χρόνος παρεσκεύασεν)· η σκέψη μας όμως (ἡ διάνοια) μπορεί να καταλάβει με τη λογική το σκοπό και τα όρια της υλικής μας φύσης (τῆς σαρκὸς τέλους καὶ πέρατος λαβοῦσα τὸν ἐπιλογισμὸν) και να διαλύσει τους φόβους μας σχετικά με την αιωνιότητα (ὑπὲρ τοῦ αἰῶνος φόβους ἐκλύσασα). Εξάλλου στην πλατωνική φιλοσοφία ο «χρόνος» συνδέεται με τις περιπέτειες της ψυχής και τις αρχαίες αντιλήψεις περί «μετενσάρκωσης»· στον Τίμαιο διαβάζουμε: «Κι όποιος περάσει σωστά τον χρόνο που έχει οριστεί γι’ αυτόν, θα επιστρέψει μετά τον θάνατο του στο άστρο απ’ όπου ξεκίνησε για να ζήσει εκεί ευτυχισμένα. Αν όμως δεν γίνει αυτό, τότε στη δεύτερη γέννηση του θα γίνει γυναίκα. Αν, ακόμα και τότε, δεν σταματήσει να κάνει κακό, θα συνεχίσει να μεταβάλλεται ανάλογα με το είδος της κακίας του στο αντίστοιχο άγριο θηρίο. Αυτές οι μεταμορφώσεις δεν θα σταματήσουν παρά μόνο όταν υποταχτεί στην περιφορά του αμετάβλητου και αναλλοίωτου που έχει μέσα του και, κυριαρχώντας με τη λογική σ’ εκείνη τη φοβερή μάζα φωτιάς, νερού, αέρα και γης που του δόθηκε μετά τη γέννηση του, θυελλώδη και παράλογη μάζα, επιστρέψει και πάλι στην αρχική άριστη μορφή του».[5]
Μοναδικά δείγματα αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής σε τάφο της αρχαίας Ποσειδωνίας, στο σημερινό Paestum της Ιταλίας. Μια νέα προχωρεί παίζοντας αυλό, ακολουθεί με ρυθμικό και επίσημο βήμα ένας νέος και τέλος έρχεται ένας ώριμος άνδρας με ιμάτιο. 480 π.Χ. Μουσείο Paestum. Unique examples of ancient Greek painting at the tomb of ancient Posidonia, in today’s Paestum, Italy. A new one goes on playing a flute, followed by a rhythmic and formal step by a young man, and finally comes a mature man with himation. 480 BC Paestum Museum.
Για τον Επίκουρο, το τέλος του χρόνου της ανθρώπινης ζωής -δηλαδή ο αναπόφευκτος θάνατος- σημαίνει το πέρασμα στην ανυπαρξία: «Γιατί ό,τι αποσυντίθεται παύει να αισθάνεται. Κι ό,τι δεν αισθάνεται δεν μας αφορά.»[6] · η ψυχή χάνεται οριστικά μαζί με το θνητό σώμα. Η πλήρης και γεμάτη νόημα ζωή (ὁ παντελῆς βίος) δεν χρειάζεται άπειρο χρόνο (οὐθὲν ἔτι τοῦ ἀπείρου χρόνου προσεδεήθη)· ο σοφός «ούτε αποφεύγει την ηδονή, ούτε, όταν έρθει η ώρα να εγκαταλείψει τη ζωή (ἡνίκα τὴν ἐξαγωγὴν ἐκ τοῦ ζῆν), πιστεύει ότι του έλειψε κάτι από τον άριστο βίο (ὡς ἐλλείπουσά τι τοῦ ἀρίστου βίου κατέστρεψεν.[7]).» Γεννηθήκαμε μια φορά και δεν γίνεται να γεννηθούμε ξανά: «και είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα. Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία για αργότερα. Κι η ζωή κυλά με αναβολές και χάνεται, και ο καθένας μας πεθαίνει απασχολημένος.» [8]
Παραπομπές
[1] Τα μικρά παιδιά αντιλαμβάνονται την έννοια του χρόνου με παραδείγματα της καθημερινής ζωής: 1 λεπτό είναι ο χρόνος που προβάλλεται μια διαφήμιση, 10 λεπτά είναι περίπου ο χρόνος που χρειάζεται κάποιος για να γράψει την ορθογραφία του, ένας ποδοσφαιρικός αγώνας διαρκεί 90 λεπτά, το σχολικό καλοκαίρι διαρκεί περίπου 90 μέρες ή 3 μήνες κλπ.
[2] Σχετικά με τον χρόνο και την αίσθηση της διάρκειας, ο Ρωμαίος φιλόσοφος Σενέκας (4 π.Χ. – 65) γράφει: «Και, όπως είναι ανώφελο όσο νερό και να βάλεις σε ένα σκεύος, αν δεν έχει πυθμένα, να το κρατήσει, έτσι συμβαίνει και με το χρόνο – δεν έχει σημασία πόσος χρόνος δίνεται. Αν δεν υπάρχει τίποτε για να χωρέσει σε αυτόν, περνά από τις χαραμάδες του νου. Το παρόν είναι πολύ σύντομο, τόσο σύντομο, πράγματι, που σε κάποιους μοιάζει να είναι ελάχιστο. Καθώς είναι πάντα σε κίνηση, ρέει και περνά βιαστικά.» Βλ. και Λούκιος Ανναίος Σενέκας, Για το Σύντομον του Βίου. Μετάφραση: Ελένη Παπαντωνίου. Εκδ. Το Ποντίκι, Αθήνα.
[3] Βλ. και Πλάτων – Τίμαιος (ή περί φύσεως), σελ. 83.
[4] Οι Κύριες Δόξες περιλαμβάνονται στο 10ο βιβλίο του έργου «Βίοι φιλοσόφων» του Διογένη Λαέρτιου, το οποίο χρονολογείται τον 3ο αιώνα μ.Χ. Η αρίθμηση ακολουθεί το πρωτότυπο κείμενο.
[5] Βλ. και Πλάτων – Τίμαιος (ή περί φύσεως), σελ. 95.
[6] Επίκουρος. Κύριες Δόξες, 2. Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ͵ τὸ δ΄ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς.
[7] Βλ. και Κύριες Δόξες, 20.
[8] Επίκουρου προσφώνηση, 14.
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Επίκουρος-Άπαντα. Εκδόσεις Κάκτος. Μετάφραση: φιλολογική ομάδα Κάκτου. Περιλαμβάνεται στο 10ο βιβλίο του έργου «Βίοι φιλοσόφων» του Διογένη Λαέρτιου. Αθήνα 1992.
Πλάτων – Τίμαιος (ή περί φύσεως). Κριτίας (ή Ατλαντικός). Μετάφραση: Φιλολογική Ομάδα Κάκτου. Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα, 1992.
Ο Δημήτρης Τζήκας είναι ιστορικός.
Πηγή: eranistis