Ιδιαιτέρως ανησυχητικές είναι οι πληροφορίες για τα γεγονότα της Κάσου, όπως αυτά εξελίχθησαν, ενώ δημιουργούνται και εύλογα ερωτήματα για το πώς ακριβώς αξιοποιήθηκε ο «μηχανισμός απεμπλοκής», οι απευθείας δηλαδή επικοινωνίες μεταξύ Αθηνών και Αγκύρας μέσω «κόκκινης» γραμμής.
εφημερίδα «Εστία»
Το πρώτο είναι ότι το ιταλικό πλοίο «Telliri» το οποίο είχε μισθωθεί για τη πόντιση του καλωδίου συνδέσεως Κρήτης – Κύπρου, εζήτησε άδεια από τον σταθμό της Ατταλείας για την εκτέλεση εργασιών στην θαλασσία περιοχή η οποία καλύπτεται από το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, το οποίο είναι μεν παράνομο, στην πράξη όμως εφαρμόζεται ακόμη και από πλοία τρίτων χωρών, συμβεβλημένα με ελληνικές αρχές ή οργανισμούς.
Το ιταλικό πλοίο «Telliri»
Προφανώς και τούτο δεν μπορεί να γίνεται ερήμην του ΑΔΜΗΕ, ο οποίος εν προκειμένω μισθώνει το πλοίο, τούτο δε συνιστά έμμεση αποδοχή μιας καταστάσεως την οποία θεωρεί παράνομη. Να σημειωθεί ότι οι συγκεκριμένες εργασίες εκτείνονταν εντός κυπριακής ΑΟΖ, εντός δυνητικής ελληνικής ΑΟΖ και εντός οριοθετημένης ελληνοαιγυπτιακής ΑΟΖ καθώς και εντός περιοχής που καλύπτεται από το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Την ύπαρξη του αιτήματος προς τον σταθμό της Αττάλειας επιβεβαίωσε η τουρκική πλευρά. Σχετικό δημοσίευμα της «Μιλλιέτ» ανέφερε:
«Στην Navtex που εξέδωσε ο Σταθμός της Αττάλειας στις 01.30 της 23ης Ιουλίου, τονίστηκε ότι μέρος της εν λόγω περιοχής βρίσκεται εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας. Επί πλέον το τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό έστειλε 5 πολεμικά πλοία στην περιοχή. Η Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, πήρε την απόφαση να στείλει περιπολίες του Λιμενικού Σώματος στην περιοχή. Καθώς οι εξελίξεις συνεχίζονταν, υποβλήθηκε αίτηση στις τουρκικές αρχές για το ιταλικό πλοίο. Κατόπιν αυτού, ο σταθμός της Αττάλειας εξέδωσε νέα Navtex στις 23.07 το βράδυ της Τρίτης (23 Ιουλίου) και ανακοίνωσε τις συντεταγμένες της γραμμής όπου το πλοίο θα πραγματοποιήσει έρευνες εντός της τουρκικής υφαλοκρηπίδας».
Και επειδή, οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι οι επικοινωνίες με την Αττάλεια έγιναν ερήμην και του υπουργείου Εξωτερικών και του υπουργείου Εθνικής Αμύνης, έχουμε εν προκειμένω μια κατάσταση στην οποία το υπουργείο Ενεργείας υπό (εποπτεύον τον ΑΔΜΗΕ) υπό τον κ. Θεόδωρο Σκυλακάκη, ασκεί εξωτερική πολιτική. Και δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό.
Είχε προηγηθεί η περίπτωσις των θαλασσίων πάρκων, την οριοθέτηση των οποίων αμφισβήτησε η Τουρκία με αποτέλεσμα η ελληνική πλευρά να αναστείλει τις σχετικές δραστηριότητες.
Με το δεύτερο ιταλικών συμφερόντων πλοίο, που είχε μισθωθεί για έρευνες βυθού σχετικά με την πόντιση των καλωδίων τα πράγματα έφθασαν στα άκρα με τα τουρκικά πλοία να το παρεμποδίζουν να κινηθεί εκτός της ζώνης των χωρικών μας υδάτων. Αποτέλεσμα ήταν, παρ’ ότι στην περιοχή έπλεεαν και ελληνικά πολεμικά, να σταματήσουν εσπευσμένως οι έρευνες και να ανακοινωθεί από τον ΑΔΜΗΕ ότι «έχουν ολοκληρωθεί».
Είχε μεσολαβήσει η ενεργοποίησις του «μηχανισμού απεμπλοκής», οπότε δεν είναι γνωστό το τι διημείφθη σε διπλωματικό επίπεδο και πώς φθάσαμε σε αυτήν την κατάληξη.
Θα δώσουμε όμως τα γεγονότα όπως εξελίχθηκαν.
Στις 22 Ιουλίου, ο υδρογραφικός σταθμός Ηρακλείου εξέδωσε την NAVTEX 693/24 για την διεξαγωγή ερευνών από το πλοίο «Ievoli Relume» μεταξύ Καρπάθου και Ρόδου, και μεταξύ Καρπάθου και Κάσου. Την περιοχή εν μέρει επικαλύπτει το τουρκολυβικό μνημόνιο.
Ακολούθησε την ίδια ημέρα η τουρκική NAVTEX 671/24 ως αντίδρασις στην ανωτέρω ελληνική.
Το ιταλικό πλοίο «Ievoli Relume»
Αργότερα πάλι ο σταθμός Ηρακλείου εξέδωσε την NAVTEX 715/24, για διεξαγωγή αεροναυτικής ασκήσεως στο Καστελλόριζο την 25 Ιουλίου, για να υπάρξει και πάλι τουρκική αντίδρασις με τις NAVTEX 699/24 και 700/24 για διεξαγωγή δικής της ασκήσεως την ίδια ημέρα και στην ίδια περιοχή. Παραλλήλως απαίτησε την ακύρωση της ελληνικής ασκήσεως, επικαλουμένη τους γνωστούς ισχυρισμούς περί αποστρατιωτικοποιήσεως των νήσων.
Την 23 Ιουλίου και ενώ το ιταλικό ειδικό ερευνητικό σκάφος, διεξήγαγε έρευνες εντός ελληνικών χωρικών υδάτων κατέπλευσαν στην περιοχή πέντε τουρκικά πολεμικά, ενώ από ελληνικής πλευράς εκινήθησαν μια φρεγάτα, μία κανονιοφόρος και ένα περιπολικό του Λιμενικού. Τα τουρκικά πλοία σχημάτισαν ζώνη απαγορεύοντας στο ερευνητικό σκάφος να κινηθεί εκτός των ελληνικών χωρικών υδάτων.
Λίγο αργότερα το «Ievoli Relume» ανέστρεψε προς Κρήτη για ανεφοδιασμό. Ακολούθως εγνώσθη από ελληνικές κυβερνητικές πηγές ότι δεν υπήρξε έντασις, αλλά «ενεργοποιήθηκε ο μηχανισμός απεμπλοκής». Εν συνεχεία στους κήπους της Προεδρίας της Δημοκρατίας, ο Πρωθυπουργός ακούσθηκε να λέγει προς τον αρχηγό του ΓΕΝ: «Μας ταλαιπώρησαν λίγο οι φίλοι μας, αλλά όλα καλά»!
Τελείως διαφορετική είναι όμως η εικόνα στην Άγκυρα, όπου πηγή του τουρκικού υπουργείου Αμύνης ευχαρίστησε «τις ελληνικές και ιταλικές αρχές για τη συνεργασία και το σεβασμό που έδειξαν στο χώρο θαλάσσιας δικαιοδοσία μας».
Ο εκπρόσωπος ανέφερε ακόμη: «Στις 21 Ιουλίου, η Ελλάδα εξέδωσε ναυτιλιακές ανακοινώσεις σχετικά με τις δραστηριότητες που θα εκτελούσε το υπό ιταλική σημαία πλοίο πόντισης καλωδίων R/V IEVOLI RELLUME, ορισμένες από τις οποίες ήταν στις περιοχές θαλάσσιας δικαιοδοσίας μας. Σε σχέση με το θέμα, εκδώσαμε αμέσως ανακοινώσεις ναυσιπλοΐας και δηλώσαμε ότι θα πρέπει να ληφθεί άδεια από τις αρχές της Τουρκικής Δημοκρατίας προκειμένου να εκτελεστούν εργασίες στις περιοχές που εμπίπτουν στη δική μας θαλάσσια δικαιοδοσία. Στις 22 Ιουλίου, το εν λόγω πλοίο προειδοποιήθηκε να μην εισέλθει στην θαλάσσια δικαιοδοσία μας και εμποδίσθηκε από τα πλοία μας. Αργότερα, ως αποτέλεσμα του συντονισμού που έγινε, του επετράπη να εκτελέσει εργασίες στις καθορισμένες συντεταγμένες και εγκατέλειψε την υφαλοκρηπίδα μας ολοκληρώνοντας την δραστηριότητά του με τη συνοδεία των πλοίων που ανήκουν στις Ναυτικές μας Δυνάμεις».
Και τα δημοσιεύματα του Τύπου είναι διθυραμβικά και επικεντρώνονται στο γεγονός ότι η εξέλιξις των γεγονότων στην Κάσο και η αναδίπλωσις της ελληνικής πλευράς, συνιστά αποδοχή τοις πράγματι του τουρκο-λιβυκού μνημονίου.