Βασίλης Βενετσάνος
Συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή στο νησί της Αφροδίτης. 50 ολόκληρα χρόνια από την μεγαλύτερη προδοσία της χώρας μας σε ένα αμιγώς ελληνικό νησί, που θα έπρεπε να είναι ένα με την Ελλάδα μας, εφόσον μιλάμε για ένα έθνος, με ίδια γλώσσα, ήθη και έθιμα, ίδια ιστορία, ίδιες τραγωδίες, ίδια θρησκεία- εκκλησία και ίδιο εθνικό ύμνο.
Πολλά έχουν ειπωθεί και έχουν γραφτεί για την κυπριακή τραγωδία και τον Αττίλα 1 και 2, έρευνες επί ερευνών, ντοκιμαντέρ, και ένα πόρισμα του «φακέλου της Κύπρου» που αδυνατεί ή δεν θέλει να κατονομάσει τους πραγματικούς υπεύθυνους της τουρκικής εισβολής.
Ωστόσο μέσα στην ελληνική κοινωνία έχουν διαμορφωθεί δύο ρεύματα πάνω στην συγκεκριμένη προδοσία, το αποκαλούμενο δημοκρατικό τόξο, που πιστεύει πως για την κυπριακή τραγωδία είναι αποκλειστικά υπεύθυνο το καθεστώς της 21ης Απριλίου, η ΕΟΚΑ Β, η Εθνική φρουρά, το σύνολο των Ελλήνων αξιωματικών του νησιού, οι Αμερικανοί και ο Διγενής, και το ρεύμα όπου συντάσσονται οι οπαδοί του Απριλιανού καθεστώτος, που θεωρούν υπεύθυνους για την κυπριακή τραγωδία τον Αρχιεπίσκοπο και πρόεδρο της κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, τους Κωνσταντίνο Καραμανλή και Ευάγγελο Αβέρωφ, καθώς και τους αρχηγούς των τριών όπλων του στρατού κατά την διάρκεια της δεύτερης δικτατορίας του Συνταγματάρχη Δημητρίου Ιωαννίδη και φυσικά τους Αμερικανούς. Συμπεράσματα αρκετά βολικά και για την μια μεριά και για την άλλη. Είναι έτσι όμως;;
Ο ρόλος του στρατηγού Γρίβα (Διγενής)
Ας ξεκινήσουμε από την επιχείρηση «Γρόνθος» στα χωριά Άγιοι Θεόδωροι και στον τουρκοκυπριακό θύλακα της Κοφινού, καθώς και στα γεγονότα που στάθηκαν η αφορμή για την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας. Ως εδώ είναι η μισή αλήθεια, η άλλη μισή αλήθεια είναι το τι είχε προηγηθεί αλλά και τι ακολούθησε για την απόσυρση της ελληνικής δύναμης και την στρατιωτική απογύμνωση της Κύπρου. Επίσης αξίζει να δούμε ποιος πήρε την απόφαση της απόσυρσης, που ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 1967 και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 1968. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εδώ παρουσιάζει η θέση του στρατηγού Γρίβα (που είχε πολύ σοβαρές ενστάσεις) για την επιχείρηση, στην οποία ηγήθηκε κατόπιν εντολών, ενώ το όλων θέμα θα μπορούσε να το είχε διευθετήσει η αστυνομία, δίχως καμία ανάμειξη του στρατού και όπως αποδεικνύεται και από έγγραφα του ΓΕΕΦ (Εθνική Φρουρά), το θέμα θα λύνονταν στα χωριά άγιοι Θεόδωροι και Κοφινού με την εγκατάσταση αστυνομικού σταθμού.
Χαρακτηριστική είναι η πρώτη αντίδραση του στρατηγού Γρίβα, όπου σε στρατιωτική σύσκεψη στο επιτελείο ανέπτυξε τις απόψεις και τους φόβους του για την συγκεκριμένη επιχείρηση. Όταν μετά τις επιχειρήσεις και την αποδοχή του τουρκικού τελεσιγράφου, ο Γρίβας ανακαλείται στην Αθήνα, στέλνει στις 24/11/1967 έκθεση των γεγονότων προς τον βασιλέα και την κυβέρνηση. Στα προηγηθέντα της σύγκρουσης, ομιλεί για τις συνεννοήσεις της 3/10/1967 (δηλ. ενάμιση μήνα πριν της επιχείρηση) και γράφει σχετικά:¹
«Το ΓΕΕΦ. Αναφέρει εις ΓΕΕΘΑ – ΓΕΣ και αιτείται την έγκριση υποστηρίξεως της κυπριακής αστυνομίας εις περίπτωσιν εμπλοκής ταύτης μετά τ/κ περιοχής. Ευρισκόμενος ενταύθα και λαβών γνώσιν του εγγράφου υπό της ηγεσίας του ΓΕΕΘΑ. Εισηγούνται εις τον Αρχηγό και Υπαρχηγό ΓΕΕΘΑ την μη εμπλοκή της Εθνοφρουράς εις καθαρώς αστυνομικά καθήκοντα, συγχρόνως δε να καθιερωθεί ως αρχή, ότι δεν πρέπει να εμπλέκεται η Εθνοφρουρά εις ζητήματα αστυνομεύσεως, διότι αφ’ ενός μεν η εμπλοκή στρατού σημαίνει στρατιωτικάς επιχειρήσεις, αφ’ ετέρου δε διότι η κυπριακή αστυνομία πολύ καλώς εξοπλισμένη είναι και υπεραρκετή δια να αναλάβει τοιαύτας αποστολάς…»²
Εδώ επιβεβαιώνετε η έντονη υποψία του Στρατηγού Γρίβα, ότι κάποιοι προσπαθούσαν να «μπλέξουν» και τον ίδιο και την Εθνική Φρουρά, αλλά και ολόκληρο το νησί σε περιπέτειες, μιας και η Τουρκία από το 1959 με την συμφωνία Ζυρίχης – Λονδίνου είχε αναγνωριστεί ως εγγυήτρια δύναμη στο νησί με δικαίωμα μονομερούς στρατιωτικής επέμβασης, και μόνο ένας ανόητος θα πίστευε πως δεν θα άρπαζε την ευκαιρίας δημιουργίας επεισοδίου.
Γιατί απέσυρε η Ελλάδα την ετοιμοπόλεμη μεραρχία της;
Αφορμή λοιπόν για την απόσυρση της μεραρχίας από την Κύπρο ήταν η επιχείρηση της Εθνικής Φρουράς κατά του αμιγώς τουρκοκυπριακού θύλακα της Κοφινού της επαρχίας Λάρνακας, το οποίο ήταν άριστα οχυρωμένο ως άντρο της τρομοκρατικής οργάνωσης ΤΜΤ και στρατιωτικό της προπύργιο (με την βοήθεια της Τουρκίας), ελέγχοντας το δρόμο Λευκωσίας – Λεμεσού και Λάρνακας – Λεμεσού. Οπότε αποτελούσε μια διαρκή απειλή για την ασφάλεια των Κυπρίων, μιας και οι Τούρκοι συνεχώς πυροβολούσαν τα διερχόμενα αυτοκίνητα και έκοβαν το δρόμο οπότε αυτοί ήθελαν.
Έτσι στις 15 Νοεμβρίου με διαταγή του Μακαρίου και με την Αθήνα απόλυτος ενήμερη, ο Διγενής ανέλαβε να αποκαταστήσει την τάξη με την επιχείρηση με κωδικό όνομα «Γρόνθος». Η επιχείρηση στέφθηκε με επιτυχία χάρη στον ηρωϊσμό της Εθνικής Φρουράς που κατέλαβε την Κοφινού και συνέλαβε 24 εξτρεμιστές τρομοκράτες της ΤΜΤ (είναι αυτοί που με εντολή Τουρκίας υπονόμευσαν την ειρηνική συνύπαρξη ελληνοκυπριών και τουρκοκυπριών), ανάμεσά τους βρίσκονταν και πολλοί αξιωματικοί του τουρκικού στρατού, ενώ η Εθνική Φρουρά είχε ελάχιστες απώλειες. Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι από τον Ιούνιο του 1967 οι Τουρκοκύπριοι στασιαστές προκαλούσαν με κάθε τρόπο.
Η σύρραξη αυτή λοιπόν έφερε πολύ κοντά μια ελληνοτουρκική πολεμική σύρραξη και οι πιέσεις των Άγγλων, Αμερικανών και Τούρκων, οδήγησαν την χούντα σε μια άτακτη και ντροπιαστική υποχώρηση.
Η τότε ελληνική χουντική κυβέρνηση του Κ. Κόλλια, υποχώρησε και δεν μπόρεσε με αξιοπρέπεια να διαχειριστεί το θέμα, αφού ο τότε υπουργός εξωτερικών Π. Πιπινέλης (πρώτο πολιτικό πρόσωπο στην πρώτη κυβέρνηση της χούντας, πρώην υπουργός της ΕΡΕ και έμπιστος του Κ. Καραμανλή) αποδέχτηκε όλους του όρους που επέβαλε η Τουρκία. Το χείριστο ήταν η τελική αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας από την Κύπρο, που είχε σταλεί το 1964 από τον τότε Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας Πέτρο Γαρουφαλλιά, της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου. Μαζί με τη Μεραρχία ανακλήθηκε όπως προείπαμε και ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας, ο οποίος τέθηκε υπό περιορισμό.³
Για την επιχείρηση στα χωριά Άγιοι Θεόδωροι και Κοφινού, ο πρωτεργάτης και ηγέτης του καθεστώτος της 21ης Απριλίου, αλλά και υπουργός της προεδρίας της κυβερνήσεως Κόλλια, συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος, από ότι φαίνεται δεν είχε κάποια ανάμειξη στην συγκεκριμένη επιχείρηση, που έτσι όπως έγινε αποδεικνύεται ότι ήταν μια προβοκάτσια. Ερωτήματα όμως προκύπτουν για την μετέπειτα στάση του, όταν στα αλλεπάλληλα πολεμικά συμβούλια, όπου πέρα από τις απειλές προς στον Βασιλιά Κωνσταντίνο, ότι σε περίπτωση πολέμου θα τεθεί επικεφαλής (ο Βασιλιάς) του στρατεύματος, δεν έκανε κάτι πιο δραστικό, χειρίστηκε το θέμα περισσότερο ως πολιτικός, που του άρεσε άλλωστε, πάρα ως στρατιωτικός. Διότι ακόμα και αν δεχτούμε ότι δεν έλεγχε την πρώτη κυβέρνηση της οποίας ήταν υπουργός προεδρίας της, σίγουρα έλεγχε το στράτευμα και αν ήθελε μπορούσε να επιβάλλει την άποψη του, εκτός αν είχε εκδημοκρατιστεί μέσα σε λίγους μήνες. Το γιατί ο ηγέτης της 21ης Απριλίου περιορίστηκε απλά να εκφράσει την έντονη αντίδραση του στα συμβούλια που ακολούθησαν, όπου δέχτηκε παθητικά την μειοψηφία της άποψης του, δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν το έχουμε μάθει και θεωρώ πως δεν θα το μάθουμε και πότε. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι στις 26 Νοεμβρίου η βασιλική στρατιωτική ηγεσία δήλωσε αδυναμία και ανακάλεσε την ΕΛΔΥΚ/Μ, προκειμένου να αποφευχθεί μια ελληνοτουρκική σύρραξη όπως δήλωνε.
Σύμφωνα με ένα παλιό ρεπορτάζ του διαδικτυακού τόπου onalert πριν αρκετά χρόνια με τίτλο: «Γιατί απέσυρα τη Μεραρχία από την Κύπρο», διαβάζουμε μια φράση του δικτάτορα Παπαδόπουλου από την κατάθεση του για τον «φάκελο της Κύπρου», που ίσως μας δίνει μια απάντηση στο γιατί αποσύρθηκε η μεραρχία μετά την πίεση των Τούρκων και των Αμερικανών και μας τονίζει ότι και επί των ημερών τους, η χώρα μας δεν ήταν σε καμία περίπτωση εθνικά ανεξάρτητη. Η δήλωση είναι η εξής «…παρενέβη ο Βάνς και όλοι οι άλλοι εσταμάτησαν… εκπρόσωπος του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών… Τι να κάνουμε;…»!! ⁴ Αυτά βέβαια, να προσθέσω εγώ, είναι λόγια πολιτικού κλητήρα και όχι ενός στρατιωτικού, που υποτίθεται ότι έσκιζε τα ιμάτια του για την προστασία του Ελληνισμού.
Από πλευράς πάλι των υπερασπιστών της 21ης Απριλίου έχει ειπωθεί ότι ο Δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος μετά την επιστροφή της ελληνικής μεραρχίας, διέταξε και πέτυχε να παραμείνουν μυστικά στην Κύπρο και να ενταχθούν στην Εθνική Φρουρά, 675 Έλληνες αξιωματικοί, το βαρύ υλικό της ΕΛ.ΔΥ.Κ.Κ./Μ, που παρέμεινε στο νησί στο σύνολο του, με εξαίρεση τα 34 αμερικανικής προέλευσης άρματα μάχης τύπων Μ47 & Μ48, που λόγω της προελεύσεως τους ήταν αναγνωρίσιμα, καθώς και πυρομαχικά και εφόδια για πόλεμο 20 ημερών (αν και μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές της Κύπρου, μας μαρτυρούν ότι τα αποθέματα που άφησε η δικτατορία, έφταναν με το ζόρι για μάχη μιας εβδομάδος το πολύ).
Μακάριος και Παπαδόπουλος ήθελαν την ένωση;
Η αλήθεια είναι ότι δεν ήθελαν την ένωση Ελλάδος και Κύπρου. Όσο και αν προσποιούνταν ότι ήταν οπαδοί της «ατόφιας Ένωσης». Ο πρώτος (Μακάριος) με τις πράξεις του το έκανε όλο και πιο σαφές, μιας και αντιστέκονταν, απέρριπτε και να συκοφαντούσε τον διαπραγματευτικό αγώνα τον οποίο έδινε ο Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, στην προσπάθειά του να λύση το κυπριακό και να επιφέρει την Ένωση Ελλάδος και Κύπρου. Επιβεβαίωση του παραπάνω είναι η τρίτη πρόταση του σχεδίου Άτσεσον (πρόταση λύσης του Κυπριακού από τον Αμερικανό διπλωμάτη Dean Acheson, η οποία προτάθηκε το 1964). Εδώ ο Γ. Παπανδρέου τα κατάφερε να αποσπάσει από τους Αμερικανούς την συναίνεση να κηρυχθεί πρώτα η Ένωση και μετά να συζητηθεί το θέμα τού λιγότερο από 5% έδαφος και μάλιστα όχι με κυρίαρχη βάση, αλλά με επί μισθώσει διάρκειας 50 ετών, πράγμα που όπως το ήξεραν πολύ καλά και οι ίδιοι οι Αμερικανοί, θα κατέληγε στην «ατόφια» Ένωση. Οι Τούρκοι έχοντας απορρίψει όλες τις ελληνικές προτάσεις, βρίσκονταν από την αρχή μέχρι το τέλος σε μειονεκτική θέση. Η Ελλάδα τώρα είχε κάθε δικαίωμα να μην συζητά τίποτε άλλο πέρα από την Ένωση, τότε ακριβώς ο Γ. Παπανδρέου βρέθηκε μπροστά στο ρίξιμο της «ενωτικής» μάσκας του Μακαρίου (που ζήτησε ως αντάλλαγμα να γίνει… Αντιβασιλεύς!!) και απάντησε με ένα τελεσίδικο «όχι» στην συγκεκριμένη πρόταση που θα ένωνε τα δύο ελληνικά κράτη. Παράλληλα είχε και το θράσος να κατηγορήσει τον Παπανδρέου ότι συνωμοτούσε με τους Αμερικανούς με σκοπό τη διχοτόμηση της Κύπρου!
Κατηγορούσε ο Μακάριος τον μόνο που μπορούσε να επιτύχει την Ένωση – με την εύνοια των Αμερικανών και την παρουσία της Μεραρχίας- ως προδότη της Ενώσεως!, ο ίδιος Εκείνος που έκανε τα πάντα για να την αποτρέψει. Εκτός από το παραπάνω ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος δημιούργησε και παρά πολλές τεχνητές κρίσεις, με κορυφαίες αυτή της αναθεώρησης των 13 άρθρων του Κυπριακού συντάγματος το 1963 και της Κοφινού το 1967 φτάνοντας στα πρόθυρα της ελληνοτουρκικής σύρραξης. Ενώ έβαλε την Σοβιετική Ένωση ως άλλο ένα εμπόδιο στην Ένωση Ελλάδος – Κύπρου.
Πάμε τώρα στον δεύτερο, όπου επιζητώντας μια θεαματική επιτυχία για το δικτατορικό του καθεστώς, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και τα άλλα στελέχη της χούντας σκέφτηκαν να λύσουν το Κυπριακό, επιτυγχάνοντας την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα! Μεθόδευσαν έτσι μια προσέγγιση προς την Τουρκία, που είχε ως αποτέλεσμα έναν μυστικό ελληνοτουρκικό διάλογο περί Κύπρου, κορύφωση του οποίου ήταν η περιβόητη «συνάντηση κορυφής» στα ελληνοτουρκικά σύνορα του Έβρου, στις 9 και 10 Σεπτεμβρίου του 1967. Εκεί ο δικτάτορας ζήτησε από τον πρωθυπουργό της Τουρκίας Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ να συγκατατεθεί σε ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ένα από τα σαθρά επιχειρήματα, που προβλήθηκε από τον στρατηγό Γρ. Σπαντιδάκη, ήταν πως η Τουρκία διέθετε ήδη μεγάλες κι αναξιοποίητες εκτάσεις γης, άρα δεν της χρειαζόταν και η Κύπρος! Όπως ήταν αναμενόμενο η συνάντηση στον Έβρο και με τέτοια ανόητα επιχειρήματα ήταν δεδομένη η παταγώδης αποτυχία, όπως και έγινε. Επρόκειτο περί μιας αφελούς προσέγγισης που καταδείκνυε την πολιτική ανεπάρκεια της Χούντας στο συγκεκριμένο εθνικό θέμα.⁶
Τον Μάιο του 1971 ο Γεώργιος Παπαδόπουλος έδωσε συνέντευξη στη «Μιλλιέτ», στις παραμονές της κρίσιμης συνόδου των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στη Λισσαβόνα. Στη συνέντευξη, που προκάλεσε γενική κατακραυγή στην Κύπρο (από το ΑΚΕΛ μέχρι την αντιμακαριακή αντιπολίτευση), ο Παπαδόπουλος έστειλε μήνυμα φιλίας στον νέο Τούρκο πρωθυπουργό, Νιχάτ Ερίμ. Σύμφωνα με τον ιδιόμορφο λόγο του Παπαδόπουλου, η κρίση στην Κύπρο «ήταν ψυχολογική» και εάν «οι κοινότητες στην Κύπρο» «εγνώριζαν εκ των προτέρων ότι ημείς οι μεγάλοι δεν είμεθα διατεθειμένοι να προστρέξωμεν εις τα όπλα και να πολεμήσωμεν διά χάριν των τότε και αυτοί θα προσεπάθουν να επιλύσουν ειρηνικά τας διαφοράς των». Δηλαδή, πρότεινε στην Τουρκία να ξεκαθαρίσουν από κοινού στις «δύο κοινότητες», ότι δεν θα έκαναν πόλεμο για χάρη τους και τότε θα λυνόταν το Κυπριακό… Είναι χαρακτηριστικό ότι τις δηλώσεις αυτές χαιρέτισε ο Ραούφ Ντενκτάς ζητώντας, όμως, επιπλέον, από τον Έλληνα δικτάτορα να αποκηρύξει την Ένωση… Στην ίδια συνέντευξη ο Παπαδόπουλος προχώρησε και σε μια μελλοντική πρόβλεψη: «Εγώ, προσωπικώς, πιστεύω ότι αι εξελίξεις οδηγούν προς μίαν Ομοσπονδίαν Τουρκίας και Ελλάδος. Τούτο ίσως πραγματοποιηθή μετά 20 ή έτη. Όμως θα πραγματοποιηθή»…⁷
Ακολουθεί αυτούσια η δήλωση του Γεωργίου Παπαδόπουλου από την εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» όπως αναδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα των συντακτών: «Ενώ είναι αναγκαία η λίαν στενή συνεργασία μας», λέει ο Παπαδόπουλος, «δεν δυνάμεθα να την πραγματοποιήσωμεν λόγω του Κυπριακού. Υπάρχει μια διαφορά μεταξύ Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων. Η πραγματική κρίσις, όμως, είναι μία ψυχολογική κρίσις, μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδος. Η αιτία της κρίσεως αυτής δεν είναι εις το Κυπριακόν. Είναι στις καρδιές μας. […] Πρέπει να εξαφανισθή η μεταξύ μας δυσπιστία. Η προσωπική μου πεποίθησις είναι ότι όλα μας ωθούν προς την Ομοσπονδίαν. Ισως τούτο πραγματοποιηθή μετά 20, μετά χρόνια. Αλλά ο δρόμος οδηγεί εκεί. Οτι είμεθα δύο μικρά κράτη και εάν ευρισκόμεθα ηνωμένοι ενώπιον των μετά των μεγάλων κρατών σχέσεών μας, η ισχύς μας δεν θα εδιπλασιάζετο μόνον αλλά θα επολλαπλασιάζετο» (εφ. «Ελεύθερος Κόσμος», 30/5/1971).
Επίσης πέρα από την παραπάνω δήλωση η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» στις 30/5/1971 κυκλοφόρησε με εξώφυλλο που έγραφε:
«Συνέντευξις του κ. Γ. Παπαδόπουλου προς την Μιλλέτ»: «Υπέρ ελληνοτουρκικής ομοσπονδίας ο κ. Πρωθυπουργός».⁸
Εδώ αξίζει να κοιτάξουμε και ποια εφημερίδα το γράφει αυτό, μια και γίνεται σε όλους μας σαφές, ότι σε ένα δικτατορικό καθεστώς τα εξώφυλλα που δεν είναι αρεστά στο καθεστώς απλά δεν βγαίνουν και η εφημερίδα κλείνει, αλλά τα παραπάνω γραφτήκαν όχι σε μια τυχαία εφημερίδα αλλά στον «Ελεύθερο Κόσμο», του ιδρυτή Σάββα Κωνσταντόπουλου που αποκαλείται «ο θεωρητικός της χούντας», η δε εφημερίδα αποτελούσε το επίσημο όργανο του καθεστώτος της 21ης Απριλίου,⁸ οπότε γίνεται εύκολα αντιληπτό, ότι όχι μόνο δεν έκανε καμία προπαγάνδα κατά του καθεστώτος και του δικτάτορα, αλλά ακριβώς το αντίθετο, σέρβιρε την τότε πολιτική της δικτατορίας στον λαό.
Όπως είδαμε, το καθεστώς των Αθηνών ενώ είχε συμφωνήσει με την Τουρκία για τον αποκλεισμό της ενώσεως, ενθάρρυνε τους ενωτικούς στην Κύπρο προκειμένου να δημιουργήσει «σκληρή» αντιπολίτευση κατά του Αρχιεπισκόπου. Επίσης, δια του Κωνσταντίνου Παναγιωτάκου, πρέσβη του δικτατορικού καθεστώτος στην Κύπρο, κινητοποίησε τους επισκόπους (Κιτίου Άνθιμον, Πάφου Γεννάδιον και Κυρηνείας Κυπριανόν) σε εκκλησιαστικό πραξικόπημα κατά του Μακαρίου. Ακόμη η δικτατορία επέτρεψε στα τέλη του 1971 την «δραπέτευση» του στρατηγού Γρίβα από την Αθήνα και τη μυστική επιστροφή του στην Κύπρο, όπου ίδρυσε την οργάνωση ΕΟΚΑ Β΄ που την έστρεψε επίσης κατά του Μακαρίου.⁹
Ο Γρίβας βέβαια έχοντας υπόψη του τις μεθοδεύσεις της Χούντας μόλις επέστρεψε στην Κύπρο επιχείρησε να συνεννοηθεί με τον Μακάριο. Συναντήθηκε μαζί του μυστικά στη Λευκωσία στις 27 Μαρτίου 1972 και συμφωνήθηκε η από κοινού εξεύρεση ενός νέου Προέδρου, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει το Εθνικό Θέμα και να διαχειριστεί τις σχέσεις με τη Χούντα. Τελικά αυτή η συνεννόηση απέτυχε, διότι ο Πρόεδρος Μακάριος έκανε δεύτερες σκέψεις.¹⁰ Τα αποτελέσματα όλων αυτών των ενεργειών του καθεστώτος των Αθηνών, ήταν ιδιαίτερα τραγικά για τον λαό της Κύπρου. Ο Ελληνισμός του νησιού διχάστηκε και επεκράτησαν, κατά τα έτη 1972 – 1973 συνθήκες εμφυλίου πολέμου. Ωστόσο τον Νοέμβριο του 1973 ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος ανατράπηκε από τον ταξίαρχο Δημήτριο Ιωαννίδη. Έτσι ήταν άμοιρος των πάρα πέρα εξελίξεων, που οδήγησαν στη μεγάλη τραγωδία του καλοκαιριού του 1974, με το δίδυμο έγκλημα του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής.
Ήξερε ο Καραμανλής;
Πριν κλείσω θα ήθελα να αναφέρω ότι ο αυτοεξόριστος Κωνσταντίνος Καραμανλής που ένιωσε την «ευτυχέστερη μέρα της ζωής του» όταν υπογράφτηκε η συμφωνία Ζυρίχης – Λονδίνου, που έβαλε ταφόπλακα στην ένωση της Ελλάδας με την Κύπρο και αναγνώριζε την Τουρκία ως εγγυήτρια δύναμη, φαίνεται πως ή ήταν μέρος της προδοσίας της Κύπρου ή είχε μαντικές ικανότητες, αυτό θα το κρίνει ο αναγνώστης και η ιστορία, διότι σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευμα (Ακρόπολις 13/1/1980), το φθινόπωρο του 1967 ο έμπιστος γραμματέας του Βασιλέως, ταγματάρχης Μιχ. Αρναούτης, πήγε στο Παρίσι και συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή μεταφέροντας του την επιθυμία του Κωνσταντίνου να ανατρέψει τους Συνταγματάρχες. Του ζήτησε να βοηθήσει και ο Καραμανλής του είπε:
-Θα σου υποδείξω άλλον δρόμο, πιο ασφαλή, πιο ομαλό και πιο αποτελεσματικό. Εντός ολίγου θα διέλθει κάποια σοβαρή δοκιμασία το καθεστώς των Αθηνών, που θα οφείλεται, σε εθνική περιπέτεια. Εγώ δεν είμαι εις θέσιν να αποτρέψω αυτή την περιπέτεια. Αλλά τότε θα είναι η κατάλληλη στιγμή για να ενεργήσει ο Βασιλεύς.
– Θα διευκολύνω εγώ την κατάστασιν από εδώ. Όταν θα έλξη η εθνική περιπέτεια, τότε θα υψώσω την φωνή μου. Θα κατηγορήσω ευθέως τους Συνταγματάρχες, θα καλέσω αυτούς να υποχωρήσουν και τους αξιωματικούς γενικά να τους ανατρέψουν αν δεν θελήσουν εκουσίως να παραχωρήσουν την εξουσία.¹¹
Ακόμα όσο αναφορά τον κ. Καραμανλή αξιοσημείωτη είναι η αναφορά από το ημερολόγιο του Σουλτσμπέργκερ – έμπιστου πάντα των Βασιλέων και ομοτράπεζου του κ. Καραμανλή. Που γράφει στο ημερολόγιο του μετά τις επιχειρήσεις της Κοφινού, ανήμερα του αποτυχημένου κίνημα του Βασιλιά: «Παρισιοι,13 Δεκεμβρίου 1967: Νέον πραξικόπημα εις την Ελλάδα. Κατά τα φαινόμενα, ο Βασιλεύς ηθέλησε να ανατρέψει την Χούντα δυναμικός. Εκάλεσα αμέσως τον Καραμανλήν εις το τηλέφωνον. Μου εφάνη νευρικός και παραπονούμενος «Δεν ξέρω τι γίνεται! Προσπάθησα να επικοινωνήσω με των Βασιλέα, αλλά δεν είχα απάντησιν». Του παρατήρησα ότι από επικοινωνία είχαν διακοπή. «Έχω αλλά μέσα επικοινωνίας», μου απήντησε….»¹²
Και μιας και μιλάμε για το 1967 που η τεχνολογία δεν ήταν και τόσο προηγμένη όσο σήμερα προφανώς ο «εθνάρχης» αναφέρεται σε κάποια ασύρματο κάποιας πρεσβείας… Να σημειωθεί ότι πριν από τον πρώτο Αττίλα, ο Αβέρωφ επικοινωνούσε – όπως δήλωσε ύστερα – συχνά με τον Καραμανλή από την Αθήνα στο Παρίσι, μέσω φιλικής πρεσβείας. Ο Αβέρωφ ήταν βέβαιος πως «Μόνο μια εθνική συμφορά θα ρίξει τους Συνταγματάρχες»¹³ . Όσον δε αφορά τον Βασιλιά αυτός λίγες μέρες μετά την αποτυχία του κινήματος του, έκανε δηλώσεις στην (Τάιμς Ν. Υόρκης, 14.1.1968 και στην Ελευθερία της Λευκωσίας, 20.1.1968), σύμφωνα με τις οποίες η κίνηση του στηρίχθηκε στην κρίση της Κοφινού.¹⁴
Τέλος ως συμπέρασμα θεωρώ ότι η προδοσία της Κύπρου έγινε από μια σειρά προσώπων και θεσμών, πολιτικών, στρατιωτικών, Βασιλικών, που ήταν υποτελείς στον ξένο παράγοντα, αλλά και θρησκευτικών, που ήταν υποτελείς στην μεγαλομανία τους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν ξεκίνησε και δεν ολοκληρώθηκε με το Απριλιανό καθεστώς, όπως πολύ βολικά μας σερβίρετε όλα αυτά τα χρόνια, το οποίο όμως είχε βασικό ρόλο στην υλοποίηση της προδοσίας, μιας και λειτούργησε ως χρήσιμος ηλίθιος. Αναφέρομαι και στις δύο χούντες, που λειτούργησαν ως μακρύ χέρι αυτών που δημιούργησαν τις συνθήκες της προδοσίας και ήρθαν στις 24 του Ιούλη το 74 να μας πουλήσουν δημοκρατία και εθνική ενότητα και συστράτευτικαν μαζί τους, όλοι αυτοί που ενώ κοιμόντουσαν ως χουντικοί, όταν άλλαξαν τα πράγματα ξύπνησαν ως αντιστασιακοί και δημοκράτες, μαζί με αυτούς φυσικά που τους κάλεσαν πίσω, για να σώσουν την χώρα και να ολοκληρώσουν το έργο τους.
Αναφέρομαι στην επιστολή Γκιζίκη προς τον Καραμανλή, αλλά και τους αρχηγούς των όπλων του ελληνικού στρατού Γαλατσάνο, Αραπάκη και Μπονάνο, που πάγωσαν τα όπλα στον Αττίλα 1 και άφησαν την Κύπρο με την ΕΛΔΥΚ, την εθνική φρουρά, την ΕΟΚΑ Β’ και τους μάρτυρες της επιχείρησης «Νίκη» να παλεύουν μόνοι τους απέναντι στα τουρκικά σιδερόφρακτα στίφη, λέγοντας μας ότι «η Κύπρος κείται μακράν» και μετέτρεψαν το 4% κατοχής σε 38% στο Αττίλα 2 χωρίς να πέσει καμιά ντουφέκια.…
Βασίλης Βενετσάνος
Σύμβουλος Απόδημου Ελληνισμού
Του Ινστιτούτου Γεωπολιτικής Εθνικής Συγκρότησης και Ανάπτυξης ΠΥΞΙΔΑ
Πηγές:
– «Εσταυρωμένη Περήφανη Κύπρος», του Αντώνη Αντωνά. 1967 τα γεγονότα της Κοφινού σελ. 208.³
– «Επιχείρηση Κοφινού», του Σπύρου Παπαγεωργίου. Γιατί ο Γρίβας δεν ήθελε σελ.12 ¹,², «να φύγει ο Μακάριος» σελ.64 ¹¹ , «Έχω και άλλα μέσα επικοινωνίας» σελ.67 ¹²,¹³,¹⁴
-Wikipedia ,⁸ εφημερίδα Ελεύθερος Κόσμος https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%BB%CE%B5%CF%8D%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CF%8C%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%82
–onalert.gr «Γιατί απέσυρα τη Μεραρχία από την Κύπρο» Τι είχε πει ο Παπαδόπουλος για τη μοιραία απόφαση. ⁴ https://www.onalert.gr/san-shmera/giati-apesyra-ti-merarxia-apo-tin-kypro/111140/
–polignosi.com, Παπαδόπουλος Γεώργιος οι σχέσεις του δικτάτορα με την Κύπρο. ⁵,⁶,⁹,¹⁰ https://www.polignosi.com/cgibin/hweb?-A=13341&-V=limmata
-Εφημερίδα των συντακτών, Όταν ο Παπαδόπουλος νόμιζε ότι είναι Βενιζέλος.⁷ https://www.efsyn.gr/politiki/exoteriki-politiki/225742_otan-o-papadopoylos-nomize-oti-einai-benizelos