Λιγότερο διάσημος από την Ακρόπολη των Μυκηνών ή το Ανάκτορο του Νέστορα, ο αρχαιολογικός χώρος της Περιστεριάς με τους τέλεια διατηρημένους θολωτούς τάφους και τα πολύτιμα ευρήματα χρυσού, μαρτυρεί τη ζωή κατά την πρώιμη Μυκηναϊκή εποχή στην Ελλάδα.
Βρίσκεται κοντά στο χωριό Μύρο, 8 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Κυπαρισσίας, στην περιοχή της Μεσσηνίας, στην Πελοπόννησο, στη νότια Ελλάδα, η αρχαία πόλη στην Περιστεριά έγινε σημαντικό κέντρο του Μυκηναϊκού κόσμου μεταξύ 1500-1400 π.Χ., πριν ανατείλουν οι γειτονικές Πύλος και Μυκήνες στη δόξα.
Ο χώρος ανασκάφηκε για πρώτη φορά το 1960 από τον Σπύρο Μαρινάτο και αργότερα από τον Γεώργιο Κορρέ, ο οποίος έφερε στο φως τέσσερις θολωτούς τάφους, λείψανα ανακτόρου και κατοικίες, που χρονολογούνται στη 2η χιλιετία π.Χ.
Ο μεγαλύτερος από τον θολωτό τάφο σώζεται σε άριστη κατάσταση.
Μυκήνες της Δυτικής Πελοποννήσου
Οι αρχαιολόγοι ονόμασαν τον αρχαιολογικό χώρο της Περιστεριάς «Μυκήνες της Δυτικής Πελοποννήσου».
Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας χαρακτηρίζει την αρχαία πόλη στην Περιστεριά ως «συνωστισμένη και εκτεταμένη», αφού κατοικούνταν συνεχώς από τη Μεσοελλαδική περίοδο (2050-1680 π.Χ.) έως το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής (1680-1180 π.Χ.).
Πλούσια επιτύμβια δώρα που αποκαλύφθηκαν κάτω από το δάπεδο ενός από τους τάφους, στρατιωτικός εξοπλισμός, χρυσά αγγεία και κοσμήματα από τον χώρο εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Χώρας, στα κοντινά Φιλιατρά.
«Αν και οι θολωτοί τάφοι είχαν ήδη λεηλατηθεί από την αρχαιότητα, τα διασωθέντα πολύτιμα αντικείμενα μαρτυρούν τον πλούτο των κατοίκων, αλλά και τις επαφές με τη Μινωική Κρήτη. Επιπλέον, παρέχουν πληροφορίες για την πρακτική της οικιακής λατρείας, αλλά και για την κοινωνική δομή των Μυκηναίων», εξηγεί η Εφορεία στην ιστοσελίδα της.