Το Γυμνάσιο, το αρχαίο θέατρο, το Νυμφαίο και εντυπωσιακοί Μακεδονικοί τάφοι συγκροτούν τον αρχαιολογικό χώρο της Μιέζας, στον κάμπο της Ημαθίας
Στα 17 του χρόνια ο Αριστοτέλης έφτασε στην Αθήνα για να φοιτήσει στην Ακαδημία του Πλάτωνα, ένα σημείο συνάντησης λόγιων της εποχής, ξακουστή και έξω από τον ελλαδικό χώρο. Και παρότι ο ιδρυτής της Ακαδημίας είχε αναχωρήσει για τη Σικελία, οι μαθητές του μύησαν τον νεαρό Σταγειρίτη στην ηθική, την πολιτική, τη φιλοσοφία, την αστρονομία και τα μαθηματικά.
Όνειρό του, μετά την αποφοίτησή του, ήταν να ανοίξει τη δική του Σχολή και την ευκαιρία τού έδωσε ο Φίλιππος Β΄ όταν το 343 π.Χ. τον προσέλαβε για να διδάξει τον νεαρό Αλέξανδρο και τους νεαρούς Μακεδόνες. Ο Φίλιππος γνώριζε τον πατέρα του Αριστοτέλη, Νικόμαχο, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως γιατρός στην αυλή του πατέρα του, Αμύντα και επιπλέον ήταν από την Μακεδονία.
Ο Αριστοτέλης ζήτησε ένα σύνολο εγκαταστάσεων αντάξιο της φήμης του και των μαθημάτων που θα δίδασκε κι επιπλέον, όπως αναφέρουν οι πηγές, απαίτησε να ανοικοδομηθούν τα Στάγειρα που ο Φίλιππος ισοπέδωσε το 349 π.Χ. όταν οι κάτοικοι εξεγέρθηκαν εναντίον του.
Έτσι οικοδομήθηκε το Βασιλικό Γυμνάσιο του Φιλίππου στη Μίεζα, στους πρόποδες του Βερμίου, μεταξύ των δύο βασιλικών πόλεων -των Αιγών και της Πέλλας-, το οποίο θεωρείται πρόδρομος του «Μουσείου» της Αλεξάνδρειας με την περίφημη Βιβλιοθήκη.
Το Βασιλικό Γυμνάσιο της Μίεζας ιδρύθηκε για να ασκήσουν το πνεύμα και το σώμα τους ο Αλέξανδρος και οι επίλεκτοι παίδες των Μακεδόνων, ώστε να γίνουν άξιοι να διοικήσουν τον στρατό και να αναλάβουν τα ύψιστα αξιώματα του κράτους. Για τρία χρόνια διευθυντής ήταν ο Αριστοτέλης και σπουδαστές η εκλεκτή γενιά των μεγάλων που άλλαξαν τον κόσμο. Που ακολούθησαν τον Αλέξανδρο στη μεγάλη εκστρατεία της Ανατολής και κατέκτησαν τη βάρβαρη Περσία, κάνοντας γνωστό τον ελληνικό πολιτισμό της ελληνιστικής εποχής στα πέρατα της οικουμένης.
Όπως εξηγεί στη Voria.gr η Έφορος Αρχαιοτήτων Ημαθίας, Αγγελική Κοτταρίδη, «το Γυμνάσιο -κάτι ανάμεσα σε κολέγιο και στρατιωτική ακαδημία- ήταν ένα τεράστιο οικοδομικό συγκρότημα που ξεπερνούσε τα 30 στρέμματα και βρίσκεται βορειοανατολικά του αρχαίου θεάτρου. Μέχρι σήμερα έχει ανασκαφεί σχεδόν ολόκληρη η παλαίστρα και ένα μεγάλο κομμάτι του “ξυστού”, της στοάς με μήκος ένα στάδιο (περίπου 200 μ.), όπου οι έφηβοι ασκούνταν στο αγώνισμα του δρόμου».
Εκτός από το μεγάλο περιστύλιο-παλαίστρα, το Γυμνάσιο είχε χώρους συμποσίων («ανδρώνες»), επιβλητικές δωρικές στοές, ψηφιδωτά δάπεδα και αποτελεί το μεγαλύτερο και πολυτελέστερο οικοδόμημα που έχει βρεθεί ως τώρα στην αρχαία Μίεζα.
Τουλάχιστον 100 έφηβοι, γόνοι των ισχυρότερων οικογενειών του μακεδονικού βασιλείου, υπήρξαν συμμαθητές του Αλέξανδρου και μαθητές του Αριστοτέλη, ο οποίος έγραψε και διδακτικά εγχειρίδια για αυτούς. Αρκετοί έγιναν στην πορεία έμπιστοι σύντροφοι και στρατηγοί του μεγάλου στρατηλάτη, όπως ο Ηφαιστίωνας, ο Πτολεμαίος, ο Πευκέστας, ο Σέλευκος, ο Περδίκκας.
Ηθική, πολιτική, φιλοσοφία, ρητορική, δραματουργία από τον Όμηρο ως τον Σοφοκλή, αλλά και μαθηματικά, βιολογία, φυσική, ιατρική, αστρονομία, διδάσκονταν στο Γυμνάσιο, το οποίο, σύμφωνα με την κ. Κοτταρίδη «δεν αποκλείεται να είναι το αρχέτυπο όλων των Γυμνασίων που από τη Μακεδονία και τη Μ. Ασία, μέχρι τη Σαχάρα, τις όχθες του Ινδού και τις στέπες της Κεντρικής Ασίας έγιναν ο μοχλός που έκανε ολόκληρο τον κόσμο να μιλά, να σκέφτεται, να ζει και να αγωνίζεται με τον ελληνικό τρόπο, δημιουργώντας την πολυεπίπεδη Ελληνιστική Κοινή».
Ο Αλέξανδρος έμεινε στο Γυμνάσιο μέχρι το 340 π.Χ., οπότε έφυγε για να ασκήσει καθήκοντα αντιβασιλέα, καθώς ο Φίλιππος απουσίαζε στην Πέρινθο, στα παράλια του Ελλήσποντου.
Η κ. Κοτταρίδη είναι η πρώτη που συσχέτισε τα λείψανα του οικοδομήματος με το Βασιλικό Γυμνάσιο ανατρέποντας, την παλιότερη άποψη που ήθελε τη «Σχολή του Αριστοτέλη» στο Νυμφαίο, ένα ιερό Νυμφών που δημιουργήθηκε τον 4ο αι. π.Χ. στη θέση ενός λατομείου πωρολίθου και όπως επισημαίνει «μέχρι τώρα έχει αποκαλυφθεί περίπου το ένα πέμπτο του συνόλου του οικοδομικού συγκροτήματος, όμως όταν αποκαλυφθεί ολόκληρο και αναδειχθεί όπως αρμόζει, η Ημαθία θα αποκτήσει ένα ακόμη μνημειακό τοπόσημο με τεράστια σημασία για τον πολιτισμό και την ιστορία των Μακεδόνων και του πολιτισμένου κόσμου».
Το αρχαίο θέατρο της Μίεζας
Σε κοντινή απόσταση από το Γυμνάσιο βρίσκεται το αρχαίο θέατρο της Μίεζας, η παλαιότερη κατασκευαστική φάση του οποίου χρονολογείται στον 4ο π.Χ. αιώνα και η σημερινή του μορφή ανήκει στην τρίτη και τελευταία οικοδομική περίοδο του 2ου αιώνα μ.Χ. Πρόκειται για ένα σχετικά μεγάλο θέατρο, χτισμένο στην πλαγιά ενός χαμηλού λόφου, με θέα τον κάμπο και ορχήστρα κανονικού ημικυκλίου, διαμέτρου 22 μέτρων -στο Δίον η διάμετρος της ορχήστρας είναι 26 μέτρα και στους Φιλίππου 25 μέτρα-, άρα είναι ένα αρκετά μεγάλο επαρχιακό θέατρο. Το λαξευμένο στον φυσικό πωρόλιθο κοίλο, έχει πέντε κερκίδες, ενώ από τις αρχικά 19 σειρές εδωλίων σώζονται σήμερα οι 7.
Το σκηνικό οικοδόμημα, που βρισκόταν ανατολικά της ορχήστρας, διαμόρφωναν το προσκήνιο, το κτήριο της σκηνής και δύο παρασκήνια. Τον 4ο αιώνα μ.Χ., μετά την εγκατάλειψη του θεάτρου, ο χώρος χρησιμοποιούνταν ως λατομείο για την εξόρυξη πωρόλιθου και ως νεκροταφείο.
Από τους καλύτερα διατηρημένους μακεδονικούς τάφους κι ένα από τα σημαντικότερα ταφικά μνημεία της Μίεζας είναι ο τάφος της Κρίσεως που οφείλει το όνομά του στην σπάνια για την αρχαία εικονογραφία ζωγραφική παράσταση που τον διακοσμεί κι έχει ως θέμα την Κρίση του νεκρού. Χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου π.Χ. αιώνα και ξεχωρίζει για τις μνημειώδεις διαστάσεις του και την επιβλητική πρόσοψη, με τα ψευδοπαράθυρα που ανακαλεί την εικόνα του προπύλου του ανακτόρου των Αιγών.
Στο κάτω τμήμα της πρόσοψης, ανάμεσα στους δωρικούς ημικίονες, παριστάνεται -σχεδόν σε φυσικό μέγεθος- ο ψυχοπομπός Ερμής που οδηγεί τον νεκρό, και σύμφωνα με την κ. Κοτταρίδη κατά πάσα πιθανότητα είναι ο Μιεζαίος στρατηγός του Μεγαλέξανδρου Πευκέστας, στους Κριτές του Κάτω Κόσμου, Αιακό και Ραδάμανθη.
Ιδιαίτερα εντυπωσιακός είναι και ο μακεδονικός τάφος των Ανθεμίων, που χρονολογείται γύρω στο 300 π.Χ.. Είναι διθάλαμος με ιωνική πρόσοψη και τα άκρα του αετώματος κοσμούνται με τρία μεγάλα, ζωηρά χρωματισμένα ανθέμια, στα οποία και οφείλει το όνομά του. Εντυπωσιακή είναι η τοιχογραφία της οροφής του προθάλαμου με ανθέμια και νερολούλουδα. Στον εσωτερικό θάλαμο, οι τοίχοι του οποίου είναι βαμμένοι με μαύρο και κόκκινο χρώμα, υπάρχει κτιστό θρανίο και λίθινη ταφική θήκη για την τεφροδόχο που περιείχε τα καμένα οστά του νεκρού.
* Οι φωτογραφίες προέρχονται από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας
Πηγή: voria