Καμπανάκι κινδύνου «χτυπούν» οι επιστήμονες των ΗΠΑ με τρεις νέες μελέτες που έφεραν στο «φως» σχετικά με τα δημοφιλή, ενέσιμα φάρμακα για τον διαβήτη και το αδυνάτισμα, τα οποία φαίνεται πως αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο της παράλυσης του στομάχου.
Πρόκειται για τα φάρμακα-αγωνιστές του GLP-1 και συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων τις δραστικές ουσίες σεμαγλουτίδη, εξενατίδη και λιραγλουτίδη. Οι εμπορικές ονομασίες τους είναι λ.χ. Ozempic, Wegovy, Byetta, Victoza, Saxenda και μετά την έγκριση για χορήγησή τους, συμπεραίνεται πως αυξάνουν κατά τουλάχιστον 50% τον κίνδυνο.
Οι τρεις αυτές μελέτες δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμη σε ιατρικές επιθεωρήσεις, καθώς δεν έχουν αξιολογηθεί ακόμη από ανεξάρτητους επιστήμονες, αλλά ανακοινώθηκαν στο ιατρικό συνέδριο Digestive Disease Week 2024 (DDW 2024) που διεξάγεται στην Ουάσινγκτον.
Τα ευρήματα των επιστημόνων
Όπως έγινε γνωστό, τα εν λόγω φάρμακα δρουν επιβραδύνοντας την διέλευση της τροφής από το στομάχι, ενώ βοηθούντον οργανισμό να παράγει περισσότερη ινσουλίνη για να ρυθμίζει το σάκχαρο.
Εντούτοις, σε μερικούς ασθενείς, δύνανται να προκαλέσουν εμέτους, ή να επιβραδύνουν την διέλευση της τροφής τόσο πολύ, ώστε να αναπτυχθεί παράλυση του στομάχου (ή γαστροπάρεση). Η παρενέργεια αυτή είναι σπάνια, αλλά σοβαρή και συνήθως βελτιώνεται όταν οι ασθενείς διακόπτουν τα φάρμακα.
Η πρώτη μελέτη
Η πρώτη μελέτη πραγματοποιήθηκε από επιστήμονες των Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων του Κλίβελαντ σε περισσότερους από 286.000 πάσχοντες από παχυσαρκία, οι οποίοι όμως δεν είχαν διαβήτη, με μέση ηλικία τα 46 έτη.
Ανάμεσα στους συμμετέχοντες, υπήρχαν ορισμένοι που λάμβαναν τα φάρμακα για αδυνάτισμα κι άλλοι όχι. Όμως, κανένας τους δεν είχε ιστορικό γαστροπάρεσης ούτε παγκρεατίτιδας, τουλάχιστον τους τελευταίους έξι μήνες πριν από την έναρξη της λήψης των φαρμάκων.
Όπως διαπιστώθηκε, το 0,1% των ανθρώπων πυ έλαβαν το σκεύασμα, διαγνώστηκαν με γαστροπάρεση τουλάχιστον 6 μήνες αργότερα. Δηλαδή, 10 ασθενείς για κάθε 10.000 που λάμβαναν τα φάρμακα. Το αντίστοιχο ποσοστό σε όσους δεν έπαιρναν τα φάρμακα ήταν 0,04% ή 4 άνθρωποι ανά 10.000. Η διαφορά αυτή αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 52% του κινδύνου για παράλυση στο στομάχι, επισημαίνουν οι ερευνητές.
Η δεύτερη μελέτη
Η δεύτερη μελέτη πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Κάνσας και συμμετείχαν σχεδόν 300.000 ασθενείς. Σε ορισμένους συνταγογραφήθηκαν τα φάρμακα για την αντιμετώπιση του διαβήτη ή της παχυσαρκίας και σε άλλους όχι.
Η μελέτη έδειξε πως όσοι έλαβαν τα φάρμακα είχαν 66% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν γαστροπάρεση. Συνολικά, το 0,53% των ασθενών που τα έπαιρναν παρουσίασε παράλυση του στομάχου. Πρόκειται για ποσοστό που αντιστοιχεί σε 1 κρούσμα ανά 200 ασθενείς που έπαιρναν τα φάρμακα.
«Τα φάρμακα αυτά είναι αποτελεσματικά και πρέπει να χρησιμοποιούνται, αλλά για τους σωστούς λόγους», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Dr. Prateek Sharma, καθηγητής Γαστρεντερολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κάνσας και συνέχισε:
«Ωστόσο οι ασθενείς πρέπει να γνωρίζουν πως έχουν 30% πιθανότητες να εκδηλώσουν γαστρεντερικές παρενέργειες. Αν συμβεί αυτό, η λήψη τους πρέπει να διακοπεί».
Η τρίτη μελέτη
Η τρίτη μελέτη πραγματοποιήθηκε από επιστήμονες στην Κλινική Μάγιο, στο Ρότσεστερ της Μινεσότα κι εξετάστηκαν ιατρικοί φάκελοι σχεδόν 80.000 ασθενών, στους οποίους συνταγογραφήθηκαν τα φάρμακα από γιατρούς της Κλινικής.
Οι 14.658 από τους ασθενείς εκδήλωσαν τουλάχιστον ένα γαστρεντερικό σύμπτωμα ύποπτο για γαστροπάρεση, ενώ 3.993 εκδήλωσαν τουλάχιστον δύο ύποπτα συμπτώματα. Από τους ασθενείς αυτούς, οι 696 υποβλήθηκαν σε ειδικές διαγνωστικές εξετάσεις. Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, οι 241 ασθενείς είχαν ακόμα φαγητό στο στομάχι τους 4 ώρες μετά τη χορήγηση ενός γεύματος. Επομένως πληρούσαν τα κριτήρια της γαστροπάρεσης.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως το 18% των ασθενών που παίρνουν τα φάρμακα εκδηλώνουν συμπτώματα ύποπτα για παράλυση του στομάχου. Ωστόσο η πάθηση επιβεβαιώνεται μόνο σε έναν στους τρεις απ’ όσους κάνουν ειδικές εξετάσεις.