Ο Εμμανουήλ Μπενάκης (1843 – 20 Ιουνίου 1929) ήταν Έλληνας επιχειρηματίας και πολιτικός που διετέλεσε βουλευτής, υπουργός και δήμαρχος Αθηναίων.
Φωτογραφία από: https://ekalexandria.org/el
Γεννήθηκε το 1843 στην Ερμούπολη της Σύρου και ήταν γιος του – γεννημένου στη Χίο- Αντωνίου Μπενάκη και της Λώξη Μάξιμου. Ακολούθησε εμπορικές σπουδές στο Μάντσεστερ και εν συνεχεία εγκαταστάθηκε, το 1865, στην Αίγυπτο, όπου και ασχολήθηκε με την εμπορία βάμβακος.
Αφού εργάστηκε σε διάφορους εμπορικούς οίκους, ίδρυσε μαζί με τον αδελφό του, Λουκά, δικό του εμπορικό οίκο. Μετά τον γάμο του με την Βιργινία Χωρέμη ξεκίνησε να συνεργάζεται με τον εμπορικό οίκο «Xωρέμης – Mellor και Σία», επικεφαλής του οποίου ήταν ο αδελφός της, με τον οποίο στη συνέχεια ίδρυσαν τον εμπορικό οίκο «Χωρέμης, Μπενάκης και Σία». Εν συνεχεία, ο οίκος μετονομάστηκε σε «Χωρέμης, Μπενάκης, Κότσικας και Σία», ύστερα από την σύναψη συγγένειας, μέσω της εγγονής του, με τον μεγαλέμπορο Θεόδωρο Κότσικα.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αίγυπτο διετέλεσε πρώτος πρόεδρος του Επιμελητηρίου της Αλεξάνδρειας καθώς και πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξάνδρειας (1901 – 1911). Κατά τη διάρκεια της δεκαετούς θητείας του μετέφερε τα γραφεία του Ε.Κ.Α. στο κτίριο που βρίσκονται ακόμα και σήμερα και αναβάθμισε τα παροικιακά ιδρύματα.
Το 1910 εγκαταστάθηκε στην περιοχή της Κηφισιάς στην Αθήνα. Εκεί συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, με το κόμμα του οποίου έθεσε υποψηφιότητα στις βουλευτικές εκλογές του 1910 (Αυγούστου) κατά τις οποίες εξελέγη βουλευτής Αττικής. Επανεξελέγη στην ίδια περιφέρεια στις εκλογές του 1910 (Νοεμβρίου και, ως βουλευτής Αττικοβοιωτίας, στις εκλογές του 1912.
Τον Ιανουάριο του 1911 ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του νεοσύστατου υπουργείου Γεωργίας, Εμπορίου και Βιομηχανίας και εν συνεχεία το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, στο οποίο παρέμεινε μέχρι τον Μάϊο του 1912. Το 1914 εξελέγη Δήμαρχος Αθηναίων.
Κατά τη διάρκεια των Νοεμβριανών συνελήφθη, διαπομπεύθηκε και φυλακίστηκε. Ειδικότερα, στις 2 Δεκεμβρίου 1916, με το παλιό ημερολόγιο, η οικία, στην διασταύρωση των οδών Κουμπάρη και Βασιλίσσης Σοφίας, δέχθηκε επίθεση από σώμα επιστράτων με αποτέλεσμα να τον συλλάβουν. Συνέπεια της εισβολής των επιστράτων ήταν η λεηλασία της οικίας του. Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στους στρατώνες του Ιλισσού έγινε αποδέκτης βίαιων προπηλακισμών ενώ παρολίγον γλίτωσε από το λιντσάρισμα. Μετά την απελευθέρωσή του τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό, ενώ εν συνεχεία φυλακίστηκε παραμένοντας στις φυλακές Αβέρωφ για 41 ημέρες. Το 1920 εξορίστηκε αρχικά στη Νίκαια και έπειτα στο Παρίσι, απ’ όπου επέστρεψε το 1924.
Πραγματοποίησε σημαντικό φιλανθρωπικό έργο ενώ δώρισε σημαντικά ποσά για την ίδρυση κοινωφελών ιδρυμάτων. Το 1908 και το 1909 ίδρυσε το «Μπενάκειο Κοινοτικό Συσσίτιο» και το «Μπενάκειο Ορφανοτροφείο Θηλέων».
Πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Μπενάκειου Παιδικού Ασύλου, του Κολλεγίου Αθηνών, ένα κτίριο του οποίου φέρει το όνομά του, της Μπενακείου Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων καθώς και του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου.
Στις 8 Απριλίου του 1927 ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Παύλος Κουντουριώτης, τον ανακήρυξε Εθνικό Ευεργέτη. Υπήρξε από τους πρώτους οικιστές της Κηφισιάς, όπου διατηρούσε σημαντικές εκτάσεις.
Απεβίωσε στις 20 Ιουνίου 1929 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη.
Οικογένεια
Ήταν παντρεμένος με την Βιργινία Χωρέμη, αδερφή του συνεργάτη του και βαμβακέμπορου Ιωάννη Χωρέμη, και είχαν αποκτήσει πέντε παιδιά:
την Αλεξάνδρα Μπενάκη, σύζυγο του Thomas Davis
τον Αντώνη Μπενάκη, επιχειρηματία και ιδρυτή του Μουσείου Μπενάκη
την Πηνελόπη Δέλτα, διάσημη συγγραφέα και σύζυγο του Στέφανου Δέλτα
τον Αλέξανδρο Μπενάκη (1878 – 1922)
την Αργίνη Μπενάκη, σύζυγο του Μιχαήλ Σαλβάγου
Μεταξύ των απογόνων του συγκαταλέγονται οι Αιμιλία Καλλιγά, Παύλος Ζάννας λογοτέχνης Αντώνης Σαμαράς πρώην πρωθυπουργός και Παύλος Γερουλάνος υπουργός Πολιτισμού.