Μπορεί τα αργυρώνητα ΜΜΕ να διασπείρουν τα παραμύθια της κυβέρνησης περί αύξησης επενδύσεων και οικονομικής ευμάρειας, τα στοιχεία όμως της ΕΕ που δημοσιεύθηκαν, δείχνουν την τραγική αλήθεια για την ελληνική οικονομία.
Τα στοιχεία είναι κόλαφος και δεν αφήνουν περιθώρια για παρερμηνείες. Δημοσιεύονται μάλιστα λίγο πριν τις ευρωπαϊκές εκλογές, ώστε ουδείς να έχει το άλλοθι της άγνοιας για το τι θα επιλέξει στην κάλπη.
Το 2023 η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα στην Ε.Ε. με αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης!
(Ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαμορφώθηκε στο +13,5%, ενώ η Ευρωζώνη κινήθηκε ακόμη υψηλότερα στο +14,4%.)
Με βάση τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα θα παραμείνει ουραγός και για τη διετία 2024-2025.
Άλλη χώρα με αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης και κατά τη φετινή χρονιά δεν αναμένεται να υπάρξει!
Το 2023 έκλεισε με την Ελλάδα να καταλαμβάνει τη 2η χειρότερη θέση στην Ε.Ε. όσον αφορά την αναλογία των ακαθάριστων επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα ως ποσοστού του ΑΕΠ!!!
Καταρρέει ο μύθος για τις δήθεν επενδύσεις του Μητσοτάκη. Η Ελλάδα είναι και εδώ στον πάτο της Ευρώπης.
Αδειάζει ο κουμπαράς των αποταμιεύσεων στην Ελλάδα
Τετραετία διαδοχικών μειώσεων στις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών «βλέπει» στην Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, γεγονός που -αν επιβεβαιωθεί- θα αποτυπωθεί έντονα και στις δυνατότητες για επενδύσεις όσον αφορά είτε την απόκτηση ιδιόκτητης στέγης είτε την ανακαίνιση υφιστάμενων ακινήτων ή και οποιαδήποτε άλλη επένδυση.
Το 2023 έκλεισε με την Ελλάδα να καταλαμβάνει τη 2η χειρότερη θέση στην Ε.Ε. όσον αφορά την αναλογία των ακαθάριστων επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα ως ποσοστού του ΑΕΠ. Το πρόβλημα των μειωμένων αποταμιεύσεων επιτείνεται λόγω της πληθωριστικής κρίσης, καθώς οι αυξήσεις των τιμών συμπιέζουν το διαθέσιμο εισόδημα και περιορίζουν τις δυνατότητες αποταμίευσης. Αν παρακολουθήσει κανείς την εξέλιξη της αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα, θα διαπιστώσει ότι καταγράφεται «αναγκαστική» αύξηση των διαθεσίμων κατά τη διάρκεια του 2020 και του 2021, δηλαδή κατά τα δύο έτη των υποχρεωτικών λουκέτων στα καταστήματα, άρα και των περιορισμένων δυνατοτήτων κατανάλωσης, αλλά και συνεχής μείωση από το «άνοιγμα» της αγοράς και μετά.
Τα στοιχεία, όπως αποτυπώθηκαν στις εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έχουν ως εξής: Ενώ το 2020 και το 2021 καταγράφηκε ποσοστό αύξησης των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών κατά 2,4% και 3,6% αντίστοιχα, από το 2022 και μετά η χώρα έχει επιστρέψει και πάλι στη συρρίκνωση των αποταμιεύσεων. Το 2022 έκλεισε στο -3,1%, ενώ το 2023 στο -2,7%. Για το 2024 και για το 2025 προβλέπεται από την Κομισιόν μείωση 1,5% και 1,3% αντίστοιχα. Μάλιστα, οι εαρινές προβλέψεις έχουν επιδεινωθεί για την Ελλάδα συγκριτικά με τις αντίστοιχες φθινοπωρινές. Ενώ το φθινόπωρο η Κομισιόν έβλεπε τέλος στην συρρίκνωση των αποταμιεύσεων το 2025 (προέβλεπε μεταβολή -1,7% για το 2024 και 0% για το 2025), τώρα αναθεωρεί και προβλέπει συνέχιση της πτώσης.
Η απόκλιση από την Ευρώπη
Η εικόνα δεν είναι αντίστοιχη στην Ευρώπη. Το 2023 η Ελλάδα ήταν η μοναδική χώρα στην Ε.Ε. με αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης. Ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαμορφώθηκε στο +13,5%, ενώ η Ευρωζώνη κινήθηκε ακόμη υψηλότερα στο +14,4%.
Με βάση τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα θα παραμείνει ουραγός και για τη διετία 2024-2025. Άλλη χώρα με αρνητικό ποσοστό αποταμίευσης και κατά τη φετινή χρονιά δεν αναμένεται να υπάρξει.
Αντίθετα, και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη προβλέπεται βελτίωση της επίδοσης. Ο ρυθμός αποταμίευσης θα φτάσει στο 15,5% το 2024 σε επίπεδο Ευρωζώνης και στο 14,4% σε επίπεδο Ε.Ε.
Ίδια εικόνα και για το 2025. Ενώ η αποταμίευση θα υποχωρεί στην Ελλάδα με ποσοστό 1,3%, στην Ευρωζώνη θα «τρέχει» με ρυθμό +15,1% (ελαφρώς χαμηλότερο σε σχέση με το 2024) και στην Ε.Ε. με +13,9%. Μετά την Ελλάδα, τις χειρότερες επιδόσεις θα εμφανίσουν η Πολωνία και η Κύπρος, με τη διαφορά ότι και οι δύο αυτές χώρες θα κινούνται για την επόμενη διετία σε θετικό έδαφος.
Η εικόνα των αποταμιεύσεων πριν από την κρίση
Οι ακαθάριστες αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα ως ποσοστό του ΑΕΠ ανέρχονταν πριν από την κρίση στην Ελλάδα στο 15,4%. Η ύφεση έφερε κατάρρευση, καθώς στο πρώτο μισό της μνημονιακής περιόδου το ποσοστό υποχώρησε στο 13%, ενώ την 4ετία 2015-2019 οι ακαθάριστες αποταμιεύσεις «προσγειώθηκαν» (προφανώς και λόγω συρρίκνωσης του ΑΕΠ) στο 7,9%. Η ανάκαμψη της οικονομίας, όμως, δεν έχει φέρει βελτίωση, καθώς ενώ αυξάνεται ο παρονομαστής του κλάσματος (δηλαδή το ΑΕΠ), οι αποταμιεύσεις δεν ακολουθούν.
Έτσι, μετά την αύξηση της διετίας 2020-2021 που χαρακτηρίστηκε από την πανδημική ύφεση (ο δείκτης ανήλθε σε 10,6% και 11,8% αντίστοιχα), με την ανάκαμψη ήρθε και η πτώση: 9,6% για το 2022 και μόλις 8,2% για το 2023. Μόνο η Κύπρος έχει χειρότερο ποσοστό από την Ελλάδα (3,6%), ενώ ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαμορφώνεται στο 24,7%.
Για το 2024 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βλέπει τον δείκτη ακαθάριστων επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα στο 9,3% του ΑΕΠ, ενώ για το 2025 ο δείκτης προβλέπεται να φτάσει στο 10,2%. Συγκριτικά με τις φθινοπωρινές προβλέψεις, έχει γίνει διόρθωση προς τα κάτω.