Κόλαφος είναι η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η οποία βγάζει στη σέντρα την κυβέρνηση Μητσοτάκη για την ελευθερία του Τύπου, το σκάνδαλο των υποκλοπών, την αστυνομική βία και τη διαφθορά, το προσφυγικό και το πολύνεκρο ναυάγιο στην Πύλο.
Στις 46 σελίδες της έκθεσης το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρεται εκτενώς την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας, θέτοντας προ των ευθυνών της την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ενώ χαρακτηριστική είναι η αναφορά στο σκάνδαλο των υποκλοπών αλλά και στην Ελευθερία του Τύπου, κάνοντας λόγο για πιέσεις σε ΜΜΕ «για να μην κάνουν κριτική στην κυβέρνηση», ενώ παράλληλα γίνεται λόγος και για χιλιάδες υποθέσεις διαφθοράς.
«Δεν υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους» αναφέρει χαρακτηριστικά στην εισαγωγή, ενώ σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «σημαντικά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιελάμβαναν αξιόπιστες αναφορές για σκληρή, απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία κρατουμένων στη φυλακή και μεταναστών και αιτούντων άσυλο από τις αρχές επιβολής του νόμου, εγκλήματα που περιλαμβάνουν βία που στοχεύουν μέλη εθνικών, φυλετικών ή εθνοτικών μειονοτήτων και εγκλήματα που περιλαμβάνουν βία ή απειλές βίας που στοχεύουν λεσβίες, ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους, τρανς, queer ή ιντερσεξ άτομα».
Οι αναφορές στις υπολοπές
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρει ότι «μια έκθεση του Μαΐου από την Εξεταστική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη χρήση λογισμικών κατασκοπείας διαπίστωσε ότι η χώρα δεν χρησιμοποιούσε spyware «ως μέρος μιας ολοκληρωμένης αυταρχικής στρατηγικής», αλλά χρησιμοποιούσε το κατασκοπευτικό λογισμικό εναντίον «δημοσιογράφων, πολιτικών και επιχειρηματιών», και εξήγαγε το spyware σε χώρες με φτωχές επιδόσεις στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κατά τη διάρκεια του έτους, δεν υπήρξαν νέες αναφορές για περιπτώσεις χρήσης spyware.
Κατά τη διάρκεια του έτους, η Άρτεμις Σίφορντ, πρώην υπάλληλος της Meta με διπλή ελληνική και αμερικανική υπηκοότητα, η οποία, σύμφωνα με έκθεση των New York Times στις 20 Μαρτίου, εργαζόταν σε θέματα πολιτικής για την ασφάλεια στον κυβερνοχώρο, ισχυρίστηκε ότι παρακολουθούνταν από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της Ελλάδος μέσω του λογισμικού κατασκοπείας Predator από τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο του 2021. Η αντιπολίτευση και τα διεθνή μέσα υποστήριξαν ότι το μοτίβο των αποδεικτικών στοιχείων εμπλέκει τις αρχές της χώρας».
Τον Ιούλιο, η Ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων παρουσίασε ευρήματα που υποδηλώνουν ότι το 2022 τουλάχιστον 92 Έλληνες πολίτες είχαν πέσει θύματα απόπειρας να στοχευθούν με το spyware Predator. Η Αρχή είπε ότι δεν είχε στοιχεία που να δείχνουν την προέλευση αυτών των προσπαθειών, αλλά πρόσθεσε ότι η έρευνα παραμένει σε εξέλιξη».
13 άτομα στο «στόχαστρο» του ΥΠΕΞ των ΗΠΑ
Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα ότι σε καθεστώς κυρώσεων έθεσε το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ 13 άτομα που εμπλέκονται στην παραγωγή και πώληση κακόβουλων λογισμικών παρακολούθησης, όπως το Predator. Συγκεκριμένα, τα εν λόγω πρόσωπα, αλλά και μέλη των οικογενειών τους, δεν θα μπορούν να εκδώσουν βίζα για να επισκεφτούν τις ΗΠΑ.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ αναφέρονται τα εξής:
«Στο πλαίσιο των προσπαθειών των Ηνωμένων Πολιτειών για την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης διάδοσης και κατάχρησης των λογισμικών παρακολούθησης (spyware), όπως τεκμηριώνεται σήμερα από τις εκθέσεις του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το υπουργείο λαμβάνει μέτρα για την επιβολή περιορισμών στην έκδοση βίζας σε 13 άτομα που έχουν εμπλακεί στην ανάπτυξη και πώληση spyware ή που είναι μέλη της οικογένειας των εμπλεκομένων. Αυτά τα άτομα έχουν διευκολύνει ή έχουν αποκομίσει οικονομικά οφέλη από την κακή χρήση αυτής της τεχνολογίας, η οποία έχει στοχεύσει δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς, υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αντιφρονούντες και άλλους επικριτές, καθώς και προσωπικό της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Οι περιορισμοί στη θεώρηση βίζας είναι μέρος μιας ευρύτερης πρωτοβουλίας της κυβέρνησης των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση της διάδοσης και της κατάχρησης των εμπορικών λογισμικών κατασκοπείας. Η πρωτοβουλία περιλαμβάνει περιορισμούς από την κυβέρνηση των ΗΠΑ στη χρήση spyware που θέτουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια ή τα ανθρώπινα δικαιώματα, ελέγχους στις εξαγωγές και κυρώσεις, αλλά κα την προώθηση της λογοδοσίας και τη δέσμευση της κοινωνίας των πολιτών και του ιδιωτικού τομέα για τον εντοπισμό καινοτόμων τεχνολογικών λύσεων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση τέτοιων καταχρήσεων, την προστασία των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ενίσχυση της αξιοπιστίας των θυμάτων».
Πιέσεις σε ΜΜΕ για να μην κάνουν κριτική στην κυβέρνηση
Αναφορικά με την Ελευθερία του Τύπου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισημαίνει ότι «το σύνταγμα και ο νόμος προέβλεπαν την ελευθερία της έκφρασης, συμπεριλαμβανομένων των μελών του Τύπου και άλλων μέσων ενημέρωσης, και η κυβέρνηση γενικά σεβάστηκε αυτό το δικαίωμα.
Ωστόσο, εγχώρια και διεθνή πρακτορεία ανέφεραν ότι δημοσιογράφοι και μέσα ενημέρωσης αντιμετώπισαν πίεση για να αποφύγουν την κριτική της κυβέρνησης ή την αναφορά σκανδάλων.»
Στις 12 Ιανουαρίου, η Επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης, Ντούνια Μιγιάτοβιτς, προέτρεψε τις αρχές να διασφαλίσουν ότι «οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι δημοσιογράφοι θα μπορούσαν να εργάζονται με ασφάλεια και ελεύθερα». Τον Μάιο, μια έκθεση των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα ανέφερε ανησυχίες για παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, που φέρεται να έγιναν από τις υπηρεσίες πληροφοριών και μέσω του spyware Predator, συγκέντρωση ιδιοκτησίας των μέσων ενημέρωσης, κυβερνητικό έλεγχο των δημοσίων μέσων ενημέρωσης και βία κατά δημοσιογράφων, κυρίως όσων καλύπτουν διαμαρτυρίες και το μεταναστευτικό».
Διαφθορά στην κυβέρνηση
Για χιλιάδες υποθέσεις διαφθοράς κάνει παράλληλα λόγο η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ:
«Ο νόμος προβλέπει ποινικές κυρώσεις για αξιωματούχους που καταδικάστηκαν για διαφθορά και η κυβέρνηση γενικά εφάρμοσε αποτελεσματικά τον νόμο. Υπήρχαν κάποιες αναφορές για κυβερνητική διαφθορά. Η Εθνική Αρχή Διαφάνειας επέβλεψε την εφαρμογή ενός Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς για την περίοδο 2022-2025, διεξήγαγε έρευνες και παρακολούθησε την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις δηλώσεις περιουσιακών στοιχείων και τις δραστηριότητες λόμπινγκ. Στη Γενική Διεύθυνση της Μονάδας Οικονομικού και Οικονομικού Εγκλήματος του Υπουργείου Οικονομικών ανατέθηκαν υποθέσεις απάτης και διαφθοράς. Η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων διερεύνησε τη διαφθορά εντός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων για τα όργανα επιβολής του νόμου διερεύνησε εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένης της διαφθοράς, που διαπράχθηκαν από τις αρχές επιβολής του νόμου. Το Ελεγκτικό Συνέδριο ήταν το ανώτατο οικονομικό δικαστήριο και όργανο ελέγχου όσον αφορά τη χρήση των δημοσίων πόρων.
Οι πιο αξιοσημείωτες υποθέσεις διαφθοράς κατά τη διάρκεια του έτους αφορούσαν την αστυνομία. Στις 29 Ιανουαρίου, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ντογιάκος διέταξε τη διεξαγωγή προανάκρισης για δημοσίευμα Τύπου που καταγγέλλονταν διασυνδέσεις μεταξύ υψηλόβαθμων αστυνομικών και αρχηγών εγκληματικών συμμοριών. Στις 29 Μαΐου, οι αρχές συνέλαβαν πέντε αξιωματικούς της συνοριακής αστυνομίας με κατηγορίες για συμμετοχή σε δίκτυο λαθρεμπορίας που έφερνε μετανάστες από την Τουρκία».
«Αποτυχία της κυβέρνησης να διερευνήσει τις καταγγελίες»
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρει ότι «η κυβέρνηση λάμβανε τακτικά μέτρα για τη διερεύνηση, τη δίωξη και την τιμωρία αξιωματούχων που διέπραξαν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είτε στις δυνάμεις ασφαλείας είτε σε άλλα μέρη της κυβέρνησης». Ωστόσο, όπως τονίζει, «υπήρξαν, καταγγελίες από μη κυβερνητικούς οργανισμούς και διεθνείς οργανισμούς σχετικά με την αποτυχία της κυβέρνησης να διερευνήσει αποτελεσματικά τους ισχυρισμούς για αναγκαστικές επιστροφές αιτούντων άσυλο και να ζητήσει από τους υπεύθυνους να λογοδοτήσουν.
Το Σύνταγμα και ο νόμος απαγόρευαν τέτοιες πρακτικές. Υπήρξαν, ωστόσο, αναφορές για κακομεταχείριση και κακοποίηση από την αστυνομία και την ακτοφυλακή, συμπεριλαμβανομένων μελών φυλετικών και εθνοτικών μειονοτήτων, μεταναστών χωρίς έγγραφα, αιτούντων άσυλο, διαδηλωτών και Ρομά».
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συνεχίζει λέγοντας ότι «στις 11 Μαρτίου το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ανέφερε τη σύλληψη τεσσάρων αστυνομικών με την κατηγορία «βασανιστηρίων και άλλων αδικημάτων της ανθρώπινης αξιοπρέπειας» αφού φέρεται να ξυλοκόπησαν κρατούμενο κατά τη διέλευση μεταξύ των σωφρονιστικών ιδρυμάτων.
Ξύλο και pushbacks
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επισημαίνει ότι «τοπικές και διεθνείς μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) και ΜΜΕ ανέφεραν περιπτώσεις αστυνομικών αρχών που φέρονται να κακοποιούν παράτυπους μετανάστες και αιτούντες άσυλο κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων αποτροπής και απώθησης στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα Ελλάδας-Τουρκίας, καθώς και σε προαναχωρητικά κέντρα και εγκαταστάσεις κράτησης. Οι ΜΚΟ υποστήριξαν τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης κυβερνητικής υπηρεσίας για τη διερεύνηση της βίας και άλλων εικαζόμενων καταχρήσεων. Οι ΜΚΟ υποστήριξαν ότι παρά τις εκθέσεις των Ηνωμένων Εθνών και της ΕΕ και την Ενδιάμεση Έκθεση του Ιανουαρίου 2023 για τον Μηχανισμό Καταγραφής των Άτυπων Αναγκαστικών Επιστροφών υπό την Εθνική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η χώρα δεν είχε ερευνήσει αποτελεσματικά τους ισχυρισμούς απώθησης. Η κυβέρνηση αμφισβήτησε την ανάγκη ύπαρξης πρόσθετου φορέα διερεύνησης. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι οι υπάρχουσες διασφαλίσεις ήταν επαρκείς, συμπεριλαμβανομένου του δικαστικού συστήματος, της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας και του Υπεύθυνου Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και της Ειδικής Επιτροπής για τη Συμμόρφωση με τα Θεμελιώδη Δικαιώματα στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου.
ΜΚΟ και διεθνείς οργανισμοί ανέφεραν ότι οι αρχές ξυλοκόπησαν μετανάστες και αιτούντες άσυλο και πήραν έγγραφα ταυτότητας, προσωπικά αντικείμενα και χρήματα. Ορισμένες αναφορές ισχυρίστηκαν ότι οι αρχές άφησαν μετανάστες και αιτούντες άσυλο εγκλωβισμένους στο Αιγαίο ή στη χερσαία συνοριακή περιοχή του Έβρου χωρίς πρόσβαση σε τροφή, νερό ή ιατρική περίθαλψη».
Στις 6 Μαρτίου, η ισπανική εφημερίδα El Pais δημοσίευσε μια ανάλυση 374 περιστατικών απώθησης που αφορούσαν ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας στα σύνορα του Έβρου με την Τουρκία. Τα περιστατικά φέρεται να συνέβησαν μεταξύ 2017 και 2022 και αφορούσαν περισσότερα από 20.000 άτομα που αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στα σύνορα αμέσως μετά τη διέλευση τους. Το άρθρο ανέφερε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας κατάσχεσαν περισσότερα από 2 εκατομμύρια ευρώ (2,16 εκατομμύρια δολάρια), κινητά τηλέφωνα και άλλα τιμαλφή. Το άρθρο ανέφερε επίσης ότι το 92 τοις εκατό των ατόμων που απωθήθηκαν το 2022 ανέφεραν ότι ήταν θύματα κλοπής.
Τον Φεβρουάριο το Δίκτυο Παρακολούθησης της Βίας στα Σύνορα, μια κοινοπραξία 12 ΜΚΟ σε όλη την Ευρώπη, ανέφερε ευρήματα βασισμένα σε συνεντεύξεις 50 κρατουμένων σε ελληνικά προαναχωρητικά κέντρα. Από τους ερωτηθέντες, το 65 τοις εκατό ισχυρίστηκε ότι βίωσαν ή έγιναν μάρτυρες βίας από τις αρχές. Περίπου το 25 τοις εκατό ισχυρίστηκε ότι οι αρχές χρησιμοποίησαν σωματική βία, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τέιζερ, ως μορφή εξαναγκασμού ή τιμωρίας.
Στις 19 Μαΐου, οι New York Times δημοσίευσαν ένα βίντεο της 11ης Απριλίου που φέρεται να δείχνει την Ελληνική Ακτοφυλακή να μεταφέρει 12 μετανάστες και αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων μικρών παιδιών από ένα φορτηγό σε μια σχεδία, να τους βγάζει στη θάλασσα και να τους εγκαταλείπει. Στις 22 Μαΐου, ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης είπε ότι οι αρχές άνοιξαν έρευνα».
«Κόλαση» οι φυλακές
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπογραμμίζει ότι «οι φυλακές και τα κέντρα κράτησης παρέμεναν υπερπλήρη, συχνά με ανεπαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής ή υγειονομικής περίθαλψης. Τον Ιανουάριο, ο βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης και σκιώδης υπουργός Μετανάστευσης, Γιώργος Ψυχογιός, κατήγγειλε «την επιδείνωση των συνθηκών» στα προαναχωρητικά κέντρα που απέδωσε στην έλλειψη ζωτικής σημασίας υγειονομικών και κοινωνικών υπηρεσιών. Τον Αύγουστο, η Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας δημοσίευσε μια έκθεση με βάση την επίσκεψή της τον Νοέμβριο του 2022 στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Κρατουμένων Κορυδαλλού. Η έκθεση σημείωσε «υπερπληθυσμένα και ερειπωμένα» δωμάτια χωρίς «πραγματικές δραστηριότητες εργοθεραπείας» και ανεπαρκές ιατρικό προσωπικό για τους 170 ασθενείς. Για την περίοδο 2022-2023, η κυβέρνηση εφάρμοσε ένα ειδικό πρόγραμμα, αξίας 24 εκατομμυρίων ευρώ (25,9 εκατομμύρια δολάρια) και στόχευσης 7.000 δικαιούχων, για την ενίσχυση της μελλοντικής επανένταξης των κρατουμένων.
Οι κυβερνητικές στατιστικές Ιουλίου έδειξαν ότι ο πληθυσμός των φυλακών υπερέβη ελαφρά την ικανότητα κράτησης. Τα βίαια επεισόδια μεταξύ των κρατουμένων συνέχισαν να μειώνονται και δεν αναφέρθηκαν θάνατοι. Ορισμένοι μετανάστες και αιτούντες άσυλο που κρατούνται από την Ελληνική Αστυνομία και το Λιμενικό Σώμα ισχυρίζονται ότι είναι απάνθρωπες ή εξευτελιστικές συνθήκες κράτησης. Στις 21 Μαρτίου, τα ΜΜΕ ανέφεραν ότι τουλάχιστον 11 μετανάστες και αιτούντες άσυλο στο προαναφερόμενο κέντρο Παρανεστίου στη Δράμα, βόρεια Ελλάδα, έκαναν απεργία πείνας από τις 16 Μαρτίου, διαμαρτυρόμενοι για παρατεταμένη κράτηση, ανεπαρκείς συνθήκες και επαναλαμβανόμενη αστυνομική βία. Η απεργία πείνας έληξε στις 25 Μαρτίου».
«Το Σύνταγμα και οι νόμοι απαγόρευαν την αυθαίρετη σύλληψη και προέβλεπαν το δικαίωμα οποιουδήποτε προσώπου να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της σύλληψης ή της κράτησής του στο δικαστήριο. Η κυβέρνηση γενικά τήρησε αυτές τις απαιτήσεις. Στις 25 Ιανουαρίου, ο βουλευτής της αντιπολίτευσης Ψυχογιός είπε ότι ο αριθμός των διοικητικών κρατουμένων στην προαναχωρητική κράτηση στην περιφέρειά του αυξήθηκε κατά 500% από το 2019. Είπε ότι οι αρχές συνέλαβαν επιζώντες από ναυάγιο του Οκτωβρίου 2022 στα Κύθηρα για περισσότερους από τρεις μήνες.
Τον Σεπτέμβριο, τα μέσα ενημέρωσης ανακοίνωσαν ότι ένας Αφγανός υπήκοος που καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για τρία χρόνια με κατηγορίες για λαθρεμπόριο ανθρώπων θα λάβει 16.000 ευρώ (17.280 δολάρια) ως αποζημίωση για παράνομη κράτηση. Ο Συνήγορος του Πολίτη, μέσω του Εθνικού Προληπτικού Μηχανισμού για τη Διερεύνηση Συμβάντων Αυθαιρέτων, έλαβε 210 καταγγελίες το 2022, οι περισσότερες για προσβολές της αστυνομίας στην ανθρώπινη ακεραιότητα, υγεία ή ελευθερία. Η έκθεση του διαμεσολαβητή τον Ιούλιο σημείωσε ότι παρά τις λιγότερες αναγκαστικές επιστροφές αλλοδαπών υπηκόων, ο αριθμός των διοικητικών κρατουμένων στα προκαταρκτικά κέντρα κράτησης και στα αστυνομικά τμήματα παρέμεινε υψηλός. Ο διαμεσολαβητής σημείωσε ότι οι αρχές κρατούσαν αλλοδαπούς υπηκόους που δεν είχαν εύλογη προοπτική επιστροφής».
Το ναυάγιο στην Πύλο
Σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, «υπήρξαν αναφορές για σωματική κακοποίηση και βία από μέλη της Ελληνικής Αστυνομίας και του Λιμενικού Σώματος σε βάρος μεταναστών και αιτούντων άσυλο κατά τη διάρκεια επιχειρήσεων απώθησης. Στην ενδιάμεση έκθεσή του τον Ιανουάριο, ο Μηχανισμός Καταγραφής Περιστατικών Άτυπων Αναγκαστικών Επιστροφών, ένα όργανο που συγκλήθηκε υπό την Εθνική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και αποτελείται από πολλές ΜΚΟ υπό την επίβλεψη της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, κατέγραψε 50 τέτοια περιστατικά μεταξύ Απριλίου 2020 και Οκτωβρίου 2022, επηρεάζοντας περίπου 2.157 τα άτομα. Από τις 58 μαρτυρίες, οι 51 καταγγέλλονταν βία κατά τη διάρκεια της σωματικής απομάκρυνσης, είτε εναντίον του ατόμου που κατέθεσε είτε εναντίον άλλων προσώπων της ομάδας που υποβλήθηκαν σε απωθήσεις. Οι κατηγορίες περιελάμβαναν σωματική και λεκτική κακοποίηση και απειλές, σεξουαλική κακοποίηση και κατάσχεση προσωπικών αντικειμένων.
Ορισμένοι τοπικοί και διεθνείς οργανισμοί ισχυρίστηκαν, βάσει μαρτυριών επιζώντων, ότι η βύθιση του υπερπλήρους αλιευτικού σκάφους Adriana στις 14 Ιουνίου (σ.σ. ναυάγιο στην Πύλο) ήταν το αποτέλεσμα των προσπαθειών της ακτοφυλακής να αποσύρει το σκάφος από τα χωρικά ύδατα της χώρας. Οι δικαστικές αρχές ξεκίνησαν έρευνα για τη βύθιση, κατά την οποία υπολογίζεται ότι 600 μετανάστες και αιτούντες άσυλο πέθαναν αφού εγκληματίες λαθρέμποροι τους έβαλαν σε επισφαλή κατάσταση. Η κυβέρνηση ανέφερε ότι το σκάφος βρισκόταν σε διεθνή ύδατα τη στιγμή του συμβάντος. Στις 26 Ιουλίου, ο Διαμεσολαβητής της ΕΕ ξεκίνησε έρευνα και ζήτησε πρόσβαση στα αρχεία του FRONTEX (Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για τη Διαχείριση της Επιχειρησιακής Συνεργασίας στα Εξωτερικά Σύνορα) σχετικά με το ναυάγιο Adriana. Τον Σεπτέμβριο, 40 επιζώντες από το ναυάγιο της Adriana υπέβαλαν μήνυση στο Ναυτοδικείο Πειραιά. Στις 10 Νοεμβρίου, ο Συνήγορος του Πολίτη Ανδρέας Ποττάκης ξεκίνησε μια ανεξάρτητη έρευνα για το ναυάγιο αφού η ηγεσία του Λιμενικού Σώματος αρνήθηκε τα γραπτά του αιτήματα να διεξαγάγει ενδελεχή εσωτερική έρευνα.
Το Δίκτυο Καταγραφής Ρατσιστικής Βίας (RVRN) ανέφερε περιστατικά κακοποίησης με βάση την εθνικότητα, τη θρησκεία ή το χρώμα του δέρματος, καθώς και κακοποίηση ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα λόγω της συμμετοχής τους στην παροχή βοήθειας σε ομάδες μεταναστών».
Με πληροφορίες απο το documentonews.gr