Ποια ήταν η βροντερή, αενάως θαλερή και ηχηρή αξίωση των πατεράδων και των παππούδων μας και όλων των προγόνων μας, Αχαιών και Αρκάδων; Η Ένωση της Κύπρου με τον μητρικόν κορμόν ως αυτονόητη και φυσική εθνική κατάληξη, που επισφραγίστηκε διά των πόθων, των αιμάτων και των θυσιών στρατιών ηρώων. Αύριο, ο κυπριακός Ελληνισμός τιμά την επέτειο του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ και θυμάται έντονα και φορτισμένα όλους τους ωραίους νέους που θυσιάστηκαν για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα μας.
Του Σαββα Ιακωβίδη
Τον Δεκέμβριο του 1954, το γνωστό λογοτεχνικό περιοδικό «Νέα Εστία» είχε αφιερώσει το χριστουγεννιάτικο τεύχος του, αρ. 659, στην Κύπρο. Το ανακάλυψα τον Δεκέμβριο του 1998, στο βιβλιοπωλείο της «Εστίας», όταν είχα μεταβεί στην Αθήνα για να επισκεφθώ τον πρωτότοκο γιο μου που σπούδαζε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Όπως κοίταζα στα ράφια βιβλίων για τα Eλληνοτουρκικά, αίφνης το μάτι μου έπεσε σε έναν κιτρινισμένο τόμο. Ήταν το μοναδικό αντίτυπο της «Νέας Εστίας», του Δεκεμβρίου 1954, ολόκληρο αφιερωμένο στην Κύπρο. Υπήρχε σοβαρότατος λόγος: Με την υποστήριξη της Ελλάδος, που μόλις είχεν εξέλθει αιμάσσουσα από εννιά χρόνια πολέμου και εμφύλιου σπαραγμού, η Εθναρχία της Κύπρου είχε προσφύγει στον ΟΗΕ με αίτημα την αυτοδιάθεση του κυπριακού λαού και με διαιώνιο πόθο και στόχο, την Ένωση με τη Μάνα Ελλάδα.
Στο ειδικό αφιέρωμα της «Νέας Εστίας», τέσσερεις μόλις μήνες πριν από την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ, συνεργάστηκαν Πρυτάνεις ελληνικών Πανεπιστημίων, ακαδημαϊκοί, διακεκριμένοι καθηγητές, λογοτέχνες, ποιητές, της Ελλάδος και της Κύπρου. Στο τεύχος δημοσιεύτηκαν χαιρετισμοί του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του Σάββα Λοϊζίδη, μέλους της κυπριακής αντιπροσωπίας στον ΟΗΕ. Σε προλογικό σημείωμά του, ο διευθυντής της «Νέας Εστίας», Πέτρος Χάρης, έγραψε: «Το τεύχος τούτο, που πριν από κάθετι άλλο είναι ένας χαιρετισμός από τους εδώ Έλληνες στους εκεί Έλληνες, κ’ ένας όρκος από την μιαν ελληνική έπαλξη στην άλλη ελληνική έπαλξη σε ώρα μάχης (…). Η Κύπρος, πάνω από κάθε είδους συμβιβασμούς και θλιβερές σκοπιμότητες (…) ήταν, είναι και μένει Ελλάδα». Ο Γρηγόριος Παπαμιχαήλ, Πρόεδρος, τότε, της Ακαδημίας Αθηνών, σε σημείωμά του, έγραψε: «Επί τω πανηγυρισμώ των ελευθερίων του 1821 ομιλών εν τη Ακαδημία περί της Κύπρου και διακηρύττων ότι ουδείς αγών είναι δικαιότερος του αγώνος της ελληνικωτάτης Κύπρου θυγατρικώς αξιούσης να ενταχθή εις τας αγκάλας της Μητρός Ελλάδος, εξέφρασα την ελπίδα ότι η Θεία Πρόνοια θα επιφυλάξη εις τας ημετέρας γενεάς να πανηγυρίσωμεν συντετελεσμένον και τούτο το γεγονός της πολυποθήτου Ενώσεως».
Ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θρ. Βλησίδης, σε κείμενό του έγραψε: «Καθ’ ην στιγμήν (…) μακρά Προϊστορία και Ιστορία, αρχαιολογικά μνημεία, γλώσσα, ήθη, έθιμα κλπ., βροντοφωνούν ότι η Κύπρος είναι Ελληνική (…) προβάλλεται ως επιχείρημα κατά της ζητουμένης αυτοδιαθέσεώς της ότι τούτο αποτελεί ανάμιξιν της Ελλάδος εις τα εσωτερικά του παρά πάσαν λογικήν, ηθικήν και νόμον κρατούντος ταύτην σήμερον έθνους (της Αγγλίας)». Ο Πρύτανης του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, Α. Α. Κουτσοκώστας, σε κείμενό του, αφού ανατρέχει στην ιστορία της Αγγλίας και σε ηγέτες της, καταλήγει: «Εις την Αγγλίαν, Κυβέρνησις, Εκκλησία, Πνευματικά Ιδρύματα, Κοινωνία, ομού, μια φωνή όφειλαν ν’ αποδεχθούν το ορθόν και να βροντοφωνήσουν, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟΝ, ώστε να παγματοποιήση την Ένωσιν με την ΕΛΛΑΔΑ». Ο Β. Κρίμπας, Πρύτανης της Ανωτάτης Γεωπονικής Σχολής, υπογράμμισε:
«Το αίτημα των αδελφών Κυπρίων συγκινεί πρόρριζα κάθε Ελληνικήν ψυχήν και είναι ιερόν και απρόσβλητον από τας διαστροφάς που επιχειρούν οι δυνάσται. Η υπομονή και ημών και των αδελφών μας εις τον ιερόν αγώνα της απολυτρώσεως από της δουλείας θα επιβραβευθεί διά της Ενώσεώς των μετά της Μητρός Ελλάδος». Ο Μιχ. Δ. Στασινόπουλος, Πρύτανης της Παντείου Ανωτάτης Σχολής Πολιτικών Επιστημών, σε εκτενές σημείωμά του επισήμανε: «Το ελληνικό αίτημα για την ένωση της Κύπρου δεν έχει απλώς ηθική βάση. Ταυτίζεται απόλυτα με ένα ηθικό ζήτημα, που είναι γενικά και αναμφισβήτητα αναγνωρισμένο. Το αίτημα της ελευθερίας, που πηγάζει από την αυτοδιάθεση των λαών». Ο Σπ. Μαρινάτος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε κείμενό του με τίτλο: «Κύπρος, η πρώτη ελληνική μεγαλόνησος-3.400 ετών συνεχής ελληνικός πολιτισμός», έγραψε: «Μέσα εις τα Ιστορικά πλαίσια της Ελληνικής φυλής γνωρίζομεν τώρα ακριβώς και τας τύχας της Ελληνικής Κύπρου. Αι επιστημονικαί έρευναι των τελευταίων ετών εφώτισαν και το ζήτημα αυτό με λαμπρόν φως».
Ο Γεράσιμος Ι. Κονιδάρης, καθηγητής στο Παν/μιο Αθηνών, σε κείμενό του για τα Οκτωβριανά του 1931, έγραψε: «Η μελέτη της Ιστορίας της Κύπρου με έπειθεν, ότι ο Ελληνικός λαός της Μεγαλονήσου κατ΄ εξοχήν ειρηνικός ευρεθείς εις το σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, είναι θαύμα, ότι διετήρησε την ελληνικότητά του, την πίστιν του και το υψηλόν επίπεδον του πολιτισμού του». Στο χριστουγεννιάτικο τεύχος της «Νέας Εστίας» του Δεκεμβρίου 1954 περιείχοντο και εκτενείς μελέτες όπως, «Αγώνες και δίκαια των Κυπρίων», του Φάνη Μιχαλόπουλου. «Ζήνων ο Κιτιεύς και Εύδημος ο Κύπριος» του Κ. Δ. Γεωργούλη. «Τα βυζαντινά μνημεία της Κύπρου», του Γ. Α. Σωτηρίου, της Ακαδημίας Αθηνών. «Η Κυπριακή Φιλολογία κατά την περίοδον της Φραγκοκρατίας», του Γ. Θ. Ζώρα, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο γνωστός συγγραφέας, Στρατής Μυριβήλης, σε ένα συγκινητικό κείμενό του καταγράφει τους πνευματικούς δημιουργούς της Ελληνικής Κύπρου και πώς ο Κωνσταντίνος Σπυριδάκις, εκ μέρους του Ελληνικού Πνευματικού Ομίλου Κύπρου, υποδέχτηκε αντιπροσωπία Ελλήνων πνευματικών ανθρώπων που επισκέφθηκαν το νησί.
Το αφιέρωμα της «Νέας Εστίας» για την Κύπρο περιελάμβανε και εκτενή αναφορά στον Κύπριο λογοτέχνη, Νίκο Νικολαΐδη, που είχε τιμηθεί από την πνευματική Αθήνα στον «Παρνασσό», με μια ωραία εκδήλωση. Επίσης δημοσιεύτηκαν εκτενή αποσπάσματα από την επική σύνθεση: «Η 9η Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία Κύπρου», του Βασίλη Μιχαηλίδη. Ακόμα γίνονται αναφορές στον Μαχαιρά και στον Βουστρώνιο, δημοσιεύονται ποιήματα του Δημήτρη Θ. Λιπέρτη και πολλών Ελλήνων Κυπρίων ποιητών. Δημοσιεύονται ακόμα διηγήματα των Νίκου Νικολαΐδη, Λουκή Ακρίτα, Γλαύκου Αλιθέρση, Νίκου Κρανιδιώτη, Μελή Νικολαΐδη, Γιάγκου Πιερίδη, Ανδρέα Γεωργιάδη και Θ. Πετσάλη-Διομήδη. Στις 240 και πλέον σελίδες της «Νέας Εστίας» παρελαύνει, αναδεικνύεται, καταξιώνεται, επιβεβαιώνεται η Ελληνικότητα της Κύπρου.
Ποια ήταν η βροντερή, αενάως θαλερή και ηχηρή αξίωση των πατεράδων και των παππούδων μας και όλων των προγόνων μας, Αχαιών και Αρκάδων; Η Ένωση της Κύπρου με τον μητρικόν κορμόν ως αυτονόητη και φυσική εθνική κατάληξη, που επισφραγίστηκε διά των πόθων, των αιμάτων και των θυσιών στρατιών ηρώων. Αύριο, ο κυπριακός Ελληνισμός τιμά την επέτειο του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ και θυμάται έντονα και φορτισμένα όλους τους ωραίους νέους που θυσιάστηκαν για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα μας. Διότι, όπως ο Ανδρέας Καραντώνης έγραψε στη «Νέα Εστία»: «Σήμερα, αύριο, βαθμιαία ή ολικά, η Κύπρος θ’ αποτελέσει αναπόσπαστο σώμα με την Ελλάδα». Η υπογραφή, «Αξιούμεν Ένωσιν με την Ελλάδα», παραμένει ανεξίτηλη, αταλάντευτη, ανυποχώρητη εθνική διεκδίκηση.