Aπό συνέντευξη που έδωσε ο Οδυσσέας Ελύτης στον Ρένο Αποστολίδη, στην Εφημερίδα «Ελευθερία», στις 15 Ιουνίου του 1958.
Ρ.Α.: Ζητείται η γνώμη σας, κύριε Ελύτη, η εντελώς ανεπιφύλακτη και αδέσμευτη, επάνω σε ο,τι θεωρείτε ως την πιο κεφαλαιώδη κακοδαιμονία του τόπου. Από τι κυρίως πάσχουμε και τι πρωτίστως μας λείπει; Ποια θα ονομάζατε «πρώτη μάστιγα» της νεοελληνικής ζωής;
Ο.Ε.: Από τι πάσχουμε κυρίως; Θα σας το πω αμέσως:
Από μια μόνιμο, πλήρη, και κακοήθη ασυμφωνία μεταξύ του πνεύματοςτης εκάστοτε ηγεσίας μας και του ήθους που χαρακτηρίζει τον βαθύτερο ψυχικό πολιτισμό του ελληνικού λαού στο σύνολο του!
Ρ.Α.: Α! Αρχίσαμε!… Μόνιμος, πλήρης και κακοήθης ασυμφωνία!…
Ο.Ε.: Βεβαίως! Αλλ᾿ αφήστε με να συνεχίσω. Αυτή η ασυμφωνία δεν είναι μια συγκεκριμένη κακοδαιμονία, είναι, όμως, μια αιτία που εξηγεί όλες τις κακοδαιμονίες, μικρές και μεγάλες, του τόπου αυτού. Από την ημέρα που έγινε η Ελλάδα κράτος έως σήμερα, οι πολιτικές πράξεις, θα έλεγε κανένας, ότι σχεδιάζονται και εκτελούνται ερήμην των αντιλήψεων για τη ζωή, και γενικότερα των ιδανικών που είχε διαμορφώσει ο Ελληνισμός μέσα στην υγιή κοινοτική του οργάνωση και στην παράδοση των μεγάλων αγώνων για την άνεξαρτησία του. Η φωνή του Μακρυγιάννη δεν έχει χάσει, ούτε σήμερα ακόμη, την επικαιρότητά της. Σημειώστε ότι δεν βλέπω το πρόβλημα από την αποκλειστική κοινωνική του πλευρά, ούτε κάνω δημοκοπία.
Ρ.Α.: Δημοκοπία ασφαλώς όχι. Πολιτική, όμως, ναί. Το εντοπίζετε, δηλαδή, [το πρόβλημα] κυρίως μέσα στον χώρο της πολιτικής – ή κάνω λάθος; Στο κέντρο μάλιστα του δικού της χώρου. Εκεί μας πάει το πρόβλημα που θέσατε, των σχέσεων μεταξύ λαού και ηγεσίας.
Ο.Ε.: Μα ναί. Γιατί είναι βασικό. Είναι πρώτο… κι ας είμαι ποιητής, εγώ που το λέω, μακριά πάντα από την πολιτική. Κοιτάξτε: ο λαός αυτός κατά κανόνα εκλέγει την ηγεσία του. Και όμως, όταν αυτή αναλάβει την ευθύνη της εξουσίας –είτε την αριστοκρατία εκπροσωπεί είτε την αστική τάξη είτε το προλεταριάτο–, κατά έναν μυστηριώδη τρόπο αποξενώνεται από τη βάση που την ανέδειξε, και ενεργεί σαν να βρισκόταν στο Τέξας ή στο Ουζμπεκιστάν!
Ρ.Α.: Στο Τέξας και στο Ουζμπεκιστάν; Ποιητικές χώρες!… Ή μήπως θέλετε να πείτε: «Σαν να βρισκόταν στη χώρα του εκάστοτε ρυθμιστικού ξένου παράγοντος; Του εκάστοτε… προστάτου μας;» Μήπως εκεί ακριβώς έγκειται το κακό;
Ο.Ε.: Το είπα με τρόπο, αλλά βλέπω ότι το θέλετε γυμνό. Και δεν έχω αντίρρηση να το ξαναπώ φανερά, και πιο έντονα: ένας από τους κυριότερους παράγοντες των παρεκκλίσεων της ηγεσίας από το ήθος του λαού μας, είναι η εκ του αφανούς και εκ των έξω προστατευτική κατεύθυνση. Αποτέλεσμα και αυτό της απώλειας του έρματος, της παράδοσης. Αντιλαμβάνομαι ότι στην εποχή μας η αλληλεξάρτηση των εθνοτήτων είναι τόση, που η πολιτική δεν μπορεί ν᾿ αγνοήσει, ως έναν βαθμό, αυτό που θα λέγαμε γενικότερη σκοπιμότητα. Όμως, υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα στην προσαρμοστική πολιτική και στη δουλοπρέπεια! Αυτό είναι το πιο ευαίσθητο σημείο του ελληνικού λαού, το τιμιώτατόν του! Και αυτό του καταπατούν συνεχώς, κατά τον εξοργιστικότερο τρόπο, οι εκπρόσωποί του στην επίσημη διεθνή σκηνή!
Ρ.Α.: Κι ο επίσημος όρος της δουλοπρέπειας αυτής, κύριε Ελύτη; Μήπως είναι υποκριτικότερος απ᾿ το «προσαρμοστική πολιτική»; Εξοργιστικότερος;
Ο.Ε.: Δεν μ᾿ ενδιαφέρει ο επίσημος όρος της δουλοπρέπειας. Μ᾿ ενδιαφέρει η ουσία. Κι εκείνο που ξέρω είναι ότι μ᾿ αυτά και μ’ αυτά εφτάσαμε σε κάτι που θα μου επιτρέψετε να ονομάσω ψευδοφάνεια. Έχουμε, δηλαδή, την τάση να παρουσιαζόμαστε διαρκώς διαφορετικοί απ’ ο,τι πραγματικά είμαστε.
Και δεν υπάρχει ασφαλέστερος δρόμος προς την αποτυχία, είτε σαν άτομο σταδιοδρομείς είτε σαν σύνολο, από την έλλειψη της γνησιότητας.
Το κακό πάει πολύ μακριά. Όλα τα διοικητικά μας συστήματα, οι κοινωνικοί μας θεσμοί, τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα, αρχής γενομένης από τους Βαυαρούς, πάρθηκαν με προχειρότατο τρόπο από έξω, και κόπηκαν και ράφτηκαν όπως όπως επάνω σ᾿ ένα σώμα με άλλες διαστάσεις και άλλους όρους αναπνοής.
Ρ.Α.: Ώστε, λοιπόν, ζητάτε «δικούς μας όρους αναπνοής»!
Ο.Ε.: Ναί. Και δεν πρόκειται βέβαια για «προγονοπληξία». Τα λέω, άλλωστε, αυτά εγώ που, σ᾿ έναν τομέα όπως ο δικός μου, κήρυξα με φανατισμό την ανάγκη της επικοινωνίας μας με το διεθνές πνεύμα, και που σήμερα με εμπιστοσύνη αποβλέπω στη διαμόρφωση ενός ενιαίου εύρωπαικού σχήματος, όπου να έχει τη θέση της η Ελλάδα. Με τη διαφορά ότι ο μηχανισμός της αφομοιώσεως των στοιχείων της προόδου πρέπει να λειτουργεί σωστά, και να βασίζεται σε μια γερή και φυσιολογικά αναπτυγμένη παιδεία.
Ενώ σ’ εμάς, όχι μόνον δεν λειτουργεί σωστά, αλλά δεν υπάρχει καν ο μηχανισμός αυτός για να λειτουργήσει! Και με τη διαφορά ακόμη ότι, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, η ηγετική μας τάξη, στο κεφάλαιο της ελληνικής παιδείας, έχει μαύρα μεσάνυχτα! Κοιτάξετε με προσοχή τα έντυπα που εκδίδει η ίδια, ή που προτιμά να διαβάζει, τα διαμερίσματα όπου κατοικεί, τις διασκεδάσεις που κάνει, τη στάση της απέναντι στη ζωή. Ούτε μια σταγόνα γνησιότητας! Πως θέλετε, λοιπόν, ν᾿ αναθρέψει σωστά τη νέα γενιά;
ΠΗΓΗ: kepem.org