Στην ελληνική μυθολογία ο Εύνοστος ήταν γιος του Ελιέα και της Σκιάδης, που ανατράφηκε όμως από μία Νύμφη. Η Νύμφη αυτή ονομαζόταν Ευνόστη και από αυτή πήρε ο Εύνοστος το όνομά του.
Ο Εύνοστος μνημονεύεται από τον Πλούταρχο στο έργο του «Αίτια Ελληνικά» (40). Εκεί αναφέρεται ότι ο Εύνοστος ήταν νέος ωραίος αλλά και δίκαιος, μυαλωμένος και αυστηρός, που έγινε το αντικείμενο του έρωτα της Όχνης, κόρης του Κολωνού και εξαδέλφης του. Απέκρουσε τον έρωτά της και τότε η Όχνη τον συκοφάντησε στα αδέλφια του, τον Έχεμο, τον Λέοντα και τον Βουκόλο, παροτρύνοντάς τους να τον σκοτώσουν.
Οι τρεις αδελφοί σκότωσαν πράγματι τον Εύνοστο στήνοντάς του ενέδρα, αλλά μετά από αυτό η Όχνη καταλήφθηκε από τύψεις, μετάνιωσε και θέλησε να αποκαταστήσει το δίκαιο, πολύ περισσότερο αφού είχαν συλληφθεί τα αδέλφια του Ευνόστου. Ομολόγησε τότε την αλήθεια στον Ελιέα και εκείνος με τη σειρά του τα είπε στον πατέρα της Όχνης.
Στη συνέχεια η Όχνη αυτοκτόνησε και τα αδέλφια του Ευνόστου εξορίσθηκαν. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι τη διήγηση αυτή τη δίνει η ποιήτρια Μυρτίς από την Ανθηδόνα.
Οι κάτοικοι της Τανάγρας ίδρυσαν άλσος και ηρώο προς τιμή του αδικοχαμένου Ευνόστου. Στο μνημείο αυτό δεν επιτρεπόταν να μπαίνουν γυναίκες.
Αν καμιά φορά συνέβαινε συμφορά, σεισμός ή ξηρασία, ερευνούσαν το ενδεχόμενο να είχε εισχωρήσει γυναίκα στο ηρώο του Ευνόστου.
Ο Διοκλής ο Πεπαρήθιος στο έργο του «Περί ηρώων» παραθέτει θρύλο κατά τον οποίο πολλοί είχαν δει το φάντασμα του Ευνόστου να πηγαίνει προς τη θάλασσα για να εξαγνισθεί επειδή κάποια γυναίκα είχε πατήσει τον χώρο του ηρώου.