Μια σειρά από περίεργες υποθέσεις ρίχνουν βαριά τη σκιά τους στη Φον ντερ Λάιεν που διεκδικεί εκ νέου την προεδρία της Κομισιόν. Μεταξύ αυτών και η «χρυσή» χορηγία €32 εκατ. της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην εταιρεία του συζύγου της
Η αντίστροφη μέτρηση για τις ευρωεκλογές του Ιουνίου έχει ξεκινήσει και η απερχόμενη πρόεδρος της Κομισιόν βλέπει την καρέκλα της να τρίζει. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που υποστηρίζει τη μετεξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, χρίστηκε από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) υποψήφια για δεύτερη πενταετή θητεία στην προεδρία της Κομισιόν. Και ενώ μέχρι στιγμής δεν έχει ανακοινωθεί το όνομα κάποιου πολιτικού που θα μπορούσε να μπει ανάμεσα στην ίδια και στο γραφείο της στις Βρυξέλλες, η Φον ντερ Λάιεν έχει να αντιμετωπίσει έναν δύσκολο αντίπαλο: τον εαυτό της.
Η αμφιλεγόμενη πολιτική της κληρονομιά, που αποκτήθηκε σε καιρούς εξαιρετικά επείγουσας ανάγκης, πριν και μετά την εκλογή της στο τιμόνι της ΕΕ, θα χρησιμεύσει ταυτόχρονα ως επιχείρημα υπέρ και κατά της επανεκλογής της. Και αυτό γιατί, μολονότι κατάφερε να βρεθεί στο εξώφυλλο του περιοδικού «Time» ως «η πιο ισχυρή γυναίκα της Ευρώπης», μια σειρά από σκάνδαλα απλώνεται σαν σκιά πάνω από τη «δυναμική», για πολλούς, πολιτική στρατηγική της. Αναμφίβολα το πέρασμά της από το υπουργείο Αμυνας της Γερμανίας επικρίθηκε έντονα λόγω του ότι άφησε «γυμνές» τις ένοπλες δυνάμεις, ενώ αίσθηση προκάλεσε το «χρυσό» δώρο της ελληνικής κυβέρνησης προς την εταιρεία του συζύγου της.
Ολη η πολιτική της σταδιοδρομία χαρακτηρίζεται από μια σειρά αποτυχιών και αμφιλεγόμενων πρακτικών. Χαρακτηριστικά, λίγο μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς της για δεύτερη θητεία ανώτεροι ευρωβουλευτές την κατηγόρησαν ότι έδινε δισεκατομμύρια σε χώρες για να κρατάνε τους μετανάστες, υποστηρίζοντας δε ότι τα 150 εκατ. ευρώ με τα οποία χρηματοδότησε πέρυσι την Τυνησία, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας για τη μετανάστευση και την ανάπτυξη, κατέληξαν απευθείας στα χέρια του προέδρου της χώρας Κάις Σαϊέντ. Μάλιστα, εκφράζονται φόβοι ότι η Φον ντερ Λάιεν ετοιμάζεται να σφραγίσει μια παρόμοια συμφωνία με την Αίγυπτο. Οι ευρωβουλευτές κατηγόρησαν την Κομισιόν ότι αρνήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με τη συμφωνία με την Τυνησία –όπως λένε έγινε μυστικά και πέρασε βιαστικά– και ανησυχούν ότι εξετάζει μια σειρά από ad hoc συμφωνίες με άλλες αφρικανικές χώρες, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου στις χώρες αυτές.
Η μεγάλη απειλή όμως για τη Φον ντερ Λάιεν έρχεται από κάποια SMS αναφορικά με την εμπλοκή της στην κολοσσιαία συμφωνία, ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων, για τα εμβόλια κατά του Covid με τον φαρμακευτικό κολοσσό Pfizer-BioΝΤech. Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ), η πρόεδρος της Κομισιόν κανόνισε προσωπικά τη μεγάλη συμφωνία για προμήθεια έως και 1,8 δισεκατομμυρίου δόσεων του εμβολίου αντί 35 δισ. ευρώ – σε εμπιστευτικές παρασκηνιακές προκαταρκτικές διαπραγματεύσεις με τον ελληνικής καταγωγής επικεφαλής της αμερικανικής φαρμακευτικής εταιρείας Pfizer Αλμπερτ Μπουρλά την άνοιξη του 2021.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η παρέμβαση Μακρόν
Το 2019 η διαμάχη μεταξύ των εκπροσώπων των κρατών-μελών για την εκλογή του νέου προέδρου της Κομισιόν έληξε όταν ο Εμανουέλ Μακρόν παρενέβη σαν από μηχανής θεός δείχνοντας τη Φον ντερ Λάιεν. Η θητεία της ξεκίνησε εν μέσω ενός κινήματος διαμαρτυριών σε ολόκληρη την ήπειρο, το οποίο έφερε την κλιματική αλλαγή στην κορυφή της ατζέντας. Σε λιγότερο από δύο εβδομάδες αφότου ανέλαβε καθήκοντα παρουσίασε τον οδικό χάρτη για μια ευρωπαϊκή πράσινη συμφωνία, με τη δεσμευτική φιλοδοξία να καταστεί η Ευρώπη κλιματικά ουδέτερη έως το 2050. Ομως η περίοδος χάριτος δεν κράτησε πολύ. Μερικούς μήνες αργότερα άρχισε να βυθίζεται σε μια σειρά κρίσεων, με ορισμένες να διαρκούν μέχρι σήμερα.
Μετά το ξέσπασμα της πανδημίας ακολούθησαν η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση, ο πληθωρισμός που έσπασε ρεκόρ και η συνολική οικονομική επιβράδυνση του ευρωπαϊκού μπλοκ. Η πρώιμη απάντησή της στο ξέσπασμα της Covid-19 το 2020 δεν ενίσχυσε τη φήμη της. Δέχτηκε έντονο σχολιασμό, ιδίως στην Ιταλία, όπου τα νεκροτομεία ξεχείλιζαν και η ΕΕ θεωρήθηκε ότι απουσίαζε άνευ αδείας. Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν η Φον ντερ Λάιεν πρωτοστάτησε σε ένα πρόγραμμα προμήθειας εμβολίων για τις 27 χώρες-μέλη, το οποίο κατέληξε να παρέχει αρχικές δόσεις με ρυθμό χελώνας.
Στην πραγματικότητα, ωστόσο, τα ερωτήματα γύρω από το πρόσωπο της 65άχρονης «σούπερ μαμάς» επτά παιδιών, με τη σιδερένια πειθαρχία και το χαρακτηριστικό αυστηρό χτένισμα, άρχισαν να εμφανίζονται πολύ νωρίτερα. Προέρχεται από μια πολιτικά ενεργή οικογένεια, καθώς ο πατέρας της διατέλεσε αναπληρωτής πρωθυπουργός της Κάτω Σαξονίας και η ίδια, μολονότι σπούδασε πρώτα οικονομικά και έπειτα ιατρική, αποφάσισε να ασχοληθεί με τα κοινά. Οταν κατηγορήθηκε για λογοκλοπή στη διδακτορική της διατριβή τα διεθνή ΜΜΕ έκαναν τότε λόγο για σκάνδαλο που έφτανε μέχρι την αυλή της τότε καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ. Τελικά, όμως, απαλλάχθηκε από τις κατηγορίες. Το 2005 διορίστηκε ομοσπονδιακή υπουργός Οικογένειας, Ηλικιωμένων, Γυναικών και Νεολαίας στο υπουργικό συμβούλιο της Μέρκελ, ενώ θεωρούνταν πιθανή διάδοχός της στην καγκελαρία.
Αποτυχημένη υπουργός
Η διαχείριση του υπουργείου Αμυνας από τη Φον ντερ Λάιεν θεωρείται πλήρως αποτυχημένη από τους επικριτές της προέδρου της Κομισιόν και όχι μόνο. Αφού ανέλαβε καθήκοντα το 2013, η Φον ντερ Λάιεν παρουσίασε σχέδια για τη μεταρρύθμιση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, την Μπούντεσβερ, με στόχο τη διεύρυνση του παγκόσμιου αποτυπώματός της. Το αποτέλεσμα ωστόσο ήταν κάπως διαφορετικό: μαχητικά αεροσκάφη και ελικόπτερα που δεν πετούσαν, πλοία και υποβρύχια που δεν έπλεαν και σοβαρές ελλείψεις στα πάντα, από πυρομαχικά μέχρι… στρατιωτικά εσώρουχα.
Χαρακτηριστικά, λιγότερο από το 20% των 68 πολεμικών ελικοπτέρων και λιγότερο από το 30% των 136 πολεμικών αεροσκαφών Eurofighter μπορούσαν να πετάξουν στα τέλη του 2018. Ακόμη, η εταιρεία κατασκευής όπλων Heckler & Koch άσκησε πιέσεις στην ομοσπονδιακή στρατιωτική υπηρεσία αντικατασκοπείας (MAD) για να αποτρέψει να γίνουν γνωστές αρνητικές αναφορές σχετικά με το τουφέκι G36, το οποίο χαρακτηρίστηκε ελαττωματικό, αφού η ίδια η Φον ντερ Λάιεν παραδέχτηκε τον Μάρτιο ότι το εν λόγω όπλο χάνει την ακρίβειά του σε υψηλές θερμοκρασίες. Είναι το τουφέκι που χρησιμοποιεί ο γερμανικός στρατός από το 1996.
Σαν να μην έφταναν αυτά, το ελεγκτικό συνέδριο προσήψε στο υπουργείο Αμυνας ότι προχώρησε στην ενοικίαση πολυτελούς ακινήτου στο Βερολίνο για την υπηρεσία αντιμετώπισης κυβερνοεπιθέσεων με μίσθωμα 36.000 ευρώ τον μήνα χωρίς να λάβει υπόψη φτηνότερες επιλογές. Ακόμη ένα αγκάθι στην προβληματική θητεία της Φον ντερ Λάιεν ήταν οι τεράστιες υπερβάσεις δαπανών στις εργασίες αποκατάστασης του εκπαιδευτικού πλοίου του ναυτικού «Gorch Fock». Οι εκτιμήσεις για την επισκευή του ανέφεραν αρχικά τιμές κάτω από 10 εκατ. ευρώ, αλλά εκτοξεύτηκαν στα 135 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με την έκθεση 39 σελίδων από το εθνικό γραφείο ελέγχου της Γερμανίας. Το εν λόγω γραφείο κατήγγειλε την ανεπαρκή εξέταση των ελλείψεων του ιστιοφόρου, την αγνόηση πληροφοριών ζωτικής σημασίας για τις εργασίες επισκευής και την αποτυχία ενημέρωσης. Οι εργασίες για το κύτος του πλοίου και την ανανέωση του άνω και του μεσαίου καταστρώματός του ξεκίνησαν το 2015 χωρίς μελέτη οικονομικής σκοπιμότητας και χωρίς να εξεταστεί η περίπτωση ναυπήγησης νέου πλοίου.
Υστερα από όλα αυτά, στις αρχές του 2019, η Μέρκελ είχε ήδη εκμηδενίσει τις πιθανότητες της προστατευόμενής της να τη διαδεχτεί ως καγκελάριος, ενώ η καριέρα της Φον ντερ Λάιεν έμοιαζε να βρίσκεται σε παρακμή. Είχε προλάβει ωστόσο να λάβει αρκετή διεθνή προβολή, για να προωθηθεί αιφνιδιαστικά ως υποψήφια για πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Κατά τη διάρκεια μιας μαραθώνιας συνόδου κορυφής των ηγετών της ΕΕ το καλοκαίρι του 2019, μια παρασκηνιακή συμφωνία, που υποστηρίχτηκε όπως προαναφέρθηκε από τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, σφράγισε την υποψηφιότητά της. Οταν έφτασε στις Βρυξέλλες ορισμένοι δυσαρεστημένοι Ευρωπαίοι νομοθέτες ένιωσαν ότι η Γερμανίδα πολιτικός βρέθηκε σε ένα υψηλό αξίωμα χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση, με αποτέλεσμα η ίδια να κερδίσει μόνο οριακά την ψήφο εμπιστοσύνης στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.
Οι οικογενειακές απάτες και η ελληνική «χορηγία»
Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες του συζύγου της Χάικο φον ντερ Λάιεν, ενός αριστοκράτη γόνου μεγαλοαστικής οικογένειας και καθηγητή Ιατρικής, έχουν αποτελέσει αντικείμενο έντονης κριτικής, «λερώνοντας» επίσης το προφίλ της Φον ντερ Λάιεν. Σύμφωνα με ισχυρισμούς ιταλικών μέσων ενημέρωσης από το 2022, το εργαστήριο Orgenesis, το οποίο διευθύνεται από τον Χάικο, έχει λάβει χρηματοδότηση ύψους 320 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Την ίδια χρονιά η ιταλική εφημερίδα «La Verità» δημοσίευσε στο κυριακάτικο φύλλο της άρθρο το οποίο εμμέσως πλην σαφώς κατηγορεί την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μεσολάβηση υπέρ της εταιρείας που εργάζεται ο σύζυγός της ώστε να λάβει επιχορήγηση από την ελληνική κυβέρνηση. Η διυπουργική επιτροπή για τις στρατηγικές επενδύσεις, της οποίας προΐστατο ο τότε υπουργός Ανάπτυξης Αδωνης Γεωργιάδης, ενέκρινε επένδυση 83 εκατ. ευρώ της κοινοπραξίας της ελληνικής TheraCell SA και της Orgenesis Inc, διασφαλίζοντας μάλιστα κρατική επιχορήγηση 32 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα.
Αυτή δεν ήταν βέβαια η πρώτη φορά που η οικογένεια Φον ντερ Λάιεν χρησιμοποίησε τη θέση της επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για να αποκομίσει οφέλη. Στο τέλος του 2017, όταν η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ήταν υπουργός Αμυνας της Γερμανίας, είχε αποκαλυφθεί ότι παρείχε άσκοπα δεκάδες εκατομμύρια σε εταιρείες συμβούλων, χωρίς μάλιστα οι δαπάνες αυτές να δημοσιοποιούνται. Μεταξύ αυτών των εταιρειών ήταν και η αμερικανική McKinsey, στην οποία εργαζόταν ο ένας από τους γιους της, ο Ντέιβιντ φον ντερ Λάιεν, ο οποίος μονιμοποιήθηκε εντέλει στην εταιρεία, αφού αρχικά είχε γίνει δεκτός μόνο ως συνεργάτης για την καλοκαιρινή περίοδο.