Ο οίκος Moody’s δεν προχώρησε σε αλλαγή της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας, διατηρώντας την τρέχουσα αξιολόγηση «Ba1». Έτσι, το ελληνικό αξιόχρεο παραμένει κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
Παράλληλα διατήρησε αμετάβλητες τις προοπτικές της οικονομίας (stable outlook).
Σημειώνεται ότι ο Moody’s παραμένει ο μοναδικός οίκος αξιολόγησης που διατηρεί την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας σε μη επενδυτική βαθμίδα.
Οι προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας
Ο Moody’s στην ανακοίνωσή του αναφέρει ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία περιλαμβάνουν το μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Επιπλέον, δεδομένου του μεγέθους και της σημασίας τομέων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, η οικονομία είναι ευάλωτη σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς και περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα μέσω της διεύρυνσης της εξαγωγικής βάσης θα χρειαστούν χρόνο.
Όπως εκτιμά ο Moody’s στην αναβάθμιση της οικονομίας θα μπορούσε να συμβάλλει η συνέχιση της οικονομικής πολιτικής και της δέσμευσης για δημοσιονομική εξυγίανση, σε συνδυασμό με την επιτυχή εφαρμογή των υπόλοιπων μεταρρυθμίσεων, ιδίως στο δικαστικό σύστημα, που θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς, ταχύτερη από την αναμενόμενη βελτίωση της δημοσιονομικής ευρωστίας και την επεξεργασία των μη εξυπηρετούμενων δανείων και θα στήριζαν μια υψηλότερη αξιολόγηση.
Αλλαγή οικονομικής δομής
Επιπλέον, μια ταχύτερη αλλαγή στην οικονομική δομή της Ελλάδας που συμβάλλει στη βελτίωση της οικονομικής ανθεκτικότητας θα ήταν θετική για την πιστοληπτική ικανότητα. Περαιτέρω βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα, μειώνοντας τη μεταβλητότητα της κερδοφορίας και φέρνοντας την ποιότητα του ενεργητικού και τους δείκτες κεφαλαιοποίησης πιο κοντά στο μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, θα ήταν επίσης πιστωτικά θετικές.
Αντιθέτως επιδείνωση της πιστοληπτικής της ικανότητας θα μπορούσε να προκύψει από μια αντιστροφή της πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια ή από ενδείξεις ότι οι μεταρρυθμίσεις του παρελθόντος δεν αποδίδουν την αναμενόμενη ώθηση στην ανάπτυξη και τη δημοσιονομική θέση της χώρας , επιβαρύνοντας το επιχειρηματικό κλίμα και τις επενδύσεις.
Ειδικότερα, ενδείξεις ότι είναι πιθανή μια διαρκής, ουσιαστική επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της γενικής κυβέρνησης, ενδεχομένως σε συνδυασμό με μια απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα, θα προκαλούσαν αρνητική δράση αξιολόγησης. Μια κλιμάκωση της γεωπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη με τη συμμετοχή του ΝΑΤΟ θα οδηγούσε επίσης πιθανότατα σε πτωτικές πιέσεις στην αξιολόγηση.
Υψηλό χρέος
Όσον αφορά στην σημερινή απόφαση του κατά την τρέχουσα αξιολόγηση να διατηρήσει αμετάβλητη τόσο την πιστοληπτική ικανότητα όσο και της προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, ο διεθνής οίκος, αναφέρει ότι στηρίζεται σε ένα σταθερό ιστορικό μεταρρυθμίσεων, το οποίο έχει οδηγήσει σε ορατές βελτιώσεις των θεσμών και της διακυβέρνησης, σε ισχυρότερες επενδύσεις και σε έναν υγιέστερο τραπεζικό τομέα.
Ωστόσο, παρά την αναμενόμενη μεγάλη μείωση, το χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ θα παραμείνει πολύ υψηλό. Τούτου λεχθέντος, η ευνοϊκή διάρθρωση του χρέους και το μεγάλο ταμειακό απόθεμα αποτελούν σημαντικά εξισορροπητικά στοιχεία. Η ελληνική οικονομία έχει αντέξει ικανοποιητικά την ενεργειακή κρίση και τα σημαντικά κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ, σταθερό Ααα) καθώς και οι ιδιωτικές επενδύσεις θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Μαζί με τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων αυτό θα συμβάλει στην άνοδο της δυνητικής ανάπτυξης και θα αντισταθμίσει σε κάποιο βαθμό τις αρνητικές επιπτώσεις από τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία.
Υπενθυμίζεται, ότι την προηγούμενη Παρασκευή (8/3) ο οίκος DBRS επιβεβαίωσε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας με BBB (low) διατηρώντας σταθερές προοπτικές.
Ο καναδικός οίκος είχε δώσει την επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα τον περασμένο Σεπτέμβριο, μετά τον γερμανικό οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Scope, ενώ ακολούθησαν ο S&P και ο Fitch σε αντίστοιχες κινήσεις τον Οκτώβριο και Δεκέμβριο, αντίστοιχα.