Θέλω να διαβάσουν όλοι αυτή την ξεχωριστή επιχείρηση του Γρηγόρη Αυξεντίου– δημοσιεύεται με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 67 χρόνων από τη θυσία του στα βουνά του Μαχαιρά- αλλά ιδιαίτερα οι νέοι μας που δεν έζησαν, ή δεν είχαν την ευκαιρία ή την υπομονή ή δεν τους άφησαν να διαβάσουν ή δεν τους δίδαξαν τις ηρωικές πράξεις της απελευθερωτικής οργάνωσης ΕΟΚΑ του 1955.
Σήμερα γράφω για μια ξεχωριστή ενέδρα, που έγινε όλο ενθουσιασμό και αποφασιστικότητα κάτω από ξεχωριστές συνθήκες που σήμερα φαντάζει απίθανο να βρέθηκαν άνθρωποι για να την διενεργήσουν. Φανταστείτε τη σκηνή για να αντιληφθείτε αυτό που θέλω να σας μεταδώσω. Οι χιλιάδες των Βρετανών να κυκλοφορούν με στρατιωτικά ή θωρακισμένα αυτοκίνητα στις ορεινές διαβάσεις της Κύπρου ιδιαίτερα του Τροόδους και της Πιτσιλιάς όπου οι αντάρτες του προκαλούν κάθε μέρα μεγάλες ζημιές αι απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό. Σε επικίνδυνες στροφές στήνουν ενέδρες και μόλις αντιληφθούν αντάρτες να μετακινούνται, συνήθως πεζοί, αρχίζουν να πυροβολούν χωρίς να γνοιάζονται ποιον θα πλήξουν οι σφαίρες τους. Όποιος κυκλοφορούσε ένοπλος ή μετέφερε βόμβες στην περιοχή αλλά και σε όλη την Κύπρο συλλαμβάνεται, βασανίζεται και οδηγείται στην αγχόνη. Ο σιδερένιος Κυβερνήτης Σερ Τζον Χάρντινγκ δεν αστειεύεται. Αυτό έκανε στον δεκαεξάχρονο Ευαγόρα Παλληκαρίδη όταν συνελήφθη από τους βρετανούς στρατιώτες να μεταφέρει όπλο.
17 Μαρτίου 1956: Στο μικρό χωριό Ποταμίτισσα λοιπόν, ένα χωριό τρία χιλιόμετρα δυτικά του Αγρού, βρίσκεται ο υπαρχηγός της ΕΟΚΑ Γρηγόρης Αυξεντίου ο οποίος όργωσε κυριολεκτικά όλη την ορεινή περιοχή από το Παλαιχώρι μέχρι τον Αγρό και όλα τα χωριά της Πιτσιλιάς οργανώνοντας τους νέους την οργάνωση. Ακόμα τους εκπαίδευσε στη χρήση των όπλων. Δεν χρειάζονταν πολλά οι νέοι της εποχής. Το’ λεγε η καρδιά τους και με ένα νεύμα του Γρηγόρη μπορούσαν να πέσουν στη φωτιά για την πατρίδα. Ο Γρηγόρης είχε τα σχέδιά του. Ήθελε να στήσει τη πιο μεγάλη ενέδρα που είχε οργανώσει η επαναστατική οργάνωση ώστε να ντροπιάσει για άλλη μια φορά τον σιδερένιο κυβερνήτη που προσπαθούσε να επιβάλει τη θέληση του στον τόπο διά πυρός και σιδήρου.
Ήταν στο Λευκόνοικο τον προηγούμενο χρόνο, τον Οκτώβρη του 1955, που είχε οργανώσει την πιο εντυπωσιακή επιχείρηση μέχρι την ημέρα εκείνη, για να υποδεχθεί τον Σερ Τζον Χάρντινγκ. Όρμησε μέρα μεσημέρι με τα παλικάρια του στον αστυνομικό σταθμό Λευκονοίκου και αφού εξουδετέρωσαν τους φρουρούς του σταθμού, έκλεψαν όλο τον οπλισμό. Ήθελε να ετοιμάσει για τον Χάρντινγκ μια μεγαλύτερη επιχείρηση. Και δείτε την φαντασία αλλά και την αποφασιστικότητα του Γρηγόρη και των ανδρών του. Ειδοποίησε 17 από τους άνδρες του να ετοιμαστούν. Να πάρουν μαζί τους τα όπλα τους και να συγκεντρωθούν στην Ποταμίτισσα. Εκεί αφού τους ενημέρωσε για τις αποφάσεις του και τους έδωσε τις τελευταίες οδηγίες και τους μοίρασε τις λίγες χειροβομβίδες που έκρυβε με κάθε προφύλαξη βεβαιώθηκε ότι κανένας δεν θα ορρωδούσε. Τους μίλησε για τον αντίπαλο που θα κτυπούσαν και το στόχο. Ήταν στα Αγρίδια στο δρόμο μεταξύ Αγρού και Χαντριών.
Το εντυπωσιακό σε αυτή την επιχείρηση ήταν ότι οι αντάρτες θα πήγαιναν στην επιχείρηση με το λεωφορείο και όχι από τα άγρια ορεινά μονοπάτια. Στην κατάλληλη ώρα έφθασε το λεωφορείο. Το οδηγούσε ένας τολμηρός και αποφασιστικός νέος από την Ποταμίτισσα, ο Κυριάκος Τρύφωνος. Ο Κυριάκος ήταν δοσμένος ψυχή τε και σώματι στην οργάνωση και μετέφερε, παρά τους κινδύνους που παραμόνευαν από και προς την Πιτσιλιά ότι του εμπιστευόταν η οργάνωση χωρίς να ρωτά αν ήταν επιστολές, διαταγές ή όπλα και βόμβες. Και τα μετέφερε στους αντάρτες που βρίσκονταν σε επαφή με τον Διγενή. Δεν ήταν δυνατό να έκανε πίσω αυτή τη φορά.
Τους έβλεπα και τους χαιρόμουν αυτούς τους νέους, αφηγείται ο Κυριάκος Τρύφωνος. Ήσαν χαρούμενοι. Έδιναν την εντύπωση ότι θα πήγαιναν εκδρομή ή σε κάποιο προσκύνημα σε διπλανό μοναστήρι ή σε πανηγύρι. Κανένας δεν έδειχνε να ανησυχεί ότι μπορούσε να πέσουν σε κάποια ενέδρα των Άγγλων και ποιος ξέρει ποια θα ήταν η συνέχεια.
Η ομάδα των ανταρτών
Το λεωφορείο ήταν ένα 15θέσιο και όλοι έσπευσαν να εξασφαλίσουν μια θέση σε αυτό. Άφησαν τα όπλα τους στο δάπεδο του λεωφορείου κι άρχισαν να σιγοτραγουδούν κάποιο επαναστατικό σκοπό.
Στο λεωφορείο ανέβηκαν οι Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, Χρίστος Τσιάρτας, Ανδρέας Τσιάρτας, Γεώργιος Μάτσης, Κυριάκος Κόκκινος, Νίκος Σπανός, Σάββας Κουλλαπής, Αυγουστής Ευσταθίου, Αντωνάκης Αντωνάς, Μιχαήλ Ασσιώτης, Χριστόφορος Χριστοφίδης, Ανδρέας Νικολαΐδης, Χαράλαμπος Μπαταριάς, Γιαννάκης Παύλου και Γεώργιος Λοϊζίδης (Απόστρατος), ο Πιπίνος κι ο Γιώργος Μιχαήλ. Ήταν κάτι το πρωτοφανές στα χρονικά της δράσης της ΕΟΚΑ. Δίπλα του ο Γρηγόρης, ο αρχηγός. Όταν ανέβηκε και ο τελευταίος των ανταρτών, ο Κυριάκος έκανε τον σταυρό του και ξεκίνησε. Έμοιαζε σαν σκηνή βγαλμένη μέσα από κινηματογραφική ταινία για τον ανταρτοπόλεμο.
Ο Κυριάκος Τρύφωνος είχε αντιμετωπίσει πολλές φορές τους Βρετανούς καθώς κυκλοφορούσε στην Πιτσιλιά εφαρμόζοντας οδηγίες της οργάνωσης. Πάντοτε είχε και κάποια δικαιολογία για να πει στους Βρετανούς καθώς μετέφερε φρούτα, λαχανικά και άλλες προμήθειες. Τον έβλεπαν με καχυποψία και πάντα βρισκόταν κάτω από το άγρυπνό τους μάτι. Έτσι τώρα, με μια ομάδα από 18 άνδρες, με επικεφαλής τον πλέον καταζητούμενο άνδρα της ΕΟΚΑ, μετά τον Διγενή, τον Γρηγόρη Αυξεντίου, και με τους άνδρες να είναι πάνοπλοι, τα πράγματα δεν ήταν και τόσο απλά. Σκεφτόταν ότι αν συναντούσε Βρετανούς στρατιώτες σίγουρα το αποτέλεσμα θα ήταν μια σκληρή μάχη ζωής και θανάτου…
Το λεωφορείο αγκομαχούσε καθώς ανέβαινε τον ορεινό δρόμο προς τα Αγρίδια. Πέρασαν από τις Δύμες, την Κυπερούντα και τα Χαντριά.
Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες που πολλές φορές μπορεί να κουράζουν τον αναγνώστη. Έφτασαν στο σημείο της ενέδρας, χωρίς κανένα πρόβλημα. Ο Γρηγόρης έταξε τους άνδρες του και περίμεναν τον εχθρό… που δεν άργησε να έλθει. Από μακριά φάνηκε μια μεγάλη φάλαγγα στρατιωτικών αυτοκινήτων να κινούνται προς τις θέσεις τους. Ο Γρηγόρης είπε ότι αυτός θα έδινε το σύνθημα για να βάλουν εναντίον των Βρετανών όταν θα έκρινε τη στιγμή κατάλληλη. Είχαν στήσει την πιο εντυπωσιακή ενέδρα και ήθελε να είχε επιτυχία για να τρομοκρατήσει αυτούς τους κιοτήδες. Και ήταν η ενέδρα που προκάλεσε στο τέλος δέος ακόμα και στους Άγγλους για τη δυναμικότητα και αποτελεσματικότητα της επιχείρησης.
Η επίθεση εναντίον 30 οχημάτων
Το σημείο της ενέδρας βρισκόταν σε μια στροφή του δρόμου Αγρού- Χαντριών σε απόσταση δυο χιλιομέτρων περίπου από τα Χαντριά. Η τοποθεσία ήταν σε μια απότομη στροφή κυκλική και μεγάλη. Το έδαφος ήταν πετρώδες και ξεσκέπαστο. Όλοι περίμεναν το σύνθημα του Αυξεντίου. Τα στρατιωτικά αυτοκίνητα πέρασαν κάτω από τη μπούκα των όπλων τους, αλλά εκείνος καθυστερούσε. Ήταν γύρω στα 30 αυτοκίνητα και ο Γρηγόρης φοβόταν ότι δεν θα μπορούσαν οι άνδρες του να αντιμετωπίσουν τους Βρετανούς που επέβαιναν σε αυτά.
Τα άφησε ν’ απομακρυνθούν και διέταξε τους άνδρες του να ξεκινήσουν για τα Χαντριά για να πάρουν το δείπνο τους. Όμως δεν έμελλε να προχωρήσουν για πολύ γιατί σε λίγο φάνηκαν από μακριά τα φώτα τριών αυτοκινήτων.
Ο Αυξεντίου έκρινε ότι αν ήταν Άγγλοι, θα μπορούσε άνετα να τους κτυπήσει χωρίς προβλήματα. Διέταξε τους άνδρες του να πάρουν και πάλι τις θέσεις τους. Πρώτα πέρασε μια πολύ μεγάλη αυτοκινητοπομπή. Περνούσε κάτω από τη μπούκα των όπλων τους, αλλά ο Αυξεντίου φοβήθηκε ότι οι άνδρες του δεν μπορούσαν να τα βάλουν με τους βρετανούς που μεταφέρονταν με 30 τουλάχιστον αυτοκίνητα. Όταν, όμως, φάνηκαν τρία άλλα, δυο τζιπ και ένα πολιτικό αυτοκίνητο. Σε λίγο τα δυο από τα τρία αυτοκίνητα βρίσκονταν κάτω από τις κάννες των όπλων τους. Ο Αυξεντίου έδωσε το σύνθημα και τα όπλα των ανταρτών άρχισαν να βάλλουν.
Η θυσία του Χρίστου Τσιάρτα
Σύμφωνα με περιγραφές των ανδρών του Αυξεντίου, ένας από τους επιβαίνοντες κατόρθωσε να κατέβει, να πάρει θέση άμυνας και να πυροβολεί. Τελικά κρίθηκε ότι οι Βρετανοί είχαν εξουδετερωθεί και ο Αυξεντίου σε κάποιο στάδιο διέταξε κατάπαυση του πυρός και έδωσε το σύνθημα της αποχώρησης με μια χειροβομβίδα που έρριψε ο ίδιος. Έτσι ένας- ένας εγκατέλειπαν τις θέσεις τους. Αυτόν που έφευγε τον κάλυπτε ο διπλανός του και ούτω καθ’ εξής.
Οι περισσότεροι άνδρες είχαν ήδη αποχωρήσει. Τελευταίοι έμειναν ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, ο Χρίστος Τσιάρτας κι ο αδελφός του Ανδρέας Τσιάρτας. Κι’ εκεί που η επιχείρηση τελείωσε χωρίς κανένα ιδιαίτερο πρόβλημα ξαφνικά ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Όπως περπατούσε ο Χρίστος Τσιάρτας, που έφευγε τελευταίος, πρόβαλε, χωρίς να το θέλει, στον ορίζοντα. Κι’ ένας Βρετανός στρατιώτης που φαίνεται ότι δεν είχε εξουδετερωθεί, αλλά είχε κρυφθεί περιμένοντας την ευκαιρία να εκδικηθεί το θάνατο των συναδέλφων του, έβαλε εναντίον του.
Από ψηλά το μπρεν που είχε μετακινηθεί σε άλλη θέση και κάλυπτε την αποχώρηση των ανταρτών έβαλε εναντίον τους Βρετανούς αμέσως εξουδετερώνοντας τον. Όμως ήταν πλέον αργά. Γιατί η σφαίρα του βρήκε τον Τσιάρτα κατάστηθα. Σε λίγο πληροφορήθηκαν από το ραδιόφωνο το κακό μαντάτο. Ο Χρίστος Τσιάρτας έπεσε στο σημείο που δέχθηκε κατάστηθα τη σφαίρα.
Η πιο αιματηρή επίθεση
Στην αξιολόγηση για την επιχείρηση που έκαμαν οι Βρετανοί, την χαρακτήρισαν σαν την πιο άγρια και πιο αιματηρή. Απόσπασμα της έκθεσης του Βρετανού ταγματάρχη Μακλάουντ αναφέρει ότι «αυτή η εξ ενέδρας επίθεση ενάντια σε αυτοκινητοπομπή μας πού έγινε σε μια πολύ επικίνδυνη καμπή του δρόμου, ανάμεσα στα χωριά Χαντριά και Αγρός, ήταν η πιο άγρια και αιματηρή, απ’ όλες τις άλλες, επιθέσεις που έκαναν οι τρομοκράτες τις μέρες εκείνες σε διάφορα μέρη της νήσου, σε αντίποινα για την εξορία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και των συντρόφων του».
Με βαριά καρδιά οι αντάρτες προχώρησαν προς το λημέρι τους στην Παπούτσα παρά το Παλαιχώρι.
Συγκλονίζει η Ευγενία Τσιάρτα
Συγκλονιστική ήταν η περιγραφή της συζύγου του Χρίστου Τσιάρτα, Ευγενίας, όταν πρωτοαντίκρυσε το νεκρό σώμα συζύγου της. Είπε: «Συγκέντρωσα όλες μου τις δυνάμεις και είπα μέσα μου: Χαλάλι Χρίστο μου, η θυσία στην πατρίδα. Θεέ μου στείλε γρήγορα τη Λευτεριά μας. Θέλω να δω πού τον κτύπησε η σφαίρα των Άγγλων, είπα στον υπεύθυνο και με άφησε. Φίλησα την πληγή κι ευχήθηκα να τελειώσουν πια οι πληγές της Κύπρου μας».
Κι η μάνα του ήρωα, Πολυξένη Τσιάρτα, συμπλήρωσε: «Τέτοιοι νεκροί δεν θέλουν κλάματα».
Ο Χρίστος Τσιάρτας γεννήθηκε στον Πολύστυπο το 1924 κι έπεσε στη μάχη των Χαντριών (μεταξύ Αγρού- Χαντριών) στις 17 Μαρτίου 1956 σε ηλικία 32 ετών.
Η αγωνιώδης προσπάθεια της Ρίτας Κουρούπη να σώσει τον Γρηγόρη…
Η Ρίτα Καλλινίκου-Κουρούπη, κόρη του πρωτοψάλτη Καλλίνικου, ήταν από τις πρώτες αγωνίστριες του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ 1955. Είχε την τιμή να συνδεθεί με την οργάνωση από τα πρώτα στάδια και αποτέλεσε έναν από τους βασικούς συνδέσμους επικοινωνίας, του γνωστού ταχυδρομείου της ΕΟΚΑ. Λόγω της θέσης της αυτής η Ρίτα Καλλινίκου βρέθηκε σε επαφή με τις πιο δυναμικές ομάδες της ΕΟΚΑ μεταξύ των οποίων και η ομάδα του Γρηγόρη Αυξεντίου. Μαζί της και οι δυο μεγάλοι αγωνιστές, Αντρέας Τσιάρτας και Μιχαλάκης Κατσούρης.
Στις αρχές του 1957 η νεαρή αγωνίστρια της ΕΟΚΑ πήρε ένα μήνυμα από συναγωνιστή της να φροντίσει να ειδοποιηθεί ο Γρηγόρης Αυξεντίου στον Μαχαιρά να απομακρύνει από την περιοχή, γιατί θα ακολουθούσαν σαρωτικές έρευνες. Η αγωνία της βρισκόταν στο απόγειο της καθώς κινδύνευε ο υπαρχηγός της ΕΟΚΑ. Όμως δυστυχώς δεν τα κατάφερε και το μήνυμά της έφθασε στον Μαχαιρά με λάθος τρόπο και επιβεβαίωσε μάλιστα στους Άγγλους την παρουσία του Γρηγόρη στην περιοχή της Μονής Μαχαιρά.Τι συνέβη; Να τι μού αφηγήθηκε η κ. Κουρούπη: Το Γενάρη του 1957 έφθασε μια διαταγή από τη Λεμεσό που έλεγε ότι έπρεπε να ειδοποιηθεί ο «Αίαντας» (ψευδώνυμο του Αυξεντίου) να φύγει από την περιοχή του Μαχαρά γιατί θα γίνονταν έρευνες από τους Άγγλους.
Μετά από χίλιες-δυο δυσκολίες η αγωνίστρια τα κατάφερε να έλθει σε επαφή με τον σύνδεσμο της στον οποίο έδωσε τις σαφείς οδηγίες ότι έπρεπε να πήγαινε μόνος σε χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, να εύρισκε τον επόμενο σύνδεσμο, στον οποίο θα παρέδιδε το μήνυμα για να το μεταφέρει. Έτσι λειτουργούσε η ΕΟΚΑ ώστε οι πληροφορίες των Άγγλων να φθάνουν σε αδιέξοδο. Ωστόσο μετά το θάνατο του Αυξεντίου πληροφορήθηκε ότι ο σύνδεσμος δεν μετέφερε το μήνυμα στον επόμενο, αλλά το μετέφερε ο ίδιος προσωπικά στον Μαχαιρά, στον Αυξεντίου. Ο Αυξεντίου μόλις πήρε το μήνυμα έγινε έξω φρενών όχι για το περιεχόμενο του, αλλά για τον τρόπο που είχε φθάσει κοντά του το μήνυμα. Και αυτό που φοβόταν συνέβη. Γιατί οι Άγγλοι με τον τρόπο αυτό είχαν επιβεβαιώσει μαζί με τις άλλες πληροφορίες τους ότι ο Αυξεντίου βρισκόταν και δρούσε στην περιοχή Μαχαιρά. Και ενέτειναν τις προσπάθειές τους.
Η μέρα του θανάτου του Γρηγόρη Αυξεντίου χαιρετίστηκε με πανηγυρισμούς από τους Άγγλους, θυμάται η κυρία Κουρούπη που όταν έπεσε ο Γρηγόρης βρισκόταν υπόδικη στις φυλακές αναμένοντας να καταδικασθεί ακόμα και σε θάνατο λόγω της δράσης της. Εκείνη την ημέρα οι γυναίκες φρουροί μας, μού διηγήθηκε, κυκλοφορούσαν χαρούμενες μέσα στο στρατόπεδο και είχαν ανοίξει τα ραδιόφωνα στη διαπασών για να δείξουν τη χαρά τους και για να παίξουν με τον πόνο και το δράμα μας, λέγοντας ότι ο αγώνας μας τελείωνε …
Κάποτε έφθασε η μέρα της δίκης και η Ρίτα Κουρούπη ετοιμάστηκε για τα χειρότερα. Η κατηγορία της κατοχής πιστολιού και εκρηκτικών υλών συνεπαγόταν την ποινή του θανάτου, αλλά ο δικηγόρος της Γλαύκος Κληρίδης κατάφερε να την απαλλάξει από τα νύχια του δικαστή Σω. Ωστόσο μόλις αθωώθηκε επανσυνελήφθη και κλείστηκε στα κρατητήρια όπως έκαναν οι Άγγλοι με όλους τους άλλους αγωνιστές της ΕΟΚΑ. Η δράση της Ρίτας Κουρούπη στην ΕΟΚΑ είχε αρχίσει στα μέσα του 1955. Νεαρή τότε αποτελούσε τον σύνδεσμο που μετέφερε την αλληλογραφία του Διγενή, το ένα μέρος στο άλλο κάτω από τα μάτια των Άγγλων, οι οποίοι ποτέ δεν την υποψιάστηκαν. Τα έγγραφα μεταφέρονταν στο σπίτι του Μιχαλάκη Κατσούρη, στην οδό Πέντε Πηγαδιών και στη συνέχεια στέλλονταν με τους διάφορους άλλους συνδέσμους στον προορισμό τους. Εκτός από την αλληλογραφία μετέφερε καταζητούμενους οπλισμό και ό,τι άλλο της ανατίθετο.
Η προσφορά της Ρίτας Καλλινίκου κράτησε μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου 1957 οπότε ένα πρωί συνελήφθη μαζί με τον τομεάρχη Λευκωσίας Ανδρέα Τσιάρτα, αδελφό του ήρωα της ΕΟΚΑ Χρίστου Τσιάρτα, που φιλοξενείτο στο σπίτι του Κατσούρη ως και τον ίδιο τον Κατσούρη. Η σύλληψη λέγει η κ. Κουρούπη έγινε έπειτα από προδοσία γιατί οι Άγγλοι πήγαν κατ’ ευθείαν στην κρύπτη όπου φυλάγονταν τα διάφορα έγγραφα.