Δεν ήταν μόνο η Σκύλλα με την Χάρυβδη αλλά και η Λάμια με την Έμπουσα, που τρομοκρατούσαν τους ναυτικούς… Αρκετές από τις τρομαχτικές ιστορίες που έλεγαν μεταξύ τους οι ναυτικοί πηγάζουν από την αρχαιοελληνική μυθολογία. Τα μυθικά τέρατα πάντα μάγευαν τη φαντασία τους, πόσω μάλλον όταν αυτά είχαν γυναικεία μορφή ή μπορούσαν να μεταμορφωθούν σε ελκυστικές θηλυκές παρουσίες.
Πέρα από τις όμορφες Σειρήνες που προσπάθησαν να αποπλανήσουν το πλήρωμα του Οδυσσέα και τα θαλάσσια τέρατα της Σκύλλας και της Χάρυβδης, τρόμο προκαλούσαν και οι γυναικείες μορφές της Λάμιας και της Έμπουσας, παραλλαγές της Εκάτης που βασίλευε σε στεριά και θάλασσα.
Το τέρας με τα κοφτερά δόντια και η ρουφήχτρα των θαλασσών
Η Σκύλλα υπήρξε ένα θαλάσσιο τέρας της μυθολογίας, το οποίο εμφανιζόταν σε πολλές ιστορίες των ναυτικών που ήθελαν να τρομάξουν τους στεριανούς. Η διήγηση που σώζεται από την Οδύσσεια ήθελε τη Σκύλλα να είναι κόρη της Εκάτης….
Το τέρας ήταν αρχικά τρίμορφο και στη συνέχεια δίμορφο. Σε ένα σημείο της θάλασσας υπήρχαν δύο βράχοι, ο ένας ήταν τόσο ψηλός μάλιστα που χανόταν στον ουρανό και η κορυφή του ήταν αόρατη. Στη μέση αυτού του βράχου βρισκόταν η σπηλιά της Σκύλλας. Δυτικά, η σπηλιά άνοιγε προς τη μεριά του αδιαπέραστου Ερέβους. Μέσα κατοικούσε η Σκύλλα, όπου σαν σκυλί γάβγιζε φοβερά. Τα δώδεκα πόδια της ήταν υποανάπτυκτα. Τα έξι τρομερά κεφάλια της βρίσκονταν το καθένα πάνω σε ένα μακρύ λαιμό. Στα στόματα φύτρωναν τα θανατηφόρα δόντια της σε τρεις σειρές. Με αυτόν τον τρόπο ψάρευε. Έβγαζε τα κεφάλια από το σπήλαιο και αναζητούσε ανάμεσα στους βράχους δελφίνια, φώκιες ή μεγαλύτερα θαλάσσια τέρατα.
Όταν το πλοίο του Οδυσσέα πέρασε από εκεί και ο ήρωας ακολούθησε τη συμβουλή της Κίρκης να αποφύγει τον άλλο βράχο, η Σκύλλα άρπαξε έξι άνδρες από το πλήρωμα και τους έφαγε. Κάτω από τον άλλο βράχο ζούσε η Χάρυβδη. Τρεις φορές την ημέρα η Χάρυβδη ρούφαγε το νερό της θάλασσας και τρεις φορές το ξανάβγαζε από μέσα της. Στην κορυφή του βράχου, ο οποίος δεν ήταν τόσο ψηλός όσο ο απέναντι βράχος της Σκύλλας, βρισκόταν μια αγριοσυκιά. Η ίδια η Χάρυβδη ήταν αόρατη.
Αργότερα, στον μύθο της Σκύλλας και της Χάρυβδης προστέθηκαν περισσότερα στοιχεία. Η Χάρυβδη ήταν κόρη της Γαίας και του Ποσειδώνα. Ένας τέρας που καταβρόχθιζε τα πάντα, αφού άρπαξε και τα βόδια του Ηρακλή. Για αυτόν τον λόγο ο Δίας την κατακεραύνωσε και την έριξε στον βυθό της θάλασσας. Σε αντίθεση με τη Χάρυβδη που βασίλευε μόνο στον θαλάσσιο βυθό, η Σκύλλα βασίλευσε σε όλα τα βάθη και πλάτη του κόσμου. Παράλληλα, η μορφή της «εμπλουτίστηκε» και ορισμένες διηγήσεις την περιέγραφαν ως ένα τέρας που είχε ωραία γυναικεία μορφή μέχρι τη μέση, είχε ισχία σκύλας και από και κάτω ήταν ψάρι.
Η «τραγική» Λάμια και εξουσιάστρια των Ταρτάρων
Ο κόσμος μιλούσε για Λάμιες και Έμπουσες στον πληθυντικό αριθμό, κάτι που συνεπάγεται πως τα δύο ονόματα έλεγαν το ίδιο πράγμα. Σε μία εκδοχή, η μητέρα της Σκύλλας δεν ήταν η Εκάτη, αλλά η Λάμια. Στο σημείο αυτό, οι ιστορίες αυτές ξεπέρασαν τα όρια της μυθολογίας και έγιναν παραμύθια τα οποία δεν ανήκαν πια στους ναυτικούς, αλλά στις παραμάνες, οι οποίες τα έλεγαν για να τρομάξουν ή να διασκεδάσουν τα μικρά παιδιά….
Το όνομα Λάμια ή Λαμώ σημαίνει καταβροχθίζω. Οι παραμάνες την επικαλούνταν άλλοτε ως Λαμώ αλλά και ως Ακκώ, Αλφιτώ, Γελλώ, Καρκώ και Μορμώ. Η Λάμια έλεγαν πως ήταν μια βασίλισσα που κυβερνούσε στη Λιβύη. Εκεί μάλιστα έδειχναν και τη σπηλιά της. Ο Δίας την αγαπούσε γιατί ήταν ωραία και έκανε παιδιά μαζί της που έπεσαν θύματα της ζήλιας της Ήρας. Από τότε, από τη στενοχώρια της, ήταν άσχημη και άρπαζε από φθόνο τα παιδιά των άλλων μανάδων. Είχε ταυτόχρονα και την ικανότητα να βγάζει τα μάτια της και μπορούσε να παίρνει όλες τις μορφές. Αν κατόρθωναν να την πιάσουν, μάλιστα, θα έβγαζαν από την κοιλιά της ζωντανά τα παιδιά που είχε αρπάξει.
Η Λάμια ήταν μια όμορφη βασίλισσα που έπεσε στη δυσμένεια της Ήρας..
Η Λάμια είχε στην κατοχή της έναν πύργο, όπως και ο Κρόνος. Κανείς δεν μπορούσε να ξέρει αν στην πραγματικότητα ήταν θεά ή θεός ή τελικά και τα δύο. Ο αρχαίος σατυρικός ποιητής, Αριστοφάνης, που διέσωσε αυτή την προσέγγιση του μύθου, τον παράλλαξε και τον διακωμώδησε. Μιλούσε για τα μέλη του σώματος της Λάμιας, τα οποία δεν ήταν καθόλου θηλυκά. Άλλωστε, ήταν γνωστή για τις σφοδρές ερωτικές της επιθυμίες και αργότερα πολλές εταίρες τις φώναζαν Λάμιες.
Η ικανότητα να αλλάζει μορφή δεν ήταν μόνο προνόμιο της Λάμιας και της Σκύλλας, αλλά και της Έμπουσας. Αυτό το όνομα ήταν κάποτε απλώς μια άλλη ονομασία της Εκάτης, άλλοτε όμως εμφανιζόταν και ως ανεξάρτητη θεά. Αν συναντούσε κάπου κανείς την Έμπουσα στην είσοδο του κάτω κόσμου, όπως συνέβη σε ένα έργο του Αριστοφάνη, αυτή η τερατώδης μορφή εμφανιζόταν άλλοτε σαν αγελάδα, άλλοτε σαν μουλάρι, άλλοτε σαν ωραία γυναίκα και άλλοτε σαν σκύλα.
Αν και ορισμένοι έκαναν λόγο χάλκινα σανδάλια που η Εμπουσα φορόυσε, ως εξουσιάστρια στα Τάρταρα, οι περιγραφές του Αριστοφάνη, βέβαια έγιναν ακόμη πιο γελοίες. Το πρόσωπο της Έμπουσας έλαμπε σαν φωτιά και μόνο το ένα της πόδι ήταν χάλκινο. Το άλλο πόδι της όμως ήταν τόσο λερωμένο από την κοπριά του ζώου που δεν έμοιαζε πια σαν κανονικό πόδι, αλλά σαν πόδι από κοπριά!
Πληροφορίες αντλήθηκαν από: Η Μυθολογία των Ελλήνων του Καρλ Κερένυϊ, Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ. …
[mixanitouxronou.gr]