Την εκίμηση ότι οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν πλέον στην πώληση των F-16, εξέφρασε ο ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, Παναγιώτης Ιωακειμίδης, μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή, νωρίτερα σήμερα το πρωί.
«Νομίζω ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα προχωρήσουν πλέον στην πώληση των F-16. Δε νομίζω ότι το Κογκρέσο θα προβάλει πλέον κάποια ισχυρή ένσταση, τέτοια που θα μπορούσε να καθυστερήσει σημαντικά ή να ματαιώσει την εν λόγω πώληση», είπε αρχικά ο κ. Ιωακειμίδης, ενώ εξήγησε πως αυτό που παραμένει ως εκκρεμότητα είναι να υπάρξει μία επιστολή από την Τουρκία, που να επιβεβαιώνει πως τα F-16, δεν θα χρησιμοποιηθούν για επιθετικούς λόγους και κυρίως εναντίον της Ελλάδας.
Ο καθηγητής δεν παρέλειψε να χαρακτηρίσει πετυχημένο το παζάρι του Τούρκου προέδρου για την διασύνδεση μεταξύ της αγοράς των F-16 και της ένταξης της Σουηδίας. «Η Τουρκία τελικώς εξασφάλισε την αγορά των F-16, όπως άλλωστε επεδίωκε», επεσήμανε και συμπλήρωσε:
«Παράλληλα θα προχωρήσει και η αγορά των F-35 από την Ελλάδα. Από τη στιγμή που η Τουρκία αποκλείστηκε από το πρόγραμμα των F-35 ο εκβιασμός ή η διασύνδεση που έκανε με την ένταξη της Σουηδίας απεδείχθη από πλευράς Τουρκίας επιτυχής. ΗΠΑ και Τουρκία αισθάνονται κατά κάποιο τρόπο ότι έχουν επιτύχει το άριστο δυνατό αποτέλεσμα κάτω από τις τρέχουσες συνθήκες».
«Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι μια απόλυτη κατοχύρωση»
Σε ό,τι αφορά στις εγγυήσεις της Τουρκίας για τη μη χρήση των F-16 εναντίον της Ελλάδας ο κ. Ιωακειμίδης σχολίασε πως αυτού του τύπου οι δεσμεύσεις, οι οποίες δεν αυστηρό νομικό χαρακτήρα, έχουν πάντοτε μια σχετικότητα, ενώ υπογράμμισε πως η κάθε χώρα έχει την ελευθερία να τις ερμηνεύσει με τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο για την ίδια.
«Δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι είναι μια απόλυτη κατοχύρωση σε ότι αφορά στην Ελλάδα. Αυτή η εξέλιξη θίγει και το τι θα γίνει με τον εναέριο χώρο: το αν θα παραμείνουμε στο καθεστώς που έχουμε σήμερα, το οποίο ερμηνεύεται διαφορετικά από τις δύο πλευρές και που πάντως αποτελεί μία κατά κάποιο τρόπο διαφορά μεταξύ των δύο πλευρών, που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί», σημείωσε και κατέληξε λέγοντας:
«Εάν προχωρήσουμε στη διευθέτηση των θαλασσίων ζωνών, μεταξύ των οποίων και του εύρους των χωρικών υδάτων, θα πρέπει παράλληλα να προχωρήσουμε και στην εναρμόνιση του εναέριου χώρου. Δεν μπορεί να παραμένουν δύο διαφορετικά καθεστώτα για τη θαλάσσια ζώνη και για τον εναέριο χώρο. Αυτό δεν συνάδει με το διεθνές δίκαιο και ως εκ τούτου, από αυτή την άποψη τουλάχιστον, θα αποκατασταθεί μία αρμονία μεταξύ των δύο των δύο χωρών, της θάλασσας και του αέρα».