Λόγος Καποδίστρια όταν έφτασε στην Αίγινα να αναλάβει Κυβερνήτης.
Μετά τη ναυμαχία του Ναυαρίνου η Ελληνική Κυβέρνηση εξέδωσε ψήφισμα, που καλούσε τον Ιωάννη Καποδίστρια να έρθει στην Ελλάδα το ταχύτερο. Από το Τορίνο που βρισκόταν το Νοέμβριο του 1827, πήγε στην Ανκώνα, από όπου απέπλευσε στις 20 Δεκεμβρίου 1827 ή 11 Ιανουαρίου 1828 με το πλοίο Γουλφ, το οποίο τον μετέφερε ανοιχτά της Κέρκυρας στο πολεμικό Γουώρσπαϊτ, που έφτασε στην Μάλτα στις 28 Δεκεμβρίου ή 9 Ιανουαρίου 1828. Εκεί συνάντησε σε φιλική ατμόσφαιρα το ναύαρχο Κόδριγκτον, που αποδέχτηκε το αίτημα του Καποδίστρια να τον συνοδέψουν στην Ελλάδα τρία συμμαχικά πλοία. Ανεξάρτητα από την πολιτική συγκυρία της εποχής, που ήταν σχετικά αρνητική για την Ελλάδα και τον Κυβερνήτη, ο Κόδριγκτον λειτούργησε σύμφωνα με το πνεύμα της Συνθήκης του Λονδίνου (6-7-1827), και ο Καποδίστριας έφυγε από τη Μάλτα στις 2/14 Ιανουαρίου 1828 με κατεύθυνση την Αίγινα, όπου και η έδρα τότε της Αντικυβερνητικής Επιτροπής.
Το πλοίο «Γουώρσπαϊτ» όμως, που τον μετέφερε, εμποδίστηκε από αντίθετο άνεμο και στις 6/18 Ιανουαρίου 1828 κατέφυγε στον Αργολικό Κόλπο. Την επόμενη 7/19 Ιανουαρίου 1828 κατέβηκε στη πόλη του Ναυπλίου και παρακολούθησε τη θεία λειτουργία στο ναό του Αγίου Γεωργίου. Η υποδοχή ήταν αποθεωτική, αλλά και η συγκυρία κρίσιμη καθόσον η πόλη σπαράσσονταν από εμφύλια διαμάχη. Ο Γρίβας και Στράτος βομβάρδιζαν ο ένας τον άλλο από το Παλαμήδι και την Ακροναυπλία. Η πρώτη ενέργεια ως Κυβερνήτη ήταν να τους δώσει διαταγή να σταματήσουν, πράγμα το οποίο έκαναν, υποσχόμενοι ενώπιον του «να τηρήσουν την ησυχίαν και ευταξίαν εις τας φρουράς των και εις τον τόπον».
Ήδη από την αποβίβαση του στο Ναύπλιο ο Κυβερνήτης αντελήφθη ότι η χώρα έμοιαζε μ’ ένα σωρό ερείπια. Παραγωγή δεν υπήρχε ούτε χέρια να επιδοθούν στην καλλιέργεια της γης λόγω ανασφάλειας, αφού κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο τυραννούσε σαν κατακτητής το γυμνό και άστεγο πληθυσμό, που είχε καταφύγει στα βουνά και τις σπηλιές.
Στη συνέχεια αναχώρησε για την Αίγινα με το παραπάνω αγγλικό πλοίο «Γουώρσπαϊτ» συνοδευόμενος από το γαλλικό πολεμικό «Ήρα» και το ρωσικό «Ελένη».
Στις 11/24 Ιανουαρίου 1828 αποβιβάστηκε στην Αίγινα, που ήταν η έδρα της Κυβέρνησης και παρακολούθησε στην Μεγάλη Εκκλησία, τον Μητροπολιτικό ναό, τη θεία λειτουργία.
Εκεί με μια εμπνευσμένη ομιλία τον προσφώνησε ο Θεόφιλος Καΐρης, αλλά την εικόνα που συνάντησε περιγράφει ο ίδιος ο Κυβερνήτης στη συνομιλία του με το Γεωργάκη Μαυρομιχάλη, όπως μας την παρέδωσε ο Γ. Τερτσέτης στα «Απόλογα του Καποδίστρια»:
«Είναι καιροί που πρέπει να φορούμε όλοι ζώνη δερματένια και να τρώμε ακρίδες και μέλι άγριο. Είδα πολλά εις την ζωήν μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφτασα εδώ εις την Αίγινα δεν είδα κάτι παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ιδεί… «Ζήτω ο Κυβερνήτης, ο σωτήρας μας, ο ελευθερωτής μας» εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από τις σπηλιές. Δεν ήτον το συναπάντημα μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος. Η γη εβρέχετο με δάκρυα. Εβρέχετο η μυρτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από τον γιαλό ως την εκκλησία. Ανατρίχιαζα μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού μου έσχιζε την καρδιά μου….» και καταλήγει ο Καποδίστριας λέγοντας «Κατεβαίνω ως πολεμιστής εις το στάδιον, θα πολεμήσω ως κυβέρνησις, δεν λαθεύομαι τον έρωτα των προνομίων που είναι φυτευμένος εις ψυχές πολλών, το ονειροπόλημα των λογιοτάτων, ξένων πρακτικών ζωής, το φιλύποπτο, κυριαρχικό και ανήμερο αλλοεθνών ανδρών. Η νίκη θα είναι δική μας αν βασιλεύση εις την καρδιάν μας μόνο το αίσθημα το ελληνικό. Ο φιλήκοος των ξένων είναι προδότης».
Ο Ιωάννης Καποδίστριας στην Αίγινα εγκαθίσταται στο Κυβερνείο, μέχρι τότε οικία Μοίρα, όπου και η έδρα της κυβέρνησής του και του Πανελληνίου, διορισμένου αντιπροσωπευτικού σώματος, με το οποίο στην αρχή αντικατέστησε τη Βουλή. Ο Κυβερνήτης από την πρώτη του επαφή με την ελληνική χώρα και το λαό της αντιλήφθηκε άμεσα ότι το κράτος και στην πιο υποτυπώδη του έννοια δεν υπήρχε. Αυτή την πραγματικότητα, που εντελώς περιληπτικά περιγράφεται παραπάνω προσπάθησε ο Κυβερνήτης να διαμορφώσει εφαρμόζοντας ένα συνεπή και καθορισμένο προγραμματισμό. Στην προσπάθεια του αυτή έπρεπε να ανταποκριθεί σε δύο τουλάχιστον σχηματοποιημένες αντιλήψεις. Από τη μία οι λαϊκές προσδοκίες και ελπίδες για την πραγμάτωση των ιδανικών της δικαιοσύνης και της ισότητας, που τον ανήγαγαν σε θεόπεμπτο αρχηγό. Από την άλλη πλευρά οι προσδοκίες των ηγετικών ομάδων (προεστών, οπλαρχηγών, κοτζαμπάσηδων, φατριών), που περίμεναν το νέο ελληνικό κράτος να εξασφαλίσει την προνομιακή μεταχείριση που είχαν στο παλιό καθεστώς (οθωμανικό σύστημα).
Γιώργος Τσατήρης
Δικηγόρος πρώην Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Αίγινας και υπεύθυνος του Δικτύου Πόλεων Ιωάννης Καποδίστριας. Το παρόν κείμενο αποτελεί απόσπασμα από εισήγηση σε ημερίδα που διοργάνωσε «το Ίδρυμα Διεθνών Νομικών Μελετών Ηλίας Κρίσπης» στο Ναύπλιο τον Ιούνιο του 2010.