Το μόνιμο ρεφρέν είναι ότι η Γερμανία, λόγω οικονομικής ισχύος, αποτελεί τον ηγέτη της Ευρώπης, το πρότυπο της νοικοκυροσύνης και της αυτοσυγκράτησης. Στην πραγματικότητα, η Γερμανία ούτε είναι ούτε μπορεί ούτε της ταιριάζουν όλοι αυτοί οι ρόλοι. Γιατί το Βερολίνο έχει το «κουσούρι» της επιβολής στους άλλους και της πονηριάς για το ίδιο.
του Βασίλη Γαλούπη
Η Γερμανία θέλει να καθορίζει τα πάντα. Με αδίστακτη σκληρότητα για τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, αλλά με τους βολικούς για την ίδια οικονομικούς και διπλωματικούς όρους. Είναι αδιανόητο για τους Γερμανούς να αποκτήσουν το κύρος και την ευθύνη του ηγέτη της Ένωσης, όταν μυωπικά κρίνουν τα πάντα με λογαριασμούς που εξυπηρετούν μόνο τους ίδιους. Ηγέτης με νοοτροπία μπακάλη δεν γίνεται.
Πέρα από ακατάλληλος ηγεμόνας, η Γερμανία κάποιες φορές σκοντάφτει ακόμα και στην ίδια τη δική της πραγματικότητα. Ακριβώς αυτή η νοοτροπία είναι που οδήγησε στις 20 Νοεμβρίου τον Ρόμπερτ Χάμπεκ, τον πανίσχυρο υπουργό Οικονομικών, να κάνει τη σοκαριστική δήλωση ότι «ο πυρήνας της γερμανικής οικονομίας διακυβεύεται». Κι ας έτρεξε ο καγκελάριος Σολτς να βρει μια λύση.
Μέχρι λίγα χρόνια πριν, το γερμανικό οικονομικό μοντέλο, με τις ισχυρές εξαγωγές του, τη χαμηλή ανεργία και την παραγωγική βιομηχανία, διαφημιζόταν επιθετικά ως πηγή θαυμασμού. Η υπόλοιπη Ευρώπη έπρεπε να θρηνεί για την αδυναμία της να μιμηθεί την ισχυρή και πλούσια Γερμανία.
Μέχρι που προχθές ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς μιλώντας στο γερμανικό Κοινοβούλιο προειδοποίησε τον γερμανικό λαό πως έρχονται δύσκολες μέρες και ζήτησε να κηρυχθεί κατάσταση «έκτακτης δημοσιονομικής ανάγκης» στη Γερμανία. Οι εποχές που η θηλιά του Βερολίνου τυλιγόταν με αδικαιολόγητη βία γύρω από τον ελληνικό λαιμό έχουν περάσει. Τώρα η θηλιά της οικονομικής πίεσης άρχισε να σφίγγει την ίδια την Καγκελαρία.
Καταλύτης για να σηκωθεί το σεντόνι και να αποκαλυφθούν οι αδυναμίες της γερμανικής οικονομίας ήταν η πρόσφατη απόφαση-ορόσημο του Συνταγματικού Δικαστηρίου της χώρας ότι η κυβέρνηση Σολτς ενήργησε ανάρμοστα, αλλά και δολίως παίρνοντας τα 60 δισ. ευρώ που είχαν δανειστεί το 2020 για την καταπολέμηση της πανδημίας και μεταφέροντάς τα σε ένα νέο ταμείο για τη χρηματοδότηση έργων πράσινης τεχνολογίας. Χαρακτήρισε τη μετατόπιση των 60 δισ. αντισυνταγματική, ανοίγοντας τον ασκό του Αιόλου.
Η δημιουργική λογιστική, για την οποία κάποτε η Μέρκελ και ο Σόιμπλε «κρεμούσαν» την Ελλάδα στα μανταλάκια των διεθνών ΜΜΕ, αποτελεί τελικά μια πρακτική και του Σολτς.
Τα συνολικά σχέδια δαπανών της Γερμανίας τινάζονται στον αέρα. Πρακτικά, η απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου της χώρας αποκάλυψε μια τρύπα 60 δισ. στο οικονομικό πλάνο του Σολτς. Η νοικοκυροσύνη του Βερολίνου αποδείχθηκε τεχνητή, αν όχι σκέτη απάτη.
Συνεπώς, αυτό σημαίνει τα εξής:
Επηρεάζονται όλα τα υπουργεία, αφού οδηγούνται σε παύσεις νέων δαπανών.
Δεν μπορούν να αναληφθούν νέες οικονομικές δεσμεύσεις, εκτός από εξαιρετικές περιστάσεις.
Απειλούνται δισεκατομμύρια ευρώ σε επιδοτήσεις που στοχεύουν σε προσέλκυση νέων βιομηχανιών και τεχνολογιών.
Ο προϋπολογισμός του 2024 είναι στον αέρα, αφού επηρεάζεται η οικονομική ανάπτυξη για την επόμενη χρονιά. Για το 2023 ήδη αναμένεται συρρίκνωση.
Για τη Γερμανία μια τέτοια κατάσταση είναι ασυνήθιστη. Όμως, η Κομισιόν είναι «διαιτητής» που σφυρίζει πάντα υπέρ του δυνατού. Στο πλευρό του Σολτς έσπευσε ήδη η Φον ντερ Λάιεν.
Η Γερμανίδα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ζητά ουσιαστικά να εξαιρούνται από τις δαπάνες των κρατών τα εξοπλιστικά προγράμματα λόγω Ουκρανίας, κάτι που εξυπηρετεί στην παρούσα φάση κυρίως τον Σολτς. Οταν, όμως, η Ελλάδα, με τις διαχρονικά αυξημένες αμυντικές δαπάνες λόγω Τουρκίας, έκανε ανάλογα αιτήματα στα μαύρα χρόνια των Μνημονίων, η Κομισιόν έλεγε «όχι» δίχως δεύτερη κουβέντα.
Η Γερμανία είναι τόσο προτεσταντικά προσηλωμένη στα οικονομικά, που το 2009 έγινε η μοναδική μεγάλη βιομηχανική οικονομία στον κόσμο που επέβαλε η ίδια όρια δανεισμού στον εαυτό της – ένα δόγμα που τώρα της γυρίζει μπούμερανγκ.
Από τη δικαστική απόφαση και μετά, ο Σολτς νιώθει την καρέκλα του να τρίζει. Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ πέταξε… βόμβα, ζητώντας πρόωρες εκλογές παράλληλα με τις ευρωεκλογές, φοβούμενος ότι ο καγκελάριος, στην αγωνία του να βρει λεφτά για να βουλώσει την τρύπα, μπορεί να καταργήσει ή να αλλάξει το «φρένο χρέους».
Τελικά, ο Σολτς ενέκρινε έναν συμπληρωματικό προϋπολογισμό για το τρέχον έτος 2023, αναστέλλοντας το «φρένο». Για να το κάνει έπρεπε να συντρέχει έκτακτη ανάγκη, κι έτσι επικαλέστηκε την ενεργειακή κρίση.
Είναι ένα πικρό χάπι που καταπίνει ο Γερμανός καγκελάριος με το να παρακάμπτει τους κανονισμούς του ίδιου του Βερολίνου ώστε να προχωρήσει σε δαπάνες, όταν για τις οικονομίες άλλων χωρών διατηρεί την πιο άκαμπτη στάση.
Η υποκριτική πολιτική δύο μέτρων και δύο σταθμών φαίνεται να εξελίσσεται σε δόγμα για τη Γερμανία. Το αποδεικνύει και το τωρινό αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγηθεί, κάτι που την αναγκάζει να χρησιμοποιεί τις μεθόδους για τις οποίες «τιμωρεί» άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Κάπως έτσι, η Γερμανία, με τις οικονομικές -κι όχι μόνο- εμμονές της, αλλά και τις λοξοδρομήσεις από τους κανόνες όποτε είναι για το δικό της καλό, συνεχίζει να τραβά όλη την Ευρώπη στον πάτο μαζί της. Και δεν είναι η πρώτη φορά…
Βιογραφικό
Γεννήθηκε το 1958 και από τον Δεκέμβριο του 2021 είναι καγκελάριος της Γερμανίας. Οι λουθηρανοί γονείς του εργάζονταν στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου κι εργάστηκε στη δικηγορική εταιρία Zimmerman Scholz und Partner. Εντάχθηκε στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) στα 17 του και το 2009 έγινε αναπληρωτής αρχηγός. Ως φοιτητής επέκρινε το ΝΑΤΟ, χαρακτηρίζοντάς το «ιμπεριαλιστικό». Για πρώτη φορά εξελέγη βουλευτής το 1998, ενώ το 2011 έγινε δήμαρχος Αμβούργου. Το 2007-09 ήταν υπουργός Εργασίας στην κυβέρνηση συνασπισμού της Μέρκελ. Το 2018-21 διορίστηκε υπουργός Οικονομικών, εγκρίνοντας ένα πρωτοφανές πακέτο τόνωσης της οικονομίας 130 δισ. ευρώ στις αρχές τις πανδημίας. Υπηρετεί ως ομοσπονδιακός καγκελάριος της Γερμανίας από τις 8 Δεκεμβρίου 2021.