Γιατί οι δωροδοκίες της CIA ξεκίνησαν από την Ιταλία…
Φεβρουάριος 1947. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε ξεκινήσει και οι ΗΠΑ, σε αντίθεση με τους Σοβιετικούς, ακόμα δεν διέθεταν μία σοβαρή και αποτελεσματική μυστική υπηρεσία πληροφοριών. Ένας από τους πρώτους και βασικούς συναγερμούς που στάθηκαν ως αφορμή για την ίδρυση της CIA και την εφαρμογή του Σχεδίου Μάρσαλ ήταν η κομμουνιστική απειλή στην Ελλάδα.
Το Μάρτιο του 1947 έγινε γνωστό ότι θα έπαυε η στρατιωτική και οικονομική βοήθεια της Αγγλίας προς την Ελλάδα. Το ενδεχόμενο αυτό έσπειρε τον τρόμο στα υψηλά κλιμάκια του Κογκρέσου και του Πενταγώνου. Σε περίπτωση που η Ελλάδα υπαγόταν στη σοβιετική σφαίρα επιρροής, θα άλλαζαν οι εύθραυστες ισορροπίες σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη, αλλά και τη Μέση Ανατολή. Η γεωγραφική θέση της χώρας ήταν κομβική και η στρατηγική της σημασία τεράστια.
Έτσι, η Αμερική αντέδρασε άμεσα.
«Η Ελλάδα απειλείται από τις τρομοκρατικές δραστηριότητες αρκετών χιλιάδων ενόπλων. Πιστεύω ότι η πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών πρέπει να συνίσταται στην υποστήριξη των ελεύθερων λαών που αντιστέκονται στις απόπειρες υποδούλωσής τους από ένοπλες μειονότητες ή εξωτερικές πιέσεις», προετοίμασε το έδαφος ο πρόεδρος Τρούμαν.
Οι ΗΠΑ έπρεπε να θέσουν τη χώρα υπό τον έλεγχό τους και να καθοδηγούν απόλυτα την πολιτική ζωή. Κι αυτό έπρεπε να γίνει παρασκηνιακά. Έτσι, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, η Αθήνα μετατράπηκε σε μία από τις σημαντικότερες και καλύτερα ελεγχόμενες αμερικανικές βάσεις στην Ευρώπη.
Εκατομμύρια δολάρια είχαν μπει στα ταμεία του ελληνικού κράτους, ενώ οι αποθήκες του ελληνικού στρατού είχαν γεμίσει με όπλα, πυρομαχικά, πολεμικά σκάφη και βόμβες Ναπάλμ. Αμερικανοί στρατιώτες, τεχνοκράτες και μυστικοί πράκτορες είχαν επίσης εισρεύσει μαζικά στη χώρα. Το σχέδιο έδειχνε να λειτουργεί, όμως επικρατούσε μία σύγχυση σχετικά με το ποιος ήταν επικεφαλής του.
Ήταν προφανές ότι πλέον δεν υπήρχαν άλλα περιθώρια για πειράματα. Η ίδρυση μίας μυστικής υπηρεσίας πληροφοριών στελεχωμένη από τους κορυφαίους, και ικανή να ελέγχει και να φέρει εις πέρας ανάλογες κατασκοπευτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό, ήταν επιτακτική ανάγκη.
Οι απόπειρες που είχαν γίνει ως τότε, με την OSS (Office of Strategic Services) και την Κεντρική Ομάδα Πληροφοριών, είχαν αποτύχει παταγωδώς. Κι αυτό διότι στηρίζονταν σε ένα ασαφές νομοθετικό πλαίσιο, ενώ υπήρχε έλλειψη συγκροτημένης οργάνωσης και παντελής ασυμφωνία μεταξύ Πενταγώνου και Κογκρέσου. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά ή στην καλύτερη περίπτωση γραφικά.
Η ίδρυση της CIA
«Η νέα υπηρεσία θα τελεί υπό τον έλεγχο ενός σχετικά μικρού αλλά επίλεκτου σώματος ανδρών, παθιασμένων με την ανωνυμία. Τα μόνα συστατικά της επιτυχίας είναι η σκληρή δουλειά, η εμπεριστατωμένη αξιολόγηση και ο κοινός νους».
Η ομιλία του Αλέν Ντάλες στο μυστικό σεμινάριο επί ζητημάτων κατασκοπείας που διεξήχθη τον Ιούνιο του 1947 ενώπιον λίγων κι επίλεκτων μελών του Κογκρέσου, έδινε την εντύπωση ενός φιλόδοξου κι αδίστακτου άντρα που είχε κατά νου ένα ξεκάθαρο μοντέλο οργάνωσης της CIA.
Ο Ντάλες, δικηγόρος στο επάγγελμα και πρώην επικεφαλής του OSS σε χώρες της Ευρώπης, είχε οραματιστεί μία μυστική υπηρεσία που θα συνέχιζε το έργο του OSS. Και στην διοίκησή της είχε τοποθετήσει τον εαυτό του. Τόσο τα μέλη του Κογκρέσου, όσο και ο Τρούμαν πείστηκαν από το όραμά του.
Έτσι, στις 18 Σεπτεμβρίου του 1947, με μια προσθήκη στο Νόμο περί Εθνικής Ασφαλείας δόθηκε κι επίσημα νόμιμη υπόσταση στη νέα υπηρεσία, την CIA. Βέβαια, η σύνταξη επίσημου καταστατικού και η έγκριση κονδυλίων χρηματοδότησης από το Κογκρέσο θα αργούσαν δύο χρόνια ακόμα.
Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν απέτρεψε την υπηρεσία από το να θέσει σε εφαρμογή τις πρώτες μεγαλεπήβολες επιχειρήσεις της και να αντιμετωπίσει στα ίσα τη σοβιετική διεθνή κατασκοπεία.
Επιχείρηση #1: Ιταλία
Στις 14 Δεκεμβρίου του 1947, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, στο οποίο θεωρητικά υπαγόταν σε μεγάλο βαθμό η CIA, εξέδωσε τις πρώτες, άκρως απόρρητες διαταγές του προς τη νεοσύστατη υπηρεσία. Καλούσε τους διοικητές της να οργανώσουν ένα σχέδιο συντριβής των κομμουνιστών της Ιταλίας στις επερχόμενες εκλογές του Απριλίου του 1948. Ήταν μια επιχείρηση ζωτικής σημασίας.
Αφενός έπρεπε η «αρχαιότερη έδρα του δυτικού πολιτισμού» να μείνει εκτός του σοβιετικού ραντάρ και αφετέρου ήταν σημαντικό η παρθενική επιχείρηση της αμερικανικής μυστικής υπηρεσίας να στεφθεί με απόλυτη επιτυχία. Έτσι, ξεκίνησαν οι πυρετώδεις συσκέψεις, όπου «έπεσαν στο τραπέζι» οι πρώτες ιδέες. Μία ένοπλη σύρραξη σε καμία περίπτωση δεν βρισκόταν εντός του φάσματος των επιλογών. Όλοι ήξεραν ότι το «παιχνίδι» έπρεπε να παιχτεί πολιτικά και παρασκηνιακά.
Ο σταθμάρχης της CIA στη Ρώμη, είχε ενημερώσει τη βάση ότι σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, θα χρειάζονταν τουλάχιστον 10.000.000 δολάρια προκειμένου να εξασφαλιστεί η ήττα των κομμουνιστών. Το ποσό δεν ήταν αστρονομικό, όμως για τη CIA που ακόμα δε διέθετε δικό της απόθεμα, ούτε επίσημο προϋπολογισμό, αποτελούσε πρόβλημα.
Ο Άλεν Ντάλες αναγκάστηκε να απευθυνθεί σε επιχειρηματίες, τραπεζίτες και πολιτικούς. Ο στενός του φίλος και συνεργάτης, Τζέιμς Φόρεσταλ, στράφηκε στον υπουργό Οικονομικών. Εν τέλει, κατόρθωσαν να τον πείσουν να εκταμιεύσει χρήματα από το Ταμείο Συναλλαγματικής Σταθερότητας προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το σχέδιο. Τα λεφτά είχαν βρεθεί, έμενε μόνο να τεθεί σε εφαρμογή η επιχείρηση.
Μέσα σε λίγους μήνες, οι τσέπες δεκάδων Ιταλών πολιτικών, αξιωματούχων και ιερέων γέμισαν με εκατομμύρια δολάρια. «Θα προτιμούσαμε να τα είχαμε κάνει όλα αυτά με έναν πιο κομψό τρόπο. Η διακίνηση μαύρου χρήματος σε βαλίτσες με σκοπό τον επηρεασμό μιας εκλογικής αναμέτρησης δεν είναι στην πραγματικότητα ένα εξαιρετικά ευχάριστο γεγονός», παραδέχθηκε μετέπειτα ο πράκτορας που είχε τεθεί επικεφαλής της επιχείρησης, Μαρκ Γουάιατ. Ωστόσο, το αποτέλεσμα ήταν το επιθυμητό.
Οι Ιταλοί Χριστιανοδημοκράτες επικράτησαν με ευκολία στην εκλογική αναμέτρηση, ενώ οι κομμουνιστές αποκλείστηκαν πλήρως από το σχηματισμό κυβέρνησης.
Τα πρώτα πειράματα σε Ελλάδα και Ιταλία είχαν στεφθεί με απόλυτη επιτυχία. Στην μία περίπτωση ήταν η πολεμική σύγκρουση και στην άλλη η εκτεταμένη δωροδοκία.
Σχέδιο Μάρσαλ
Παρά τους πρώτους θριάμβους στη Μεσόγειο, οι σοβιετικές δυνάμεις στην υπόλοιπη Ευρώπη ήταν πιο απειλητικές από ποτέ. Οι πληροφορίες που έφταναν στην Ουάσιγκτον έκαναν λόγο για επικείμενες εισβολές των Ρώσων σε διάφορα κράτη.
Ο Τρούμαν βρισκόταν σε πανικό. Συγκάλεσε έκτακτο συμβούλιο, κατά το οποίο απαίτησε την έγκριση ενός μεγαλεπήβολου εγχειρήματος που θα έφερε την ονομασία του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζορτζ Μάρσαλ, ο οποίος ήταν και εμπνευστής του.
Το «Σχέδιο Μάρσαλ» προέβλεπε την οικονομική ενίσχυση της, καθημαγμένης από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, Ευρώπης.
Βασιζόταν στην απλή συλλογιστική ότι η φτώχεια στην Ευρώπη θα έριχνε τους λαούς της στην αγκαλιά των κομμουνιστών, όπως η κρίση του 1929 είχε ωθήσει στους Ναζί και τους φασίστες.
Έτσι, η Αμερική, ως «μέγας ευεργέτης» θα παρείχε σε δεκαέξι κράτη δισεκατομμύρια δολάρια, τόσο σε μετρητά, όσο και σε μορφή υποδομών, όπλων, τεχνογνωσίας και εξοπλισμού. Φυσικά, τίποτα δεν γινόταν χωρίς ανταλλάγματα.
Κάθε κράτος που λάμβανε βοήθεια, ήταν υποχρεωμένο να αποταμιεύσει ένα αντίστοιχο ποσό στο δικό του νόμισμα. Το 5% των κονδυλίων αυτών, που ανερχόταν σε πάνω από 685 εκατομμύρια δολάρια, θα έμπαινε στα ταμεία της CIA. Η αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών επιτέλους θα αποκτούσε δικούς της πόρους.
Ταυτόχρονα, η άμεση αλλά και η παρασκηνιακή εμπλοκή των ΗΠΑ στο πολιτικό σκηνικό των χωρών που βοηθούσε, ήταν δεδομένη.
Το «Σχέδιο Μάρσαλ» τέθηκε σε εφαρμογή το 1948 και αποτελεί την ουσιαστική έναρξη της οργανωμένης και σφοδρής αντιπαράθεσης μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Θεωρητικά από αυτά τα χρήματα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί και η Σοβιετική Ένωση. Πρακτικά η ΕΣΣΔ δημιούργησε δικό της ταμείο αρωγής των κομμουνιστικών κρατών.
Τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα αγωνίζονταν πλέον επί ίσοις όροις σε ένα πολιτικό πεδίο μάχης που γινόταν ολοένα και πιο «άγριο».