Για τον ποιητή των δύο αρχαιότερων, σπουδαιότερων και ίσως ωραιότερων μνημείων του λόγου που διαθέτει η Ανθρωπότητα: της «Ιλιάδας» και της «Οδύσσειας» δεν γνωρίζουμε τίποτα. Η παράδοση τον θέλει τυφλό ραψωδό στη Χίο ή στη Σμύρνη ή στη Σάμο, κ.λπ. (7 πόλεις ερίζουν περί αυτού).
Πιο εύλογη φαίνεται η άποψη πως τα Ομηρικά έπη δημιουργήθηκαν μέσα στο πλήρωμα του χρόνου με τρόπο «λαϊκό»· άρχισαν δηλαδή να σχηματίζονται την ίδια εποχή που συνέβησαν τα περιστατικά που περιγράφουν και, με συνεχείς συμπληρώσεις και προσθήκες από τους ραψωδούς, συναρμολογήθηκαν σε ενιαίες αφηγήσεις (ραψωδός:ράπτων ωδήν), ώσπου αργότερα, άλλοι ειδικοί λογοποιοί τα κατέγραψαν και, μετά από επίσημες εντολές-εξουσιοδοτήσεις, τα απεκατέστησαν στη μορφή που τα γνωρίζουμε σήμερα. Γι’ αυτό και η εργασία αποκατάστασης στο τελευταίο της στάδιο έχει συνδεθεί με τα ονόματα των Λυκούργου, Σόλωνα, Πεισίστρατου και Ίππαρχου.
Πως όμως θα μπορούσε κάποιος να ετυμολογήσει το όνομα Όμηρος; ας πάμε να δούμε κάποιες εκδοχές.
Η έννοια του ονόματος Όμηρος χρησιμοποιείται για τους αιχμαλώτους. Στην αρχαιότητα, όμηρο αποκαλούσαν που είχε απαχθεί από εχθρικά στρατεύματα ή αντιπάλους. Γι’ αυτό πολλοί φιλόλογοι πιστεύουν ότι το όνομα Όμηρος προέρχεται από τις δύο λέξεις «Ομού» που σημαίνει «μαζί» και το επίθετο «ομός», που σημαίνει «ίδιος, όμοιος, κοινός», και από το ρήμα «αραρίρσκω» που σημαίνει «ενώνω, συνδέω, συνταιριάζω, συνομολογώ», ο «από κοινού συζευγμένος»,ο «εγγυητής συνομολόγησης», «διασφαλιστής συναρμογής», μιας και ο αιχμάλωτος συνήθιζε να δίνεται ως εγγύηση για την εκτέλεση μιας συμφωνίας ή συνθήκης.
Ειδικότερα όμως για τον μεγάλο ποιητή Όμηρο, λέγεται ότι το όνομά του προέρχεται από το συνδυασμό των λέξεων «Μη»+«Οράν» δηλαδή ο «Μη Ορών», ή αλλιώς «ο άνθρωπος που δεν βλέπει». Πράγματι, οι ιστορικές αναφορές λένε ότι ο Όμηρος ήταν τυφλός όταν έγραψε τα δύο μεγάλα Έπη της αρχαιότητας. Για την ετυμολογία τού ονόματος έχουν διατυπωθεί πολλές υποθέσεις και είχαν διαμορφωθεί στην αρχαιότητα αρκετοί μύθοι, αλλά η πιθανότερη εξήγηση είναι και η πιο απλή: η αναγωγή δηλαδή στο ίδιο το ουσ. όμηρος, που η αρχική σημασία του πρέπει να ήταν «αυτός που συνοδεύει, που εξαναγκάζεται να ακολουθήσει», οπότε συνδέεται με το οίμος «δρόμος» + την κατάληξη-ηρος.
Ο ιστορικός Έφορος ετυμολογούσε και αυτός το όνομα αυτό από το «μὴ ὁρᾶν». Άλλοι όμως από τους αρχαίους πίστευαν πως ο ποιητής πήρε το όνομα αυτό σαν παρατσούκλι, επειδή δόθηκε για όμηρος «ἔτι νήπιος ὢν Ὅμηρος ἔφη καὶ αὐτὸς βούλεσθαι ὁμηρεῖν» (Ψ/ Πλουτάρχ. βίος Ομήρου (Β) 2). Άλλη παράδοση πάλι λέει πως «φασί τινες αὐτὸν ὀνομασθῆναι Ὅμηρον διὰ τὸ τὸν πατέρα αὐτοῦ ὅμηρον δοθῆναι ὑπὸ Κυπρίων Πέρσαις» (Περί Ομήρου και Ησιόδου και του γένους και αγώνος αυτών).
Ο J. B. Vico δέχθηκε πως ο Όμηρος έγινε από το «ὁμοῦ-εὕρω» και ο R. Knight από το «ὁμαείρω». Ο Welcker από το «ὁμοῦ-ἄρειν» (δηλαδή συναρμολογώ τραγούδια). Και άλλοι- όπως είπαμε και παραπάνω- από το «ὁμοῦ»και «ἀραρίσκω».
Όποια και να είναι η πιθανή ετυμολόγηση του ονόματος του Ομήρου, το σίγουρο είναι πως στο έργο αυτού του μεγάλου Έλληνα υποκλίνεται όλη η ανθρωπότητα.