Τους λόγους για τους οποίους το Δημογραφικό αποτελεί το νούμερο 1 πρόβλημα της χώρας καταδεικνύουν τα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το 2022. Σε αυτά αποτυπώνεται τεράστια μείωση των γεννήσεων και αξιοσημείωτη αύξηση των θανάτων, δίνοντας και μια απάντηση στο γιατί οι μελέτες των επιστημονικών φορέων δείχνουν μία Ελλάδα των μόλις 7.500.000 κατοίκων το 2050.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ειδικά οι γεννήσεις έχουν μειωθεί κατά το ήμισυ σε σύγκριση με το 1980 και είναι οι λιγότερες των τελευταίων 90 ετών, από όταν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα.
Η σύγκριση με το 1932, το πρώτο έτος για το οποίο υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία, είναι θλιβερή: στην Ελλάδα των 6.200.000 κατοίκων (από αυτούς 1.500.000 ήταν οι πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής, οι οποίοι μόλις είχαν αρχίσει να βγαίνουν από τα παραπήγματα και να μετακομίζουν σταδιακά σε προσφυγικές κατοικίες) οι γεννήσεις ήταν 185.523 και οι θάνατοι 117.593. Αντιθέτως, στην Ελλάδα του 2022, που υποτίθεται ότι απολαμβάνει όλα τα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής, σε σύνολο 10.482.487 κατοίκων οι γεννήσεις ήταν λιγότερες από τις μισές!
Ωστόσο η χώρα στερείται το βασικότερο όλων, δηλαδή κοινής λογικής. Ενώ μόλις τον περασμένο Ιούνιο ανακοινώθηκε πρώτη φορά η σύσταση Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, με διακηρυγμένο στόχο την επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες οικογένειες και τα νέα παιδιά, λίγους μήνες μετά η κυβέρνηση Μητσοτάκη θέσπισε την εργασία 8+5 ωρών ημερησίως. Αντί δηλαδή να βρει τρόπους ώστε οι εργαζόμενοι νέοι να έχουν τα προς το ζην και τον χρόνο να κάνουν οικογένεια, νομιμοποίησε μέχρι πρότινος παράνομες πρακτικές που θα έχουν το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Αναλυτικά, οι γεννήσεις στην Ελλάδα κατά το 2022 ανήλθαν σε 76.541 (39.558 αγόρια και 36.983 κορίτσια), καταγράφοντας μείωση κατά 10,3% σε σχέση με το 2021, όταν ήταν 85.346 (43.998 αγόρια και 41.348 κορίτσια).
Νεκρά βρέφη
Σημειωτέον ότι στις γεννήσεις δεν συμπεριλαμβάνονται οι γεννήσεις νεκρών βρεφών, οι οποίες κατά το 2022 ανήλθαν σε 446, μειωμένες κατά 1,5% σε σχέση με το 2021, όταν ήταν 453.
Σε ό,τι αφορά τους θανάτους, κατά το 2022 ανήλθαν σε 140.801 (70.802 άνδρες και 69.999 γυναίκες) καταγράφοντας μείωση κατά 2,2% σε σχέση με το 2021, όταν ήταν 143.923 (73.420 άνδρες και 70.503 γυναίκες). Οι θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανήλθαν σε 239, μειώνοντας τον δείκτη βρεφικής θνησιμότητας (θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων) από 3,48 το 2021 σε 3,12 το 2022. Επομένως το ισοζύγιο («Φυσική Μεταβολή» είναι ο επιστημονικός όρος που χρησιμοποιεί η ΕΛ.ΣΤΑΤ.) ήταν αρνητικό κατά 64.260 ανθρώπους.
Αυξήθηκαν γάμοι, σύμφωνα συμβίωσης, αλλά και διαζύγια
Αύξηση κατά 6,4% παρουσίασαν οι γάμοι το 2022, καθώς ανήλθαν σε 43.355 (21.381 θρησκευτικοί και 21.974 πολιτικοί). Υπενθυμίζεται ότι το 2021 είχαν πραγματοποιηθεί 40.759 (18.487 θρησκευτικοί και 22.272 πολιτικοί). Τα σύμφωνα συμβίωσης το 2022 ανήλθαν σε 13.157, παρουσιάζοντας αύξηση 13,9% σε σύγκριση με το 2021, όταν ήταν 11.550. Στα σύμφωνα συμβίωσης του έτους 2022 περιλαμβάνονται 394 σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ανδρών και 113 μεταξύ γυναικών.
Τα διαζύγια το 2022 ανήλθαν σε 14.477, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 4% σε σχέση με το 2021 (13.921 διαζύγια). Αναφορικά με τον τύπο διαζυγίου, οκτώ στα δέκα διαζύγια που εκδόθηκαν την τελευταία πενταετία είναι συναινετικά. Κατά το 2022 εκδόθηκαν 11.638 συναινετικά (80,4%) και 1.906 κατ’ αντιδικία διαζύγια (13,2%), ενώ για 933 διαζύγια (6,4%) δεν δηλώθηκε ο τύπος διαζυγίου.
Το 2022 οι περισσότερες αποφάσεις διαζυγίων αφορούν άτομα ηλικίας 40-44 ετών (άνδρες 17,8% και γυναίκες 20%) και ακολουθούν τα άτομα ηλικίας 45-49 ετών (άνδρες 17,6% και γυναίκες 16,4%). Το 65,6% των διαζυγίων που εκδόθηκαν το 2022 αφορά γάμους που διήρκεσαν 10 και πλέον έτη (9.500 διαζύγια). Η αναλογία διαζυγίων ανά 100 γάμους ήταν 33,4 το 2022, έναντι 34,2 το 2021, 41,2 το 2020, 32,1 το 2019 και 32,8 το 2018.