Στην αρχαία Σπάρτη, η κρυπτεία ήταν ένα είδος μυστικής αστυνομίας. Οργανωμένη από την άρχουσα τάξη του σπαρτιατικού κράτους, σκοπό είχε την τρομοκράτηση της κατώτερης τάξης των ειλώτων και την πρόληψη και καταστολή εξεγέρσεων.[1]
Ο Αριστοτέλης, στον οποίο παραπέμπει ο Πλούταρχος, αναφέρει ότι οι έφοροι, κάθε φθινόπωρο, κήρυτταν πόλεμο κατά των ειλώτων, ώστε ο φόνος είλωτα από Σπαρτιάτη να είναι απολύτως νόμιμος, χωρίς φόβο τιμωρίας[2] και τη νύχτα έστελναν εκπαιδευμένους νεαρούς, τους «κρύπτες», οπλισμένους με εγχειρίδια, δηλαδή κοφτερά μαχαίρια, για να σκοτώνουν σε ενέδρα τους πιο επιφανείς, ρωμαλέους και τους πιο απείθαρχους είλωτες στα υπόδουλα στη Σπάρτη χωριά της Λακωνίας και της Μεσσηνίας, ώστε να περιοριστεί η δύναμη των ειλώτων και να καμφθεί οποιαδήποτε βούληση επανάστασης.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, την εποχή της μάχης των Πλαταιών (479 π.χ.) ο υπόδουλος πληθυσμός των ειλώτων ήταν επτά φορές μεγαλύτερος από αυτόν των Σπαρτιατών, και ο φόβος εξεγέρσεων δεν έφευγε ποτέ από το νου και τους σχεδιασμούς της σπαρτιατικής ηγεσίας.
Η κρυπτεία ήταν παρούσα και στο πεδίο της μάχης, ως μονάδα του σπαρτιατικού στρατού. Δεν γνωρίζουμε ποια ακριβώς ήταν η αποστολή της, αλλά πιθανώς είχε να κάνει με ζητήματα ασφάλειας και πληροφοριών. Ο Πλούταρχος στους Βίους Παράλληλους αναφέρει ότι στη μάχη της Σελλασίας, διοικητής της κρυπτείας (Ό ἐπὶ τῆς κρυπτείας τεταγμένος) ήταν ο Δαμοτέλης.
Όπως εξιστορεί ο Πλούταρχος, στο έργο «Λυκούργος» (Βίοι Παράλληλοι)[2]:
Ἐν μὲν οὖν τούτοις οὐδέν ἐστιν ἀδικίας ἴχνος οὐδὲ πλεονεξίας, ἣν ἐγκαλοῦσιν ἔνιοι τοῖς Λυκούργου νόμοις, ὡς ἱκανῶς ἔχουσι πρὸς ἀνδρείαν, ἐνδεῶς δὲ πρὸς δικαιοσύνην. ἡ δὲ καλουμένη κρυπτεία παρ’ αὐτοῖς, εἴ γε δὴ τοῦτο τῶν Λυκούργου πολιτευμάτων ἕν ἐστιν, ὡς Ἀριστοτέλης ἱστόρηκε, ταύτην ἂν εἴη καὶ τῷ Πλάτωνι περὶ τῆς πολιτείας καὶ τοῦ ἀνδρὸς ἐνειργασμένη δόξαν. ἦν δὲ τοιαύτη· τῶν νέων οἱ ἄρχοντες διὰ χρόνου τοὺς μάλιστα νοῦν ἔχειν δοκοῦντας εἰς τὴν χώραν ἄλλως ἐξέπεμπον, ἔχοντας ἐγχειρίδια καὶ τροφὴν ἀναγκαίαν, ἄλλο δὲ οὐδέν· οἱ δὲ μεθ’ ἡμέραν μὲν εἰς ἀσυνδήλους διασπειρόμενοι τόπους, ἀπέκρυπτον ἑαυτοὺς καὶ ἀνεπαύοντο, νύκτωρ δὲ κατιόντες εἰς τὰς ὁδοὺς τῶν εἱλώτων τὸν ἁλισκόμενον ἀπέσφαττον. πολλάκις δὲ καὶ τοῖς ἀγροῖς ἐπιπορευόμενοι τοὺς ῥωμαλεωτάτους καὶ κρατίστους αὐτῶν ἀνῄρουν
Η κρυπτεία περιγράφεται και στο έργο «Νόμοι» (Βιβλίον Α) του Πλάτωνα, στον διάλογο μεταξύ του Μέγιλλου και του Αθηναίου[3]:
ἔτι δὲ καὶ κρυπτεία τις ὀνομάζεται θαυμαστῶς πολύπονος πρὸς τὰς καρτερήσεις, χειμώνων τε ἀνυποδησίαι καὶ ἀστρωσίαι καὶ ἄνευ θεραπόντων αὐτοῖς ἑαυτῶν διακονήσεις νύκτωρ τε πλανωμένων διὰ πάσης τῆς χώρας καὶ μεθ᾽ ἡμέραν. ἔτι δὲ κἀν ταῖς γυμνοπαιδίαις δειναὶ καρτερήσεις παρ᾽ ἡμῖν γίγνονται τῇ τοῦ πνίγους ῥώμῃ διαμαχομένων, καὶ πάμπολλα ἕτερα, σχεδὸν ὅσα οὐκ ἂν παύσαιτό τις ἑκάστοτε διεξιών
Παραπομπές
1. Το Σύνταγμα της Αρχαίας Σπάρτης, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Νομικής, Σταύρος Δημητρόπουλος, Αθήνα 2004, σελ. 30
2. Πλούταρχος, Λυκούργος 28
3. Πλάτων, Νόμοι, Βιβλίον Α, 633c