Ο πρώτος επιστήμονας που μέτρησε την ταχύτητα του φωτός είναι ο Δανός αστρονόμος Όλε Ρέμερ. Εργαζόταν στο Βασιλικό Αστεροσκοπείο των Παρισίων και βασίστηκε σε αστρονομικά δεδομένα για τις μετρήσεις του.
Η ταχύτητα διάδοσης του φωτός στο κενό είναι μία από τις πιο σημαντικές φυσικές σταθερές, που βρίσκει εφαρμογή σε πολλούς τομείς της φυσικής και ισούται περίπου με 300.000 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο (299.792,458 για την ακρίβεια). Η ταχύτητα αυτή είναι ασύλληπτη για τον ανθρώπινο νου. Αν ένα αυτοκίνητο έτρεχε με την ταχύτητα του φωτός, σε ένα δευτερόλεπτο θα έκανε επτάμισι φορές το γύρο τις γης.
Ο πρώτος επιστήμονας που μέτρησε την ταχύτητα του φωτός είναι ο Δανός αστρονόμος Όλε Ρέμερ (1644-1710), που εργαζόταν στο Βασιλικό Αστεροσκοπείο των Παρισίων. Βασιζόμενος σε αστρονομικά δεδομένα, όπως οι εκλείψεις των δορυφόρων του Δία, κατέληξε στην τιμή των 210.000 χιλιομέτρων ανά δευτερόλεπτο. Η μέτρηση του Ρέμερ έχει ιστορική αξία, διότι, εκτός του ότι προσέγγιζε αρκετά την πραγματική τιμή της ταχύτητας, έδειξε για πρώτη φορά ότι η ταχύτητα του φωτός έχει πεπερασμένη τιμή.
Ο Ρέμερ παρουσίασε τα πορίσματα των ερευνών του στη Γαλλική Ακαδημία Επιστημών σε μία σειρά ανακοινώσεών του από τις 22 Αυγούστου έως τις 22 Νοεμβρίου 1676, οπότε αναφέρθηκε στη μέθοδό του για τον υπολογισμό της ταχύτητας των φωτός.
Τα πρακτικά αυτής ακριβώς της συνεδρίασης χάθηκαν και το μόνο που διέσωσε την παρουσίαση του Ρέμερ ήταν ένα άρθρο στο περιοδικό «Journal des sçavans» («Εφημερίδα των Επιστημόνων») της 7ης Δεκεμβρίου 1676.