Αύξηση της πιθανότητας εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων προκαλεί η οστεοαρθρίτιδα στο ισχίο και στο γόνατο, αλλά, όπως ισχυρίζονται Καναδοί ερευνητές, δεν ισχύει το ίδιο όταν η πάθηση εμφανίζεται στο χέρι. Σύμφωνα με τους επιστήμονες που πραγματοποίησαν τη μελέτη σε περισσότερους από 18.000 ανθρώπους, σε ορισμένες περιπτώσεις οι επιπτώσεις της νόσου στο καρδιαγγειακό σύστημα είναι συγκρίσιμες με εκείνες της παχυσαρκίας ή της υπέρτασης.
«Η οστεοαρθρίτιδα αποτελεί σημαντική αιτία νοσηρότητας και δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη δεδομένου ότι επηρεάζει περίπου το 15% του πληθυσμού. Μέχρι την ηλικία των 65 ετών, το 80% του πληθυσμού έχει ακτινογραφικές ενδείξεις οστεοαρθρίτιδας και το 60% εμφανίζει συμπτώματα», επισημαίνει ο ορθοπαιδικός χειρουργός Δρ. Αθανάσιος Τσουτσάνης.
«Πρόκειται για μια εκφυλιστική ασθένεια των αρθρώσεων που εξελίσσεται καθώς ο χόνδρος με την πάροδο του χρόνου φθείρεται, ή που ξεκινά ως αντίδραση στο στρες στην οποία υποβάλλεται το οστό μετά από τραυματισμό του. Απ’ αυτή υποφέρουν εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως και κατατάσσεται μεταξύ των πιο συχνών χρόνιων νόσων. Εκτός από οίδημα και απώλεια χόνδρου, οι άνθρωποι με οστεοαρθρίτιδα μπορεί επίσης να βιώνουν δυσκαμψία και πόνο» συμπληρώνει.
Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η πάθηση επηρεάζει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών επεισοδίων. Οι καρδιαγγειακές παθήσεις, όπως η ισχαιμική καρδιακή νόσος, η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και το εγκεφαλικό επεισόδιο, αποτελούν την κύρια αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, 17,5 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο απ’ αυτές, αριθμός που αποτελεί περίπου το 30% όλων των θανάτων παγκοσμίως.
Επειδή μεγάλο ποσοστό καρδιαγγειακών διαταραχών θα μπορούσαν να προληφθούν, οι επιστήμονες αναζητούν συνεχώς τους τροποποιήσιμους παράγοντες ώστε να αποφευχθεί σημαντικός αριθμός καρδιαγγειακών συμβαμάτων και θανάτων.
Τα ευρήματα από τις περισσότερες μελέτες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η ύπαρξη οστεοαρθρίτιδας αποτελεί παράγοντα κινδύνου όταν υφίσταται στο γόνατο ή στο ισχίο, αλλά είναι αντικρουόμενα όταν εντοπίζεται στο χέρι. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Οτάβα και του Τορόντο στον Καναδά, ερεύνησαν το θέμα σε 18.490 συμμετέχοντες. Η μεσαία ηλικία αυτών ήταν 68 ετών και το 60.3% ήταν γυναίκες, Το 24,4% πληρούσε τα κριτήρια για οστεοαρθρίτιδα, το 16,3% ανέφερε ότι είχε περιορισμό στη λαβή αντικειμένων και το 25,4% στο περπάτημα. Στα 13,4 έτη κατά μέσο όσο, το 31,9% των συμμετεχόντων αντιμετώπισε ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο (2.759 νοσηλείες για συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, 1.865 για έμφραγμα του μυοκαρδίου, 1.844 για εγκεφαλικό επεισόδιο, 1.344 για στηθάγχη και 1.238 για επεμβάσεις επαναγγείωσης).
Διαπιστώθηκε ότι τα άτομα με οστεοαρθρίτιδα στο γόνατο ή στο ισχίο, αλλά όχι στο χέρι, ήταν σημαντικά πιο πιθανό να υποστούν καρδιαγγειακό επεισόδιο. Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος ήταν κατά 13% υψηλότερος στους ασθενείς που είχαν οστεοαρθρίτιδα σε τουλάχιστον δύο γοφούς ή/και γόνατα σε σύγκριση με εκείνους που δεν είχαν οστεοαρθρίτιδα, και κατά 22% όταν η νόσος εντοπιζόταν σε τρεις ή περισσότερες αρθρώσεις (ισχία ή γόνατα).
Όπως εξηγεί ο εξειδικευμένος στις αρθροπλαστικές ισχίου και γόνατος Δρ. Τσουτσάνης, υπάρχουν αρκετοί παράγοντες μπορεί να εμπλέκονται στην διαμόρφωση του συσχετισμού, δεδομένου ότι και οι δύο ασθένειες έχουν μερικούς κοινούς παράγοντες κινδύνου.
Τέτοιοι είναι η παχυσαρκία, η υπέρταση, ο διαβήτης, και η υπερχοληστερολαιμία. Επίσης, για τον αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών συμβαμάτων ήδη έχουν κατηγορηθεί τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα που δίδονται στους ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα για την ανακούφιση του πόνου. Η συντριπτική πλειονότητα, όμως, των μελετών δείχνει ότι οι ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα στο γόνατο ή/και στο ισχίο είναι λιγότερο σωματικά δραστήριοι, εξαιτίας του έντονου πόνου που βιώνουν στις αρθρώσεις.
Η πτώση της σωματικής δραστηριότητας ή η ακινησία στην οποία άθελά τους περιέρχονται οι ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες, όχι μόνο στην ποιότητα ζωής τους αλλά και στο καρδιαγγειακό τους σύστημα. «Κύριος στόχος, λοιπόν, θα πρέπει να είναι η δραστηριοποίηση τους, η οποία σε προχωρημένα στάδια μπορεί να επιτευχθεί μόνο μετά από χειρουργική επέμβαση.
Το ευτύχημα είναι ότι οι επεμβάσεις είναι πλέον ρουτίνας, δεν ενέχουν σοβαρούς κινδύνους, δεν απαιτείται μακρόχρονη ανάρρωση και γι’ αυτό υποβάλλονται σ’ αυτές ακόμα και ασθενείς νεότερης ηλικίας που επιθυμούν να παραμείνουν ενεργοί και δραστήριοι. Η εξέλιξη των χειρουργικών μεθόδων ελάχιστης επεμβατικότητας είναι πιο φιλικές τόσο στον ασθενή όσο και στον χειρουργό. Ιδιαίτερα η AMIS υπόσχεται και πραγματοποιεί κινητοποίηση την ίδια ημέρα, μείωση ή εξάλειψη του πόνου και πολύ γρηγορότερη επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες», τονίζει ο Δρ. Τσουτσάνης πιστοποιημένος εκπαιδευτής της τεχνικής AMIS. Μετά από την ολική ή μερική αρθροπλαστική ισχίου ή/και γόνατος οι ασθενείς είναι σε θέση να ασκούνται, να βελτιώσουν τους δείκτες υγείας της καρδιάς.
«Για την αντιμετώπιση της σημερινής επιδημίας των καρδιαγγειακών παθήσεων, η οποία επιβαρύνει σοβαρά τους ανθρώπους, την οικονομία και την κοινωνία, η πιο ολοκληρωμένη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση δημοσιευμένων παρατηρητικών μελετών ανέδειξε την επιβάρυνση των ασθενών με οστεοαρθρίτιδα και τη σημασία της άσκησης. Ας προσπαθήσουμε, λοιπόν, να αποφύγουμε την εμφάνισή της ή να προβούμε σε μέτρα για να τη θεραπεύσουμε ώστε να κερδίσουμε χρόνια ζωής», καταλήγει ο Δρ. Αθανάσιος Τσουτσάνης.