Ο πολιτικός Γεώργιος Θεοτόκης που υπήρξε τέσσερις φορές ως Πρωθυπουργός της Ελλάδος ανήκει στις προσωπικότητες που για ανεξήγητο λόγο οι ιστοριογράφοι δε αφιέρωσαν την πέννα τους για να καταγράψουν τα επιτεύγματα που πρόσφερε. Δυστυχώς το ίδιο έπραξε και η πολιτεία.
Ο Γεώργιος Θεοτόκης γεννήθηκε στο νησί των Φαιάκων, την Κέρκυρα, το Φεβρουάριο του 1844. Η οικογένεια του είχε ρίζες από την Κωνσταντινούπολη και αρκετοί του οίκου άφησαν το σημάδι τους στην ιστοριογραφία όπως ο Νικηφόρος Θεοτόκης και ο Εμμανουήλ Θεοτόκης.
Παρ ότι η οικογένεια του ήταν πολύτεκνη, σπούδασε νομική στο πανεπιστήμιο του Ιονίου και αργότερα στα πανεπιστήμια Γενεύης και Παρίσιων. Το 1868 επέστρεψε στην Κέρκυρα και ασχολήθηκε με την πολιτική, πετυχαίνοντας να γίνει δήμαρχος του νησιού το 1880 και 1884. Μια από τις πολλές αλλαγές που άφησε στο νησί είναι η κατασκευή του Δημοτικού Θεάτρου.
Το 1885 με την παράταξη του Χαρίλαου Τρικούπη εκλέγεται βουλευτής, αναλαμβάνοντας το 1886 το υπουργείο Ναυτικών. Οι πρώτες αλλαγές που επέφερε ήταν η ίδρυση πολλών ναυτικών σχολών με αποτέλεσμα την καλύτερη εκπαίδευση των πληρωμάτων. Ο εκσυγχρονισμός του ναυτικού συνεχίστηκε με την αγορά των θωρηκτών «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά».
Επίσης του ανατέθηκε το Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, που με την βοήθεια του καθηγητή Παπαμάρκου κατέθεσε άρτια και προχωρημένα για την εποχή νομοσχέδια για την αναβάθμιση της Παιδείας, τα οποία εμποδίστηκαν προς ψήφιση από την αντιπολίτευση του Θεόδωρου Δεληγιάννη. Άξιο αναφοράς πως τα σχέδια για την παιδεία που επιθυμούσε ο Γεώργιος Θεοτόκης, εφαρμόστηκαν χρονικά αργότερο από την Γαλλία.
Το Μάιο του 1892 ο Χαρίλαος Τρικούπης ξανά εκλέγεται και ο Γεώργιος Θεοτόκης αναλαμβάνει την προσπάθεια αναχρηματοδοτήσεως των δανείων και την επισύναψη νεών που βασιζόταν ο προϋπολογισμός της χώρας. Με αυτή την ευθύνη ταξίδεψε το 1893 στο Λονδίνο και με πολλές συναντήσεις σε πολιτικό επίπεδο αλλά και συνεντεύξεις προσπάθησε να πείσει τόσο τους δανειολήπτες όσο και τη κοινή γνώμη για τις δυνατότητες της Ελληνικής οικονομίας. Παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε και τις διαπραγματεύσεις με τραπεζικούς και χρηματιστηριακούς παράγοντες του Σίτυ, ο τόκος έφτανε το 30%.
Σε γράμμα του προς την γυναίκα του γραφεί τα εξής «δεν ήθελα να ενθαρρύνω εκείνους που πίστευαν ότι θα μας παρακαλούσαν να δεχθούμε το δάνειο. Θα πρέπει να καταλάβουν οι Έλληνες ότι από εδώ και πέρα πρέπει να υποστούμε πολλές θυσίες και να αποφασίσουμε να μην έχουμε αξίωση να μας στηρίζουν κάθε φορά οι ξένοι. Οι μέρες που μπορούσαμε να βρούμε εύκολα δανεικά, πέρασαν φοβάμαι ανεπιστρεπτί και πρέπει να ρυθμίσουμε έτσι την κατάσταση, ώστε οι επενδύσεις να αποδώσουν γρήγορα»
Μετά τον θάνατο του Χαρίλαου Τρικούπη, στης 7 Φεβρουαρίου του 1899 κερδίζει τις εκλογές και σχηματίζει κυβέρνηση ως αρχηγός του «Νεωτερικού Κόμματος».
Ίδρυσε την Σταφιδική Τράπεζα και αντιμετώπισε το σταφιδικό ζήτημα που έληξε το 1911 με το ξερίζωμα των αμπελιών. Αναδιοργάνωσε το στρατό, τη χωροφυλακή, ισχυροποίησε την χώρα με παραγγελίες στρατιωτικού υλικού και παρά τις πολλές συγκρούσεις με την αντιπολίτευση έβαλε τις βάσεις για τη «Μεγάλη Ιδέα» του Ελευθερίου Βενιζέλου και στήριξε το «Μακεδονικό Αγώνα». 14 Ιουνίου και 6 Δεκέμβρη του 1903 αναλαμβάνει για δεύτερη και τρίτη φορά την Πρωθυπουργία της χωράς. Ενώ το 1905 μετά από απόφαση του Βασιλέως παίρνει εκ νέου τη διαταγή για το σχηματισμό κυβέρνησης.
Από τις μαύρες σελίδες της κυβερνήσεως του, ήταν τα «Ευαγγελικά» με 6 νεκρούς και 60 τραυματίες, και αφορμή ήταν η μετάφραση των Ευαγγελίων από τον Αλέξανδρο Πάλλη στην Δημοτική γλώσσα, το 1901.
Από το 1909 εως το 1915 εκλεγόταν ως βουλευτής και αναλαμβάνοντας το Υπουργείο Οικονομικών το 1915 στην κυβέρνηση Σκουλούδη και Ζαΐμη.
Πέθανε στις 12 Ιανουαρίου 1916 από πνευμονία στην Αθήνα.
Ο Γεώργιος Θεοτόκης διακρίθηκε για το υψηλό του ήθος, την ηπιότητα και τη μετριοπάθεια του χαρακτήρα του, αρετές σπάνιες στην εποχή του όσο και σήμερα. Ο ανιψιός του Γεώργιος Ράλλης στο βιβλίο του «Γεώργιος Θεοτόκης: ο πολιτικός του μέτρου» (Ελληνική Ευρωεκδοτική, 1986) του καταλογίζει δύο σημαντικά πολιτικά σφάλματα: Πρώτον, ότι κατά τις παραμονές του πολέμου του 1897 παρασύρθηκε από το φιλοπόλεμο ρεύμα που επικρατούσε και δεν εναντιώθηκε στην αποστολή Ελληνικού Στρατού στην Κρήτη, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να οδηγηθεί στον πόλεμο και την ήττα. Δεύτερον, ότι δεν πήρε θέση στη διένεξη Βενιζέλου – Παλατιού δημιουργώντας τον Εθνικό Διχασμό που για χρόνια ταλαιπώρησε και ταλαιπωρεί την χώρα!
Αναστάσιος Βάλσαμος
chronographimata