«Υπάρχει αδικία. Γιατί μας εγκατέλειψε η ελληνική κυβέρνηση; Είμαστε εγκαταλειμμένοι, δεν είμαστε ζητιάνοι. Δεν ζητάμε λεφτά, ούτε επιχορηγήσεις για να τρώνε τα λαμόγια. Ζητάμε να μας στείλουν δασκάλους και βιβλία. Και να μη στέλνουνε όπλα να σκοτώνουν τους Ελληνες εδώ ή στα γύρω χωριά και στο Ντόνετσκ».
Από τον Βασίλη Γαλούπη
Το παράπονο πνίγει τον Ελληνα συνταξιούχο αστυνομικό Γιάννη Χρηστάκο. Είναι από το 2008 στην Ουκρανία, (δεν υπηρέτησε στο προξενείο της Μαριούπολης, Η πληροφορία αυτή διαψεύδεται) και αποφάσισε να μείνει εκεί. Στον τόπο που έμελλε να γίνει πεδίο σφοδρών συγκρούσεων τον Φεβρουάριο και την άνοιξη του 2022. Σήμερα, ξεχασμένος, όπως όλοι οι Ελληνες ομογενείς στις περιοχές που πέρασαν υπό ρωσική κατοχή τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ξεσπά.
Οι κουβέντες του βγαίνουν από το στόμα του είναι κοφτές, πικρές και περήφανες: «Είμαστε πάνω από 100.000 Ελληνες στη Μαριούπολη και στα 19 χωριά εδώ τριγύρω. Ενας φίλος μου στο Ντόνετσκ, που πουλάει λάδια κι ελιές, μου είπε αυτές τις μέρες ότι είδε τέσσερις νεκρούς από βόμβα με drone. Σκοτώνονται και Ελληνες ομογενείς που υπάρχουν στο Ντόνετσκ. Η ελληνική κυβέρνηση, όμως, ασχολείται μόνο με τους ομογενείς στην Οδησσό (σ.σ.: που παραμένει υπό ουκρανική κυριαρχία), αλλά είναι πολύ λίγοι εκεί. Πάνω από 200 άτομα δεν έχει. Μόνο το προξενείο είναι εκεί».
Με το πρόσωπο και το ονοματεπώνυμό του μπροστά στην κάμερα, δεν φοβάται να πει ντόμπρα αυτό που νιώθει: «Το λέω επώνυμα. Είναι μόνο ευθύνη του ελληνικού κράτους να διατηρήσει τον Ελληνισμό. Εδώ υπάρχει γνήσια ρωμιοσύνη. Κι αυτή η γνήσια ρωμιοσύνη μπορεί να διατηρηθεί με βιβλία και δασκάλους, με πνευματική και ηθική στήριξη από το ελληνικό κράτος».
Η πάντα φιλειρηνική ομογένεια στη Μαριούπολη ή στη Μελιτόπολη δεν είναι ούτε με την ουκρανική σημαία ούτε με τη ρωσική. Είναι με την ελληνική, είναι δική μας ομογένεια. Με βαθιές ρίζες αιώνων. Πολλοί κυκλοφορούν με την ελληνική σημαία στα αυτοκίνητά τους. Τόσο πριν, όταν τα εδάφη ανήκαν στην Ουκρανία, όσο και τώρα, που τα πήρε η Ρωσία με την εισβολή.
Ομως, το ελληνικό κράτος έχει εγκαταλείψει την ομογένειά μας από την άνοιξη του 2022, όταν αυτές οι περιοχές πέρασαν στα χέρια των Ρώσων. Η ελληνική κυβέρνηση παράτησε αυτούς τους ανθρώπους στη μοίρα τους. Τους ξέχασε, δεν χωράνε στα σχέδιά της. Σαν να «πρέπει» να πληρώσουν οι δεκάδες χιλιάδες ομογενείς ένα τίμημα για το οποίο δεν φταίνε σε τίποτα. Σαν να θεωρεί η ελληνική κυβέρνηση ότι με δική τους ευθύνη δεν βρίσκονται σήμερα στη «σωστή πλευρά της Ιστορίας». Σαν να τους τιμωρεί επειδή ζουν υπό τη ρωσική σημαία…
Στην επίσημη ιστοσελίδα του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών για την «Ελλάδα στην Ουκρανία» έχουν να εμφανιστούν νέα για τη Μαριούπολη από την 1η Μαρτίου 2022! Επί σχεδόν 1,5 χρόνο δεν υπάρχει καμία αναφορά για έναν από τους μεγαλύτερους ομογενειακούς πληθυσμούς μας. Ανεξήγητα, τέθηκε εκτός ατζέντας και επίσημων ελληνικών ραντάρ μια πόλη με 100.000 Ελληνες ομογενείς που, μάλιστα, βρέθηκαν σε εμπόλεμη ζώνη. Ζουν; Πεθαίνουν; Για το ελληνικό κράτος δεν φαίνεται να υπάρχει αγωνία ώστε να απαντηθεί το ερώτημα.
Πρόσφατα, στις 6 Αυγούστου, ο νέος υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης δήλωσε στο τηλεοπτικό κανάλι Al Ghad της Αιγύπτου ότι «εμείς οι Ελληνες έχουμε εύλογο συμφέρον για την Ουκρανία, επειδή εκεί ζει σημαντικός ελληνικός πληθυσμός, ιδιαίτερα σε πόλεις όπως η Οδησσός και η Μαριούπολη. Συνεπώς, παρακολουθούμε στενά την όλη κατάσταση. Αυτό που περιμένουμε να δούμε είναι να τελειώσει αυτός ο πόλεμος σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και να αναληφθεί μια παγκόσμια πρωτοβουλία για την επόμενη μέρα».
Αυτό σημαίνει ότι μέχρι την επόμενη μέρα, δηλαδή όταν κι όποτε υπάρξει ξανά ειρήνη στην περιοχή, η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να εξοπλίζει τους Ουκρανούς, απλά «παρακολουθώντας στενά την όλη κατάσταση στη Μαριούπολη».
Με απλά λόγια, όσοι Ελληνες ομογενείς ζουν σε κατακτημένα από τους Ρώσους πρώην ουκρανικά εδάφη θα εξακολουθούν όχι μόνο να βιώνουν τις συνέπειες ενός πολέμου σταγόνα σταγόνα ως το τέλος, ακούγοντας από τον Φεβρουάριο του 2022 για επιθέσεις και αντεπιθέσεις, αλλά θα είναι και ολομόναχοι. Οπως πρακτικά συμβαίνει από την πρώτη μέρα της εισβολής, τον Φεβρουάριο του 2022, μέχρι σήμερα.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση, που έχει διακόψει ουσιαστικά τις σχέσεις της με τη Ρωσία, θα είναι ενθουσιωδώς συντεταγμένη με την ουκρανική πλευρά. Θα εξακολουθήσει, δηλαδή, να εξοπλίζει σταθερά τον στρατό του Ζελένσκι, να εκπαιδεύει πλέον και τους Ουκρανούς πιλότους, οι οποίοι θα συνεχίσουν να βομβαρδίζουν με ελληνικά όπλα και τα κατακτημένα από τους Ρώσους χώματα, στα οποία ζουν χιλιάδες Ελληνες ομογενείς «πάππου προς πάππο».
Τι ζητάνε οι ομογενείς; Οχι λεφτά. Τη φτώχεια, άλλωστε, ποτέ δεν τη φοβήθηκαν. Δασκάλους θέλουν για να μαθαίνουν τα παιδιά ελληνικά. Βιβλία περιμένουν. Κι αν δεν μπορούμε να τους δώσουμε ούτε αυτά τα ελάχιστα, τουλάχιστον να μη βομβαρδίζονται από ελληνικά όπλα, αυτά που η ελληνική κυβέρνηση παραδίδει από την πίσω πόρτα, αλλά γενναιόδωρα, στα χέρια του Ζελένσκι και του Αζόφ.
Α, θα ήθελαν οι εκεί Ελληνες και καμιά στολή, γιατί έχουν όνειρο, λέει, τα παιδιά τους να κάνουν μια μεγάλη παρέλαση την 25η Μαρτίου, να βγουν έξω όλοι για να γεμίσουν οι δρόμοι της Μαριούπολης με τα γαλανόλευκα. Μάλλον, όμως, ζητούν πολλά από μια κυβέρνηση που ενάμιση χρόνο τώρα ξέρει μόνο να μοιράζει αδιαφορία στους ομογενείς και όπλα στους Ουκρανούς. Για να τους βομβαρδίζουν…
Επικίνδυνα παιχνίδια! Το κράτος Μητσοτάκη χωρίζει τους ομογενείς σε «καλούς» και «κακούς»
Αυτές τις μέρες, ο δημοσιογράφος Πάρις Καρβουνόπουλος, που διαχειρίζεται το ιντερνετικό κανάλι και σάιτ Militaire, επικοινώνησε με τον επί σειράν ετών ανταποκριτή στη Ρωσία Θανάση Αυγερινό για το θέμα της ομογένειας στη Μελιτόπολη και τη Μαριούπολη. Ο δημοσιογράφος βρέθηκε και στις δύο πόλεις, ενώ στην εκπομπή της Μαριούπολης συμμετείχε και ο Ελληνας συνταξιούχος αστυνομικός Γιάννης Χρηστάκος.
Σε ζωντανή μετάδοση στη Μελιτόπολη, στην περιφέρεια της Ζαπορίζια, διοργανώθηκε μεγάλη γιορτή με πολλές εθνότητες, όπου κλήθηκαν και δημοσιογράφοι. Πρόκειται για φεστιβάλ με Βούλγαρους, Αλβανούς, Γερμανούς, Ελληνες, Τσέχους, Ασιάτες κ.ά. ομογενείς που ζουν εκεί.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, υπάρχουν και στη Μελιτόπολη πολλοί Ελληνες ομογενείς που έχουν γεννηθεί εκεί. Ομως, οι διπλωματικές Αρχές της Ελλάδας δεν έχουν επαφές μαζί τους από τότε που η Μελιτόπολη πέρασε υπό ρωσικό έλεγχο. Το ίδιο συμβαίνει και με τη Μαριούπολη.
Είναι κάτι που δεν μπορεί να εξηγηθεί εύκολα… Οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν να διατηρήσουν επαφές και, μάλιστα, να «χρησιμοποιήσουν» κατά κάποιον τρόπο τις ομογένειες ως «εργαλείο» διαπραγμάτευσης, όπως η Ουγγαρία και η Ρουμανία. Οι Ούγγροι, για παράδειγμα, έχουν κάνει διαβήματα στην κυβέρνηση Ζελένσκι ώστε να μη θιγεί το παραμικρό από την ουγγρική μειονότητα.
Ομως, όρος από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ώστε τουλάχιστον να μη χρησιμοποιούν τα ελληνικά όπλα οι Ουκρανοί σε περιοχές με υψηλό ελληνικό ενδιαφέρον, δεν έχει τεθεί. Αλλες χώρες, όπως θα έπρεπε να είναι αυτονόητο, έθεσαν στην πλευρά Ζελένσκι τους όρους τους για τους δικούς τους ομογενείς.
«Ειπώθηκε ότι ενδιαφερόμαστε για τους ομογενείς, αλλά τώρα στέλνουμε και όπλα στην Ουκρανία, μήπως τους πετύχει και κανένα απ’ αυτά…» σημείωσε ο Θανάσης Αυγερινός: «Γιατί δεν φροντίζει η Πολιτεία μας να υπάρχουν έστω ανεπίσημες σχέσεις; Είναι ακατανόητο γιατί πρέπει αυτοί οι άνθρωποι να βασανίζονται και από τη δική μας πλευρά, στο ενδιάμεσο, και μέχρι να βρεθεί λύση μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας. Γιατί δεν έρχονται εδώ οργανώσεις κοινωνικές, πολιτιστικές, θρησκευτικές, ανθρωπιστικές, όπως σε άλλες χώρες, που καταφτάνουν για να συμβάλουν;»
Το πιο εντυπωσιακό και απογοητευτικό ταυτόχρονα που κατέγραψε το ρεπορτάζ είναι ότι δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο στην επικοινωνία της επίσημης πλευράς της Ελλάδας με την ομογένεια. Οποιοσδήποτε, π.χ., κρατικός αξιωματούχος και φορέας ή μια οργάνωση που θέλει να πάει, λ.χ., βιβλία από την Ελλάδα στη Μελιτόπολη μπορεί να το πράξει, αρκεί η διαδικασία να γίνει μέσω ρωσικού εδάφους ή να έχει ρωσική βίζα, έστω κι αν εμείς, ως επίσημο κράτος, αμφισβητούμε ότι η συγκεκριμένη πόλη είναι ρωσική. Οποιος θέλει, δηλαδή, μπορεί να φύγει από τη Μελιτόπολη και τη Μαριούπολη ή να πάει εκεί. Υπάρχει ελεύθερη μετακίνηση καθημερινά, με λεωφορεία από και προς τις βαλτικές χώρες, την Πολωνία, την Τουρκία κ.α.
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που έχει τόσο μεγάλη ομογένεια στην Ουκρανία, αλλά ουδείς ασχολείται. Η πολιτική ηγεσία της χώρας, μάλιστα, κατάφερε να χωρίσει τους ομογενείς μας σε «καλούς», επειδή ζουν σε ουκρανικά εδάφη, και σε «κακούς», επειδή ζουν σε ρωσικά. Εντάσσει, δηλαδή, ελληνικούς πληθυσμούς που διατηρούν την ταυτότητά τους και που αρνούνται να φύγουν από τον τόπο τους επί αιώνες, ακόμα κι όταν γίνονται πόλεμοι, σε μια εφήμερη σύγκρουση Δύσης – Ρωσίας.
«Το Τάγμα Αζόφ μάς έκανε μπούλινγκ από το 2014 και μετά»
Η εικόνα της Μαριούπολης είναι σήμερα διαφορετική σε σχέση με έναν χρόνο πριν. Τα κατεστραμμένα κτίρια αποκαθίστανται ή, αν οι φθορές είναι μεγάλες, γκρεμίζονται και χτίζονται από την αρχή. Φτιάχνεται νέο, σύγχρονο οδικό δίκτυο. Ανοίγουν καινούργια μαγαζιά. Η ζωή προσπαθεί να ξαναβρεί τους κανονικούς της ρυθμούς μέσα στην αβεβαιότητα και όσο αυτό είναι εφικτό.
«Οι ομογενείς έμειναν εδώ, στις προγονικές τους εστίες. Ο παπάς στην εκκλησία λειτουργεί στα ελληνικά» λέει ο Γιάννης Χρηστάκος: «Οι Ελληνες εδώ εργάζονταν και εργάζονται ειρηνικά. Είναι ήρεμοι». Στη συνέχεια αναφέρει ότι, μετά το 2014 και την εισβολή στην Κριμαία, δεχόταν μπούλινγκ, όπως λέει, από το Τάγμα Αζόφ: «Κι ας είχα ελληνικό διαβατήριο επειδή ήμουν εργαζόμενος στο προξενείο. Οι Αζόφ μάς είχαν δημιουργήσει πολλά προβλήματα».
Εμβληματική μορφή στην πόλη είναι ο σπουδαίος Ελληνας ζωγράφος Αρχίπ Κουίντζι ή Αρχιππος Κουγιουμτζής. Γεννήθηκε επί Ρωσικής Αυτοκρατορίας, το 1842, στο χωριό Καρασού της Μαριούπολης και πέθανε το 1910. Ηταν παιδί ενός φτωχού Ελληνα υποδηματοποιού. Εχασε σύντομα τους γονείς του και ανατράφηκε από τη θεία και τον θείο του από την πλευρά του πατέρα του. Με τη βοήθεια συγγενών του έμαθε από Ελληνα δάσκαλο την ελληνική γραμματική.
Το 1865 αποφάσισε να πάει στην Αγία Πετρούπολη για να μπει στην Ακαδημία Τεχνών και το 1878 τα έργα του παρουσιάστηκαν στην Παγκόσμια Εκθεση στο Παρίσι, προκαλώντας τον καθολικό θαυμασμό τόσο του κοινού όσο και των κριτικών. Από το 1894 έως το 1897, ο Kουίντζι ήταν καθηγητής – διευθυντής του Εργαστηρίου Τοπίου της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Ακαδημίας Τεχνών της Ρωσίας. Το καλοκαίρι του 1910, ενώ βρισκόταν στην Κριμαία, έπαθε πνευμονία και πέθανε σε νοσοκομείο της Αγίας Πετρούπολης, όπου στο μεταξύ είχε μεταφερθεί. Θάφτηκε στο ορθόδοξο νεκροταφείο του Σμολένσκ.
Το άγαλμά του στη Μαριούπολη υπέστη φθορές από θραύσματα στη διάρκεια των συγκρούσεων πέρυσι. Σε αντίθεση με κάποιες φήμες ότι έχει καταστραφεί και πως δεν θα τοποθετηθεί ξανά, όποιες ζημιές αποκαταστάθηκαν και βρίσκεται ξανά στη θέση του. Οι Ρώσοι αποφάσισαν τώρα να δώσουν το όνομά του και στο Πανεπιστήμιο της Μαριούπολης.
Οι ομογενείς της πόλης έχουν τώρα ένα όνειρο, όπως λένε: να γιορτάσουν την εθνική επέτειο της 25ης Μαρτίου 2024 με μια μεγάλη παρέλαση. Τους λείπουν, όμως, οι στολές. Ετσι, υπάρχουν σκέψεις να δημιουργηθεί μια πρωτοβουλία στην Ελλάδα ώστε να συγκεντρωθούν στολές από συλλόγους ανά την επικράτεια και να δοθούν έγκαιρα στους ομογενείς.
Μπορεί η περιοχή να είναι γκρίζα ζώνη διπλωματικά, όμως ο στόχος είναι -ή θα έπρεπε να είναι- να κρατηθεί ζωντανός ο Ελληνισμός αιώνων. Να στηριχθεί η γλώσσα, να αποκατασταθούν οι επαφές με την ομογένεια και, κυρίως, το ελληνικό κράτος να μη θυσιάζει με τέτοια ευκολία τα κομμάτια του Ελληνισμού.