Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
Αποτέλεσε την κεντρική ταυτότητα της Πλατείας Συντάγματος, το μακροβιότερο καφενείο των Αθηνών, αλλά και το κέντρο της κοινωνικής, πολιτικής και πολιτισμικής εκπόρευσης της Αθήνας, στον 19-ο, αλλά και στον εικοστό αιώνα, μέχρι την δεκαετία του ’50, που έκλεισε οριστικά τις πόρτες του. Δεν ήταν άλλο από το περίφημο Καφενείο του «Ζαχαράτου», που μέσα στους φιλόξενους καναπέδες τους, αλλά και τις καλαίσθητες ξύλινες καρέκλες του, φιλοξένησε την αστική Αθήνα, διαπρεπείς πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες, αλλά και πανέμορφες κυρίες της «μπέλ επόκ», που με τα επιβλητικά καπέλα τους και τα ευρωπαϊκά ντυσίματά τους, έδιναν τον τόνο του αστικού εκσυχρονισμού της παλιάς Αθήνας. Και ποιοι δεν πέρασαν, αλλά και τι δεν έγινε στο πολύβουο αυτό καφενείο των Αθηνών, που είχε στην κυριολεξία αναχθεί στην δεύτερη Βουλή της Ελλάδος !
Πρωθυπουργοί, υπουργοί, στρατηγοί, επίδοξοι δικτάτορες, χρηματιστές, διπλωμάτες, δυστυχισμένοι εραστές πολυτελείας, τυχοδιώκτες, «τοκιστές και σουλατσαδόροι», αλλά και επίζηλες κυρίες, που έκαναν τους ηδυπαθείς νέους να αναστενάζουν για τον ανευόδωτο έρωτά τους, συνιστούσαν τους κεντρικούς θαμώνες του ιστορικού αυτού καφενείου της Πλατείας Συντάγματος. Και από τα υψηλά διαδραματισθέντα στο καφενείο; Πτώσεις κυβερνήσεων, αναλήψεις υπουργικών χαρτοφυλακίων, λαϊκά δικαστήρια για τους «άτιμους και προδότες» πολιτικούς, φλέρτ βεβαίως για τις αιθέριες υπάρξεις των Αθηνών, έως ακόμα και μονομαχίες, με τους αψείς αστούς, που δεν δέχονταν «μύγα στο σπαθί τους», κατά το κοινωνικό πρωτόκολλο τιμής του 19-ου αιώνα ! Το καφενείο βρίσκονταν στο ισόγειο της περίφημης τότε οικίας Βούρου, στην γωνία της Πλατείας Συντάγματος, με την μικρή οδό Γεωργίου Α. Μετά την κατεδάφισή της, το οικόπεδο αγοράστηκε από κάποιον ονόματι Όθωνα Λέφα Τετενέ, για να αγοραστεί τελικά από την οικογένεια Βαρδιονογιάννη και να χτιστεί την δεκαετία του ΄80, το γνωστό μας ξενοδοχείο «Μεριντιέν» – στις μέρες μας «Άθενς Πλάζα».
Σύνδρομη του κύρους του καφενείου ήταν και η κρίση του Γεωργίου Παπανδρέου – «Γέρου» για αυτό, ότι συνιστούσε μια δεύτερη Βουλή των Ελλήνων, περισσότερο φιλελεύθερη και δημοκρατική. Εξάλλου από κεί δίπλα ο Γεώργιος Παπανδρέου, ως πρώτος πρωθυπουργός της απελεύθερης από τους Γερμανούς Ελλάδας, είχε εκφωνήσει στον εξώστη του κτιρίου του Πάλλη – παλιό ιστορικό βιβλιοπωλείο των Αθηνών – εκεί που σήμερα ευρίσκεται το «public», τον περίφημο «λόγο της απελευθέρωσης». Και στις ιαχές του πλήθους «λαοκρατία», «λαοκρατία», απήντησε το περίφημο «Πιστεύομεν και εις την λαοκρατία» !!! Υπήρξε λοιπόν το καφενείο του Ζαχαράτου, η πνευματική και ηθική τροφός, πρωθυπουργών, στρατιωτικών, βιομηχάνων, αρεοπαγητών και τυχοδιωκτών, που μέσα στην θαλπωρή του και για ώρες ατελείωτες, κατάστρωναν τα βήματά τους και οργάνωναν την κοινωνική τους ζωή. Συνάμα όμως με την έντονη πολιτική και κοινωνική κίνηση που γνώριζε το καφενείο, φιλοξενώντας στις τάξεις του, τους κορυφαίους της πολιτικής και κοινωνικοοικονομικής ζωής της Αθήνας, ανέπτυσσε και έντονη λογοτεχνική και πολιτισμική κίνηση. Περίσεπτες έτσι μορφές της πνευματικής μας ζωής, όπως ο μεγάλος μας ιστοριοδίφης και ιδρυτής των Ιστορικών Αρχείων του Κράτους Γιάννης Βλαχογιάννης, ο διακεκριμένος ποιητής των «Εστιάδων» Ιωάννης Γρυπάρης και άλλοι σπουδαίοι της γραμματολογίας μας, είχαν το «Ζαχαράτο» για ορμητήριό τους. Μάλιστα οι θαμώνες του καφενείου ξεχώριζαν στο προφίλ τους ! και από την χωροταξική κατανομή του πελώριου και μεγαλοπρεπούς καφενείου. Στην αριστερά έτσι του καφενείου κάθονταν οι ποιητές, οι συγγραφείς, οι δημοσιογράφοι, οι μουσικοί, οι γλύπτες και οι ζωγράφοι. Και στην δεξιά κάθονταν οι διπλωμάτες και ιδίως οι απόστρατοι, που αναπολούσαν το ένδοξο παρελθόν τους πρίν και μετά τον μεσοπόλεμο και εξιστορούσαν στους νεότερους, τα λαμπρά κατορθώματά τους.
Αλλά μαζί με αυτά την τιμητική του είχε και το κουτσομπολιό, πάντα προσφιλές στους Αθηναίους και βεβαίως τα πειράγματα με τους γραφικούς της πόλης, που της έδιναν και αυτοί με την παρουσία τους, το ωραίο χρώμα τους στην Αθήνα. Χαρακτηριστικότερος όλων, ο περίφημος Αρμάνδος Δελαπατρί-δης, που είχε δημιουργήσει το κόμμα των «Κυανολεύκων» και ήταν κατά τις κρίσεις και διαθέσεις του, έτοιμος να αναλάβει τα ηνία της χώρας ! Όμως πέρα από τα αστεία, στο πεδίο της πολιτικής πολλοί βουλευτές ενημερώθηκαν, ότι ανέλαβαν χαρτοφυλάκιο στου Ζαχαράτου, ενώ και άλλοι μεμυημένοι στα δολερά τερτίπια της πολιτικής ίντριγκας, έριξαν κυβερνήσεις, με την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης, μέσα από τους κόλπους και τις πολιτικές διαβουλεύσεις, στο ονομαστό αυτό καφενείο των Αθηνών. Όμως συνάμα με την ίντριγκα, υπήρχε και το πολιτικό φροντιστήριο από τους παλιούς πολιτικούς προς τους νεότερους, που τους νουθετούσαν με την πολύτιμη πείρα τους, πώς να αντιπαρέλθουν πολιτικές κρίσεις, αλλά και πώς να διαχειριστούν κρίσιμες αποφάσεις για το πολιτικό τους μέλλον. Και δοθέντος ότι τότε δεν υπήρχαν τα περίφημα σημερινά τηλεοπτικά παράθυρα, στου «Ζαχαράτου», δίνονταν οι μάχες και ελαμβάνοντο οι αποφάσεις. Και ενώ στην Ελλάδα, δεν ευδοκίμησε ο πολιτικός θεσμός της Γερουσίας, μια άλλη γερουσία, είχε συσταθεί άτυπα στο καφενείο του Ζαχαράτου, από πεπειραμένους και υψηλού κύρους πολιτικούς, που έκαναν γόνιμες συζητήσεις για τα εθνικά θέματα και τα φλέγοντα προβλήματα της χώρας, ενώ στήνονταν ενίοτε και «κρεμάλες», για τους «ανήθικους και απάτριδες» πολιτικούς, που ήταν «ανάξιοι της εμπιστοσύνης του λαού» … Ότι δηλαδή γίνεται σήμερα μετ΄ επιτάσεως στα περίφημα δελτία των οκτώ, που τα κατά τόπους «λαϊκά κοινοβούλια», «κρεμούν» μαζί με τους ένθερμους εκφωνητές των ειδήσεων, τους «επίορκους πολιτικούς», αυτό ελάμβανε χώρα κείνα τα χρόνια στου «Ζαχαράτου», όπου οι θαμώνες βουλευτές και συνταξιούχοι πολιτικοί, «κρεμούσαν» με στεντόρεια φωνή και κινήσεις έμπλεες από παραστατική ενάργεια, τον «προδότη Βενιζέλο» ή τον «Γερμανόφερτο Βασιλιά Κωνσταντίνο» !!!
Αλλά και για έναν ακόμα πολύ σημαντικό λόγο το Καφενείο του Ζαχαράτου, συνιστούσε πόλο έλξης για την πολιτική τάξης της εποχής και την κοινωνική ελίτ. Δεν υπήρχαν τότε τα σημερινά ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης και το μοναδικό μέσο τις εφημερίδες, τις διέθετε κατά κόρον, στο διψασμένο για ενημέρωση κοινό. Μάλιστα τις εφημερίδες τις ενθυλάκωναν σε ένα πλαίσιο από καλάμι μπαμπού, για να μην «σπάνε» από τις πολλές αναγνώσεις, κάτι που είχε έλθει από τα ευρωπαϊκά καφενεία. Και κάθονταν τότε ώρες ατελείωτες οι θαμώνες στου «Ζαχαράτου», για να ρουφήξουν γραμμή προς γραμμή, τα πυκνότατα πολύστηλα των συντα-κτών της εποχής. Πολλές φορές οι συζητήσεις μετά το διάβασμα έπαιρναν και τόνο υψηλό. Και ξελαρυγγιάζονταν οι ρήτορες – θαμώνες του καφενείου, μετά τους καφέδες, τα τσάγια, τα φασκόμηλα και τα χαμόμηλα που έπιναν, για να κατισχύσουν τα επιχειρήματά τους, χωρίς ωστόσο να πείσουν τους άλλους ακροατές, οπότε η πολιτική «μάχη» τους, επαναλαμβά-νονταν για την επόμενη ημέρα !!!
Ο «Ζαχαράτος» τα καλοκαίρια, έβγαζε τραπέζια και πάνω στην Πλατεία Συντάγματος, όπου οι αστικές οικογένειες των Αθηνών, μετά τον Κυριακάτικο ιδίως περίπατό τους, κατέφευγαν στο επιβλητικό καφενείο, για να απολαύσουν ένα αναψυκτικό , καφέ, η μια πάστα και παγωτά. Και κοντά σε αυτά τα συναπαντήματα αναπτύσσονταν και τα φλέρτ προς τις κομψευόμενες κυρίες, με πρωταγωνιστές, τους περιπαθείς νέους της εποχής, με τα χαρακτηριστικά επιμελημένα λευκά κοστουμάκια τους και τα δροσερά ψάθινα καπέλα. Όμως είχαμε και πιο ανεβασμένα πράγματα στο καφενείο, μέχρι και μονομαχίες για θέματα έρωτος και τιμής. Γράφεται από τους αθηναιογράφους της εποχής και το εξής εκπληκτικό. Κάποτε ένας διπλωμάτης προσβεβλημένος ζήτησε σε μονομαχία με όπλα, έναν τυχοδιώκτη, χρεωκοπημένο χρηματιστή, που πάραυτα, ήταν «γρήγορο μπιστόλι». Κατά το ήθος των μονομαχιών, ο διπλωμάτης προσέφυγε στον γνωστό πολιτικό της εποχής Ράλλη, για να παραστεί ως μάρτυρας. Ο Ράλλης συνεβούλευσε τον νεαρό διπλωμάτη «καλά θα κάνεις να αποφύγεις την μονομαχία, γιατί ο αντίπαλός σου, είναι έξοχος σκοπευτής». «Πως το γνωρίζετε αυτό ρώτησε ο νεαρός διπλωμάτης;». «Δεν έχεις ενημερωθεί, ότι βαράει αδιάκοπα κανόνια» ! του είπε αστειευόμενος, ο κραταιός πολιτικός ! Σύμφυτα επίσης με την ανεκδοτο-λογία στο καφενείο του «Ζαχαράτου», ήταν και πολλά ανέκδοτα, για τις ωραίες αστές κυρίες, που έκαναν επιβλητική την εμφάνισή τους στο καφενείο, με τις καπελαδούρες τους και τις μακρυλαίμικες πίπες τους για το κάπνισμα, σκανδαλίζοντας τους διψασμένους αρσενικούς θαμώνες. Βλέπεις η μόδα έρχονταν με αστρικές ταχύτητες από την Ευρώπη στην Αθήνα και μαζί με τις νέες αισθητικές τεχνοτροπίες, είχε έλθει και το γυναικείο κάπνισμα, που έκανε τότε θραύση !!! Λέγεται και το εξής αμίμητο, δια στόματος πικρόχολων εραστών του καφε-νείου, που τις περισσότερες φορές, έπαιρναν την αποχειλωμένη από τις εκλεκτικές αστές της εποχής. Μια κυρία έλεγε λοιπόν στον συνδαιτυμόνα της, που την πολιορκούσε «Ποτέ στην ζωή μου, δεν κατόρθωσα να πω ψέματα» ! Και ο πονηρός κύριος με ευφυές, αλλά και κακεντρεχές χιούμορ της είπε : «Θα σας βοηθήσω εγώ κυρία μου να πείτε. Πόσων χρονών είστε;» !!! Για να κλείσει και με αυτό το περιστατικό, η εν σπέρματι εξιστόρηση, του περίφη-μου καφενείου του Ζαχαράτου, που σημάδεψε ανεξάλειπτα την κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική ζωή της Αθήνας.
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι υποψήφιος Περιφερειακός Σύμβουλος Κεντρικού Τομέα Αττικής, με τον Γιάννη Σγουρό.
www.panosavramopoulos.blogspot.gr