Βρισκόμαστε στον ένατο μήνα του χρόνου. Ωστόσο, την εποχή που το ρωμαϊκό έτος άρχιζε το Μάρτη, ο Σεπτέμβριος κατείχε την έβδομη θέση στη σειρά των μηνών, όπως δείχνει και τ’ όνομά του. Γιατί septem στα λατινικά σημαίνει εφτά. Όταν πρώτος μήνας καθιερώθηκε από το Νουμά Πομπίλιο ο Γενάρης, τότε ο Σεπτέμβρης έγινε ένατος.
Η 1η Σεπτέμβρη ήταν κι αυτή για τους Ρωμαίους ένα είδος πρωτοχρονιάς. Την ονόμαζαν indictio (ινδικτιώνα), που σημαίνει κατανομή φόρων (”επινέμηση”) . Γιατί το μήνα Σεπτέμβριο έχουν πια συγκεντρωθεί όλα τα εισοδήματα και το κράτος όριζε τότε στον κάθε νοικοκύρη τι φόρο πρέπει να πληρώσει απ’ την παραγωγή του. ‘Ηταν σαν να λέμε ένα είδος αρχής του οικονομικού έτους.
Η συνήθεια αυτή διατηρήθηκε και στους Βυζαντινούς, που το 313 μ.Χ. καθιέρωσαν την 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους. Για τον αγροτικό πληθυσμό, με την 1η Σεπτεμβρίου αρχίζει το γεωργικό έτος, αφού τότε ξεκινούν όλες οι προετοιμασίες για το όργωμα και τη σπορά , που είναι η αρχή μιας μακριάς σειράς εργασιών στην ύπαιθρο. Στην ουσία, λοιπόν, ο λαός μας γιορτάζει τρεις πρωτοχρονιές, πράγμα που φαίνεται μέσα απ’ τις δοξασίες και τα έθιμά του.
Η αριθμητική σειρά του μήνα δεν παίζει , όπως δείχνουν τα πράγματα , κανένα σπουδαίο ρόλο στην ψυχολογία του λαού μας. Αυτό ταίριαζε περισσότερο στους Ρωμαίους , που αγαπούσαν υπερβολικά την τάξη και τη σειρά . Ακόμη και στα παιδιά τους έδιναν αριθμητικά ονόματα , όπως Οκτάβιος ( απ’ το οκτώ ) , Σεπτέμβριος ( απ’ το επτά ) , Σίξτος ( απ’ το έξι ) κ.ο.κ.
Γιά τους Έλληνες σημασία έχει ποιες είναι οι πιο σημαντικές ασχολίες κι οι μεγαλύτερες γιορτές του μήνα. Τον λένε λοιπόν , Τρυγητή η Τρυγομηνά η Πετμεζά (Ήπειρος), γιατί τότε ο τρύγος βρίσκεται στις φούριες του , τον λένε και μήνα του Σταυρού ή Σταυρίτη, γιατί γιορτάζεται η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού.
Στις Σαράντα Εκκλησιές , τότε που ζούσαν πολλοί Έλληνες εκεί , καλλιεργούσαν πολλά αμπέλια , την πρώτη μέρα δε του τρύγου , αχολογούσε ο τόπος απ’ τα τραγούδια και τους ήχους των τυμπάνων , σωστό πανηγύρι . Μερικούς αιώνες πιο πίσω , στα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας , ο τρυγητός , ο τρύγος , εκτός απ’ τις λαικές εκδηλώσεις έπαιρνε κι ένα επίσημο χαρακτήρα .
Στην Κωνσταντινούπολη , στα τέλη Αυγούστου , γινόταν τελετή όπου έπαιρνε μέρος ο αυτοκράτορας με την αυλή κι ο πατριάρχης . Ο τελευταίος ευλογούσε πρώτα τα σταφύλια , ύστερα τα δοκίμαζε ο αυτοκράτορας και μοίραζε με τη σειρά σ’ όλους τους αυλικούς από ένα τσαμπί , ενώ ολαός τριγύρω ζητωκραύγαζε και φώναζε διάφορες ευχές.
Μέσα στις γενικές συνήθειες του Σεπτέμβρη δεν πρέπει να παραλείψουμε μια καθαρά αστική συνήθεια , που είναι πολύ χαρακτηριστική . Οι Πειραιώτες και Οι Αθηναίοι , που δεν είχαν ιδιόκτητα σπίτια και έμεναν με ενοίκιο , μόλις γύριζαν απ’ την εξοχή , απ’ τις καλοκαιρινές διακοπές τους , φρόντιζαν ν’ αλλάξουν σπίτι , έτσι συνηθιζόταν . Έβλεπες , λοιπόν , στους δρόμους ένα ασταμάτητο πηγαινέλα από κάρα , σούστες , καρότσια γεμάτα απ’ τα υπάρχοντα των νοικοκυραίων που μετακόμιζαν .
Μετά τον πόλεμο του 40 η συνήθεια αυτή κάπως περιορίστηκε , γιατί και οι μετακομίσεις ήταν δύσκολες και δαπανηρές , αλλά και γιατί καθιερώθηκε ο θεσμός του ενοικιοστασίου , που προστάτευε τους νοικάρηδες για πολλά χρόνια.
Την Πρωτοσεπτεμπριά οι αγρότες “καλούσαν” με διάφορους τρόπους και τεχνικές που θυμίζουν αρχαία θεσμοφόρια, το “πνεύμα της βλαστήσεως”. Ο σπόρος που ήταν προορισμένος για την σπορά «στέλλεται εις την εκκλησίαν διά να ευλογηθεί». Στην Κω κρεμούν στο εικονοστάσι το σύμβολο της “Αρκιχρονιάς”: μια αρμαθιά από ρόδι, σταφύλι, κυδώνι, σκόρδο και φύλλο από τον πλάτανο του Ιπποκράτη.
Τρυγητής «Η πρώτη ημέρα του (Σεπτέμβρη) Τρυγητή χαιρετιζόταν στη Θράκη κ.α. διά τυμπάνων και ασμάτων. Οι ληνοί συνοδεύονταν δι’ ομάδων ορχουμένων και αδόντων… Την νύχτα παρέες προσωπιδοφόρων εν τυμπάνοις και αλαλαγμοίς τρέχουν στους δρόμους…». Τα δρώμενα αυτά θυμίζουν αρχαία Οσχοφόρια στα οποία νέοι φορώντας στεφάνια από κλαδιά αμπέλου (όσχους) ξεκινούσαν από τον ναό του Διονύσου πηγαίνοντας προς τους αμπελώνες και τα πατητήρια
Εορτές:
Του Αγίου Μάμαντος (2 Σεπτεμβρίου): Είναι άγιος βοσκός. Γίνονται θυσίες αμνών στα ξωκλήσια του. «… Προσέχοντας το αίμα να τρέξει μες στ’ αυλάκι το νερό, που βγαίνει κάτω από το ιερό της εκκλησίας». (Σκύρος)
Το Γενέθλιον της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου): Της Παναγίας της Αποσοδειάς (Αιτωλία), της Καρυδούς (Καστοριά)
Της Υψώσεως του Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου): Την ημέρα αυτή κηδεύουν και θρηνούν στην Αίγινα με μιμική παράσταση και με αποχαιρετιστήριο ύμνο τον Διόνυσο – Λειδινό: ένα ντυμένο ανδρείκελο με υπερμεγέθη φαλλό, σύμβολο της γονιμότητας καθώς του τραγουδούν: «Φεύγεις, πάεις, Λειδινέ μου,/ τσ’ εμάς αφήνεις κρύους,/ πεινασμένους, διψασμένους/ τσ’ όχι λίγο μαραμένους/ Λειδινέ μου, Λειδινέ μου!/ Πάλι θα ‘ρθης Λειδινέ μου,/ με του Μάρτη τις δροσιές,/ με τ’ Απρίλη τα λουλούδια/ τσαι του Μάη τις δουλειές/ Λειδινέ μου, Λειδινέ μου» [Π. Ηρειώτη, Λαογρ. Η (1921), σ. 289]
23 Σεπτεμβρίου: Σύλληψις του Προδρόμου
ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ
1η ΣΕΠΤΕΜΒΡΊΟΥ (εορτή του αγίου Συμεών του Στυλίτη): Οι έγκυες γυναίκες απείχαν από κάθε εργασία, για να μην γεννηθεί το παιδί τους με το σημάδι του αγίου (Συμεών/ σημαδεύω). Την ίδια μέρα γιορταζόταν η «Αρχιχρονιά», ένα έθιμο, κατάλοιπο των βυζαντινών χρόνων, καθώς οι βυζαντινοί τον είχαν ως πρώτο μήνα του επίσημου ημερολογίου.
I. Στη Χώρα της ΚΩ, το βράδυ της 31ης Αυγούστου, δηλ. της τελευταίας ημέρας του μήνα, αστρονομούν, όπως λένε, δηλ. αφήνουν κάτω από τ’ άστρα ένα μεγάλο καρπούζι, με πολλά σπόρια, ένα ρόδι, μια σκελίδα σκόρδο, ένα κυδώνι, ένα φύλλο από τον «πλάτανο του Ιπποκράτη» κι ένα τσαμπί σταφύλι. Το πρωί της «Αρχιχρονιάς» γυναίκες και παιδιά σηκώνονται πριν βγει ο ήλιος και κατεβαίνουν στην παραλία παίρνοντας μαζί, τους «αστρονομημένους» αυτούς καρπούς που φύλαγαν για ένα χρόνο στο εικονοστάσι, τους πετούν στη θάλασσα και βουτάνε στο νερό τους καινούργιους. Βρέχουν το πρόσωπό τους, μαζεύουν θαλασσινό νερό από σαράντα κύματα και βότσαλα από την ακρογιαλιά. Στο δρόμο για το σπίτι σταματούν στον «πλάτανο» και αγκαλιάζουν τον κορμό του για να πάρουν τα χρόνια του και τη δύναμή του.
Στο σπίτι πια κρεμούν την καινούρια «Αρχιχρονιά» στο εικονοστάσι, σα σύμβολο αφθονίας για την καινούρια χρονιά. Ρίχνουν λίγα βότσαλα στα μπαούλα, να μην τρώνε οι ποντικοί τα ρούχα, βάζουν λίγα στις τσέπες τους «για το καλό», σκορπίζουν μερικά στην αυλή και ραντίζουν το σπίτι με θαλασσινό νερό για την γλωσσοφαγιά.
II. Στη ΡΟΔΟ, τη μέρα αυτή κρεμούν στο μεσιά – το μεσαίο χοντρό δοκάρι, που βαστάζει τη στέγη – τη δική τους «Αρχιχρονιά»: ένα άσπρο σακουλάκι γεμάτο στάχυα και σιτάρι. Γύρω απ’ αυτό δένουν μια αρμαθιά καρύδια, ένα κρεμμύδι, ένα σκόρδο, ένα κεχρί, καρπό βαμβακιού κι ένα τσαμπί σταφύλι. Αν δεν κάνουν την «Αρχιχρονιά», δεν αρχίζουν καμιά αγροτική εργασία. Την «Αρχιχρονιά» αυτή την ξεκρεμούν από το μεσιά την Πρωτοχρονιά το πρωί. Τα καρύδια και το τσαμπί που γίνεται σταφίδα το τρώνε, ενώ το σιτάρι, το σκόρδο και το κρεμμύδι τα φυλάγουν για να τα ρίξουν μέσα στο σπόρο, όταν θα αρχίσουν τη σπορά. Το θεωρούν καλό ν’ ανακατευτούν με το σπόρο οι καρποί της «Αρχιχρονιάς».
III. Στο άλλο άκρο της Ελλάδας, στη ΣΩΖΟΠΟΛΗ ΘΡΑΚΗΣ, οι κάτοικοι, το πρωί της 1ης Σεπτεμβρίου, ράντιζαν ο καθένας με αγιασμό το σπίτι του, τα αμπέλια του και τα δίχτυα του, για να ευλογηθούν και να δώσουν πολλά σταφύλια και πολλά ψάρια αντίστοιχα.
Ένας δάσκαλος, πριν αρκετά χρόνια, στα Χάσια Κοζάνης, διηγείται τι συνέβαινε την πρώτη μέρα που άνοιγαν τα σχολεία:
Στα σχολεία των χωριών τούτων, όταν ανοίξει το σχολείο, έρχονται οι μαθητές, φιλούν το χέρι του δασκάλου. Τους καταγράφει. Έπειτα αρχίζουν με τη σειρά και φέρνουν οι μαθητές μια πίτα, ένα ψωμί, κρασί.
Όταν όμως θα αλλάξουν τα βιβλία ή τις τάξεις, τότε ο κάθε μαθητής θα παρουσιάσει τα νέα βιβλία του στο δάσκαλο να τα ράψει κι ο δάσκαλος τα ράφτει όλα τα βιβλία και τα φυλάγει επάνω στον πάγκο. Οι μαθητές φέρνουν τότε ένα δώρο στο διδάσκαλο, μαντίλι ή τσιράπια ή κότα ή αρνί, ό,τι θέλει ο καθένας, στους δε μαθητές φέρνουν μύγδαλα ή καρύδια ή ζαχαρωτά. Όλοι φέρνουν μικροί και μεγάλοι.
Τότε οι μαθητές σηκώνονται όρθιοι, έρχονται στην παράδοση, στρώνουν μια βελέντζα ή παλτό καταγής. Σηκώνεται ο δάσκαλος, παίρνει το βιβλίο ενός μαθητή της δευτέρας ή της τρίτης κ.λ.π. τάξης στα χέρια και λέγει: «να αξιώσετε το μαθητή αυτό στην Β ή Γ ή Δ τάξη». Όλοι τότε οι μαθητές σηκώνουν εκείνον το μαθητή με τη βελέντζα καθισμένο μέσα και τον σύρουν άνω κάτω και φωνάζουν «άξιος», τον ανεβάζουν και τον κατεβάζουν 3 φορές. Κατόπιν εκείνος φιλεί το χέρι του δασκάλου και παίρνει τα βιβλία. Ο δάσκαλος του εύχεται Καλή Πρόοδο και μοιράζει στα παιδιά ό,τι φρούτα έφερε ο μαθητής. Έτσι όλοι οι μαθητές αξιώνονται, όχι την ίδια μέρα, αλλά τις άλλες. Τέλος με τη σειρά φέρουν ο καθένας στο δάσκαλο το κανίσκι του με το ψωμί, πίτα, αυγά, κρασί, ρακή κ.ά.