Η βελανιδιά ή βαλανιδιά (επιστ. Δρυς, Quercus) είναι γένος φυτών της οικογένειας των Φηγοειδών. Το ξύλο δρυ είναι βαρύ, σκληρό και δεν σαπίζει εύκολα. Χρησιμοποιείται από αρχαίους χρόνους στην οικοδομική την ναυπηγική και την επιπλοποιία. Ο δε καρπός της βελανιδιάς -το βελανίδι- είναι χρήσιμο για ζωοτροφές και στη βυρσοδεψία.
Το καυσόξυλο δρυ συγκαταλέγεται μέσα στα κύρια στερεά καύσιμα για την θέρμανση κατοικιών, είτε σαν καυσόξυλα δρυ ή στη μορφή «πέλετ». Λόγω της μεγάλης ζωής των αιωνόβιων αυτών δένδρων (μια υγιής βελανιδιά φτάνει μέχρι και τα 1000 χρόνια!), αλλά και λόγω της χρησιμότητας οι λαοί τίμησαν και δόξασαν το δένδρο αυτό στους μύθους και τις θρησκείες τους αφιερώνοντας την δρυ στον κύριο θεό τους.
Στην ελληνική μυθολογία οι δρύες αναφέρονται πολύ συχνά. Η βελανιδιά ήταν το ιερό δένδρο των αρχαίων Ελλήνων. Το ιερό δένδρο της Γαίας και αργότερα του παντοδύναμου Δία. Η δρυς ήταν δένδρο αφιερωμένο στο θεό του κεραυνού γιατί από παλιά είναι γνωστή η αντοχή του δέντρου στον κεραυνό και ακόμα ίσως η έλξη του.
Η δρυς ήταν το ιερό προφητικό δένδρο του Μαντείου της Δωδώνης, του Δωδωνιαίου Δία, του αρχαιότερου μαντείου στον κόσμο. Σχετικά με την ίδρυση του μαντείου της Δωδώνης ο Hρόδοτος (Iστορ. B, 54-57) αναφέρει ότι δύο ιέρειες των Θηβών της Αιγύπτου πουλήθηκαν δούλες, η μια στους Λιβύους και η άλλη στους Θεσπρωτούς. H πρώτη ίδρυσε το μαντείο του Άμμωνος Διός στην όαση Σίουα, η δεύτερη έκτισε, κάτω από μια βελανιδιά που φύτρωσε μόνη της, ένα ιερό του Διός στη Δωδώνη. Αργότερα, αφού έμαθε καλά ελληνικά, έκτισε εκεί και το μαντείο.
Kαι να πώς ερμηνεύει την τοπική παράδοση για τη μαύρη περιστερά που λαλούσε ανθρώπινα: η περιστερά δεν είναι άλλη από την Αιγυπτία, που αρχικά μιλούσε «βαρβαρικά», κάτι ακατάληπτο που έμοιαζε με γλώσσα πουλιών, και αργότερα μίλησε «ανθρώπινα», δηλαδή ελληνικά. Οι χρησμοί δίνονταν με την ερμηνεία του θροΐσματος των φύλλων της βελανιδιάς, του κελαρύσματος του νερού στης ιεράς Ναϊου Πηγής, των κρωγμών των ιερών περιστεριών που φώλιαζαν στην Φηγό (βελανιδιά).
Γύρω από την Δωδωνιαία δρυ λέγεται ότι οι οι ιερείς του εκτελούσαν το τελετουργικό τους γυμνόποδες, φορώντας μάλλινα, λευκά παντελόνια, σαν σκελέες και γίδινο γιλέκο. Σύμφωνα με το μύθο, από την Ιερά Φηγό του Μαντείου της Δωδώνης που είχε την ικανότητα να προφητεύει το μέλλον, πήρε η θεά Αθηνά το κομμάτι ξύλου που έβαλε στην πλώρη της Αργούς κατά την Αργοναυτική εκστρατεία.
Δεν είναι τυχαίο ότι ετυμολογικά η λατινική και επιστημονική ονομασία της δρυός, που είναι quercus, σημαίνει ότι από αυτό το δέντρο οι θεοί μπορούν να απαντούν ερωτήσεις (quaere στα λατινικά, queries στα αγγλικά) για το μέλλον.
Οι Δρυάδες και οι Αμαδρυάδες ήταν νύμφες του δάσους . Αυτά τα θηλυκά πνεύματα της φύσης πιστεύονταν ότι κατοικούσαν σε δένδρα και δάση και ιδιαίτερα σε βελανιδιές. Πολλές ιστορίες και μύθοι για τα πλάσματα αυτά συναντάμε στην ελληνική λαογραφία. Οι άνθρωποι ισχυρίζονταν ότι οι Αμαδρυάδες πέθαιναν ταυτόχρονα με τα δένδρα και τις θεωρούσαν όντα που μπορούσαν να διαδραματίσουν ρόλο μεσάζοντα ανάμεσα στους θεούς.
Σε ορισμένες μυθικές παραδόσεις διατηρήθηκε η ανάμνησις Αμαδρυάδων που είχαν παρακαλέσει κάποιον ήρωα για να σώσει το δένδρο τους ή μνημονεύεται η τιμωρία που έπληξε τους ανθρώπους οι οποίοι είχαν κόψει ένα δένδρο, περιφρονώντας τις παρακλήσεις της Νύμφης. Τέτοιοι μύθοι είναι του Ροίκου, του Οξύλου και της Δρυόπης.
Ο Ροίκος είναι ο ήρωας μιας ερωτικής περιπέτειας με τις Αμαδρυάδες. Υπήρχε μια δρυς, τόσο γέρικη, λέγει ο μύθος, που ήταν έτοιμη να πέσει. Ο Κένταυρος Ροίκος έβαλε τους δούλους του να την στηρίξουν με πασσάλους και να την φροντίσουν. Μ’ αυτή την ενέργεια ο Ροίκος έσωσε την ζωή των Αμαδρυάδων, που η ύπαρξή τους ήταν συνδεδεμένη με την ύπαρξη της βελανιδιάς. Για να τον ευχαριστήσουν οι Νύμφες, του πρόσφεραν την αμοιβή που θα ζητούσε. Εκείνος εζήτησε την αγάπη τους και εκείνες δέχθηκαν. Του επέστησαν όμως την προσοχή ότι δεν θα δέχονταν καμμία απιστία από την πλευρά του. Σύνδεσμος ανάμεσά τους ορίσθηκε μία μέλισσα που θα έκανε χρέη αγγελιαφόρου. Μια ημέρα λοιπόν η μέλισσα πήγε να συναντήσει τον Ροίκο για να του μεταφέρη το μήνυμα των Νυμφών. Ο Ροίκος όμως, την στιγμή που τον ευρήκε η μέλισσα, έπαιζε πεσσούς. Απασχολημένος με το παιγνίδι την δέχθηκε πολύ άσχημα. Η μέλισσα τον ετσίμπησε στα μάτια και ο Ροίκος τυφλώθηκε.
Η βελανιδιά υπήρξε επίσης το ιερό δένδρο των ελληνικών βασιλικών οίκων της Μακεδονίας, ιστορικά και αρχαιολογικά αποδεδειγμένο αυτό με το πλήθος ευρημάτων τα οποία βρέθηκαν στους βασιλικούς μακεδονικούς τάφους. Τα φύλλα της αποτέλεσαν τις διακοσμήσεις χρυσών στεφάνων και ιδίως του χρυσού στεφανιού του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Β΄.
Εξάλλου η λέξη δρυίδης (Druid), όπως και η λέξη Δρυιδισμός, δηλαδή το μυστικιστικό τάγμα ιερωμένων της κέλτικης θρησκείας, .προέρχονται από την λέξη δρυ. Κατ’ άλλους προέρχεται από την σανσκριτική λέξη druma = βελανιδιά (δρυς), το ιερότερο δέντρο των Δρυίδων ή dru = δέντρο. Η Γαλλική λέξη druiah σημαίνει “σοφός άνθρωπος”.
Τέλος η λέξη μπορεί να προέρχεται από τα «dru» και «vid» που σημαίνουν αυτόν που βλέπει καλά, τον οξυδερκή ή μεταφορικά το μάγο. Κατά την Ιρλανδική παράδοση «druid» σημαίνει μάγος. Για του Πέρσες το πνεύμα της νύχτας ή του σκότους ονομάζεται Druh. Στα Ουαλικά, drud σημαίνει “αυτός που εξαγνίζει”. Γενικά Δρυίδης στην Κέλτικη παράδοση σήμαινε “ο σοφός των δέντρων” ή και “σοφός της Βελανιδιάς”.
Οι διδασκαλίες των Δρυίδων μοιάζουν πολύ με αυτές του Πυθαγόρα. Δίδασκαν την ύπαρξη μιας μελλοντικής κατάστασης ανταμοιβών και τιμωρίας, την αθανασία της ψυχής και την μετενσάρκωση. Οι Δρυΐδες κατά τον εορτασμό του νέου έτους στόλιζαν βελανιδιά.. Όλος ο κόσμος ερχόταν στο δάσος και ο αρχιερέας ανέβαινε στο δένδρο και έκοβε με χρυσό κλαδευτήρι κομμάτια δρυ που ονομαζόντουσαν Ιξόν, το οποίο μοίραζαν στον λαό λέγοντας «A gui l’an neuf», δηλαδή «στη Βελανιδιά το Νέο Έτος» επειδή θεωρούσαν τη δρύ ιερή.
Πηγές: Εφημερίδα «Η Καθημερινή», ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΦΙΛΩΝ ΤΗΣ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΑΜΑΔΡΥΑΔΑ