Ο Γεώργιος Καφαντάρης (13 Οκτωβρίου 1873 – 28 Αυγούστου 1946) ήταν Έλληνας πολιτικός, πρωθυπουργός κατά το 1924 και πολλές φορές υπουργός, ενεργός στην πολιτική από το 1905 μέχρι το 1945.
Γεννήθηκε στις 13/26 Οκτωβρίου του 1873 στη Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας. Ήταν πρωτότοκος γιος του Κωνσταντίνου Καφαντάρη. Αδέλφια του ήταν ο Δημοσθένης, ο Δημήτρης, η Ελένη, η Ασπασία, και η Ουρανία. Ο παππούς του Εμμανουήλ Καφαντάρης μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης μετέβη από τη Σμύρνη στο Ναύπλιο για να μετάσχει στην Ελληνική Επανάσταση.
Ο πατέρας του είχε διατελέσει πολλές φορές δήμαρχος στο Κέράσοβο μέχρι το 1912. Με την πολιτική είχε ασχοληθεί και ο πατέρας της μητέρας του, Ιωάννης Μηλιάς ως δήμαρχος του δήμου Απεραντίων και είχε συμμετάσχει στην πολιορκία του Μεσολογγίου.
Έζησε τα παιδικά χρόνια στην Ανατολικη Φραγκίστα. Τέλειωσε το Ελληνικό Σχολείο Κεράσοβου το 1885 και γράφτηκε στο Γυμνάσιο Μεσολογγίου. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και αποφοίτησε το 1895. Τον επόμενο χρόνο διορίστηκε δικηγόρος στο Μεσολόγγι και μετέφερε τη δικηγορική δράση του στο Καρπενήσι όπου ιδρύθηκε Πρωτοδικείο Ευρυτανίας.
Πολιτική δράση
Στην επιλογή ανάμειξης στα πολιτικά βάρυνε η οικογενειακή παράδοση. Γιος και εγγονός δημάρχου, συνόδευε το πατέρα του σε περιοδείες υιοθέτησε την άποψη του πάτερα του πως όποιος δεν πολιτέυεται δεν πρέπει να ζει.
Στις εκλογές του 1902 ο Καφαντάρης συμμετείχε με το κοινό ψηφοδέλτιο των ζαϊμικών Χατζόπουλου, Θεοτοκικών Αλεξανδρόπουλου και Σερπανού και Δεληγιαννικών Τσιτσάρα, αλλά απέτυχε. Το 1905 συμμετείχε πάλι σε μικτό συνδυασμό και εκλέχτηκε βουλευτής Δεν συμμετείχε ως ανεξάρτητος αλλά ως δηλιγιαννικός. Μάλιστα μετά τη δολοφονία του Δηλιγιάννη συμμετείχε σε σύσκεψη δηλιγιαννικών βουλευτών. Έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης σε κυβέρνηση Δ. Ράλλη, ενώ προσχώρησε σε Νεοελληνικό Κόμμα Δ. Ράλλη.
Η πολιτική του διαδρομή από το θεοτοκικό κόμμα στο δηλιγιαννικό και μετά στο ραλλικό είναι προϊόν δυσπιστίας προς τα παλαιά κόμματα, εξασφάλισης τοπικών ισορροπιών και εκλογικών σκοπιμοτήτων. Το Ραλλικό κόμμα θα γινόταν, τέλος, η τρίτη δύναμη. Στις πρώτες εκλογές του 1910 δεν εξελέγη βουλευτής, αλλά στις εκλογές του τέλους του 1910 δεν συμμετείχε ακολουθώντας την απόφαση του κόμματους του Δ. Ράλλη.
Η κοινοβουλευτική δράση του όλη αυτην την περίοδο είναι έκφραση αφοσίωσης σε εκσυγχρονιστικές αντιλήψεις: εισαγωγη ευρείας περιφέρειας για την πάταξη πελατειακών σχέσεων, η υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας. Μετά τις εκλογές Νοεμβρίου 1910 εγκαταλείπει το Ραλλικό κόμμα και προσχωρεί στο Κόμμα των Φιλελευθέρων. Έτσι στις 14/27 Μαΐου 1911 διορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών από τον Λάμπρο Κορομηλά, Υπουργό Οικονομικών του Βενιζέλου.
Τον Φεβρουάριο του 1912 συμπεριλήφθηκε στο συνδυασμό Αιτωλοακαρνανίας του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Στις εκλογές της της 11ης/24ης Μαρτίου 1912 εξελέγη βουλευτής για τρίτη φορά. Με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων συμμετείχε στις επιχειρήσεις απελευθέρωσης της Χίου, επειδή όμως ξεκίνησε τις εργασίες της η Βουλή επέστρεψε.
Το 1915 διορίστηκε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Η θητεία του ήταν σύντομη: από τις 10/23 Αυγούστου έως τις 23 Σεπτεμβρίου/6 Οκτωβρίου 1915. Στη διάρκεια της θητείας του πέτυχε την ψήφιση νόμου Περί επιβολής τέλους χρήσεως πλατειών και πεζοδρομιών υπέρ του Δήμου Αθηναίων , ενώ κατάρτησε κατάλογο υποψηφίων νομαρχών.
Το 1917 κατέθεσε στη Βουλή σαφή ομολογία υπέρ της Αβασίλευτης Δημοκρατίας και ήταν «ο πρώτος Έλληνας πολιτικός του αστικού χώρου που στράφηκε κατά του θεσμού της βασιλείας».
Το 1919 έγινε υπουργός Γεωργίας (Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1917). Στη διάρκεια της Υπουργείας του προχώρησε σε νομοθετικές παρεμβάσεις (νόμος 2052 που καταργούσε τον 1072) και με τον οποίο αποκέντρωνε τη διαδικασία απαλλοτριώσεως, καθόριζε τους γενικούς κανόνες για τον καθορισμό της καταβλητέας αποζημίωσης στους ιδιοκτήτες και έκανε πιο ξεκάθαρη τη διάκριση ανάμεσα σε γεωργικές οικογένειες και επαγγελματίες σε σχέση με την έκταση του κλήρου. Έτσι στην έδρα κάθε πρωτοδικείου δημιουργείτο επιτροπή που θα ρύθμιζε τα των απαλλοτριώσεων.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή
Τον Ιανουάριο του 1924 έγινε υπουργός Δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Βενιζέλου του 1924 και αμέσως μετά πρωθυπουργός (Κυβέρνηση Γεωργίου Καφαντάρη 1924). Στη συνέχεια (1924) ίδρυσε το Κόμμα των Προοδευτικών Φιλελευθέρων, το οποίο μετονομάζεται από το 1928 σε Κόμμα Προοδευτικών Φιλελευθέρων.
Στις 6 Φεβρουαρίου 1924 ορκίστηκε η κυβέρνησή του καταθέτοντας σχεδόν αμέσως στη Βουλή νομοσχέδιο για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος που θα έλυνε το καθεστωτικό. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος απηύθυνε διάβημα στον Καφαντάρη με το οποίο του δήλωνε πως ήταν αποφασισμένος να εγκαθιδρύσει Δημοκρατία με κάθε τρόπο. Τελικά ο Καφαντάρης παραιτήθηκε στις 8 Μαρτίου 1924 Ελπίζοντας σε μια υποστήριξη του Βενιζέλου δήλωνε πως δεν θα υποχωρούσε σε εκβιασμούς.
Τον Δεκέμβριο του 1929 βρέθηκε πολύ κοντά στην εκλογή του ως προέδρου της Δημοκρατίας και όταν ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας ναύαρχος Παύλος Κουντουργιώτης υπέβαλε την παραίτησή του από το αξίωμα επικαλούμενος λόγους υγείας και ηλικίας.
Στη Μεταξική δικτατορία
Στη δικτατορία του Μεταξά εξορίστηκε μέχρι και το θάνατο του δικτάτορα. Στις 20 Γενάρη του 1938 συλλαμβάνεται και μεταφέρθηκε στη Ζάκυνθο.
Στην κατοχική περίοδο
Το καλοκαίρι του 1941 ο Δημήτρης Γληνός αρχικά, ο Λευτέρης Αποστόλου και ο Θανάσης Χατζής στη συνέχεια ήλθαν σε κάποιες πρώτες επαφές με τον Καφαντάρη, αλλά άκαρπες. Οι επαφές συνεχίστηκαν και μετά την ίδρυση του Ε.Α.Μ και σύμφωνα με τη μαρτυρία του Χατζή δεν ήταν τόσο αρνητικός απέναντί τους. Για τον Ναπολέοντα Ζέρβα, «είχε τη χειρότερη γνώμη, ακριβώς διότι τον εγνώριζε από την ανάμειξή του στα στρατιωτικά κινήματα».
Από τον Οκτώβριο του 1941 ήταν σοβαρά άρρωστος και μετά την άνοιξη του 1942 σχεδόν μόνιμα καθηλωμένος στο κρεβάτι του κι από τα μέσα του 1944 έως την αποχώρηση των Γερμανών υπό αστυνομική επιτήρηση στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός. Αν με το Ε.Α.Μ δεν συνεργάζεται, με τις εξόριστες ελληνικές κυβερνήσεις δεν παρέχει οποιαδήποτε πολιτική κάλυψη.
Μεταπελευθερωτικά
Στις παραμονές της απελευθέρωσης διαπιστώνει πως ο κύριος κίνδυνος προέρχεται από την ένοπλη δύναμη του ΕΛΑΣ ζητώντας μάλιστα τη λήψη μέτρων γι’ αυτό. Όμως με την άφιξη των πραιτωριανών του βασιλιά-η φράση του Καφαντάρη-δηλαδή της Ορεινής Ταξιαρχίας, ανησυχεί για αρνητικές εξελίξεις από την αντίθετη πλευρά. Έγινε αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση Σοφούλη.
Απεβίωσε στις 28 Αυγούστου του 1946.
Απόδοση τιμών
Ο πρώην Πρωθυπουργός τιμάται ακόμα και σήμερα στην γενέτειρά του. Κάθε δύο χρόνια στην Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας, αρχές Αυγούστου, λαμβάνουν χώρα τα «Καφαντάρεια» , πολιτιστικές εκδηλώσεις υπό την αιγίδα του Δήμου Φραγκίστας και του Ιδρύματος Γεώργιος Καφαντάρης» εγκαινιάστηκε στις 20 Ιουνίου 2010 προς τιμήν του στην Ανατολική Φραγκίστα Ευρυτανίας με δωρεά του Κωνσταντίνου Πανουργιά. Πρόεδρος του Ιδρύματος από τις 10 Δεκεμβρίου 2009 έως και σήμερα είναι ο Κωνσταντίνος Κωστόπουλος.