Η ιστορική ομιλία του Προκοπη Παυλόπουλου στις Θερμοπυλες το 2018
ΣΗΜΕΙΑ ΟΜΙΛΙΑΣ
ΤΟΥ τέως ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ
ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΕΟΡΤΕΣ ΤΩΝ «ΘΕΡΜΟΠΥΛΕΙΩΝ 2018»
Θερμοπύλες, 25.8.2018
Αποτελεί ξεχωριστή τιμή για μένα να βρίσκομαι, με αφορμή την διεξαγωγή των «Θερμοπυλείων 2018», στις Θερμοπύλες. Σ’ έναν Τόπο, τ’ όνομα του οποίου συνδέθηκε μ’ ένα κεφαλαιώδους σημασίας ιστορικό γεγονός κατά την κλασική αρχαιότητα. Και μάλιστα, όπως θα εκθέσω στην συνέχεια, η μάχη των Θερμοπυλών, το 480 π.Χ., υπήρξε καθοριστική όχι μόνο για την μετέπειτα πορεία της Ελλάδας, αλλά και για την πορεία της Δύσης εν γένει και του Πολιτισμού της. Η περίφημη φράση του Άγγλου φιλοσόφου John Stuart Mill, σύμφωνα με την οποία «Η μάχη του Μαραθώνα, ακόμη και ως ένα γεγονός στην Ιστορία της Αγγλίας, είναι πιο σημαντική από τη μάχη στο Χέιστινγκς (Hastings)», θα μπορούσε να ειπωθεί και για την μάχη των Θερμοπυλών. Καθώς, χάρη στο νικηφόρο αποτέλεσμα των δύο αυτών αναμετρήσεων, εδραιώθηκε ο Ελληνικός και, κατά συνέπεια, ο ευρύτερος Ευρωπαϊκός και Δυτικός Πολιτισμός.
Ι. Επιτρέψατε μου, λοιπόν, να αναφερθώ, έστω δι’ ολίγων, στην σπουδαία εκείνη μάχη, που έλαβε χώρα στα ιερά αυτά χώματα, πριν από πάνω από 2500 χρόνια, ξεκινώντας, μάλιστα, την αφήγησή μου από το ιστορικό υπόβαθρο που αφορά τις σχέσεις των Ελλήνων και των Περσών.
Α. Η Αθήνα και η Ερέτρια υποστήριξαν τους Ίωνες στον αγώνα τους κατά των Περσών (499-494 π.Χ). Σύμφωνα με τους ιστορικούς, ο Δαρείος ήταν σφετεριστής και πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του πολεμώντας εναντίον των εξεγερμένων υποτελών του. Η Ιωνική Επανάσταση απείλησε την σταθερότητα της αυτοκρατορίας του Δαρείου, γι’ αυτό και ορκίσθηκε να εκδικηθεί όσες πόλεις συμμετείχαν σε αυτήν. Ήθελε, μάλιστα, να χρησιμοποιήσει αυτή την ευκαιρία για να επεκταθεί δυτικότερα.
Β. Έτσι, το 492 π.Χ, οι Πέρσες, με αρχηγό τον Μαρδόνιο, ανακατέλαβαν την Θράκη και πίεσαν τους Μακεδόνες να συμμαχήσουν μαζί τους. Το 491 π.Χ, ο Δαρείος απαίτησε την παράδοση όλων των Ελληνικών Πόλεων. Πολλές από αυτές παραδόθηκαν, ο Ηρόδοτος δε αναφέρεται στην παράδοση των Αιγινητών, που μετέπειτα κατηγορήθηκαν από τους Σπαρτιάτες για προδοσία. Οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες, και άλλες πόλεις-κράτη βεβαίως, αρνήθηκαν να παραδοθούν στους Πέρσες. Το 490 π.Χ., ο Δαρείος ξεκίνησε νέα εκστρατεία, με αρχηγούς τον Δάτη και τον Αρταφέρνη, οι οποίοι κατάφεραν να καταλάβουν τη Νάξο, τις Κυκλάδες και την Ερέτρια. Όμως, η επέκτασή τους σταμάτησε και αναγκάσθηκαν να επιστρέψουν στην Ασία, χάρη στη νίκη των Αθηναίων και των Πλαταιέων στον Μαραθώνα.
Γ. Ο Δαρείος ξεκίνησε να συγκεντρώνει μεγάλο στρατό για να επιτεθεί ξανά στην Ελλάδα, αλλά τα σχέδια του αναβλήθηκαν, λόγω της εξέγερσης στην Αίγυπτο. Ένα χρόνο μετά, ο Δαρείος πέθανε και στον θρόνο ανέβηκε ο γιος του Ξέρξης Α’. Ο Ξέρξης ανακατέλαβε την Αίγυπτο και άρχισε νέες προετοιμασίες για εισβολή στην Ελλάδα. Καθώς η εισβολή θα ήταν μεγάλης κλίμακας, ο Ξέρξης χρειαζόταν πολύ χρόνο για συγκεντρώσει στρατό και υλικό πολέμου. Αποφάσισε ότι ο Ελλήσποντος έπρεπε να γεφυρωθεί, για να μπορέσει ο στρατός του να περάσει στην Ευρώπη, οπότε ένα κανάλι έπρεπε ν’ ανοιχθεί στον ισθμό του Όρους Άθω. Επρόκειτο για ένα εξαιρετικά δύσκολο, από τεχνική άποψη, εγχείρημα. Στις αρχές του 480 π.Χ, οι ετοιμασίες τελείωσαν και ο στρατός που συγκέντρωσε ο Ξέρξης στις Σάρδεις βάδισε δυτικά, περνώντας από τον Ελλήσποντο δια μέσου δύο τεχνητών γεφυρών.
Δ. Στα μέσα της δεκαετίας του 480 π.Χ, οι Αθηναίοι ξεκίνησαν τις προετοιμασίες για πιθανό πόλεμο κατά των Περσών. Το 482 π.Χ, ο Θεμιστοκλής έπεισε τους Αθηναίους να δημιουργήσουν στόλο από τριήρεις, λέγοντας τους ότι πρόκειται να επιτεθεί στην Αίγινα. Ωστόσο, οι Αθηναίοι δεν διέθεταν τον απαραίτητο αριθμό στρατιωτών για ν’ αντιμετωπίσουν τους Πέρσες. Συνεπώς, για τον σκοπό αυτό ήταν αναγκαία η δημιουργία μιας συμμαχίας από Ελληνικές Πόλεις-κράτη.
Ε. Το 481 π.Χ, ο Ξέρξης έστειλε πρεσβευτές σε όλες τις Ελληνικές Πόλεις-κράτη, μ’ εξαίρεση την Αθήνα και την Σπάρτη, ζητώντας «γην και ύδωρ». Η Σπάρτη και η Αθήνα εξασφάλισαν την υποστήριξη μερικών Ελληνικών Πόλεων και το ίδιο έτος, στην Κόρινθο, συγκλήθηκε συνέδριο, όπου και δημιουργήθηκε η Ελληνική Συμμαχία. Το κάθε μέλος της Συμμαχίας είχε την δυνατότητα να στέλνει αγγελιαφόρους στις υπόλοιπες Πόλεις-μέλη, ζητώντας στρατό για αμυντικούς σκοπούς. Σύμφωνα με τους σύγχρονους ιστορικούς, αυτό αποτελεί αξιοσημείωτο γεγονός, δοθέντος ότι οι εμφύλιες συρράξεις μεταξύ των Ελλήνων, εκείνη την περίοδο, συνεχίζονταν.
ΣΤ. Το 480 π.Χ, συγκλήθηκε νέο συνέδριο. Μια αντιπροσωπεία από την Θεσσαλία πρότεινε στους Έλληνες να σταματήσουν τον Ξέρξη στα Στενά των Τεμπών. Ωστόσο, οι Πέρσες έμαθαν ότι η κοιλάδα θα μπορούσε να παρακαμφθεί μέσω του Περάσματος του Σαρανταπόρου και, λόγω του μεγαλύτερου μεγέθους του περσικού στρατού, οι Έλληνες οπισθοχώρησαν. Λίγο αργότερα, έμαθαν ότι ο Ξέρξης διέσχισε τον Ελλήσποντο. Οι Έλληνες αποφάσισαν να κλείσουν το στενό πέρασμα των Θερμοπυλών, απ’ όπου ο Ξέρξης θ’ αναγκαζόταν να περάσει για να φθάσει στη Νότια Ελλάδα και όπου οι Πέρσες δεν θα μπορούσαν ν’ αξιοποιήσουν την αριθμητική υπεροχή τους. Παράλληλα, οι Αθηναίοι θ’ αντιμετώπιζαν τον περσικό στόλο στο Αρτεμίσιο. Ωστόσο, οι Πόλεις της Πελοποννήσου, σε περίπτωση αποτυχίας του σχεδίου, σχεδίαζαν να υπερασπισθούν τον Ισθμό της Κορίνθου, ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά των Αθηναίων θα κατέφευγαν στην Τροιζήνα.
ΙΙ. Οι Πέρσες έφθασαν στις Θερμοπύλες στα τέλη Αυγούστου ή στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 480 π.Χ.
Α. Εκείνη την περίοδο, οι Σπαρτιάτες γιόρταζαν τα Κάρνεια, ενώ ήταν επίσης η περίοδος των Ολυμπιακών Αγώνων, κατά την διάρκεια των οποίων οποιαδήποτε ένοπλη σύγκρουση εθεωρείτο ιεροσυλία. Παρ’ όλ’ αυτά, οι Έφοροι της Σπάρτης έκριναν ότι η επείγουσα κατάσταση ήταν σοβαρή δικαιολογία για να στείλουν στρατό, με αρχηγό τον Λεωνίδα. Κατά τον Ηρόδοτο, υπήρχε και χρησμός της Πυθίας, σύμφωνα με τον οποίον είτε η Σπάρτη θα χανόταν, είτε θα έχανε έναν βασιλιά.
Β. Ο Λεωνίδας σίγουρα πίστευε ότι έπρεπε να πεθάνει για να σωθεί η Σπάρτη, γι’ αυτό και πήρε μαζί του μόνο 300 Σπαρτιάτες, οι οποίοι είχαν γιους. Κατά την διάρκεια της πορείας τους, οι Σπαρτιάτες ενισχύθηκαν με άλλους 5.000 άνδρες. Ο Λεωνίδας αποφάσισε να παρατάξει τους Σπαρτιάτες στο κέντρο, δηλαδή στο πιο στενό σημείο των Θερμοπυλών, ενώ οι Φωκείς ανέλαβαν να χτίσουν αμυντικό τείχος. Συγκεκριμένα, έστειλε 1.000 Φωκείς προκειμένου να υπερασπισθούν την Τραχίνα, καθώς από εκεί οι Πέρσες μπορούσαν να περικυκλώσουν τους Έλληνες. Όταν οι Πέρσες έφθασαν στην περιοχή, οι Πελοποννήσιοι υποστήριζαν ότι έπρεπε να κατεβούν στον Ισθμό της Κορίνθου και ν’ αμυνθούν εκεί. Αλλά οι Φωκείς και οι Λοκροί έπεισαν τον Λεωνίδα να μείνει στο στενό των Θερμοπυλών.
Γ. Ο Ξέρξης απέστειλε πρεσβευτή-αγγελιαφόρο για να πείσει τον Λεωνίδα να καταθέσει τα όπλα. Η απάντηση του Λεωνίδα ήταν το περίφημο «Μολών, λαβέ». Μια «λακωνική» φράση, στην οποία αποτυπωνόταν η ανυπέρβλητη ανδρεία του και ο βαθύτατος πατριωτισμός του, μια φράση που έμελλε ν’ αποτελέσει «κτῆμά ἐς ἀεὶ μᾶλλον ἤ ἀγώνισμα ἐς τὸ παραχρῆμα ἀκούειν». Κατά συνέπεια, η μάχη κατέστη αναπόφευκτη, αλλά ο Ξέρξης προτίμησε να περιμένει τέσσερις μέρες, πιστεύοντας ότι οι Έλληνες θα διασκορπισθούν.
Δ. Υπάρχει κάποια ασυμφωνία των ιστορικών πηγών, ως προς την αριθμητική δύναμη των στρατιωτικών δυνάμεων που αναμετρήθηκαν, τότε, στις Θερμοπύλες.
1. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Πέρσες είχαν στην διάθεσή τους 2,6 εκατομμύρια στρατιώτες, καθώς και βοηθητικά σώματα. Ο ποιητής Σιμωνίδης ο Κείος, ο οποίος έζησε την περίοδο της μάχης, γράφει ότι οι Πέρσες είχαν στη διάθεση τους 4 εκατομμύρια άνδρες. Από την άλλη, ο Κτησίας κάνει λόγο για 800.000 στρατιώτες. Αυτοί οι αριθμοί έχουν απορριφθεί από τους σύγχρονους ιστορικούς, οι οποίοι θεωρούν ότι οι Πέρσες είχαν ως 300 χιλιάδες άνδρες.
2. Ο Διόδωρος γράφει ότι χίλιοι Λακεδαιμόνιοι και 3 χιλιάδες Πελοποννήσιοι (4.000 άνδρες) πολέμησαν στις Θερμοπύλες, ενώ και ο Ηρόδοτος, ο οποίος παραπέμπει στον Σιμωνίδη, υποστήριξε τον ίδιο αριθμό. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Ηρόδοτος νωρίτερα είχε αναφερθεί στην παρουσία τριών χιλιάδων εκατό Πελοποννήσιων, ενώ αργότερα κάνει λόγο και για τους είλωτες. Πράγματι, και σύμφωνα με τον Ρέτζιναλντ Γουόλτερ Μάκαν, «στις Θερμοπύλες βρίσκονταν και 900 είλωτες, 3 για κάθε Σπαρτιάτη». Οι είλωτες μπορεί να συμμετείχαν στην μάχη ως θωρακισμένοι υπηρέτες των Σπαρτιατών ή, αλλιώς, αυτοί οι 900 άνδρες να ήταν οι περίοικοι, για τους οποίους κάνει λόγο ο Διόδωρος.
E. Οι Έλληνες αποφάσισαν να υπερασπισθούν τις Θερμοπύλες, για να εξουδετερώσουν το μειονέκτημα της μικρής αριθμητικής τους δύναμης, περιοριζόμενοι αποκλειστικώς στην άμυνα. Από την άλλη πλευρά, οι Πέρσες δεν μπορούσαν να μείνουν στις Θερμοπύλες για πολύν καιρό. Άρα είτε θα υποχωρούσαν, είτε έπρεπε να διασπάσουν τις ελληνικές γραμμές. Οι Έλληνες οπλίτες είχαν την δυνατότητα να κλείσουν το στενό πέρασμα, για να μην μπορεί να επιτεθεί το περσικό ιππικό. Υπήρχε όμως ένα μονοπάτι, απ’ όπου οι Πέρσες ήταν εφικτό να περάσουν και να περικυκλώσουν τους Έλληνες.
ΙΙΙ. Για την επική μάχη που ακολούθησε, γι’ αυτό το μοναδικό έπος της αντίστασης των Ελλήνων στις Θερμοπύλες, αξίζει ν’ αναφερθούν τ’ ακόλουθα:
A.Οι Πέρσες, μετά από τέσσερις μέρες αναμονής, επιτέθηκαν στους υπερασπιστές των Θερμοπυλών. Πρώτα έστειλε ο Ξέρξης τους Μήδους και τους Κισσίους, οι οποίοι επιτέθηκαν μετωπικως στους Έλληνες. Οι Έλληνες παρατάχθηκαν μπροστά από το τείχος το οποίο, όπως προανέφερα, είχαν κτίσει οι Φωκείς και αποτελούσε το πιο στενό πέρασμα των Θερμοπυλών. Ο Διόδωρος περιγράφει την τακτική των Ελλήνων: Οι Έλληνες παρατάχθηκαν σε πυκνή τάξη και ήταν σαφώς ανώτεροι σε ανδρεία καθώς και στο μέγεθος της ασπίδας, αφού οι ξύλινες ασπίδες και τα μικρά δόρατα των Περσών δεν ήσαν αποτελεσματικά. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Έλληνες σκότωσαν πολλούς Μήδους, γι’ αυτό και ο Ξέρξης σηκώθηκε τρεις φορές από τον θρόνο του. Ο Κτησίας αναφέρει ότι την πρώτη μέρα σκοτώθηκαν μονάχα δύο-τρεις Σπαρτιάτες. Ο Ξέρξης αργότερα έστειλε τους «Αθανάτους», με αρχηγό τον Υδάρνη, αλλά και αυτοί απέτυχαν. Οι Σπαρτιάτες προσποιήθηκαν ότι υποχωρούσαν, οι Πέρσες παρασύρονταν σ’ επίθεση, και έτσι σκοτώθηκαν πολλοί Πέρσες την πρώτη μέρα της μάχης.
Β. Την επομένη, ο Ξέρξης επανέλαβε την επίθεση, καθώς θεωρούσε ότι οι Έλληνες, λόγω των μικρού αριθμού τους, δεν θα μπορούσαν ν’ αντισταθούν. Η επίθεση όμως αποκρούσθηκε, οπότε ο Ξέρξης διέταξε υποχώρηση και αποσύρθηκε αμήχανος στην σκηνή του. Το απόγευμα, ενώ ο Ξέρξης σκεφτόταν τι έπρεπε να κάνει, δέχθηκε την επίσκεψη κάποιου Εφιάλτη, ο οποίος του υπέδειξε το μονοπάτι, από το οποίο θα μπορούσε να περικυκλώσει τους Έλληνες. Έκτοτε η λέξη «Εφιάλτης» έγινε συνώνυμο της λέξης «προδότης», όχι μόνο στην Ελληνική αλλά και στην Παγκόσμια Ιστορία. Ο Ξέρξης, λοιπόν, διέταξε αμέσως τον Υδάρνη με τους «Αθανάτους» να περικυκλώσουν τους Έλληνες.
Γ. Όταν ξημέρωσε η τρίτη μέρα της μάχης, οι Φωκείς αντιλήφθηκαν ότι είχαν περικυκλωθεί από τους Πέρσες και άρπαξαν βιαστικά τα όπλα τους.
1. Στην αρχή οι Πέρσες νόμιζαν ότι είχαν ν’ αντιμετωπίσουν τους Σπαρτιάτες, κι όχι τους Φωκείς, οι οποίοι υποχώρησαν σ’ έναν κοντινό λόφο. Τότε ακολούθησε καταιγισμός βολών εκ μέρους των Περσών, καθώς δεν επιθυμούσαν να καθυστερήσουν περαιτέρω. Παράλληλα, ένας ημεροσκόπος ειδοποίησε τους υπόλοιπους Έλληνες ότι οι Φωκείς είχαν αποσυρθεί. Οι περισσότεροι Έλληνες πρότειναν υποχώρηση, αλλά ο Λεωνίδας αποφάσισε να μείνει. Μαζί με τον Λεωνίδα έμειναν οι 300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς (με αρχηγό τον Δημόφιλο) και 400 Θηβαίοι.
2. Ο Ξέρξης έκανε θυσίες και ξεκίνησε την επίθεσή του. Οι υπερασπιστές των Θερμοπυλών κινήθηκαν προς τα εμπρός, στο ευρύτερο σημείο των στενών. Στην μάχη σκοτώθηκαν ο Αβροκόμης και ο Υπεράνθης, οι οποίοι ήσαν αδέλφια του Ξέρξη, ενώ αργότερα έπεσε στο πεδίο της μάχης και ο Λεωνίδας, από τα περσικά βέλη. Ακολούθησε άγρια μάχη γύρω από το σώμα του Σπαρτιάτη βασιλιά, κατά την οποία επικράτησαν, αρχικώς, οι Έλληνες. Το σώμα του, όμως, τελικώς περιήλθε στα χέρια των Περσών και ο Ξέρξης διέταξε να το αποκεφαλίσουν, πράξη μη αναμενόμενη από Πέρσες, οι οποίοι συνήθιζαν να τιμούν τους γενναίους αντιπάλους τους. Μετά από σαράντα χρόνια, τα λείψανα του Λεωνίδα μεταφέρθηκαν στην Σπάρτη και διοργανώθηκαν ετήσιοι αγώνες για να τιμηθεί η μνήμη του. Το αποτέλεσμα της μάχης ήταν ότι οι Πέρσες κατέλαβαν τα στενά, αν και έχασαν 20.000 άνδρες. Στην μάχη, εκτός από τους Σπαρτιάτες και τους Θεσπιείς, σκοτώθηκαν και 4.000 Πελοποννήσιοι, σύμφωνα με το περίφημο επίγραμμα του Σιμωνίδη.
Δ. Τέλος, σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς -διότι υπάρχουν και αντίθετες γνώμες- η μάχη των Θερμοπυλών έδωσε την ευκαιρία στους Αθηναίους και στον Ελληνικό Στόλο να προετοιμασθούν καταλλήλως για τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, η οποία υπήρξε νικηφόρα. Και χάρη σε αυτήν κρίθηκε, υπέρ των Ελλήνων, και ο δεύτερος Ελληνοπερσικός Πόλεμος.
IV. Η σημασία της μάχης των Θερμοπυλών υπήρξε τεράστια και καθοριστική για τους εξής, κυρίως, λόγους:
Α. Πρώτον, η μέχρι τελικής πτώσεως υπεράσπιση της Πατρίδας και της Ελευθερίας απ’ όσους τότε εφύλαξαν τις Θερμοπύλες, απέδειξε ότι για εμάς, τους Έλληνες, η Πατρίδα είναι υπέρτατο αγαθό και η Ελευθερία αποτελεί αξία υπαρξιακή: Μόνον ελεύθεροι μπορούμε να ζήσουμε, να υπερασπισθούμε την αξία μας και να δημιουργήσουμε, αναπτύσσοντας την προσωπικότητά μας.
Β. Δεύτερον είναι, πιστεύω, απολύτως θεμιτό ιστορικώς να ερμηνεύουμε τους Μηδικούς Πολέμους, και την τελική περιφανή επικράτηση των Ελλήνων, ως εξίσου περιφανή επικράτηση του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος. Που, έτσι, νομιμοποιείται ιστορικώς, και μάλιστα στο ακέραιο, να διεκδικεί, ως κοιτίδα και λίκνο του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, την «παλαίφατη» όχι μόνον γεωγραφική αλλά και πνευματική οριοθέτηση των συνόρων μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
V. Και στο σημείο αυτό επιτρέψατέ μου να γίνω σαφέστερος, ως προς την τεκμηρίωση της θέσης μου αυτής, αναφορικά με την διαχρονική αξία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος κατά την διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού και, εν γένει, του Δυτικού Πολιτισμού.
Α. Την πεμπτουσία του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος συμπύκνωσε, με τρόπο ιδανικό, ο Αντρέ Μαλρώ, σ’ εκείνη την μνημειώδη ομιλία του κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης, στις 28 Μαΐου 1959.
1. Τότε, που μεσ’ από την πρωτοποριακή ιδέα του «Φαντασιακού Μουσείου», ο Μαλρώ θέλησε να παραδώσει την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα ως ανέσπερο φάρο, ορατό ανά την Υφήλιο για πάντα και, επομένως, αναντικατάστατο δείκτη της πορείας του Ευρωπαϊκού, άρα του εν γένει Δυτικού Πολιτισμού.
2. Σ’ εκείνη λοιπόν την ομιλία, «Αφιέρωμα στην Ελλάδα», ο Μαλρώ υποστήριξε πως την πορεία του Πολιτισμού αυτού συνθέτουν δύο έννοιες: «Παιδεία και Θάρρος».
α) Η Παιδεία, ως σύνολο που εκπορεύεται από το Πνεύμα, όπως τούτο συντίθεται από τις εξής θεμελιώδεις συνιστώσες: Την Επιστήμη και την Τέχνη.
β) Και το Θάρρος, ως αειφόρος ενδιάθετη πρόθεση του Ανθρώπου όχι για να επιβάλλει με τα όπλα τον Πολιτισμό του. Αλλά για να τον υπερασπισθεί, ακόμη και με τα όπλα, απέναντι σε κάθε επιβουλέα. Ιδίως δε απέναντι στον επιβουλέα που, οχυρωμένος πίσω από το δόγμα και την «προστάτιδά» του τυραννία, επιχειρεί να εκθρονίσει δια παντός την Ελευθερία, υφ’ όλες τις εκφάνσεις της.
Β. Υπό τα δεδομένα αυτά η συμβολή του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος, ως προς την εξέλιξη και διαμόρφωση του σύγχρονου Ευρωπαϊκού και του Δυτικού Πολιτισμού είναι, τουλάχιστον, διπλή:
1. Από την μια πλευρά το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα -ξεκινώντας από την Ιωνία, όπου γεννήθηκε ο «φιλοσοφικός στοχασμός» και γνωρίζοντας την ακμή του ιδίως στην Αθήνα και σε αρκετές αποικίες της εποχής- διέπλασε τον Πολιτισμό αυτόν θέτοντας, μέσω της απελευθέρωσης του Πνεύματος από τον μύθο και τις συνακόλουθες δοξασίες και εμμονές, τις βάσεις της ολοκληρωμένης Επιστήμης και της πραγματικής δυτικής Φιλοσοφικής Σκέψης, με συστηματική δομή. Θάλεγε κανείς πως ο Πολιτισμός μας γεννήθηκε από το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα όπως, κατά την μυθολογία, η Αθηνά βγήκε από το κεφάλι του Δία, πάνοπλη, φορώντας περικεφαλαία και κρατώντας ασπίδα.
2. Και, από την άλλη πλευρά, μας δείχνει σήμερα τον δρόμο υπεράσπισης του Πολιτισμού μας, κυρίως δια της αποτροπής της μετάπτωσης της Επιστήμης σε άγονο εμπειρικό πεδίο σώρευσης απλής γνώσης και συλλογής άπειρης, πλην όμως ανώφελης, πληροφορίας.
Γ. Μέσα από αυτή την διπλή συμβολή του, το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα μένει αενάως ζωντανό και επίκαιρο, τόσον ως γενάρχης όσο και ως αμετακίνητος πυλώνας του Πολιτισμού μας. Και τον προτρέπει, στην σύγχρονη ζοφερή συγκυρία, με τα λόγια που βάζει ο Οδυσσέας Ελύτης στο στόμα του Αντιφωνητή προς την «Μαρία Νεφέλη»: «Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά».
Τελειώνω την παρέμβασή μου αυτή τονίζοντας ότι, με βάση την Ιστορία, τα «Θερμοπύλεια» πρέπει να καταστούν θεσμός Πανελλήνιας εμβέλειας και απήχησης. Και τούτο, διότι η Θυσία και το Έπος του Λεωνίδα και των Ελλήνων στις Θερμοπύλες όχι μόνο ξεπερνούν, κατά πολύ, τα σύνορα της Ελλάδας, αλλά και γιατί υπενθυμίζουν, προς κάθε κατεύθυνση, που βρίσκεται η κοιτίδα και το λίκνο της Ελευθερίας και των εν γένει βάσεων της σύγχρονης Δημοκρατίας καθώς και του σύγχρονου Ευρωπαϊκού και, γενικότερα, του Δυτικού Πολιτισμού. Όσο για εμάς, το Έθνος των Ελλήνων, οι Θερμοπύλες θα μας διδάσκουν, στο διηνεκές, την ανυπέρβλητη αξία αφενός της ενότητας κατά την υπεράσπιση της Πατρίδας. Και, αφετέρου, της Ελευθερίας, ως ύψιστου αγαθού, το οποίο οφείλουμε να διαφυλάττουμε, ακόμη και με την ίδια μας την ζωή, υφ’ οιεσδήποτε συνθήκες. Οι «Θερμοπύλες», του Κωνσταντίνου Καβάφη, μας το υπενθυμίζουν λακωνικά και εξόχως εκφραστικά. Αρκούμαι στους εξής, και μόνο, στίχους:
«Τιμή σ’ εκείνους όπου στην ζωή των
ώρισαν να φυλάγουν Θερμοπύλες.
Ποτέ από το χρέος μη κινούντες.
……
Και περισσότερη τιμή τους πρέπει
όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν)
πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος
κ’ οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε».
Σας ευχαριστώ.