Πέρτιναξ – Ο Αυτοκράτορας των 86 ημερών

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Πόπλιος Έλβιος Πέρτιναξ (Publius Helvius Pertinax, 1 Αυγούστου 126 – 28 Μαρτίου 193) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας για τους τρεις πρώτους μήνες του 193. Διάδοχος του δολοφονηθέντος Κόμμοδου, ήταν ο πρώτος που διετέλεσε αυτοκράτορας κατά το ταραχώδες Έτος των Πέντε Αυτοκρατόρων.

Ήταν γιος ενός ελευθερωμένου σκλάβου που αρχικά εργάστηκε ως δάσκαλος πριν γίνει αξιωματικός του στρατού. Πολέμησε εναντίον των Παρθών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 160 και η επιτυχία του τον οδήγησε σε υψηλότερες θέσεις τόσο στον στρατιωτικό όσο και στον πολιτικό τομέα, καθώς έγινε Ρωμαίος έπαρχος και πολίαρχος.

Ως υψηλά ιστάμενο στέλεχος του στρατού και της Γερουσίας, προσπάθησε να δαμάσει την Πραιτωριανή Φρουρά ώσπου αυτή αντέδρασε και τον δολοφόνησε. Μετά το θάνατό του, στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο Δίδιος Ιουλιανός, του οποίου η διακυβέρνηση ήταν εξίσου σύντομη.

Πρώτα χρόνια

Η καριέρα του Πέρτιναξ πριν γίνει αυτοκράτορας αναφέρεται στην «Ιστορία των Αυγούστων» (Historia Augusta) και επιβεβαιώνεται από διάφορες τοποθεσίες και επιγραφές της εποχής. Γεννήθηκε στην Άλμπα Πομπηία της Ιταλίας, γιος του απελεύθερου Χέλβιου Σουξέσσου, και ξεκίνησε ως γραμματικός. Σύντομα αποφάσισε να επιδιώξει μια καριέρα με περισσότερες προοπτικές και μέσω ενός γνωστού του έγινε στέλεχος σε στρατιωτική μονάδα.

Διακρίθηκε στους Παρθικούς πολέμους που ακολούθησαν και μετά από συνεχόμενους προβιβασμούς βρέθηκε στη Βρετανία (Λεγεώνα ΣΤ΄ Βίκτριξ), στο Δούναβη και τελικά έφορος (procurator) της Δακίας. Δέχθηκε πλήγμα ως θύμα δικών την εποχή του Μάρκου Αυρήλιου, αλλά γρήγορα επανεκλήθη να βοηθήσει τον Κλαύδιο Πομπηιάνο στους Μαρκομαννικούς Πολέμους.

Το 175 τιμήθηκε με τον τίτλο του ύπατου και ως το 185 έγινε κυβερνήτης των επαρχιών Άπω και Κάτω Μοισίας, Δακίας, Συρίας και τελικά Βρετανίας. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 180 ο Πέρτιναξ είχε κερδίσει καθοριστικό ρόλο στην Ρωμαϊκή Σύγκλητο αλλά ο Πραιτωριανός Σέξτος Τιγίδιος Περέννις κατάφερε να τον εκδιώξει από πολιτικής σκηνής.

Τρία χρόνια αργότερα κλήθηκε στη Βρετανία όπου ο εκεί στρατός βρισκόταν σε ανταρσία. Προσπάθησε να συνετίσει τους στασιαστές οπλίτες όταν μια λεγεώνα αντέδρασε και επιτέθηκε στους σωματοφύλακές του, αλλά άφησε τον ίδιο απείραχτο, νομίζοντάς τον νεκρό. Όταν συνήλθε, ο Πέρτιναξ τιμώρησε σκληρά τους αντάρτες, κάτι που σφράγισε τη φήμη του ως αδέκαστου στρατιωτικού. Αναγκάστηκε σε παραίτηση το 187 με αφορμή το γεγονός ότι οι λεγεώνες τον θεωρούσαν υπερβολικά σκληρό μαζί τους. Στα έτη 188-189 υπήρξε ανθύπατος Αφρικής και έπειτα Πολίαρχος Ρώμης και ύπατος παρά τω αυτοκράτορι

Ως αυτοκράτορας

Όταν, στις αρχές της δεκαετίας του 190, η συμπεριφορά του Κόμμοδου άρχισε να γίνεται ασταθής ο Πέρτιναξ θεωρήθηκε κατηγορούμενος στην προσπάθεια δολοφονίας του στις 31 Δεκεμβρίου 192. Η δολοπλοκία είχε εξυφανθεί από τον Πραιτωριανό Κουίντο Αιμίλιο Λαέτο, την ερωμένη του Κόμμοδου Μαρκία και τον οικονόμο του Εκλεκτό. Όταν ο φόνος επιτελέσθηκε, ο Πέρτιναξ, που ήταν Πολίαρχος Ρώμης, κλήθηκε εσπευσμένα από την Πραιτωριανή Φρουρά και ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας την επόμενη μέρα.

Η σύντομη διακυβέρνησή του (86 ημέρες) ήταν ταραχώδης. Προσπάθησε να αντιγράψει τον Μάρκο Αυρήλιο ακολουθώντας τις συγκρατημένες παρεμβάσεις του τελευταίου και επιχείρησε να μεταρρυθμίσει το καθεστώς τροφοδοσίας της Ρώμης, συναντώντας πολύπλευρες αντιδράσεις.

Οι αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι, όταν ο Πέρτιναξ ανέβηκε στην εξουσία, η Πραιτωριανή Φρουρά ανέμενε από αυτόν τα καθιερωμένα χρηματικά δώρα αλλά ο ίδιος καθυστερούσε. Όταν η Φρουρά κινήθηκε για να τα διεκδικήσει, αυτός ξεπούλησε την περιουσία του Κόμμοδου περιλαμβανομένων των παλλακίδων του προκατόχου του (τις οποίες κατείχε για την ερωτική του ικανοποίηση).

Υπερτίμησε την αξία του νομίσματος δραματικά αυξάνοντας την περιεκτικότητα αργύρου στο δηνάριο από 74% σε 87% (το καθαρό βάρος του αργύρου ανέβηκε από 2,22 σε 2,75 γραμμάρια). Ο σκοπός της νομισματικής αυτής του παρέμβασης ήταν μακρόπνοος αλλά δεν διατηρήθηκε μετά το θάνατό του.

Ο Πέρτιναξ απαίτησε περισσότερη στρατιωτική πειθαρχία από τους πραίτωρες. Το Μάρτιο του 193, ενώ ό ίδιος βρισκόταν στη Όστια για να επιβλέψει τις εισαγωγές σιταριού προς τη Ρώμη, συνωμότες της φρουράς προσπάθησαν να τον αντικαταστήσουν με τον Κουίντο Σώσιο Φάλκο, αλλά ο Πέρτιναξ απέτρεψε τα σχέδιά τους εγκαίρως. Ο Φάλκο που προδόθηκε εκ των έσω διασώθηκε, αλλά ο αυτοκράτορας εκκαθάρισε πολλούς από τους συνεργούς του.

Σύμφωνα με την «Ιστορία των Αυγούστων», στις 28 Μαρτίου του 193, ο Πέρτιναξ βρισκόταν στην οικία του όταν 300 στρατιώτες της Πραιτωριανής Φρουράς (200 κατά τον Δίωνα Κάσσιο) διαπέρασαν τις πύλες της αναζητώντας τον. Η προσωπική φρουρά του Πέρτιναξ που ήταν εν υπηρεσία αλλά και οι αξιωματούχοι του παλατιού δεν προέβαλαν καμία αντίσταση. Ο Πέρτιναξ έστειλε τον Λαέτο να τους συναντήσει, αλλά αυτός συμπαρατάχτηκε αμέσως με τους αντάρτες και τον εγκατέλειψε.

Οι πηγές μας αναφέρουν πως οι στρατιώτες που συμμετείχαν στην επιχείρηση ήταν μισθοφόροι που είχαν λάβει μόνο τα μισά από αυτά που τους είχαν τάξει οι συνωμότες. Αν και η σύσταση που του έγινε ήταν να αποχωρήσει, ο Πέρτιναξ προσπάθησε να διαπραγματευτεί με τους στρατιώτες κάτι που σχεδόν κατάφερε, όταν ένας από αυτούς τον σκότωσε.

Ο Πέρτιναξ φαίνεται πως ήταν ενήμερος για τον κίνδυνο που αναλάμβανε την εποχή της ανόδου του στο θρόνο, γι’αυτό και δεν χρησιμοποίησε κανένα αυτοκρατορικό τίτλο, σώζοντας έτσι τη γυναίκα και το παιδί του από ότι θα επακολουθούσε μετά το θάνατό του.

Επακόλουθα

Η Πραιτωριανή Φρουρά έβγαλε το Ρωμαϊκό θρόνο σε δημοπρασία την οποία κέρδισε ο Δίδιος Ιουλιανός, που έγινε ο επόμενος αυτοκράτορας. Η πράξη του αυτή ήταν αφορμή για σύντομο εμφύλιο πόλεμο τον οποίον κέρδισε στα τέλη του 193 ο αντίπαλός του, Σεπτίμιος Σεβήρος. Μετά την είσοδό του στη Ρώμη, ο Σεβήρος αναγνώρισε τον Πέρτιναξ ως τον νόμιμο προκάτοχό του, εκτέλεσε αυτούς που ήταν υπεύθυνοι για το θάνατό του και απαίτησε από τη Σύγκλητο την ταφή του Πέρτιναξ με τιμές και τελικά, τη θεοποίησή του.

Ο Σεπτίμιος Σεβήρος υιοθέτησε το όνομα Πέρτιναξ σαν δικό του προσωνύμιο και για αρκετά χρόνια μετά το θάνατο του τελευταίου διοργάνωσε αγώνες προς τιμήν του. Στο έργο του «Ο Ηγεμόνας» ο Μακιαβέλι (1469-1527) ασκεί κριτική στο στυλ διακυβέρνησης του Πέρτιναξ λέγοντας πως ήταν ανώφελα ευγενικός και άπραγος ως αυτοκράτορας.

[wikipedia]

ΔΗΜΟΦΙΛΗ