Η πρώτη εμφάνιση της Ελένης Ανουσάκη στο σινεμά έγινε σε νηπιακή ηλικία. Ηταν το κοριτσάκι που κρατούσε η Ελένη Χατζηαργύρη στην ταινία «Αμάρτησα για το παιδί μου», όπου πρωταγωνιστούσε και ο πατέρας της, Ευάγγελος Ανουσάκης. Στα 16 της μπήκε στη σχολή του Εθνικού ως εξαιρετικό ταλέντο, ακολουθώντας τα χνάρια της μητέρας της, επίσης σπουδαίας ηθοποιού Μαλένας Ανουσάκη.
- Από τον Ηλία Μαραβέγια
Τα «Κόκκινα φανάρια» του σκηνοθέτη Βασίλη Γεωργιάδη έμελλε να γίνουν η πρώτη τεράστια επιτυχία της στη μεγάλη οθόνη, ενώ ακολούθησε ο διεθνούς φήμης κινηματογραφικός «Ζορμπάς» με τον Αντονι Κουίν, που οδήγησε τα βήματά της στην Ιταλία και στα στούντιο της Τσινετσιτά. Στη γειτονική χώρα η Ελένη Ανουσάκη έπαιξε στην επική ταινία του Κάρολ Ριντ «Αγωνία και έκσταση» με τον Τσάρλτον Ιστον και γνώρισε πολλές σπουδαίες προσωπικότητες, όπως ο Φρανκ Σινάτρα και ο Αλέν Ντελόν.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα χάραξε μια λαμπρή πορεία, με δεκάδες ταινίες στο σινεμά και θεατρικές παραστάσεις, ενώ άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα της και στην τηλεόραση πρωταγωνιστώντας σε εμβληματικά σίριαλ, όπως «Η κυρία Ντορεμί», σε παραγωγή της ίδιας και του συζύγου της, του βραβευμένου σκηνοθέτη και διευθυντή φωτογραφίας Δημήτρη Παπακωνσταντή. Επί σειρά ετών ασχολήθηκε ενεργά και με το ραδιόφωνο κάνοντας πολύωρες εκπομπές, ενώ πολύχρονη και επιτυχημένη υπήρξε και η ενασχόλησή της με τα κοινά, πρώτα στον Δήμο Αθηναίων, όπου διετέλεσε πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου επί δημαρχίας Δημήτρη Μπέη, και μετά στη Βουλή των Ελλήνων, ως βουλευτής της Α’ Αθηνών με το ΠΑΣΟΚ. Εκείνο που «γεμίζει», ωστόσο, την ψυχή της πάνω απ’ όλα είναι η συγγραφή. Ο λογαριασμός της στο facebook είναι γεμάτος με κείμενα που φέρουν την υπογραφή της, από επιστολές σε φίλους μέχρι σκέψεις της για τη ζωή, την τέχνη, την κοινωνία, ενώ εξίσου ενεργή είναι και στα blogs που «τρέχει» στο διαδίκτυο. Oπως λέει, άλλωστε, και η ίδια στην «Espresso», έγραφε επιστολές από πολύ μικρή και της άρεσε να λαμβάνει κιόλας. «Τα γεγονότα τα έκρινα πάντα σε ένα χαρτί επάνω» τονίζει στην αρχή της κουβέντας μας, ξεδιπλώνοντας ιστορίες από το παρελθόν της.
Hταν ευτυχισμένα τα παιδικά σας χρόνια;
Hταν ευτυχισμένα χρόνια μοναξιάς. Εμένα με απομόνωσε το σχολείο, όχι όμως με δυσκολία, αλλά με ευτυχία. Πήγα σε τρία ιδιωτικά σχολεία εσώκλειστη, όπου διδάχτηκα, μεταξύ άλλων, την υπευθυνότητα. Η σχέση της μητέρας μου με την κοινωνία ήταν πολύ ιδιαίτερη και έπαιξε ρόλο σε αυτό. Πρώτα απ’ όλα, η Μαλένα Ανουσάκη ήταν πολύ όμορφη. Μάλιστα, η ομορφιά ήταν προνόμιο όλης της οικογένειάς της. Η μία αδελφή της ήταν καλύτερη από την άλλη κι εγώ στο τέλος μέτραγα ποια ήταν η ομορφότερη, όπως στα παραμύθια. Η μια ήταν μανεκέν στου Dior, στη Γαλλία, η άλλη ράφτρα στη Chanel… Θα έλεγα πως ήμουν ένα παιδί τυχερό, με τρεις θείες και τη μητέρα μου, οι οποίες διαχειρίζονταν τον χρόνο μου σαν ρολόι, για να μη χάσω την επαφή. Ολο αυτό βέβαια ανέπτυξε μέσα μου μια αγάπη για τη μοναξιά, γι’ αυτό και δεν δυσκολεύτηκα την περίοδο της απομόνωσης λόγω κορονοϊού, αλλά και μια αυστηρότητα στις αποφάσεις για τη ζωή μου γενικότερα.
Γιατί χαρακτηρίσατε «ιδιαίτερη» τη σχέση της μητέρας σας με την κοινωνία;
Ηταν κομμουνίστρια και την παρακολουθούσε η Αστυνομία. Η μητέρα μου είχε συλληφθεί ως Χριστοπούλου στα μεγάλα γεγονότα της απελευθέρωσης στο Σύνταγμα και έξω από το σπίτι μας υπήρχαν πάντα αστυνομικοί. Οταν ήταν στη φυλακή, πήγαινα κάθε Σαββατοκύριακο και την έβλεπα, κάποιες φορές κοιμόμουν κιόλας εκεί, στην κουκέτα της μαμάς μου, με ειδική άδεια, αφού η αρχηγός των Γυναικείων Φυλακών Αβέρωφ με αγαπούσε πολύ. Είχα κι έναν θείο που ήταν μεγάλος αστυνομικός και βοηθούσε επίσης σε αυτό, αλλά δυστυχώς «έφυγε» άγρια. Κάποια στιγμή έβαλε λουλούδια μέσα στο σπίτι του και αυτοκτόνησε. Είχαν και καλογριές οι φυλακές τότε, οι οποίες τα βράδια δέρνανε τον κόσμο στα μπουντρούμια. Φυσικά, εγώ δεν είδα ποτέ τη μαμά μου να τη δέρνουν. Νόμιζα πως οι φυλακές ήταν σαν τα σχολεία όπου πήγαινα κι εγώ εσώκλειστη. Η μητέρα μου αποφυλακίστηκε το ’54, με τα μέτρα Πλαστήρα. Δεν εκτελέστηκε, κήρυξαν αθώες τις γυναίκες τότε και βγήκαν έξω. Θυμάμαι ότι στις Φυλακές Αβέρωφ υπήρχε ένας πλάτανος, όπου κάθονταν από κάτω οι κρατούμενες. Σήμερα εκεί είναι τα δικαστήρια. Η μεγαλύτερή μου συγκίνηση ήταν όταν μαζί με τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο και άλλους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ βρεθήκαμε στα εγκαίνια αυτών των δικαστηρίων στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Ο πατέρας σας;
Ο πατέρας μου, Ευάγγελος Ανουσάκης, ήταν από γνωστή πειραιώτικη οικογένεια, με χανιώτικη καταγωγή, που είχε βιομηχανία μακαρονιών. Υπήρξε μαθητής της σχολής του Εθνικού, όπου είχε καθηγητή τον Βεάκη. Ηταν τενόρος της Λυρικής Σκηνής με σπουδές στο τραγούδι, τραγουδούσε καταπληκτικά και ήταν και αυτός πολύ όμορφος. Κάποια στιγμή είχε δουλέψει και σε ένα μεγάλο διαφημιστικό γραφείο. Είχε κάνει, δε, τη γνωστή διαφήμιση με τον Ακάκιο και τα μακαρόνια. Πρόσφατα έφτιαξα το αρχείο των γονιών μου, είδα τα βραβεία ανδρείας που πήρε ο πατέρας μου από το αλβανικό μέτωπο, είδα τα σημειώματα της καθημερινότητάς του, όταν πια δεν είχε χρήματα, γιατί τα είχε δώσει για να μη χτυπάνε τη μαμά μου. Είχε θλίψη στα μάτια και πέθανε τραγικά πάνω στη σκηνή, στο Δημοτικό Θέατρο, προλογίζοντας μια παράσταση. Επαθε εγκεφαλικό, έπεσε κάτω, έμεινε οκτώ μέρες στο νοσοκομείο και η μαμά μου δεν με άφησε ποτέ να πάω στον τάφο του, για να μην πικραθώ.
Τι θυμάστε από την πρώτη σας επαφή με το σινεμά στην ταινία «Αμάρτησα για το παιδί μου»;
Τίποτα, γιατί ήμουν πολύ μικρή. Απλώς, επειδή ήμουν ένα πολύ ήσυχο μωρό και οι ώρες του γυρίσματος ήταν πολλές, βρέθηκα δίπλα στην Ελένη Χατζηαργύρη, η οποία ήταν σπουδαία. Επαιζε με τον πατέρα μου στην ταινία αυτή και μετά έγινε οικογενειακή μας φίλη, το ίδιο και ο άντρας της. Οταν παίζανε με τη μάνα μου και τον Μάνο Κατράκη, ο οποίος ήταν κι αυτός κομμουνιστής, στον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι, έρχονταν στο σπίτι όπου μέναμε τότε και μου έφερνε γλυκά από το καφενείο. Μου έδινε και επιστολές η Ελένη Χατζηαργύρη, γιατί ήξερε πως μου άρεσαν. Οταν οι κομουνιστές έρχονταν στο σπίτι μας, έσβηναν τα φώτα και άναβαν ένα κερί. Από την άλλη μεριά, εμένα μου μιλούσαν οι αστυνομικοί που βρίσκονταν απ’ έξω, με καλημέριζαν και τους καλημέριζα κι εγώ. Προσπαθούσα πάντοτε να φέρω στη ζωή μου μια συμφιλίωση, γι’ αυτό σήμερα είμαι πολύ ευτυχισμένη. Δεν έχω ανοίξει ούτε με τους συναδέλφους μου λαβωματιές. Δεν μου άρεσε να κάνω ειδύλλια μέσα στη δουλειά, δεν μου άρεσε να ερωτεύομαι τους συναδέλφους μου, γιατί δεν ήταν αυτές οι σχέσεις αληθινές… Πολλές αυταδέλφισσές μου ερωτεύτηκαν μέσα από τους ρόλους και μετά κατέστρεψαν τη ζωή τους. Δεν είναι ανάγκη μόνο να τον έχεις πλάι σου ούτε μόνο να τον αγαπάς, είναι ανάγκη να τον θαυμάζεις, και όχι να παίζεις ξύλο στο τέλος και να κάνεις ρεζιλίκια. Δεν έχω κάνει ποτέ σφάλμα σε αυτόν τον τομέα. Ημουν όμως τυπική και αυστηρή, στο καμαρίνι μου δεν έρχονταν όλοι. Είχα τη βοηθό μου και δεν έμπαινε κανείς μέσα. Μια φορά πήγε να μου κολλήσει ένας κύριος και ο Κώστας Βουτσάς, που έχει πεθάνει δυστυχώς, και ο Γιώργος Πάντζας πήγαν να τον σπάσουν στο ξύλο.
Οταν παίξατε στα «Κόκκινα φανάρια» πηγαίνατε ακόμη στη σχολή;
Ακριβώς! Ο Βασίλης Γεωργιάδης μού έκλεισε ένα μεγάλο για την εποχή κασέ για να παίξω στην ταινία. Τα γυρίσματα έγιναν στο στούντιο Αλφα, αλλά θυμάμαι ο σκηνοθέτης με πήγαινε τότε στην πραγματική Τρούμπα να δω αυτές τις γυναίκες, πώς κινούνταν, τι έκαναν… Και όταν εγώ έγινα βουλευτής, έφερα τη ρύθμιση όλων των οίκων ανοχής, αλλά και τη σύνταξη της πόρνης. Με το που βγήκαν τα «Κόκκινα φανάρια» στο σινεμά συγκάλεσαν έκτακτο συμβούλιο και με απέβαλαν από τη σχολή. Οχι επειδή έκανα την πόρνη στην ταινία, αλλά επειδή θα άρχιζαν έτσι να παίζουν σε ταινίες όλοι οι μαθητές. Τελικά αναιρέθηκε η απόφαση και με ξαναπήραν. Στο Εθνικό γνώρισα και τον Κώστα Καρρά, ο οποίος με λάτρευε κι έγινε φίλος σπουδαίος για μένα! Να φανταστείς, έχω όλα τα ρούχα του στην ντουλάπα μου. Μου τα χάρισε όλα και μου έγραφε και επιστολές. Την αγαπούσε πολύ τη γυναίκα του ο Κώστας, την Αγγελικούλα του, τρομακτικά την αγαπούσε. Εμένα ήταν και ο καβαλιέρος μου στον χορό. Χορεύαμε τσα τσα, τουίστ και μπόσα νόβα στα κέντρα όπου πηγαίναμε τα βράδια η μεγάλη παρέα των ηθοποιών. Μας κρατούσαν τα τραπέζια και όλοι παρακαλούσαν να καθίσουν πλάι σε αυτήν την παρέα. Ηταν ο Παράβας, ο Πάντζας, ο Βουτσάς, πολλοί… Ο Πάντζας τραγουδούσε κιόλας τα τραγούδια ενός μοναδικού καλλιτέχνη που γνώρισα στην Ιταλία και ήταν να συνεργαστώ μαζί του, αλλά τελικά δεν έκανα εγώ τον ρόλο, γιατί ο σκηνοθέτης πήρε τη Ραφαέλα Καρά, που ήταν Ιταλίδα. Μιλώ για τον Φρανκ Σινάτρα, με τον οποίο είχαμε χορέψει κιόλας μαζί στην Ιταλία.
Την αγαπήσατε πολύ αυτή τη χώρα…
Πολύ! Πήγα εκεί μετά τον «Ζορμπά», με συμβόλαιο της Fox, με τον Ντάριλ Ζανούκ. Είχαν στείλει έναν μεγάλο φωτογράφο, τον Λέσινγκ, και έκαναν μια φωτογράφιση στο γύρισμα με τον Αντονι Κουίν. Τα χρόνια που γυρίστηκε η ταινία «Ζορμπάς» και αυτά που ακολούθησαν στην Ιταλία ήταν για μένα τα ωραιότερα της ζωής μου. Ο Αντονι Κουίν ήταν ένας εκπληκτικός άνθρωπος, από τους καλύτερους που έχω γνωρίσει. Με ξεχώρισε, με υποστήριξε, τον θυμάμαι πάντα. Ζωγράφιζε τα πάντα στην Κρήτη όπου έγιναν τα γυρίσματα, το δειλινό, τη βάρκα, εμένα φυσικά, τον Μιχάλη Κακογιάννη…
Κεφάλαιο τηλεόραση και ραδιόφωνο. Τι κρατάτε;
Από τις καλύτερες στιγμές μου στην τηλεόραση ήταν τα θεατρικά της ΕΡΤ που έκανα, αλλά και τρία σίριαλ: «Η κυρία Ντορεμί» που έκανα με τον Δημήτρη Παπακωνσταντή, με τον Νίκο Κουτελιδάκη, το «Για μια καινούρια ζωή» της Λιλίκας Νάκου και η «Μανιάτισσα» από το βιβλίο του Κώστα Κυριαζή. Εκανα και το «Βίβα Κατερίνα» με τον Κώστα Ρηγόπουλο, άλλος μεγάλος ηθοποιός αυτός. Τα «Υπέροχα πλάσματα», με τα οποία επανήλθα, τα έκανα γιατί μου άρεσε κατ’αρχήν ο εξαίρετος ηθοποιός Γιώργος Πυρπασόπουλος και τα κείμενα της συγγραφέως. Μου άρεσε φυσικά και ο ρόλος, η κυρία «Καραμέλα» έλεγε πράγματα που δεν τα έλεγε κανείς… Τώρα, για το ραδιόφωνο, τι να πρωτοπώ… Εκανα εφτά ώρες την ημέρα ζωντανές εκπομπές. Από εκεί έχω τα περισσότερα ένσημα του ΙΚΑ, που τώρα θα διεκδικήσω, γιατί ενώ έχουν βγει δικαστικές αποφάσεις υπέρ όλων των ηθοποιών (και όχι μόνο), η κυβέρνηση Μητσοτάκη και ο αρχηγός του ΚΙΝ.ΑΛ., ο κ. Ανδρουλάκης, δεν έχουν πει λέξη. Εχουμε δικαιωθεί για τα ένσημα που μας έχουν κόψει και θέλουμε τα λεφτά μας.
Πότε ξεκίνησε αυτή η ιστορία με τις συντάξεις;
Οταν βγήκα βουλευτής, το έψαξα και βρήκα ότι οι ηθοποιοί έχουμε χάσει πολλά λεφτά από ένσημα (με τη χούντα, αλλά και άλλες περιπτώσεις) και το έφερα στη Βουλή μέσω επίκαιρης ερώτησης. Κάναμε ολόκληρο αγώνα και ήρθε μετά ο νόμος Κατρούγκαλου, επί ΣΥΡΙΖΑ, και κάνει περικοπές τεράστιες. Κινηθήκαμε νομικά, λοιπόν, για να πάρουμε πίσω τα χρήματά μας και έχουν βγει δικαστικές αποφάσεις υπέρ μας, που όμως η τωρινή κυβέρνηση δεν τις εκτελεί. Και ρωτάω εγώ τώρα: Είναι σωστό να μπαίνει το αποτυχημένο κράτος συνέταιρος στον δικό μας κόπο; Εφυγε ο Τσίπρας άρον άρον, τον… πέταξε ο κόσμος έξω. Δεν με ενδιαφέρει τι κάνουν σε αυτά τα σαθρά κόμματα, που πρέπει να μιλήσει πρώτα ο αρχηγός για να πάρει άλλος τον λόγο. Εμείς στο ΠΑΣΟΚ τότε δεν είχαμε τέτοια, είχαμε Κοινοβουλευτική Ομάδα. Θέλω να πω, λοιπόν, στον κ. Μητσοτάκη και τον κ. Γεωργιάδη, που βγαίνουν και χαίρονται για τα οικονομικά τους επιτεύγματα, να μη χαίρονται, αλλά εδώ και τώρα να μας δώσουν τα λεφτά μας! Να εκτελέσουν τις αποφάσεις. Προσωπικά, θα πάω και στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Δεν έχει κανείς δικαίωμα να μην εκτελεί τις δικαστικές αποφάσεις. Σε ποια δημοκρατία ζούμε;
Είναι τελικά το ΚΙΝ.ΑΛ. το νέο ΠΑΣΟΚ, κυρία Ανουσάκη;
Στο ΚΙΝ.ΑΛ. δεν μετέχω, εγώ ήμουν στο ΠΑΣΟΚ. Οταν έφυγα είδα κάποιες αλλαγές που δεν μου άρεσαν. Αυτό που λέω σε σας, το έχω πει και στον κ. Ανδρουλάκη. Εγώ ήμουν με πολύ μεγάλους πολιτικούς στο ΠΑΣΟΚ, όπως ο Γεννηματάς. Πρέπει να σας πω ότι εγώ ήμουν η ψήφος που έκανε τον κ. Σημίτη πρωθυπουργό και το μετάνιωσα, γιατί αυτός μας οδήγησε στις τράπεζες, μας οδήγησε σε μια Ευρώπη που δεν την ονειρευτήκαμε. Ενιωσα πόνο, πίκρα και έφυγα. Δεν έφυγα τυχαία… Σήμερα δεν είμαι εναντίον, περιμένω… Πλέον είμαι μια μεγάλη κυρία, με επιτυχημένη ζωή, χωρίς ατασθαλίες πίσω μου. Γι’ αυτό με βάζανε πάντα στις επιτροπές, γιατί είχα ικανότητες στα μαθηματικά και ήξερα να τα διαφεντεύω… Δεν θεωρώ το ΚΙΝ.ΑΛ. ως την επόμενη μέρα του ΠΑΣΟΚ. Προσωπικά, πιστεύω πως το ΠΑΣΟΚ τελείωσε με τις μεγάλες νίκες και τις μεγάλες ήττες.