Ο Δημήτριος Γκογκολάκης, γνωστός με το ψευδώνυμο Καπετάν Μητρούσης (Μητρούσι Σερρών, Δεκαετία 1880 – Σέρρες, 14 Ιουλίου 1907), ήταν σημαντικός Μακεδονομάχος οπλαρχηγός από το Χομονδό (Μητρούσι) Σερρών.
Φωτογραφία: http://dim-kat-mitrous.ser.sch.gr/Kapetan%20Mitrousis.htm
Ο Δημήτριος Γκογκολάκης γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στο Χομονδό (Μητρούσι) Σερρών. Ενεργοποιήθηκε από νωρίς (κατά το 1903) στην ένοπλη πάλη κατά των Βουλγαρικών σωμάτων. Εξόντωσε αρκετούς πράκτορες του Βουλγαρικού κομιτάτου στα γύρω από το Χομονδό (Μητρούσι) χωριά, μεταξύ των οποίων τους πράκτορες του Βουλγαρικού κομιτάτου στο χωριό Χριστός, Χρήστο Συλιάνωφ και Μήτο Μηλούσεφ.
Συνεργάστηκε από το 1904 με τον οπλαρχηγό Γεώργιο Γιαγκλή από την Ιερισσό. Η Βουλγαρική οργάνωση προσπάθησε να τον προσεταιριστεί αλλά αυτός αρνήθηκε. Έτσι, η ΕΜΕΟ διέταξε τη δολοφονία του, καθώς αποτελούσε εμπόδιο για τη Βουλγαρική δράση στην περιοχή. Την 1 Σεπτεμβρίου του 1906, ο κομιτατζής Τάσκα εισέβαλε με την ομάδα του στο Χομονδό (Μητρούσι) με σκοπό να τον εξοντώσει. Ο Καπετάν Μητρούσης διέφυγε, αλλά ο Τάσκα δολοφόνησε τη γυναίκα του και το μοναδικό παιδί τους.
Μόλις πληροφορήθηκε ο Καπετάν Μητρούσης το τέλος της οικογένειάς του, επιτέθηκε με το σώμα του, στο Καρατζάκιοϊ (Μονοκκλησιά), όπου είχε πληροφορίες ότι κρυβόταν η τσέτα του Τάσκα. Εκεί σκότωσαν 30 κομιτατζήδες και διέφυγαν υπό το φόβο του καταφθάνοντος αποσπάσματος του Οθωμανικού στρατού. Το γεγονός αυτό προκάλεσε γενική αναταραχή σε όλη την περιφέρεια Σερρών και το Ελληνικό Προξενείο Σερρών βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Έτσι ο Καπετάν Μητρούσης φυγαδεύτηκε στην Αθήνα στις αρχές του 1907.
Εκεί γνωρίστηκε μεταξύ άλλων και με το διάδοχο Κωνσταντίνο στο σκοπευτήριο της Καλλιθέας, όπου εξασκούνταν. Μετά από δύο μήνες παραμονής στην Αθήνα, στις αρχές της άνοιξης του 1907 επέστρεψε στον κάμπο των Σερρών συγκροτώντας μικρό ένοπλο σώμα. Τον Ιούλιο του 1907 καταδίωξε το Βούλγαρο κομιτατζή Ντίνα Αραμπατζή, αλλά δεν κατάφερε να τον συλλάβει ή να τον εξοντώσει.
Το τέλος
Στις 13 Ιουλίου του ίδιου έτους πληροφορήθηκε ότι ο κομιτατζής Τάσκα κρύβονταν στη συνοικία Καμενίκια των Σερρών. Εγκαταστάθηκε με τέσσερις συντρόφους του στο σπίτι του ιερέα της Ευαγγελίστριας, δίπλα στην εκκλησία. Οι τέσσερεις σύντροφοί του ήταν οι Ιωάννης Ούρδας και ο ανηψιός του Μιχαήλ Ουζούνης (Αθανασίου), επίσης από το Χομονδό (Μητρούσι) και οι λοχίας Θεόδωρος Τουρλεντές (από τη Μεγαλόπολη) και Νικόλαος Παναγιώτου (από το Αγρίνιο). Έγιναν αντιληπτοί όμως από τον εξαρχικό Δίγκο, ο οποίος ενημέρωσε την Οθωμανική χωροφυλακή. Σε λίγο το μέρος κατακλύστηκε από όλη την Οθωμανική στρατιωτική δύναμη της φρουράς Σερρών, καθώς και από 500 ατάκτους.
Ο Καπετάν Μητρούσης προσποιήθηκε ότι θα παραδοθεί με αποτέλεσμα να σκοτώσει τον Αστυνομικό Διευθυντή, ο οποίος προσπάθησε να εισέλθει για να τον παραλάβει. Ακολούθησε σφοδρή μάχη μεταξύ των 5 αντρών και της Τουρκικής δύναμης. Οι Τούρκοι έβαλαν φωτιά στα γύρω σπίτια αναγκάζοντας την ομάδα του Μητρούση να διαφύγει στην εκκλησία. Κατά την έξοδό τους συνελήφθησαν οι Νίκος Παναγιώτου και Ιωάννης Ούρδας (αργότερα εκτελέστηκαν). Ο Μητρούσης με το Μιχάλη Ουζούνη και το Θεόδωρο Τουρλεντέ κλείστηκαν στο καμπαναριό της εκκλησίας.
Μετά από πεντάωρη μάχη και πολλά θύματα από την Οθωμανική πλευρά, σκοτώθηκε ο Θεόδωρος Τουρλεντές. Ο Καπετάν Μητρούσης με το Μιχάλη Ουζούνη συνέχισαν τη μάχη, ώσπου τελείωσαν οι σφαίρες.
Την τελευταία σφαίρα ο Δημήτριος Γκογκολάκης την χρησιμοποίησε για να σκοτώσει τον ανηψιό του Μιχαήλ Ουζούνη και στη συνέχεια ο ίδιος αυτοκτόνησε με μαχαίρι, προκειμένου να μην συλληφθεί.
Η θυσία του καπετάν Μητρούση έγινε σύμβολο των Ελλήνων σε ολόκληρη την Ανατολική Μακεδονία. Η λαϊκή μούσα ύμνησε τον αγωνιστή με αρκετά δημοτικά τραγούδια:
Το μάθατε μωρέ παιδιά, το μαύρο το μαντάτο;
Στις Σέρρες και στο Μπόσδακα, στο έρμο το Χομόντος
Ο Γκογκολάκης πολεμά με τέσσερις νομάτους
Στην Άγια Βαγγελίστρια δέκα χιλιάδες Τούρκους
Πέφτουν τα βόλια σα βροχή τα τόπια σα χαλάζι
Πέφτουν κι οι Τούρκοι αμέτρητοι, μαζί κι ο κομισέρης
Κακό γιουρούσι έκαμε το τούρκικο τ’ ασκέρι
Και ο Μητρούσης έπεσε και ο Μητρούσης πάει
Τον κλαίνε όλα τα χωριά, τον κλαίει η χώρα όλη
Τον κλαίνε κι οι Σερριώτισσες και οι Σερριωτοπούλες
Μαύρα φορούνε το πρωί, μαύρα φορούν το γιόμα
Μαύρα φορούν τ’ απόβραδα σαν πάνε να δειπνήσουν
Το παλικάρι χάθηκε κι ο καπετάνιος πάει.
Η γενέτειρά του, το Χομόνδος Σερρών μετονομάστηκε προς τιμή του, Μητρούσι, καθώς επίσης και ο Καποδιστριακός Δήμος της περιοχής ονομάστηκε Δήμος Καπετάν Μητρούση (1997 – 2011).