Στις ακτές της Μικράς Ασίας, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την ελληνική πόλη της Μιλήτου, υπάρχουν τα ερείπια από ένα αρχαίο μαντείο. Ήταν αφιερωμένο στον θεό Απόλλωνα, τον θεό του φωτός και προστάτη των τεχνών και της μαντείας.
Τα «Δίδυμα», όπως ονομάστηκε ο ναός, ήταν το σημαντικότερο μαντείο στην αρχαία Ιωνία και ένα από τα σημαντικότερα του αρχαίου κόσμου. Το μαντείο θεωρήθηκε ανάλογης σημασίας με το μαντείο των Δελφών στην Ελλάδα. Ο ναός αναφέρθηκε πρώτη φορά στον ομηρικό ύμνο του Απόλλωνα, κάτι που σημαίνει ότι χρονολογείται από τον 7ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με μια εκδοχή, ο ναός ονομάστηκε έτσι από τα δίδυμα αδέρφια Απόλλων και Άρτεμη.
Αρχικά, αποτελούνταν απλώς από την ιερή πηγή, έναν βωμό και έναν μικρό ναό, στον οποίο φυλάσσονταν τα αγάλματα, άλλα λατρευτικά αντικείμενα και οι δωρεές προς τον θεό. Περίπου έναν αιώνα αργότερα χτίστηκε ένας μεγαλοπρεπής ναός, ο οποίος όμως καταστράφηκε κατά τους περσικούς πολέμους.
Η καταστροφή από τους Πέρσες και οικοδόμηση νέου ναού στη Μίλητο
Τον 5ο αιώνα, κατά τη διάρκεια της ιωνικής επανάστασης, οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας καταλήφθηκαν από τους Πέρσες. Ανάμεσα σε αυτές ήταν και η Μίλητος, όπου είχε ξεκινήσει η εξέγερση. Εξαιτίας της σθεναρής αντίστασης των Ελλήνων της Μιλήτου, οι Πέρσες τους τιμώρησαν σκληρά, καταστρέφοντας τα πάντα. Σημαντικές φθορές υπέστη και το Ιερό του Απόλλωνος. Το μεγαλόπρεπο χάλκινο άγαλμα του θεού μεταφέρθηκε ως πολεμικό τρόπαιο στον βασιλιά Δαρείο στην πόλη Εκβάτανα.
Ενάμιση αιώνα μετά, ο Μέγας Αλέξανδρος και ο στόλος του απελευθέρωσαν τις ιωνικές πόλεις και σχεδόν αμέσως άρχισαν οι εργασίες για την ανοικοδόμηση του ναού. Ο Σέλευκος Α΄ επανέφερε το χάλκινο άγαλμα του θεού. Η κατασκευή του ξεκίνησε κατά τον 4ο αιώνα πΧ, αν και έγιναν διάφορες προσθήκες τους επόμενους τέσσερις αιώνες. Ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ναούς του ελληνιστικού κόσμου. Οι Μιλήσιοι ήθελαν να ανταγωνιστούν τους κατασκευαστές του ναού της Αρτέμιδος που βρισκόταν στην Έφεσο και θεωρείται ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου. Ήθελαν να γίνει γνωστός σε όλο τον αρχαίο κόσμο.
Οι στοές προς το «άδυτον»
Ο νέος ναός ήταν δίπτερος και τεράστιος. Όπως ο ναός της Αρτέμιδος, έτσι και το Διδύμαιον έμοιαζε εξωτερικά με παραδοσιακό ελληνικό ναό. Παρόλο που αν κάποιος περνούσε απ’ έξω θα πίστευε ότι ο ναός ήταν κλειστός, το εσωτερικό του ήταν ανοιχτό. Στη μέση του σηκού, όπως ονομάζεται ο εσωτερικός χώρος ενός ναού, υπήρχε η ιερή πηγή, η οποία περιτριγυριζόταν από δεκάδες δένδρα. Ο σηκός έμοιαζε με μια μεγάλη αυλή. Στην άκρη υπήρχε ένας μικρός ναός, στον οποίο φυλάσσονταν το άγαλμα του Απόλλωνα και διάφορα λατρευτικά σκεύη.
Ο σηκός περιτριγυριζόταν από 122 τεράστιους κίονες, ο καθένας από τους οποίους είχε διάμετρο τουλάχιστον 2,5 μέτρα. Ο ναός ξεπερνούσε σε ύψος τα 28 μέτρα.
Το γεγονός ότι το εσωτερικό ιερό ήταν υπαίθριο, το έκανε να ξεχωρίζει από παρόμοιους ελληνικούς ναούς. Οι κατασκευαστές είχαν φτιάξει δυο στοές που είχαν 21 μέτρα μήκος και πλάτος ένα μέτρο. Οι στοές ήταν σε ύψος τουλάχιστον ενός μέτρου από το έδαφος. Μέσα από αυτές, ο κόσμος κατέβαινε από τον πρόναο στο υπαίθριο «άδυτον» του ναού. Έτσι, ο ναός φαινόταν εξωτερικά όπως ένας κλασικός παραδοσιακός ναός της εποχής, αλλά χωρίς να καταστρέψει την ιερή πηγή γύρω από την οποία είχε χτιστεί, η οποία θεωρούνταν το κέντρο και η δύναμη του μαντείου.
Τα «Διδύμεια»
Στη δυτική πλευρά του ναού εντοπίστηκαν τα ερείπια Σταδίου της Ύστερης Ελληνιστικής περιόδου. Εκεί γίνονταν αθλητικοί και μουσικοί αγώνες προς τιμήν του Απόλλωνα από το 200 π.Χ. Από τότε διοργανώνονταν κάθε τέσσερα χρόνια. Κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ καθιερώθηκαν ως «Διδύμεια».
Οι άνδρες διαγωνίζονταν στην πυγμαχία, στην πάλη, στο δίαυλο, στο παγκράτιο, στο πένταθλο, αλλά και σε αγώνες δρόμου μεγάλης αποστάσεως. Στη συνέχεια διαγωνίζονταν σε αγώνες λυρικού άσματος, χορικού άσματος και άλλων μουσικών τεχνών.
Η πτώση
Με την αποκήρυξη του δωδεκάθεου από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αυρηλιανό, το μαντείο άρχισε να χάνει τη χρησιμότητά του. Ο Αυρηλιανός ήταν ο πρώτος που εγκαινίασε μονοθεϊστική πολιτική. Ο Αυρηλιανός προσπάθησε να καθιερώσει ως κυρίαρχη θεότητα της αυτοκρατορίας τον Ανίκητο Ήλιο, χωρίς όμως να διώξει τη λατρεία των άλλων θεοτήτων.
Αργότερα, όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος πήρε τον αυτοκρατορικό θρόνο, δήμευσε την περιουσία του ναού και διέταξε τον θάνατο του προσωπικού. Μεγάλο μέρος του ναού λεηλατήθηκε. Στους χριστιανικούς χρόνους χτίστηκε μια βασιλική εκκλησία στο άδυτο του ναού, ενώ τον 7ο αιώνα ο ογκώδης πρόδρομος μετατράπηκε σε οχυρό.
Το 1493 ο ναός δέχτηκε ακόμη ένα χτύπημα. Αυτή τη φορά από τον σεισμό. Έμειναν όρθιοι μερικοί μόνο κίονες και κάποια αγάλματα, κάποια από τα οποία καταστράφηκαν το 1821. Κάποια κομμάτια μεταφέρθηκαν σε διάφορα μουσεία της Ευρώπης.
Από το 1906 γίνονται εργασίες αναστήλωσης, ενώ από το 1992 το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο έχει οργανώσει πρόγραμμα για την αποκατάσταση του ναού, τη στερέωση των κιόνων και των τοίχων. Οι εργασίες συνεχίζονται…
Πηγή αρχικής εικόνας: facebook