Ενας από τους άθλους του ήρωα Ηρακλή ήταν και ή νίκη του εναντίον τών Αμαζόνων, όταν κατάφερε να δαμάσει τή γενναία τους Βασίλισσα Ιππολύτη και να πάρει σάν έπαθλο τή ζώνη της. Οι Αμαζόνες αποτελούν ενα άπό τά γραφικά αινίγματα των διαφόρων λαών.
Ο μύθος γι’ αυτές έχει αποκτήσει μερικά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά: Οί Αμαζόνες είναι πάντα σκληρές, γενναίες στή μάχη, ατρόμητες, αμείλικτες καί κυρίως είναι μόνες, δηλαδή ζουν σε μιά κοινωνία άπό την οποία έχουν αποκλειστεί οί άντρες. O πρώτος πού αναφέρει τις Αμαζόνες είναι ό πατέρας της Ιστορίας Ηρόδοτος. Στή χώρα, πού στην αρχαιότητα ονόμαζαν Θεμίσκυρι καί πού βρίσκεται στον Πόντο της Μ. Ασίας, κοντά στον ποταμό Θερμώδοντα, ήρθαν σέ σύγκρουση οί αρχαίοι Ελληνες με τις Αμαζόνες { Βιβλ. 4ο, κεφ. 110, των Ιστοριών }.
Νίκησαν οί Ελληνες, αιχμαλώτισαν πολλές άπ’ αυτές και τίς μετέφεραν στα πλοία τους για να τις φέρουν στην Ελλάδα. Οταν σαλπάρισαν, προτού περάσουν τον Ελλήσποντο, οί Αμαζόνες ξεσηκώθηκαν, έσφαξαν τους Ελληνες καί κυρίευσαν τά πλοία. Δεν γνώριζαν όμως άπό ναυσιπλοια, έτσι, αφέθηκαν έρμαια τά πλοία, στην μανία τών κυμάτων καί οί άνεμοι έφεραν τίς Αμαζόνες στην Μαιήτιδα λίμνη { σημερινή Κριμαία }, όπου στην αρχαιότητα ήταν ή χώρα τών Σκυθών.
Στό σημείο αυτό αρχίζει μιά λίγο ρομαντική εξιστόρηση. Μετά άπό πολλές καταστροφές και λεηλασίες στή Σκυθία, νεαροί Σκύθες πολεμιστές, ήρθαν σ’ επαφή με τίς Αμαζόνες, απέκτησαν παιδιά άπ’ αυτές, αλλά έπειδή δεν μπορούσαν πιά νά μείνουν στή Σκυθία, αποφάσισαν νά φύγουν μαζί μέ τίς αμαζόνες και τά παιδιά τους προς άγνωστη γη. Κατά τον Ηρόδοτο, πορεύτηκαν σέ μιά χώρα πού βρίσκεται τρεις μέρες προς τον Ηλιο, πέρα άπό τόν ποταμό Τάναϊ κι άλλες τρεις μέρες πορεία προς τόν βορινό άνεμο άπό τή λίμνη Μαιήτιδα. Εκει ίδρυσαν τό νέο γένος τών Σαυροματών ή Σαρματών, τού οποίου οί γυναίκες ζούσαν όπως ακριβώς οί Αμαζόνες. Δεν είχαν δικαίωμα νά παντρευτούν παρά μόνο άφού θα είχαν σκοτώσει κάποιον εχθρό στή μάχη. Τίς γυναίκες αυτές οι Σκύθες τίς αποκαλούσαν « οίόρπατα » πού σήμαινε « άνδροκτόνοι ».
Μιά άλλη παράδοση λέει ότι οί Αμαζόνες ζούσαν στή Θράκη, ήταν σκληρές καί κακές και λάτρευαν μιά θεά, τήν Αναίτιδα, πού εκπροσωπούσε τή Σελήνη. Εκτος από τήν Ιππολύτη, τήν οποία νίκησε ο Ηρακλής, γνωρίζουμε τήν ‘Αντιόπη πού τήν αγάπησε ό Θησέας, πριν άπό τή Φαίδρα. Επίσης ξακουστή ήταν και ή Πενθεσίλεια, βασίλισσα τών αμαζόνων πού πολέμησε μαζί μέ τους Τρώες εναντίον τών Ελλήνων. Ή γνωστή αυτή αμαζόνα σκοτώθηκε άπό τόν Αχιλλέα. Κατά τή μυθολογία πάντοτε, οί αμαζόνες μιά φορά τό χρόνο ερχόντουσαν σ’ επαφή σεξουαλική μέ τους γείτονες Γαργάρους. Καί τά μέν αγόρια άπό τις ενώσεις αυτές τά έδιναν στους πατέρες τους, τά δε κορίτσια τά κρατούσαν καί τά άνέτρεφαν μέ τό δικό τους σύστημα. Σχετικά μέ τήν ονομασία « Αμαζόνες » λέγεται ότι διατήρησαν αυτό τό όνομα λόγω του ότι τους έλειπε ό ένας { δεξιός } μαστός.
Ή ετυμολογία του μαστός προέρχεται άπό τό μαζίον. { μαζίον ονομάστηκε επειδή τά στήθη ήταν δίπλα – δίπλα, ήταν δηλ. μαζί }. Από τό μαζίον έγινε μαστίον καί αργότερα μαστός. Οί γυναίκες εκείνες, πού κατά τήν παράδοση ήσαν περίφημες ίππεύτριες, είχαν κόψει τόν δεξί τάνυσμα του τόξου. Ήταν δηλαδή ά-μαζόνες, { όπου τό α-στερητικό }. Επίσης πρέπει νά τονίσω ότι ό μύθος αυτός ήταν άγνωστος στην αρχαιότητα και στερείται κάθε πραγματικότητας. Για τό λόγο δέ αυτό δέν είχε γίνει αποδεκτός. Ο Φιλόστρατος προσπάθησε νά εξηγήσει τήν ονομασία τους άπό τό γεγονός ότι τά παιδιά τών Αμαζόνων « μή μαζώ τρέφεσθαι » δηλαδή δέν πίνουν γάλα άπό τις μητέρες τους άλλα έπιναν γάλα φορβάδας. Ή πιό σωστή όμως ετυμολογία καί εξήγηση της λέξης είναι αυτή πού προέρχεται άπό τή λέξη ΜΑΖΑ { λέξη Κιρκασιανή } καί τού αθροιστικού α.
Ή λέξη ΜΑΖΑ, αναφέρεται στή Σελήνη, οπότε οί Αμαζόνες θεωρούνται ιέρειες της θεάς Σελήνης, πού όπως ανάφερα πιό πάνω ονομαζόταν Αναίτις. Ή θεά αυτή άπό πολλούς ταυτίζεται μέ τή δική μας Αρτεμη. Ή θεά Αναίτις στα περσικά καλείται Ανα.
Αλλη ετυμολογία της λέξης προέρχεται άπό τό α { όπου τό α=αθροιστικό } καί τή λέξη μαζός οπότε ή άμαζών = πολύμαστος. Ετσι υπάρχει προσέγγιση των αμαζόνων μέ τήν Αρτέμιδα της Εφέσου,πού απεικονίζεται νά φέρει πολλούς μαστούς καί είναι σύμβολο της γονιμότητας. Παρακάτω, θα αναφερθώ πιό εκτεταμένα στην ερμηνεία αυτή. Τό αξιοπερίεργο μέ τόν μύθο ή θρύλο γύρω άπό τις γυναίκες αυτές είναι ότι ή αναφορά τους δέν περιορίζεται ούτε χρονικά, ούτε τοπικά. Διάφοροι ερευνητές κατακτητές, ταξιδιώτες, ιστορικοί, συχνά κάνουν μνεία γιά τις φημισμένες αμαζόνες, καί οί διηγήσεις τους είναι ενδιαφέρουσες άπό κάθε άποψη.
Ο Χιούεν Τσάνγκ, Κινέζος περιηγητής τού 8ου αιώνα, μας μεταφέρει μιά ιστορία, πού όπως λέει τήν άκουσε στην Κεϋλάνη:
« Ή κόρη ένος βασιλιά είχε παντρευτεί παρά τή θέληση του πατέρα της μ’ έναν λεοντάθρωπο μισό άνθρωπο, μισό λιοντάρι. Από τό γάμο τους γέννησε δίδυμα, ενα αγόρι καί ενα κορίτσι. Ο πατέρας της οργίστηκε φοβερά, άπό τή διαγωγή της κόρης, πού ντρόπιαζε τήν καταγωγή της, έχοντας γιά άντρα της ενα τέτοιο τέρας. Σάν έμαθε γιά τά παιδιά πού απόκτησε, ό θυμός του μεγάλωσε καί διέταξε νά τά βάλουν σε δυό βάρκες, χωριστά και νά τά εγκαταλείψουν στή θάλασσα. Συγχρόνως, έδωσε εντολή νά διώξουν γιά πάντα άπό τό βασίλειο του τήν κόρη του καί τόν τερατόμορφο άντρα της. Ή θεά της Σελήνης, ή Ρακασάδα έσωσε τά παιδιά. Τό αγόρι, όταν μεγάλωσε, έγινε βασίλιάς της μισής Κεϋλάνης καί της άλλης μισής τό κορίτσι. Ο βασιλιάς ήταν καλός και οί υπήκοοι του ζούσαν ευτυχισμένοι. Δέ συνέβαινε όμως τό ίδιο και μέ τή βασίλισσα. Αυτή είχε εξοντώσει όλους τους άνδρες και μ’ ενα στρατό άπό γυναίκες έγινε ό φόβος κι ό τρόμος όλων όσων περνούσαν άπό τις ακτές τού βασιλείου της. Οχυρωμένη μέ τις γυναίκες της σ’ ενα σιδερένιο κάστρο, κατόρθωνε νά παγιδεύει μέ τά θέλγητρα τών θηλυκών πολεμιστών της τους εμ- πόρους πού ταξίδευαν και τους έψηνε και τους έτρωγε μέ τόν στρατό της. Αλλά ό βασιλιάς αδελφός της δέν μπορούσε ν’ ανεχτεί τήν κατάσταση πού δημιουργούσε ή αδελφή του και τά εγκλήματα της δέν τά συγχωρούσε. Ετσι μέ μιά ομάδα αφοσιωμένων ανδρών του πήγε στό ανάκτορο της αδελφής του βασίλισσας και ειδοποίησε μέ τρόπο τους εμπόρους πού φιλοξενούσε γιά τήν τύχη πού τους περίμενε. Ολοι μαζί τότε κυνήγησαν τις αμαζόνες ως τή θάλασσα, όπου τις άφησαν νά πνιγούν…»|.
Αναφορά στις αμαζόνες κάνει ό γνωστός ερευνητής και ταξιδιώτης Μάρκο Πόλο { πού κατά κάποια πληροφορία ήταν ελληνικής καταγωγής, ονομαζόμενος Μαρκόπουλος }. Οί πληροφορίες του Μάρκο Πόλο τοπικά συμπίπτουν μ’ αυτές τού Χιουέν Τσάνγκ γιατί αναφέρει ότι τις συνάντησε νότια τών Ινδιών. Εκεί πού βρίσκεται ή νήσος Κεϋλάνη; Πολύ πιθανό, γιατί λέει ότι στά νότια τών Ινδιών υπήρχαν δύο νησιά. Στό ενα κατοικούσαν άνδρες και στό άλλο γυναίκες. Τό νησί τών ανδρών λεγόταν « ‘Αρσενικό » καί τών γυναικών « Θηλυκό ». Οί κάτοικοι άνδρες καί γυναίκες, ήσαν παντρεμένοι μεταξύ τους άλλά ζούσαν χωριστά. Εσμιγαν μόνο μιά φορά το χρόνο γιά νά τεκνοποιήσουν. Τά παιδιά ανατρέφονταν από τις μητέρες τους και τά μέν αγόρια στην ηλικία των 14 χρόνων επιστρέφονταν στους πατέρες τους, τά δε κορίτσια τά κρατούσαν και τά ανέτρεφαν οί ίδιες. Υπάρχουν κι άλλες αναφορές, υπαινιγμοί, ιστορίες που φτάνουν μέχρι τή σημερινή εποχή. Αυτό όμως πού πρέπει νά σκεφτεί κανείς είναι το γεγονός της πολλαπλής αναφοράς γιά τις Αμαζόνες. Ανήκουν στον θρύλο; Ανήκουν στην πραγματικότητα; Ή ερώτηση είναι μιά γοητευτική πρόκληση. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν ν’ απαντήσουμε.
Πιστεύω ακράδαντα ότι ο θρύλος γιά τις Αμαζόνες έχει ίστορική βάση. Οπως όλοι οί παγκόσμιοι μύθοι { δημιουργία, κατακλυσμός, γέννηση θεών, τιτανομαχίες κ.λπ. }, έχει κι αυτός τά ίδια στοιχεία. Παρουσιάζεται σε πολλούς λαούς, αναφέρεται με τά ίδια σχεδόν στοιχεία και σέ ορισμένες περιπτώσεις νομίζει κανείς ότι ειναι ό ίδιος ακριβώς μύθος με αλλαγμένα τά ονόματα. Τά στοιχεία τού μύθου είναι μάλιστα τόσο ζωντανά ώστε πολλοί αμφιβάλλουν αν οί αμαζόνες ήσαν πράγματι γυναίκες. Από επιστήμονες ειπόθηκε ότι στην Καππαδοκία, στην αρκαία χώρα των Χιττιτών { Χετταίων } βρέθηκαν αναπαραστάσεις πολεμιστών μέ μακριά κόμη. Ή εξήγηση πού δίνουν πολλοί αναφορικά μέ τον λαό των Χιττιτών ή Χετταίων άφορα μιαν αρχαιολογική ανακάλυψη πού έγινε από τον Γερμανό αρχαιολόγο Ούγκο Βίνκλαιρ, ο οποίος καθώς ήταν ειδικευμένος άνατολιστής, έκανε ανασκαφές σ’ ένα τούρκικο χωριό ονόματι Μπογκάζ Κιόι, ανατολικά της Σινώπης, στην αρχαία Καππαδοκία.
Ο Βίνκλαιρ βρήκε χίλιες περίπου πινακίδες από άργιλλο μέ επιγραφές επάνω τους. Ετσι ανακαλύφτηκε, αλλά δέν εξιχνιάστηκε ό πολιτισμός των Χετταίων. Αυτός πού έβγαλε τον πολιτισμό των Χετταίων από τά σκοτάδια της λήθης ήταν ό Τσέχος Φρέντερικ Χρόζνυ, πού βρήκε μιά χιττική φράση γραμμένη μέ ιερογλυφικά, γεγονός πού τού επέτρεψε νά ανακαλύψει το « κλειδί » της χιττικής γλώσσας. Ετσι πολλά στοιχεία ήρθαν στό φως γιά τόν περίεργο αρχαίο αυτό λαό, πού ξαφνικά εξαφανίστηκε από τήν ιστορία. Οι Χετταίοι φορούσαν φορέματα πού έφταναν ώς τους αστραγάλους τους και άφηναν μακριά μαλλιά πού συχνά τά έδεναν σέ πλεξούδα ή κότσο. Σέ ανάγλυφα παριστάνονται Αιγύπτιοι πολεμιστές πού αρπάζουν τους αντιπάλους τους Χετταίους από τόν κότσο αυτόν. Τό γεγονός αυτό δημιούργησε τις γνωστές εντυπώσεις, νά θεωρηθούν δηλαδή, άπό τους Ελληνες ότι ήσαν γυναίκες. Τά φαρδιά τους ρούχα άλλωστε, πολύ εύκολα, θά έκρυβαν κάθε ιδιαίτερη καμπύλη του γυναικείου σώματος. Πολλές μαρτυρίες συμφωνούν στό σημείο αυτό, ότι δηλ. σάν Αμαζόνες είχαν θεωρηθεί άνδρες πού ανήκαν σέ βάρβαρα έθνη. Χαρακτηριστικά είναι και όσα αναφέρονται σχετικά μέ τη θρησκεία τους. Οί Χετταίοι ιερείς συνήθιζαν νά φορούν γυναικεία ρούχα, στόλιζαν μέ σκουλαρίκια τά αυτιά τους και σάν θυσία στον Θεό Ήλιο πρόσφερναν τά γεννητικά τους όργανα, όπως έκαναν και οί ιερείς τού Αττιδος. Μήπως λοιπόν ταύτισαν οί αρχαίοι Ελληνες τήν έλλειψη των γεννητικών ανδρικών οργάνων μέ τόν μαστό, voμίζovτας πώς είχαν νά κάνουν μέ γυναίκες; Δεδομένου ότι οί αρχαίοι Ελληνες κάθε άλλο παρά αφελείς ήσαν { οπωσδήποτε κάποιος Χετταίος θά είχε αιχμαλωτιστεί ή σκοτωθεί γιά νά διαπιστωθεί τό λάθος }, παραμένει το γεγονός της ύπαρξης των Αμαζόνων, γιατί κι αν θεωρήσουμε ότι οί Ελληνες έβλεπαν τους Χετταίους, οί άλλοι, πού αναφέρονται στις Αμαζόνες, ποιους έβλεπαν; Τό επιχείρημα δεν στέκει. Μένει λοιπόν ό μύθος κι ο θρύλος ολοζώντανος και ακλόνητος.
Κατά τή γνώμη μου ό μύθος τών Αμαζόνων, εκτός τών όποιων ζωντανών στοιχείων, πού διατηρήθηκαν στην ιστορία, είναι πολύ παλαιότερος άπό τους ιστορικούς χρόνους. Χάνεται στά βάθη της προϊστορίας και ταυτίζεται μέ τήν εποχή εκείνη της ανθρωπότητας κατά τήν οποία κυριαρχούσε τό μητριαρχικό καθεστώς στον κόσμο. Οί έρευνες τών διαφόρων επιστημόνων γιά τήν μητριαρχική εποχή { εποχή κατά τήν όποια ή ιεράρχηση της κοινωνίας καθοριζόταν άπό τό γυναικείο στοιχείο }, έχουν αποδείξει ότι ή πολύ παλιά εκείνη εποχή ήταν εποχή « χρυσή » γιά τήν άνθρωπότητα. Χαρακτηριζόταν άπό τήν απόλυτη ισότητα τών φύλων, τήν κοινή απόλαυση τών αγαθών, τή δημιουργία τών πρώτων βασικών και ουσιαστικών γιά τήν εξέλιξη τού ανθρώπου ανακαλύψεων, όπως ή κηπουρική, ή εξημέρωση τών κατοικίδιων ζώων, ή δημιουργία τών πρώτων μορφών τέχνης, ή καλαθοπλεκτική, ή αγγειοπλαστική. Είναι ή εποχή πού δημιουργούνται οί μεγάλες γυναικείες θεότητες, ή ΓΗ, ή ΣΕΛΗΝΗ, ή ΔΗΜΗΤΡΑ. Ή γυναίκα θεωρείται εγγύηση της συνέχειας, αρχέγονη μητέρα και σύμβολο γονιμότητας. Είναι ιέρεια και φύλακας του θεϊκού μυστήριου. Είναι εταίρα, είναι αυτή ή ίδια ή ζωή. Αλλά, κυρίως, ήταν μιά ειρηνική εποχή, πού οί άνθρωποι προσπαθούν νά επιβιώσουν στο περιβάλλον πού ζούσαν, ασχολούμενοι, οί μέν άνδρες στον εφοδιασμό της κοινότητας μέ τροφή, οί δέ γυναίκες σ’ όλες τις άλλες ασχολίες. Ετσι εξηγείται ή παρουσία όλων τών επιτευγμάτων πού ανάφερα προηγουμένως { κηπουρική, καλαθοπλεκτική κ.λπ. }.
Κατάλοιπο της εποχής αυτής είναι και ή δημιουργία της Θεάς-Σελήνης, της αρχαίας ελληνικής Αρτεμης, θεάς του κυνηγίου, πού παριστάνεται νά κρατά ένα τόξο και τά βέλη, ενώ δίπλα της απεικονίζεται ενα ελάφι συνήθως. Ή εποχή εκείνη, εποχή κυνηγετική, απεικονίστηκε στο πρόσωπο της Θεάς αυτής, πού τοποθετήθηκε σέ ίσάξια θέση μέ τις άλλες. Τή μητριαρχία διαδέχτηκε ή πατριαρχία, πού σέ χρονική σύγκριση μέ τήν πρώτη, ή δεύτερη είναι νεαρής ηλικίας. Ή κυνηγετική κοινωνία δίνει τή θέση της στην αγροτική κοινωνία. Ή μεγάλη ανακάλυψη της γεωργίας πολλά χρωστάστην ανάπτυξη της κηπουρικής πού είχε συμβάλλει στη στοιχειώδη παραγωγή ορισμένων « κηπευτικών » { κυρίως ρίζες και βολβούς }. Τό τόξο και τά βέλη { κυνήγι } αντικαθίστανται άπό τό ύνί { γεωργία }. Είναι ή εποχή πού αρχίζει ή εκμετάλλευση τών μεταλλευμάτων, αναπτύσσεται ή σιδηρουργία και τελειοποιούνται τά παλιά πέτρινα όπλα. Μέ τήν αλλαγή αυτή δημιουργούνται νέοι Θεοί. Ο Ηφαιστος, Θεός της φωτιάς, και ό Αρης, θεός του πολέμου.
Ή δημιουργία τού θεού Αρη εξηγείται. Ή συσσώρευση αγαθών, τροφίμων γεωργικών, παρακινεί άλλες φυλές, κυρίως νομαδικές, νά επιτίθενται στους αγροτικούς σχηματισμούς γιά τή διαρπαγή τροφών. Ο μύθος τών Αμαζόνων απηχεί τις προϊστορικές εξελίξεις πού έλαβαν χώρα όταν μετασχηματιζόταν τό κοινωνικό σύστημα. Τήν αντικατάσταση της Μητριαρχίας άπό τήν Πατριαρχία, τήν υποταγή της Γυναίκας στον Ανδρα, αν θέλετε. Ολες οί « Αμαζονικές » παραδόσεις επαναλαμβάνουν τό ίδιο πράγμα. Τήν ήττα τών σκληροτράχηλων Αμαζόνων από τους Ελληνες, τον Ηρακλή, τόν Αχιλλέα, τον αδελφό βασιλιά, τόν Σκύθη εραστή κ.λπ. Αλλά, πώς εξηγείται ή αντίφαση πού πηγάζει άπό τά δεδομένα; Ή μητριαρχία νά είναι εποχή ειρηνική και οί Αμαζόνες νά απεικονίζονται και νά περιγράφονται σκληρές, άκαρδες, αιμοβόρες, κ.λπ. Νά μήν ξεχνάμε ότι οί περιγραφές έγιναν άπό άνδρες. Δεν πρέπει νά μας διαφεύγει τό γεγονός οτι ή ιστορία της ανθρωπότητας, πολύ συχνά, γράφεται άπό τόν νικητή. Στήν ιστορική σύγκρουση της προϊστορίας, όταν γινόταν ή μετάβαση, σταδιακή, αργή, δύσκολη, από τή μιά κοινωνική μορφή στήν άλλη, ή δύναμη τού άνδρα επέβαλε τήν ιστορία όπως του άρεσε. Και αυτό φανερώνει ό μύθος πού εξετάζεται εδώ. Τό παλιό καθεστώς, μητριαρχία, έπρεπε νά φανεί κακό, άσχημο, βάρβαρο.
Ετσι οί γυναίκες στην αντρική συνείδηση της ανθρωπότητας διαιωνίστηκαν κακές, αίμοχαρείς, πολεμίστριες κ.λπ. Και για να μην υποθέσει κάποιος ότι αυτό πού αναφέρεται τώρα είναι ουτοπία, πληροφορώ τον αναγνώστη ότι καμιά ιστορική απόδειξη δέν έχουμε γιά μιά παρόμοια ταύτιση της γυναίκας, στή διάρκεια των χιλιετιών, τέτοια όπως τήν παρουσιάζουν οί διάφοροι συγγραφείς, ιστορικοί κ.λπ. Τά παλαιότερα γνωστά αγαλματίδια πού παριστάνουν γυναικείες φιγούρες, απεικονίζουν τή γονιμότητα, τήν ευτυχία μιας εποχής ειρηνικής. Ή « ‘Αφροδίτη τού Λωσσέλ » { Παλαιολιθική II 21.000 π.Χ.Λωσσέλ – Ντορντόν, Γαλλία }, κρατά στο χέρι της ενα κέρατο βονάσου { μήπως ό νους σας πηγαίνει στο κέρας της Αμάλθειας; στό κέρας της ευφορίας; }. Τό κέρατο βονάσου ειναι δείγμα προσφοράς. Καμιά αναπαράσταση, γλυπτό,πετρόγλυφο, σχέδιο, κεραμικό, τίποτα μά τίποτα, κανένα στοιχείο της εποχής δέν μας δείχνει τή γυναίκα νά εμφορείται από καταστροφικές τάσεις, ούτε και πολεμικές. Ήταν μιά μεγάλη αλλαγή εκείνη. Τό όπλο του νομάδα αντικαταστάθηκε από τό υνί του γεωργού. Ο άνθρωπος μπόρεσε νά βάλλει τις βάσεις του σημερινού πολιτισμού. Κι αυτό οφείλεται στή μητριαρχία, πού σαν κοινωνική διάρθρωση χαρακτηρίζεται από μιά πρωτόγονη μορφή σοσιαλιστικής υφής. Υπάρχει βέβαια και ή ερμηνεία εκείνη τού μύθου των Αμαζόνων πού τις ταυτίζει με τις δυνάμεις της φύσης:
« Ήσαν φαίνεται εν αρχή αί Αμαζόνες αί προσωποποιηθείσαι φυσικαί δυνάμεις της γονιμοποιήσεως, τά άφθονα ύέτια ύδατα, άτινα είσδύοντα εις τους κόλπους της γης γονιμοποιούσιν εις αυτούς πάντα τά σπέρματα της φυτικής βλαστήσεως, είναι αί νεφέλαι με τους πολλούς μαστούς, τών οποίων τό άφθονον γάλα και ρέει εις τήν γήν και τρέφει πάσαν ζωικήν ύπαρξιν, τούτο μαρτυρούσι καί τά υπό τού Διοδώρου αναφερόμενα ονόματα των Αελλα { Θύελλα } καί Κελαινώ { σκοτεινόν νέφος }, από τών μαστών τών οποίων ρέει άφθονος ή βροχή. Αίθεοποιηθείσαι καί προσωποποιηθείσαι αύται φυσικαί δυνάμεις, αίτόσον ευεργετικοί, ώς θεαί της καταιγίδος, ήτις φθείρει και καταστρέφει πάσαν ζωικήν ύπαρξιν και πασαν βλάστησιν, έρχονται εις σύγκρουσιν προς τάς Θεότητας του φωτός καί τού ηλίου, αίτινες είναι αί εύεργέτιδες ωσαύτως Θεότητες πάσης βλαστήσεως καί πάσης ζωικής υπάρξεως » { Μεγ. Ελληνική Εγκυκλοπ. τόμ. Δ. σελ. 142 }.
Κάτι παρόμοιο αναφέρει και ό Ντεσάρμ { Μυθολογία της Αρχαίας Ελλάδας }: « Χωρίς νά προσπαθήσουμε νά ερμηνεύσουμε σε όλες του τις λεπτομέρειες τον σκοτεινό καί περίπλοκο μύθο των Αμαζόνων, μπορούμε νά παρατηρήσουμε πώς αυτές πολεμούν τον Ήρακλέα, τον Θησέα, τον Αχιλλέα, τον Βελεφερόντη, ήρωες δηλαδή πού έχουν καθαρά ηλιακή φύση, όπως έχει αποδείξει από καιρό ή συγκριτική μυθολογία. Σάν εχθροί τών Θεοτήτων του φωτός θυμίζουν τους εχθρούς τού Ινδρα, της Βεδικής μυθολογίας, δηλαδή τά σύνεφα. Συνεπώς οί μαστοί τους μπορεί ν’ απεικονίζουν τ’ άναρρίθμητα « στήθη » τών νεφών από τά οποία τρέχουν τά νερά πού ποτίζουν καί γονιμοποιούν τή γη. Ετσι οί Αμαζόνες ήταν αναγκαστικά συνοδοί της θεότητας της Εφέσου, της μεγάλης αυτής τροφού της φύσεως… ».
Ή ερμηνεία όμως αυτή δέν καλύπτει τά στοιχεία του μύθου. Γιατί ή προστάτιδα θεά τους ήταν ή Θεά – Σελήνη Αναίτις ή Αρτεμις ή Ρακασάδα ή…; Υποστηρίχτηκε ότι οί Αμαζόνες ήταν σώμα φρουράς του ίερού της θεάς αυτής, Αλλά και αυτό δέν ικανοποιεί, γιατί δέν έχουμε καμιά ιστορική μαρτυρία πού νά τό τεκμηριώνει. Παράλληλα, μιά άλλη μαρτυρία αποδεικνύει κάτι το τελείως αντίθετο. Θεές πού φανερά προσωποποιούν τις φυσικές δυνάμεις είναι ή Δήμητρα και ή Περσεφόνη. Δέν απεικονίζονται όμως να ιππεύουν, νά σκοτώνουν, νά εξοντώνουν κ.λπ. Κάθε άλλο. Είναι γονιμοποιά στοιχεία με ειρηνική εμφάνιση, προσωποποίηση τού καλού. Γιά ποιο λόγο οι Αμαζόνες, πού τα ίδια γονιμοποιά στοιχεία της φύσης έκπροσωπούν, απαθανατίστηκαν έτσι πολεμοχαρείς;
Ο Στράβων απέρριψε σάν ψεύτικες όλες τις ιστορίες γιά τις Αμαζόνες:
« Περί τών Αμαζόνων τά αυτά λέγεται και νύν και πάλαι, τερατώδη τε όντα και πίστεως πόρρω. Τις γάρ αν πιστεύσειεν, ώς γυναικών στρατός ή πόλις ή έθνος συσταίη άν ποτέ χωρίς ανδρών:… Τήν δέ Θεμίσκυραν και τά περίτόν Θερμώδοντα πεδία άπαντες Αμαζόνων καλούσι, και φάσιν έξελαθήναι αύτάς ένθένδε. Οπου δέ νύν εισιν, ολίγον τε και άναποδείκτως και άπίστως αποφαίνονται » { Στρ. 540 }.
Πολλοί ανθρωπολόγοι δέν παραδέχονται στην εποχή μας ότι υπήρχε τέτοιο στάδιο στην κοινωνική εξέλιξη, κατά τό όποιο οί γυναίκες ασκούσαν τόν κοινωνικό έλεγχο, Ο Μπαχόφεν ήταν αυτός πού υποστήριξε ότι:
« H μητριαρχία δέν περιλάμβανε μόνο τη μεταβίβαση της ιδιότητας τού μέλους της ομάδας, κατά μητρική γραμμή, αλλ’ επίσης και ότι ή μητέρα, όχι ό πατέρας, κυβερνούσε τήν οικογένεια· οί γυναίκες, όχι οί άνδρες, είχαν τόν έλεγχο της διοίκησης της ομάδας μία θηλυκή θεότητα υπερτερούσε, ή Σελήνη, καί όχι ό άρρην Ήλιος» { Social Organization, σελ.262 }.
Ο Π. Κανελλόπουλος σε σχετικό άρθρο του { Μητριαρχία, Εγκυκλ.Λεξικό Ελευθερουδάκη, τ. 9, σελ.414 }, γράφει σχετικά γιά τό θέμα:
« Βασισθείς κυρίως έπί τών αρχαίων συγγραφέων { ό Μπαχόφεν } θεώρησε τήν μητριαρχία ώς φαινόμενον χαρακτηριζον ολόκληρον τήν περίοδον της άνθρωπότητος. Ή γένεσις αυτού δέν οφείλεται εις οίκονομικάς συνθήκας αλλ’ είς ίδιαιτέραν διάθεσιν της ψυχής, ή οποία έξεδηλώθη πρωτίστως διά της τάσεως προς ισότητα και έλευθερίαν. Ή μητριαρχία έγεννήθη τό πρώτον ώς άντίδρασις κατά της πρωτογόνου έλευθερομειξίας, του « ακανόνιστου έταιρισμού » ώς λέγει ό Μπαχόφεν. ‘Απροστάτευτος ούσα κατ’ αρχάς και παραδεδομένη είς τάς γενετησίους καταχρήσεις τού ανδρός, ήσθάνθη ή γυνή τήν ανάγκην, όπως άντιταχθή εις τό κράτος από τις συνθήκες της ζωής ».
Δέν ήταν φαινόμενο πού παρουσιάστηκε μετά από τήν ήττα μιας ομάδας, ούτε σκόπευε σέ κάτι τέτοιο. Τό ίδιο ξεκίνημα είχε και ή πατριαρχία, αλλά μόνο ξεκίνημα. Ή έξέλίξή της ήταν μιά συνειδητή εξάπλωση της αντρικής δύναμης, πού έφτασε στην καταπίεση. Και παρά τήν έντονη κοινωνική αναμέτρηση πού διακρίνουμε στους πρωτο-ίστορικούς και ιστορικούς χρόνους, δέν παρατηρούμε κάτι παρόμοιο στους προϊστορικούς. Και τά στοιχεία δέν λείπουν βέβαια. Εναντίον της μητριαρχία πολλοί καταφέρονται, μεταξύ τών οποίων και ό Α. Ελευθερόπουλος. { Ο κοινωνικός βίος τών ανθρώπων αρχή, εξέλιξη και φύση }, αλλά οί περισσότεροι, στηρίζονται σέ θέσεις καθαρά άντιεπιστημονικές και ο Μπαχόφεν και ό Μόργκαν είχαν δίκιο. Ή διένεξη βέβαια συνεχίστηκε και μόνο ό Εγκελς έδωσε τή σωστή λύση εξηγώντας τά φαινόμενα κάτω από οικονομική σκοπιά. Εδώ φτάνουμε στό τέλος της μελέτης αυτής. Θά τήν κλείσουμε, τονίζοντας και πάλι ότι ό μύθος τών Αμαζόνων είναι ή προέκταση και ή διαιώνιση τών κοινωνικών αναστατώσεων πού έλαβαν χώρα στις προκεχωρημένες χρονολογίες. Είναι θέμα προτίμησης, τό νά εξηγήσει κάποιος τό μύθο σάν απεικόνιση τών φυσικών δυνάμεων ή σάν μιά ανάμνηση τών κοινωνικών αλλαγών του παρελθόντος. Εάν μέ διάθεση κριτική εξετάσουμε τή βαθύτερη ουσία τών περισσότερων μύθων, θά βρούμε στή βάση τους τήν παρουσία της σύγκρουσης, της των ανδρών και όπως έπιβάλη τήν αύστηράν εν τη ζωή πειθαρχίαν. Χαρακτηριστική της τάσεως ταύτης ειναι ή λατρεία της Δήμητρος. Ο δέ θεσμός των Αμαζόνων υπήρξεν όμαδικόν φαινόμενον και δή φαινόμενον προηγηθέν του κανονικού μητρικού δικαίου, άντίδρασις τών γυναικών ολοκλήρου λαού όπως άντιμετωπίσωσι τον άνδρα πολεμικώς οργανωμένοι. Το μητρικόν δίκαιον ενεφανίσθη άργότερον ώς τό καθεστώς, υπό τό οποίον παρεμερίσθη ή υπερβολή τού θεσμού τών Αμαζόνων, διατηρηθείσης απλώς της αρχής, εφ’ ής ό θεσμός ούτος έβασίσθη. Εδώ όμως σημειώνεται ένα βασικό λάθος.
Ή μητριαρχία χαρακτηρίζεται σάν μιά από κοινού αντιμετώπιση, συνειδητή και οργανωμένη, του γυναικίου φύλου. Αν αυτό τό σημείο τό φτάσουμε στα άκρα έχουμε νά κάνουμε μέ αγώνες κοινωνικής μορφής. Αυτό όμως δέν έγινε έτσι όπως θέλουν νά τό παρουσιάσουν όσοι τοποθετούν τήν υπόθεση στό στάδιο τών κοινωνικών αγώνων. Γιατί δεν ήσαν αγώνες αν και είχαν κοινωνικό περιεχόμενο. Ή μητριαρχία δεν επιβλήθηκε ούτε μέ τά όπλα, ούτε ποτέ θέλησαν οί γυναίκες νά αντιτάξουν ένοπλη αντίσταση στό ανδρικό φύλο. Ή μητριαρχία δημιουργήθηκε καί, μέσα από πρίσμα πολιτικό, προσπαθούν νά καταρρίψουν τήν ιδέα της ύπαρξης τού μητριαρχικού σταδίου. Αλλά ο Παν. Λεκατσάς σέ πολλά του έργα έχει αποδείξει ότι του πατριαρχικού σταδίου προηγήθηκε τό μητριαρχικό. Ορισμένοι δέν δίστασαν νά αποκαλέσουν τό στάδιο της μητριαρχίας σάν στάδιο γυναικοκρατίας, αλλά ή χρήση του όρου αυτού δέν είναι σωστή: ό όρος αποδόθηκε αβίαστα. Παρά τό γεγονός όμως αυτό, ή νεότερη επιστήμη απέδειξε ότι αλλαγής, της ανταγωνιστικότητας καί της κοινωνικής πάλης.
Του Χρήστου Δ. Λάζου