Στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οι εταίροι ασχολήθηκαν και πάλι εκτενώς με την Ουκρανία και σε ένα σημείο των συμπερασμάτων αναφέρεται: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογραμμίζει την ανάγκη να εξασφαλιστεί για τα επόμενα έτη, από κοινού με τους εταίρους, σταθερή, προβλέψιμη και βιώσιμη χρηματοδοτική στήριξη για την Ουκρανία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή και τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, επαναλαμβάνει την έκκληση που έχει απευθύνει προς την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για ενισχυμένη στήριξη, προκειμένου να καλυφθούν οι πλέον επείγουσες ανάγκες της Ουκρανίας όσον αφορά τις υποδομές. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Ένωση μένει πιστή στη δέσμευσή της να στηρίξει την ανοικοδόμηση, την ανάκαμψη και την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, σε συντονισμό με τους διεθνείς εταίρους».
Της Κύρας Αδάμ
Αυτή η τελευταία δέσμευση της Ε.Ε. για «συντονισμό με διεθνείς εταίρους» δεν είναι καθόλου αθώα μέσα στην ασάφειά της και απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, γιατί κάθε συμμετοχή στο αχανές αυτό πηγάδι σημαίνει ότι τα σχετικά ποσά μπορεί να φεύγουν και από τις δικές μας τσέπες, των Ευρωπαίων φορολογουμένων.
Και ποιοι είναι οι διεθνείς εταίροι με τους οποίους δεσμεύεται επισήμως η Ε.Ε., δηλαδή οι Ευρωπαίοι πολίτες, να ανασυγκροτήσει την Ουκρανία; Είναι η υπό διαμόρφωση Τράπεζα Ανασυγκρότησης της Ουκρανίας, την οποία θα τρέχουν η BlackRock, η οποία είναι η μεγαλύτερη εταιρία επενδύσεων χαρτοφυλακίου στον κόσμο, και ο τραπεζικός κολοσσός JPMorgan.
Ο στόχος είναι να προσελκύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε ιδιωτικές επενδύσεις για να βοηθήσει στην ανοικοδόμηση έργων σε μια χώρα που έχει καταστραφεί από τον πόλεμο, υποστηρίζουν τα σχετικά έγγραφα.
Κερδοσκοπική κίνηση
Η βάση γι’ αυτήν, την εκ πρώτης όψεως αφελούς «ανθρωπιστική κίνηση», αλλά στην ουσία ανατριχιαστικά ακραία κερδοσκοπική κίνηση εδράζεται στο γνωστό δόγμα ότι ο πόλεμος είναι καλός για τις επιχειρήσεις. Όσο μεγαλύτερη είναι η καταστροφή τόσο μεγαλύτερος είναι ο ασφυκτικός έλεγχος της Ουκρανίας από «ιδιώτες επενδυτές» οι οποίοι θα επενδύσουν, θα κερδοσκοπήσουν και θα πλουτίσουν υπέρμετρα πάνω στο κουφάρι της Ουκρανίας.
Ήδη αρκετοί μιλούν ανοιχτά πλέον για τη δεύτερη και οριστική φάση «ιδιωτικοποίησης της Ουκρανίας».
Το θέμα παίρνει τη μορφή δόγματος που στηρίζεται στην αρχή «πρώτα καταστρέφουμε και μετά ανοικοδομούμε». Αυτό διδάσκει η ατζέντα με γνώμονα το κέρδος: η «καταστροφή» οδηγεί στην «ανοικοδόμηση». Η καταστροφή έχει τη μορφή της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής κυρίαρχων εθνικών κρατών. Οι πιστωτές είναι εκεί για να «μαζέψουν τα κομμάτια» και να οικειοποιηθούν τον πραγματικό πλούτο.
Η ιδιωτικοποίηση της Ουκρανίας ως ένα φτωχό, εγκαταλειμμένο εθνικό κράτος έχει ήδη αρχίσει μέσω της δημιουργίας της Τράπεζας Ανασυγκρότησης της Ουκρανίας (URB) από την BlackRock και την JPMorgan.
Όλα αυτά θα συμβούν με τη βούλα της ελεύθερης Δύσης και με την επίσημη συνεισφορά της Ε.Ε., δηλαδή των Ευρωπαίων πολιτών, ερήμην τους. Οι οποίοι όμως όχι απλώς θα επιβραβεύσουν ερήμην τους και πάλι την κερδοσκοπία του πολέμου, αλλά θα συνεισφέρουν στη μετατροπή του πολέμου σε εξαιρετικά επικερδές όπλο και μέσο για τις πολυεθνικές εταιρίες.
Απαιτούνται 411 δισ. δολάρια
Οι πρώτοι υπολογισμοί της Παγκόσμιας Τράπεζας αναφέρουν ότι η Ουκρανία θα χρειαστεί αμέσως 411 δισεκατομμύρια δολάρια για την ανοικοδόμησή της, αν ο πόλεμος σταματούσε τώρα.
Εξυπακούεται ότι εφόσον οι εμπλεκόμενες πλευρές δεν δείξουν καμιά διάθεση συμβιβαστικής ειρηνικής λύσης η καταστροφή στην Ουκρανία θα μεγεθύνεται, αφού οι φουσκωμένες ελπίδες για τη βαριά «αντεπίθεση της Ουκρανίας» ούτε επιβεβαιώθηκαν ούτε φαίνονται στον ορίζοντα. Και αυτό σημαίνει ότι όσο επιμένουν ο πόλεμος και η καταστροφή τόσο περισσότερο αυξάνονται τα κερδοσκοπικά σχέδια για την καταστροφή και τη μετέπειτα ανοικοδόμηση από το μηδέν… με τόκο.
Οι ευρωπαϊκές χώρες και αυτές με τους ασθενέστερους προϋπολογισμούς, όπως η Ελλάδα, δεν μπορούν να αναμένουν τίποτα το θετικό εφόσον οι πλούσιοι εταίροι μας αποφασίσουν να συνεισφέρουν στην «ιδιωτικοποίηση της Ουκρανίας με άντληση πόρων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό», που σημαίνει διάθεση μικρότερων κονδυλίων προς τις πλέον αδύναμες κοινοτικές χώρες.