Η ηφαιστειογενής «Συστάς των Καλογήρων» (Β. πλάτος 38ο 10’, Α. μήκος 25ο 17’) αποτελείται από δύο κυρίως νησίδες. O Μεγάλος Καλόγερος έχει έκταση 6 στρέμματα, ύψος 36,5 μέτρα και μήκος ακτών 302 μέτρα. Σε απόσταση 1.400 μέτρων προς τα βορειοανατολικά του Μεγάλου Καλόγερου βρίσκεται ο Μικρός Καλόγερος, ο οποίος έχει έκταση 1,8 στρέμματα, μήκος ακτών 237 μέτρα και ύψος μόλις ένα μέτρο.
Ο κορυφαίος θαλασσογράφος Στυλιανός Εμμ. Λυκούδης αναφέρει –ως ο πλέον αρμόδιος- ότι η εγκατάσταση αυτόματου φάρου –προς αποφυγή ναυαγίων- το 1920 στον απόκρημνο (Μεγάλο) Καλόγερο αποτέλεσε μια από τις δυσχερέστατες αποστολές της Υπηρεσίας Φάρων του Πολεμικού Ναυτικού.
«Μες στα χαράματα συχνά, και μες στα μεσημέρια,
και σα θολώσουν τα νερά, και τ’ άστρα σαν πληθύνουν,
ξάφνου σκιρτούν οι ακρογιαλιές, τα πέλαγα κι οι βράχοι.»
Δ. Σολωμού, «Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι»
Την τοπωνυμία «Καλόγερος» δεν τη συναντάμε σπάνια στην Ιστορία – Χαρτογραφία της ονοματολογίας του ελληνικού Αρχιπελάγους. Ενδεικτικά, αναφέρονται οι χαρακτηριστικές περιπτώσεις των (μικρών εμβαδικά) νησαίων εδαφών στα ΒΑ της Άνδρου, πλησίον της Νισύρου, της Αμοργού, της Σικίνου, στα στενά ανάμεσα σε Τήνο και Άνδρο κτλ. Συνήθως, οι «Καλόγεροι» είναι νησίδες «μοναχικές» με έντονο γεωγραφικό διαμελισμό οι οποίες παραπέμπουν στο απόκοσμο αναχωρητικό ύφος ενός Ερημίτη…
Σίγουρα, ο πιο «δημοφιλής» και γνωστός στο ευρύ κοινό «Καλόγερος» είναι εκείνος του Βορείου Αιγαίου που βρίσκεται ανάμεσα στα Ψαρά – Αντίψαρα, τη Χίο και την Άνδρο (Άκρα Καμπανός). Πρόκειται για ένα ηφαιστειογενές καστροκάραβο που υψώνεται απότομα «μόνο» (“solus”), «καταμεσής της θάλασσας» (“in the middle of the sea”) αποθαρρύνοντας ακόμα και τον πιο φιλόδοξο επισκέπτη που θα επιθυμήσει «…μια γεύση τρικυμίας στα χείλη». Παράλληλα όμως αυτή η «υπεραπόκεντρη» θέση που κατέχει ο (Μεγάλος) Καλόγερος στο «κέντρο βάρους» του Αιγαίου, του έχει προσδώσει υψηλή στρατηγική αξία, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες των συνεχιζόμενων προκλήσεων και αμφισβητήσεων που εξελίσσονται στην ευρύτερη περιοχή.
Βέβαια, η ιστορία του (Μεγάλου) Καλόγερου ξεκινάει παλιότερα, πολύ πριν μας καταστούν οικείες οι έννοιες της σύγχρονης Γεωπολιτικής (Géopolitique) και της ναυτικής ισχύος. Αρχικά, ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (Plinius senior, Natural History iv, 51) θεωρεί ότι ο (Μεγάλος) Καλόγερος είναι η νήσος (ή ο σκόπελος) «Αιξ» από την οποία πήρε το όνομά του το Αιγαίο Πέλαγος. «Το όνομα εις Αιγαίον Πέλαγος έδωκε σκόπελος (ή νήσος) μεταξύ Τήνου και Χίου ονόματι Αίξ, εκ του σχήματος αιγός […] αιφνιδίως αναπηδήσας εκ του μέσου του πελάγους. Οι παραπλέοντες […] τον διακρίνουν απαίσιον και καταστρεπτικόν (dirum ac pestiferum) ».
Εν συνεχεία, κατά πάσα ένδειξη, ο πρώτος των νεότερων γεωγράφων που έγραψε για αυτά τα «Ενάλια Μετέωρα» είναι ο -εκ Φλωρεντίας ορμώμενος- ιερομόναχος Christoforo Buondelmonti στο έργο του ‘’Liber Insularum Archipelagi’’ (1420). Μελετώντας κάποιος τον Buondelmonti και τους μεταγενέστερους περιηγητές (Sonneti, Dapper, Thevet) του αιγιακού χώρου αντιλαμβάνεται (παρά τις ασάφειες και τα τότε πενιχρά τοπογραφικά μέσα) ότι όλες οι εκδοχές συγκλίνουν σε ένα απόκρημνο νησί με πέριξ αυτού εκτεταμένα ύπουλα αβαθή και συστάδες από οξυκόρυφους υφάλους και σκοπέλους. Φωλιά για εξαιρετικής ποιότητας αρπακτικά γεράκια. Φόβο και τρόμο για τους ναυσιπλοούντες της εποχής. Έτσι, διαφαίνεται ότι η πληθώρα των εκεί ναυαγίων οδήγησε στην κατ’ ευφημισμόν ονομασία «Καλός Γέρος» (Bon Viellard – Buon Vecchio).
Συγκεκριμένα, ο εν λόγω Λατίνος ιερομένος αναφέρει: «Μεταξύ Χίου και Άνδρου υπάρχει βράχος πάρα πολύ υψηλός ονόματι Καλόγερος (Caloerus), με πολλάς αγρίας και αποκρήμνους βραχώδεις ακτάς καθ’ όλην την περιφέρειάν του, ούτως ώστε να μην υπάρχει πρόσβασις προς την κορυφήν […] Πολύ συχνά τα πλοία, τα οποία διακινούνται μεταξύ του Ελλησπόντου και του Κρητικού πελάγους πλέουν εγγύς του βράχου τούτου και ναυαγούν. Πράγματι μίαν φοράν επί των ημερών μου, την εποχήν του Σχίσματος και της Συνόδου της Κωνσταντίας [μεταξύ 1414 και 1417] εν Γενοβέζικον πλοίον, το οποίον επέστρεφε εκ του Πέραν (περιοχή της Κωνσταντινουπόλεως) παραπλέον την αρχαίαν Τροίαν και κατερχόμενον μεταξύ των νήσων Τενέδου και Λήμνου, επλήγη την νύκτα υπό σφοδρού βορείου ανέμου, ο οποίος έρριψεν αυτό επάνω εις αυτόν τον βράχον και οι ναυτικοί, με τας χείρας ανυψωμένας προς τον ουρανόν, παρέδωσαν το πνεύμα και εχάθησαν ανάμεσα εις τους ως βελόνας αιχμηρούς υφάλους. Δια τούτο οι ναυτικοί οι οποίοι πλέουν δια μέσου της θαλάσσης αυτής, συνηθίζουν να καταρώνται αυτόν τον βράχον και δεικνύοντες το μέρος αυτό από μακράν ‘’γυρίζουν γρήγορα τα πανιά’’ προς την ανοικτήν θάλασσα…
Όταν μίαν φοράν εν τουρκικόν σκάφος εβυθίσθη εκεί, οι άνδρες κατέφυγον επί δύο ημέρας επί των αγρίων βράχων, την τρίτην ημέραν ενεφανίσθη εν χριστιανικόν πλοίον και το πλήρωμα του επειδή τους ελυπήθη τους διέσωσεν όλους ημιθανείς επί του πλοίου του. Αλλά πλησίον της νήσου των Ψαρών, όταν οι τούρκοι, οι οποίοι εκυκλοφόρουν επί του πλοίου χωρίς φρουρά, ανέκτησαν τας δυνάμεις των, επετέθησαν εναντίον των χριστιανών και πλέοντες προς την ιδικήν των πατρίδα έρριψαν εις διαρκή δουλείαν εκείνους οι οποίοι τους είχον διασώσει.
Εδώ επίσης εις το υψηλότερον μέρος αυτού του βράχου ιέρακες και αετοί κτίζουν τας φωλεάς των και ανατρέφουν τα νεογνά των κατ’ έτος, και αναζητούντες την λείαν των με συνεχείς και μακρινάς πτήσεις εξακολουθούν να επιστρέφουν εδώ μέχρις ότου έλθη ο χρόνος δια τους απογόνους των να πετάξουν.»
Ταυτόχρονα, οι περιγραφές και χωρικές απεικονίσεις (πχ γκραβούρες) των ταξιδευτών γεωγράφων συμφωνούν (όχι αναμφιβόλως!) στο ότι ο διόλου εύξεινος Καλόγερος υπήρξε κάποτε κατοικήσιμος – κατοικημένος από μοναχούς οι οποίοι είχαν αναπτύξει και συναφείς δραστηριότητες στο νησί, όπως ανέγερση μοναστηριού – ασκηταριού, καλλιέργεια στο εκεί μικρό «οροπέδιο» (!), ιδιοκατασκευή ενός γερανού για την ανέλκυση και καθέλκυση μιας λέμβου που χρησιμοποιούσαν για την αλιεία, τον ανεφοδιασμό και την επικοινωνία με τον έξω κόσμο (πχ παραπλέοντα πλοία).
Βέβαια, στο σημείο αυτό ανακύπτει το εύλογο ερώτημα περί της στενότητας χώρου καθότι η περιορισμένης επιφανείας νησίδα, όπως την παρατηρούμε σήμερα, δεν επαρκεί να φιλοξενήσει όλα τα ανωτέρω. Ίσως η απάντηση στο συγκεκριμένο προβληματισμό να δίνεται από τον Άγγλο Bernard Randolph στο βιβλίο του «Τhe Present State of the Islands in the Archipelago» (Oxford 1687), όπου γράφεται σχετικά για τον «Calojero» του Βόρειου Αιγαίου: «…κείται μεταξύ της Άνδρου και της Χίου, το μεγαλύτερο μέρος του ανατινάχθηκε και καταποντίστηκε προ τριάντα περίπου ετών ενώ όλοι οι κάτοικοι σκοτώθηκαν. Κάποιοι έμποροι στη Σμύρνη ακόμα λένε ότι τα περισσότερα από τα σκεύη και τα νομίσματά τους μαυρίσανε όταν το νησί εξερράγη. Πέτρες και βράχια εκσφενδονίστηκαν μέχρι την Τήνο και την Άνδρο. Σήμερα σώζεται ένα πολύ μικρό μέρος του νησιού». Υπογραμμίζεται ότι, για το έτος 1650, υπάρχει σαφώς καταγεγραμμένη έντονη ηφαιστειακή – σεισμική δραστηριότητα στην περιοχή των Κυκλάδων με επίκεντρο τη Σαντορίνη. Οι εν λόγω τεκτονικές αναταράξεις είχαν σφοδρότατα αποτελέσματα που έγιναν αντιληπτά σε όλο το Αιγαίο, όπως «τσουνάμι» στην Ίο και στη Σίκινο, αναδύσεις και καταβυθίσεις σκοπέλων – νησίδων, εκρήξεις και νέφη αερίων που «έφθασαν» μέχρι τη Χίο και τα Δαρδανέλια.
Προφανώς δεν είναι τυχαίο ότι και ο W. S. Allen (IMAGO MUNDI, Vol. 3, 1977) τιτλοφόρησε εύγλωττα τη σχετική εμβριθή μελέτη του: «Καλόγερος. Μια Ατλαντίδα εν μικροκόσμω», υπερθεματίζοντας στο σενάριο της μυστηριώδους καταβύθισης του νησιού σε μια μικροκλίμακα χώρου και χρόνου. Στη συγκεκριμένη εκτενή εργασία ο Allen προσπαθεί να άρει τις αμφισημίες και ανακρίβειες των πρωτογενών στοιχείων (βλ. νησιολόγια, πορτολάνοι) της εποχής ώστε να προσδιορίσει επακριβώς την εξέλιξη της γεωγραφίας των (ηφαιστειογενών και ηφαιστειόπληκτων) Καλογήρων του Αιγαίου. Έτσι, καθίσταται σαφές το που σταματάνε τα ιστορικά γεγονότα με τα γεωλογικά φαινόμενα και που ξεκινά ο Μύθος και η «δημιουργική – παραστατική φαντασία» των αλλοκαιρινών ταξιδευτάδων… Χαρακτηριστική είναι η σχετική «αγανάκτηση» του Joseph Pitton de Tournefort («Διήγησις Ταξειδίου τινός εις Ανατολήν», Amsterdam, 1718) όταν αυτός είχε αποκλειστεί – χαθεί κάποια νύκτα, στη νήσο Γυάρο ακολουθώντας πιστά έναν χάρτη γεμάτο… σφάλματα: «είναι πολύ σύνηθες πράγμα δια τους Γεωγράφους να προσθέτουν εις την Δημιουργίαν, και να σχηματίζουν φανταστικάς χώρας, όχι δημιουργουμένας από την Παντοδυναμίαν του Θέου”.
Εν κατακλείδι, φαίνεται ότι το συγκεκριμένο «βραχοπαίδι» του Αιγαίου… «με ιστορίες αλλόκοτες ο θρύλος το χει ζώσει…» (Ν. Καββαδίας). Τελικά, υπήρξε εγκατάσταση μοναχών; Μεγάλο μέρος της νήσου εξαφανίστηκε περί το 1650; Ποιοι είναι οι πλέον αξιόπιστοι ιστορικογεωγράφοι εκείνης της περιόδου; Πιθανότατα μόνο μια (πολυδάπανη) υποβρύχια γεωαρχαιολογική έρευνα θα δώσει οριστικές απαντήσεις! Έως τότε, καλούνται οι φιλίστορες και βιβλιοπλεύστες αναγνώστες να ανατρέξουν στις υπάρχουσες πηγές και να διαμορφώσουν ιδίαν άποψη πιθανότατα και διαφωνώντας (γιατί όχι;) με τα εδώ γραφόμενα…
Πηγές
· «Ναυτική Ελλάς», τ. 01/2018
· «Καλόγερος. Μια Ατλαντίδα εν μικροκόσμω» (σελ. 13 – 83), W. S. Allen, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών (1974 – 1977), Αθήνα 1978
· «Η σπουδαιότης της συστάδος των Καλογήρων του Αιγαίου», Γεωργίου Γιαγκάκη, 1996
· «Αιγαίο και χάρτες με ανατρεπτική ματιά», Κουτελάκη Χάρη, εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 2008
«κι όπου πλέον μοναχιασμένοι
είναι οι βράχοι σιγαλοί,
Μῆνιν ἄειδε θε ν’ ακούσεις
να σου ψάλλει μία φωνή·»
Δ. Σολωμού («Η φωνή του Ομήρου»)
του Ιωάννη Μιχαήλ
http://www.istorikathemata.com/2018/06/blog-post_26.html