Το Δεσποτάτο της Ηπείρου ήταν ένα από τα κράτη που προέκυψαν από την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μετά την Δ΄ Σταυροφορία το 1204. Μαζί με την Αυτοκρατορία της Νίκαιας και την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας θεωρούσε ότι είναι νόμιμη συνέχεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Αρχικά περιελάμβανε τα εδάφη της Ηπείρου και της Αιτωλοακαρνανίας. Γρήγορα επεκτάθηκε στα Ιόνια Νησιά καθώς και σε σημαντικά τμήματα της Αλβανίας, της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Θράκης.
Από τα μέσα του 13ου αιώνα άρχισε να συρρικνώνεται στα αρχικά του όρια, ενώ κατά διαστήματα υποτάχθηκε στους Σέρβους και στο κράτος της Νικαίας. Στα μέσα του 15ου αιώνα κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς. Έχοντας αρχικά ως έδρα την πόλη της Άρτας και αργότερα τα Ιωάννινα. Διοικήθηκε διαδοχικά από Βυζαντινούς, Σέρβους και Ιταλούς ηγεμόνες.
Η φεουδαλική υπόσταση του κράτους οδήγησε συχνά τους ηγέτες του σε μία σειρά συμμαχιών, επιγαμιών και συγκρούσεων, με Φράγκους, Ιταλούς, Βουλγάρους και Βυζαντινούς ηγεμόνες του κράτους της Νίκαιας καθώς και με Αλβανούς και Βλάχους φυλάρχους.
Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός Δούκας: Ίδρυση
Ιδρύθηκε από τον Μιχαήλ Α΄ Δούκα το 1204. Ο Μιχαήλ Άγγελος Κομνηνός Δούκας ήταν εξάδελφος των αυτοκρατόρων Ισαάκιου Β΄ Αγγέλου και Αλεξίου Γ΄ Αγγέλου. Αρχικά είχε συνάψει συμμαχία με τον Βονιφάτιο Μονφερατικό. Στη συνέχεια προσπάθησε να ανακόψει την κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Φράγκους αν και δεν τα κατάφερε, χάνοντας στη μάχη του ελαιώνα του Κούνδουρου. Επέστρεψε στην Ήπειρο, στην πρώην αυτοκρατορική επαρχία του Θέματος της Νικοπόλεως και ίδρυσε το Δεσποτάτο της Ηπείρου με έδρα την Άρτα διαλύοντας τη συμμαχία με τον Βονιφάτιο.
Σύντομα η Ήπειρος έγινε η νέα πατρίδα Ελλήνων προσφύγων από την Κωνσταντινούπολη, τη Θεσσαλία και την Πελοπόννησο και ο Μιχαήλ αναφερόταν ως ο δεύτερος Νώε, ο οποίος έσωζε τον κόσμο από τον κατακλυσμό των Φράγκων. Ο Ιωάννης Ι΄ Καματηρός, Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης, δεν τον θεωρούσε νόμιμο διάδοχο και ακολούθησε τον Θεόδωρο Α΄ Λάσκαρη στη Νίκαια της Βιθυνίας. Έτσι ο Μιχαήλ αναγνώρισε την εξουσία του Πάπα Ιννοκέντιου Γ’ στην Ήπειρο, κόβοντας τους δεσμούς του με την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ο Ερρίκος της Φλάνδρας απαίτησε την υποταγή του Μιχαήλ στη Λατινική Αυτοκρατορία, κάτι που ο Μιχαήλ έκανε, τουλάχιστο κατ’ όνομα, επιτρέποντας στην κόρη του να παντρευτεί τον αδελφό του Ερρίκου, Ευστάθιο (Eustace) το 1209. Ο Μιχαήλ δεν κράτησε τη συμφωνία του. Θεωρώντας ότι η ορεινή Ήπειρος θα ήταν απρόσβλητη από τους Λατίνους σύναπτε ή κατέλυε συμμαχίες σύμφωνα με τις περιστάσεις. Στο μεταξύ, οι συγγενείς του Βονιφάτιου από το Μονφεράτ (περιοχή του Πιεμόντε), είχαν βλέψεις για την Ήπειρο και το 1210 ο Μιχαήλ συμμάχησε με τη Βενετία και επιτέθηκε στο Βονιφάτιο στη Θεσσαλονίκη. Ο Μιχαήλ ήταν ιδιαίτερα σκληρός με τους αιχμαλώτους του, σταυρώνοντας σε κάποιες περιπτώσεις Λατίνους ιερείς. Αντιδρώντας, ο Ιννοκέντιος τον αφόρισε. Ο Ερρίκος κράτησε την πόλη και εξανάγκασε τον Μιχαήλ σε νέα, ονομαστική τουλάχιστον, συμμαχία.
Ο Μιχαήλ όμως έστρεψε την προσοχή του στην κατάληψη άλλων στρατηγικά σημαντικών πόλεων που κατείχαν οι Λατίνοι: Λάρισα, Δυρράχιο και Οχρίδα, παίρνοντας στον έλεγχό του την Εγνατία Οδό, τον κύριο δρόμο για την Κωνσταντινούπολη. Πήρε επίσης στον έλεγχό του λιμάνια του Κορινθιακού κόλπου. Το 1214, κατέλαβε την Κέρκυρα από τη Βενετία, αλλά αργότερα δολοφονήθηκε στα τέλη του ίδιου έτους. Tον διαδέχθηκε ο νόθος αδελφός του Θεόδωρος.
Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας: Η διαμάχη με τη Νίκαια και τη Βουλγαρία
Ο Θεόδωρος αμέσως επιτέθηκε στη Θεσσαλονίκη και πολέμησε με τους Βούλγαρους. Ο Ερρίκος της Φλάνδρας πέθανε στην αντεπίθεση και το 1217 ο Θεόδωρος αιχμαλώτισε το διάδοχό του Πέτρο του Κουρτεναί και πιθανότατα τον εκτέλεσε. Η Λατινική αυτοκρατορία όμως διέσπασε την προσοχή της λόγω της αυξανόμενης δύναμης της Νίκαιας και δεν μπόρεσε να σταματήσει τον Θεόδωρο να καταλάβει τη Θεσσαλονίκη το 1224.
Το 1225, μετά την κατάληψη της Αδριανούπολης από τον Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη του βασιλείου της Νικαίας, ο Θεόδωρος καταφθάνει και καταλαμβάνει με τη σειρά του την πόλη. Ο Θεόδωρος συμμάχησε επίσης με τους Βούλγαρους για να διώξει τους Λατίνους από την Θράκη. Το 1227 ο Θεόδωρος έχρισε τον εαυτό του Αυτοκράτορα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, πράγμα όμως που δεν αναγνωρίστηκε από τους περισσότερους ελληνικούς θεσμούς, κυρίως από τον Πατριάρχη της Νικαίας.
Το 1230, ο Θεόδωρος καταλύει την συμμαχία με τους Βούλγαρους, ευελπιστώντας να προκαλέσει την πτώση του Ιβάν Ασέν Β΄ (Ivan Asen II) που τον είχε παρεμποδίσει να επιτεθεί στην Κωνσταντινούπολη. Στη μάχη της Κλοκοτνίτσα (κοντά στο Χάσκοβο στη Βουλγαρία) ο Βούλγαρος τσάρος νίκησε, αιχμαλώτισε και στη συνέχεια τύφλωσε τον Θεόδωρο. Έτσι, στο θρόνο του Δεσποτάτου της Ηπείρου ανήλθε ο ανεψιός του ο Μιχαήλ Β΄. Στη συνέχεια ο Θεόδωρος απελευθερώθηκε και διοίκησε τη Θεσσαλονίκη μαζί με τον αδερφό του Εμμανουήλ ως υποτελής.
Μιχαήλ Β΄ Κομνηνός Δούκας: Η κυριαρχία της Νικαίας και του Βυζαντίου
Η Ήπειρος ποτέ δεν μπόρεσε να ανακτήσει την ισχύ της μετά την ήττα. Ο Μιχαήλ Β΄ αφότου έχασε τη Θεσσαλονίκη που καταλήφθηκε από την αυτοκρατορία της Νικαίας το 1246, συμμάχησε με τους Λατίνους εναντίον της Νικαίας. Το 1248 ο Ιωάννης Βατάτζης εξανάγκασε τον Μιχαήλ Β΄ να τον αναγνωρίσει ως αυτοκράτορα και εις αντάλλαγμα τον αναγνώρισε ως δεσπότη της Ηπείρου. Η εγγονή του Βατάτζη, Μαρία, παντρεύτηκε τον υιό του Μιχαήλ, Νικηφόρο.
Ενώ το 1248 η κόρη του Μιχαήλ, Άννα, παντρεύτηκε τον Γουλιέλμο Β΄ Βιλλεαρδουίνο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας, και ο Μιχαήλ αποφάσισε να εκπληρώσει, βάση της συμμαχίας τους, τις υποχρεώσεις του εναντίον του Βατάτζη. Στη μάχη που ακολούθησε όμως ηττήθηκε, και ο παλιός δεσπότης, Θεόδωρος, συνελήφθη εκ νέου και πέθανε αυτή τη φορά στη φυλακή.
Ο Θεόδωρος Β΄ Λάσκαρης συμμάχησε με τον Μιχαήλ Β΄ και τους διαδόχους του, και τα παιδιά τους, που είχαν αρραβωνιαστεί από τον Ιωάννη Βατάτζη χρόνια πριν, παντρεύτηκαν τελικά το 1257, λαμβάνοντας έτσι εις αντάλλαγμα το Δυρράχιο. Ο Μιχαήλ Β΄ όμως δεν δέχτηκε την εδαφική παραχώρηση το 1257 και εξεγέρθηκε, νικώντας μάλιστα τον στρατό της Νικαίας τού οποίου ηγείτο ο Γεώργιος Ακροπολίτης. Καθώς ο Μιχαήλ κατευθυνόταν προς τη Θεσσαλονίκη, δέχθηκε επίθεση από τον Μανφρέδο Χοενστάουφεν της Σικελίας, ο οποίος κατέλαβε την Αλβανία και την Κέρκυρα. Εντούτοις, ο Μιχαήλ σύναψε συμμαχία μαζί του παντρεύοντάς τον με την κόρη του Ελένη.
Μετά τον θάνατο του Θεόδωρου Β΄, ο Μιχαήλ Β΄, ο Μανφρέδος και ο Γουλιέλμος Β΄ πολέμησαν κατά του νέου αυτοκράτορα της Νικαίας, Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου. Η συμμαχία ήταν πολύ ασταθής και το 1259 ο Γουλιέλμος συνελήφθη στη μάχη της Πελαγονίας. Ο Μιχαήλ Η΄ μπόρεσε να καταλάβει την πρωτεύουσα του Μιχαήλ Β΄, την Άρτα, περιορίζοντας την εξουσία του Μιχαήλ Δούκα στις πόλεις των Ιωαννίνων και της Βόνιτσας. Η Άρτα ανακατελήφθη το 1260 όταν ο Μιχαήλ Η΄ ήταν απασχολημένος με την ανακατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως.
Ιταλική εισβολή
Μετά την αποκατάσταση της αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη, ο Μιχαήλ Η΄ έκανε συχνές επιθέσεις ενάντια της Ηπείρου και εξανάγκασε το γιο τού Μιχαήλ Β΄, Νικηφόρο, να παντρευτεί την ανιψιά του Άννα Καντακουζηνή, το 1265. Ο Μιχαήλ Η΄ θεωρούσε την Ήπειρο υποτελή του, αν και ο Μιχαήλ Β΄ και ο Νικηφόρος συνέχιζαν να είναι σύμμαχοι με το Πριγκιπάτο της Αχαΐας και το Δουκάτο των Αθηνών.
Το 1267 η Κέρκυρα και μεγάλο κομμάτι της Ηπείρου καταλήφθηκαν από τον Κάρολο των Ανζού και το 1271 ο Μιχαήλ Β΄ πέθανε, αν και ο Μιχαήλ Η΄ δεν προσπάθησε να καταλάβει άμεσα την Ήπειρο. Επέτρεψε στο Νικηφόρο να διαδεχθεί το Μιχαήλ Β΄ και να αντιμετωπίσει τον Κάρολο, ο οποίος κατέλαβε το Δυρράχιο μέσα στον ίδιο χρόνο. Το 1270 ο Νικηφόρος συμμάχησε με τον Κάρολο εναντίον του Μιχαήλ Η΄, δεχόμενος να γίνει υποτελής του. Με την ήττα του Καρόλου, ο Νικηφόρος έχασε την Αλβανία από την αυτοκρατορία.
Στην εποχή του Ανδρόνικου Β΄, ο Νικηφόρος ανανέωσε τη συμμαχία του με την Κωνσταντινούπολη. Το 1292 όμως, ο Νικηφόρος συμμάχησε με τον Κάρολο Β΄ της Νάπολης αν και ο Κάρολος νικήθηκε από τον στόλο του Ανδρόνικου. Ο Νικηφόρος πάντρεψε την κόρη του με το γιο του Καρόλου, Φίλιππο Α΄ του Τάραντα και του πούλησε μεγάλο κομμάτι της κυριαρχίας του.
Μετά το θάνατο του Νικηφόρου το 1296, η επιρροή των Βυζαντινών μεγάλωσε όσο κυβερνούσε η Άννα, η εξαδέλφη του Ανδρονίκου Β΄, για λογαριασμό του νεαρού γιου της Θωμά. Το 1306 επαναστάτησε εναντίον του Φιλίππου, παίρνοντας το μέρος του Ανδρονίκου. Οι Λατίνοι κάτοικοι εκδιώχθηκαν, αλλά εξαναγκάστηκε να επιστρέψει κάποια εδάφη στο Φίλιππο. Το 1312, ο Φίλιππος εγκατέλειψε τις βλέψεις του για την Ήπειρο και τις έστρεψε προς την αποθνήσκουσα Λατινική αυτοκρατορία.
Κατάρρευση του Δεσποτάτου
Η Άννα πάντρεψε τον Θωμά με μια κόρη του Ανδρόνικου Β΄, αλλά αυτός δολοφονήθηκε το 1318 από τον Νικόλαο Ορσίνι ο οποίος παντρεύτηκε τη χήρα του και πήρε τον έλεγχο του Δεσποτάτου. Αναγνωρίστηκε ως νόμιμος ηγέτης του Δεσποτάτου από τον Ανδρόνικο Β΄, αλλά τον ανέτρεψε ο αδελφός του Ιωάννης Β΄ Ορσίνι το 1323. Ο Ιωάννης δηλητηριάστηκε από τη γυναίκα του Άννα, η οποία άσκησε την αντιβασιλεία για λογαριασμό του Νικηφόρου Β΄.
Το 1337 ο Ανδρόνικος Γ΄, έφτασε στη βόρεια Ήπειρο με ένα στρατό που εν μέρει ήταν συγκροτημένος από 2000 Τούρκους που τους είχε παράσχει ο σύμμαχός του, Ομούρ του Αϊδινίου. Είχαν αναφερθεί ταραχές στις περιοχές του Βερατίου και των Κανίνων ως συνέπεια των επαναλαμβανόμενων επιθέσεων των Αλβανών. Ο Ανδρόνικος νίκησε τους Αλβανούς και έστρεψε την προσοχή του στο Δεσποτάτο. Η Άννα, η χήρα του δεσπότη, προσπάθησε να έρθει σε διαπραγματεύσεις μαζί του, αλλά ο Ανδρόνικος απαίτησε την ολοκληρωτική υποταγή του Δεσποτάτου, στο οποίο η Άννα τελικά συμφώνησε. Έτσι το Δεσποτάτο της Ηπείρου ενσωματώθηκε ειρηνικά και πάλι στην Αυτοκρατορία. Όμως, ένας από τους όρους της συμφωνίας ήταν ο Νικηφόρος Β΄ να αρραβωνιαστεί μία από τις κόρες του Ιωάννη Καντακουζηνού. Όταν ήλθε ο καιρός να γίνει ο αρραβώνας, ανακαλύφθηκε ότι ο Νικηφόρος είχε εξαφανισθεί.
Τελικά ο Ανδρόνικος έμαθε πως ο Νικηφόρος είχε μεταφερθεί στην Ιταλία από μέλη της Ηπειρωτικής αριστοκρατίας που ήταν υποστηρικτές της ανεξαρτησίας της Ηπείρου. Εκεί, διέμεινε για ένα χρονικό διάστημα στον Τάραντα, στην αυλή της Αικατερίνης Βαλουά, τιτουλάριας αυτοκράτειρας της Κωνσταντινούπολης. Το 1339 ξέσπασε επανάσταση στην Ήπειρο με την υποστήριξη της Αικατερίνης, που βρισκόταν στην Πελοπόννησο, και του Νικηφόρου που είχε επιστρέψει στην Ήπειρο και είχε την έδρα του στο Θωμόκαστρο. Στα τέλη όμως του 1339, αυτοκρατορικά στρατεύματα έφτασαν στην περιοχή, και το 1340 έφτασε ο ίδιος ο Ανδρόνικος συνοδεύμενος από τον Ιωάννη Καντακουζηνό. Τελικά οι επαναστάτες πείστηκαν με τη δύναμη της διπλωματίας και όχι τόσο των όπλων να υποταχθούν στην εξουσία του αυτοκράτορα. Ο Νικηφόρος παρέδωσε το Θωμόκαστρο, αρραβωνιάστηκε την Μαρία, κόρη του Ιωάννη Καντακουζηνού και πήρε τον τίτλο του πανυπερσέβαστου.
Όταν η αυτοκρατορία βρέθηκε σε εμφύλιο πόλεμο μεταξύ του Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου και του Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνού, η Ήπειρος καταλήφθηκε από τους Σέρβους. Ο Νικηφόρος Β΄ κατάφερε να ανακαταλάβει την Ήπειρο το 1356 και πρόσθεσε στην επικράτειά του τη Θεσσαλία. Ο Νικηφόρος πέθανε κατά την κατάπνιξη επανάστασης από Αλβανούς, οι οποίοι είχαν εισέλθει στην ευρύτερη περιοχή προς υποστήριξη των Σέρβων, το 1359 και το δεσποτάτο ενσωματώθηκε εκ νέου στην αυτοκρατορία. Στις επόμενες δεκαετίες έπεσε στα χέρια των ιταλικών οικογενειών Μπουοντελμόντι και Τόκκων, από τους οποίους την πήραν οι Οθωμανοί.
Δεσπότες της Ηπείρου
Δυναστεία Κομνηνών Δουκών Αγγέλων
Μιχαήλ Α’ Κομνηνός Δούκας (1204-1214)
Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας (1214-1230), αυτοκράτορας από 1227-1230
Μιχαήλ Β΄ Κομνηνός Δούκας (1230-1271)
Νικηφόρος Α΄ Κομνηνός Δούκας (1271-1296)
Θωμάς Α’ Κομνηνός Δούκας (1296-1318)
Δυναστεία Ορσίνι (Orsini)
Νικόλαος Ορσίνι (1318-1323)
Ιωάννης Ορσίνι (1323-1335)
Νικηφόρος Β΄ Ορσίνι ( 1335-1337), (1356-1359)
Δυναστεία Νεμάνιτς (Nemanjić)
Σημειώνεται ότι όταν το Δεσποτάτο της Ηπείρου καταλύθηκε το 1359, οι παρακάτω «Τσάροι» υπήρξαν τοποτηρητές του Σέρβου τσάρου, που διατήρησαν και τον τίτλο του Δεσπότη της Ηπείρου.
Συμεών-Ούρεσης Νεμάνιτς (Uroš) (1359-1366), αυτοκράτορας (τσάρος) Σέρβων και Ελλήνων.
Θωμάς Β΄ Πρελούμπος (Preljubović) (1366-1384), Δεσπότης.
Μαρία Νεμάνιτς (1384-1385).
Δυναστεία Μπουοντελμόντι (Buondelmonti)
Ησαύ Μπουοντελμόντι (1385-1411).
Γεώργιος Μπουοντελμόντι (1411).
Δυναστεία Τόκκων (Tocco)
Κάρολος Α΄ Τόκκος (1411-1429).
Κάρολος Β΄ Τόκκος (1429-1448), κατάληψη Ιωαννίνων από τους Οθωμανούς του 1430.
Λεονάρδος Τόκκος (1448-1479), κατάληψη Άρτας το 1449 και Αγγελόκαστρου το 1460.
[wikipedia]