Η μάχη στο Μέγα Σπήλαιο Αχαΐας ήταν πολεμικό επεισόδιο του Ελληνικού εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, γεγονός που έλαβε χώρα κατά την εκστρατεία του Ιμπραήμ της Αιγύπτου σε βάρος των χριστιανικών πληθυσμών της Πελοποννήσου το καλοκαίρι του -κρίσιμου για την επανάσταση- έτους 1827. Η έκβαση της μάχης υπήρξε θετική για τα ελληνικά όπλα και οδήγησε στην αποχώρηση των Τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων απ’ την ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων.
Περί τα μέσα Ιουνίου 1827, ο Ιμπραήμ Πασά περιφερόμενος και κατακαίοντας τον Μοριά, στρατοπέδευσε στη Σάλμαινα Καλαβρύτων, κοντά στη Βυσωκά (Σκεπαστό). Σκοπός του ήταν οι δηώσεις, η κάμψη του ηθικού των επαναστατημένων και φυσικά η λαφυραγωγία/ ληστεία των δύο ιερών μονών της περιοχής που αποτελούσαν σύμβολα , αλλά και προπύργια της επαναστάσεως, ήτοι της αγ. Λαύρας και του Μ. Σπηλαίου.
Στην περίπτωση που μας ενδιαφέρει, οι μοναχοί του Μ. Σπηλαίου, αντιλαμβανόμενοι τον κίνδυνο, ζήτησαν από τον Γέρο του Μοριά Θ.Κολοκοτρώνη ( ευρισκόμενο τότε εις Βόχαν Κορινθίας ) στρατιωτική ενίσχυση, με άγγελους μηνύματος το Νικ. Πετμεζά και τους μοναχούς Ιωάννη Κανελλόπουλο και Παγκράτιο Πολυζωγόπουλο, η οποία βοήθεια έφτασε αμέσως στη μονή αποτελούμενη από τμήμα της σωματοφυλακής του γενικού Αρχηγού, με επικεφαλής τον υπασπιστή του Φωτάκο.
Στις 21 Ιουνίου 1827, αυτό που ανέμεναν οι μοναχοί συνέβη. Ο Ιμπραήμ απέστειλε τελεσίγραφο αμαχητί παράδοσης της μονής, ειδάλλως θα την κατέστρεφε.
Για την ιστορική τεκμηρίωση, η επιστολή του Ιμπραήμ που υπογράφεται από τον Σάμη Εφέντι είχε ως εξής:
«Ευγενέστατε ηγούμενε και επίλοιποι παπάδες και καλόγεροι Μεγάλου Σπηλαίου.
Σας σημειώνω ότι είμεθα φερμένοι με τον υψηλότατον Ιμβραήμ Πασάν αφέντη μας εις κάμπον Καλαβρύτων εδώ και τέσσαρες ημέρες προτηνότερα και έχομεν μεγάλας ορδινίας και ετοιμασίας δια την πολιορκίαν μοναστηρίου Μεγάλου Σπηλαίου. Και ως τάχυ προσμένομεν να μας έλθουν και τόπια και αι μπόμπες και αρκετά σύνεργα δια μήνες και έπειτα από μία η και δυό ημέρας να ρίξωμεν τα ορδιά μας περί πολιορκίας του μοναστηρίου, εις αυτά τα μέρη δια τούτο σας φανερώνω ότι να λυπηθήτε το μοναστήρι σας να μην τύχη και χαλάση και ο,τι εις τον άλλον καιρόν δεν εχάλασε μην τύχη και χαλάση: και τώρα μάλιστα οι πλέον άγνωστοι (οι αμαθέστεροι) από λόγου σας ήρθαν και προσεκύνησαν τον αφέντη μας και εγλύτωσαν τα χωριά τους και τόσον λαό και την ζωήν τους και το πράγμα τους. Λοιπόν του λόγου σας είσθε γνωστικότεροι από εκείνους και θέλει στοχασθήτε το κάθε πράγμα καλλίτερα. Παρά πάνω δεν σας γράφω, θέλει πληροφορηθήτε και από το γράμμα του φίλου μου του Φωτήλα, θέλει σας συμβουλεύση ο ίδιος.
Ηγούμενε, θέλει στοχαστής ετούτο το κίνημα των Ρωμαίων δεν θέλει εύγει σε κεφάλι. Λοιπόν σαν φρόνιμος οπού είσαι στοχάσου βαθειά πως δεν ευρίσκεις καλό τέλος και θα είσαι νικημένος θέλεις εξεύρη ότι αυτό όπου σας γράφω, το γράφω με του υψηλοτάτου αφέντη μας τον ορισμόν και να με αποκριθήτε εις τα όσα σας γράφω.
Σάμη Εφέντι τη 21η Ιουνίου 1827 Σεγνεζτίπ εφέντι (Τ.Σ.)»
Μετά από σύσκεψη οι μοναχοί του Μ. Σπηλαίου δια στόματος και γραφής του ηγουμένου Δαμασκηνού , ως άλλοι «Λεωνίδες» ή «Παλαιολόγοι» απάντησαν τα εξής στις 22 Ιουνίου 1827:
«Υψηλότατε αρχηγέ των Οθωμανικών αρμάτων, χαίρε.
Ελάβαμεν το γράμμα σου και είδομεν τα όσα γράφεις, ηξεύρομεν πως είσαι εις τον κάμπον των Καλαβρύτων πολλάς ημέρας και ότι έχεις όλα τα μέσα του πολέμου. Ημείς δια να προσκυνήσωμεν είναι αδύνατον, διότι είμεθα ορκισμένοι εις την πίστιν μας, η να ελευθερωθώμεν η να αποθάνωμεν πολεμούντες και κατά το χαΐνι μας δεν γίνεται να χαλάση ο ιερός όρκος της πατρίδος μας. Σε συμβουλεύουμε όμως να υπάγης να πολεμήσης σε άλλα μέρη, διότι, αν έλθης εδώ να μας πολεμήσης και μας νικήσης, δεν είναι μεγάλον κακόν, διότι θα νικήσης παπάδες, αν όμως νικηθής, το οποίον ελπίζομεν άφευκτα, με την δύναμιν του Θεού, διότι έχομεν και θέσιν δυνατήν και θα είναι εντροπή σας και τότε οι Έλληνες θα εγκαρδιωθούν και θα σε κυνηγούν πανταχού. Ταύτα σε συμβουλεύομεν και ημείς, κάμε ως γνωστικός το συμφέρον σου, έχομεν και γράμματα από την βουλήν και από τον αρχιστράτηγον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην, ότι εις πάσαν περίπτωσιν πολλήν βοήθειαν θα μας στείλη, παλληκάρια και τροφάς και ότι η θα ελευθερωθώμεν τάχιστα η θα αποθάνωμεν κατά τον ιερόν όρκον της Πατρίδος μας.
ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ Ο Ηγούμενος και συν εμοί παπάδες και καλόγεροι τη 22α Ιουνίου 1827, Μέγα Σπήλαιον»
Αναπόφευκτα, το πρωί της 24ης Ιουνίου 1827, άρχισε η μάχη στον ψηλό Σταυρό ανατολικά της μονής, ενώ λόγω της σθεναρής αντίστασης και των απωλειών, ο Ιμπραήμ διέταξε να μπει στη μάχη και το ιππικό μέσω Βουραϊκού ποταμού.
Με την βοήθεια της Παναγίας, όπως ανέφεραν οι μοναχοί, και αρχηγό τους τον μοναχό Γεράσιμο Τυρολό, ο ηγέτης των Ελλήνων στη μάχη αυτή Νικ. Πετμεζάς, συνεπικουρούμενος από τους Φωτάκο, Μέλλιο και Σαρδελιάνο με τα στρατεύματά τους, απωθούσαν τους εχθρούς επί 13 ώρες ανηλεούς μάχης κατά την οποία σκοτώθηκαν 650 αντίπαλοι και 3 αγωνιστές μεταξύ των οποίων ο εκ Κερπινής προαναφερόμενος Ανδρέας Σαρδελιάνος. Μετά από αυτά ο Ιμπραήμ αποτραβήχτηκε ηττημένος και άπραγος προς τη νότια Πελοπόννησο.
Με τα Καλαβρυτοχώρια, την αγ. Λαύρα και τα Καλάβρυτα άνοιξε ο επικός αγώνας της ανεξαρτησίας του ’21 και στην ίδια μαρτυρική γη έκλεισαν οι χερσαίες μάχες του Ιμπραήμ στο Μοριά, με «καλογερικό ντουφέκι» στο Μ. Σπήλαιο έως που ήρθε η ώρα της κατατροπώσεώς του στο Ναβαρίνο και την οριστική αποχώρησή του.
γράφει ο Δημήτρης Σταθακόπουλος
Δρ κοινωνιολογίας της ιστορίας και πολιτισμού (οθωμανικής περιόδου) Παντείου Πανεπιστημίου, δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω – Μουσικολόγου.
*ομιλία στο Μέγα Σπήλαιο (Κυριακή 26/6/2011) εκδήλωση Τιμής και Μνήμης στην επέτειο της νικηφόρου μάχης των Μοναχών και άλλων Καλαβρυτινών Αγωνιστών κατά των ορδών του Ιμπραήμ Πασά, που έλαβε χώρα στις 24 Ιουνίου 1827. Την εκδήλωση διοργάνωσε η «ΠΑΓΚΑΛΑΒΡΥΤΙΝΗ ΕΝΩΣΗ».