Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Βρίθουν τα ρεπορτάζ των τελευταίων δύο εβδομάδων για το αίτημα του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν να συμμετάσχει η χώρα του ως παρατηρητής στην επικείμενη σύνοδο κορυφής των χωρών BRICS που θα συνέλθει στη Νότια Αφρική.
Πρόκειται για μια κίνηση υψηλού συμβολισμού, ανεξάρτητα από το αν θα γίνει δεκτή η αίτησή του ή όχι, δοθέντος ότι οι CRICS (Ρωσία-Κίνα-Ινδία-Βραζιλία-Νότια Αφρική και άλλες χώρες), αποτελούν όχι απλά μια ανταγωνιστική οικονομική ένωση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και γενικότερα την Δυτική οικονομία, αλλά, όπερ και το σπουδαιότερο, ενσαρκώνει την αμφισβήτηση της Δυτικής Ηγεμονίας στη Νέα Τάξη Πραγμάτων, όπως αυτή ισχύει, και κυρίως, το μονοπώλιο ιδίως των ΗΠΑ αλλά και των υπόλοιπων Δυτικών Μεγάλων Δυνάμεων (ουσιαστικά τη Βρετανία, Γαλλία και Γερμανία) να καθορίζουν το περιεχόμενο της άνω Τάξης Πραγμάτων, χωρίς την συμμετοχή της Κίνας, Ρωσίας και Ινδίας (τουλάχιστον αυτών των Δυνάμεων).
Οι BRICS από την πρώτη στιγμή της συγκρότησής τους, έχουν κηρύξει τον «πόλεμο» στον Δυτικό Μονοπολισμό, αξιώνοντας την ενεργή και επί ίσοις όροις συμμετοχή τους στον σχεδιασμό της Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων, άλλως, είναι αποφασισμένες να προχωρήσουν στην Δική τους Μη-Δυτική Παγκόσμια Τάξη Πραγμάτων, απευθυνόμενες στις μη Δυτικές χώρες ώστε να επιλέξουν με ποια πλευρά επιθυμούν να συστρατευθούν.
Η κίνηση της Γαλλίας, μία των Μεγάλων Δυτικών Μεγάλων Δυνάμεων και η μόνη πυρηνική Δύναμη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η δεύτερη μεγάλη δύναμη από κάθε άποψη εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μέλος των G7, δεν μπορεί να ερμηνευθεί παρά ως μια κίνηση που εκπέμπει πολλά μηνύματα προς πολλές πλευρές.
Ένα μήνυμα απευθύνεται προς τις ΗΠΑ ότι δεν μπορούν πλέον να υποκρίνονται πως είναι σε θέση να υπερασπιστούν τον ρόλο τους ως μιας αδιαμφισβήτητης Παγκόσμιας εμβέλειας Μεγάλη Δύναμη, ουδέν καν τον ρόλο της αδιαμφισβήτητης Ηγεμονεύουσας Δύναμης εντός της ίδιας της Δύσης.
Ένα άλλο μήνυμα απευθύνεται προς το ίδιο το εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πως η περίοδος του απομονωτισμού της από τον Μη-Δυτικό κόσμο και της άκριτης πρόσδεσής της στο άρμα και κυρίως των ευρύτερων γεωστρατηγικών εθνικών συμφερόντων των ΗΠΑ, ένας Μη-Δυτικός κόσμος συντριπτικά πολυπληθέστερος μα και πλουσιότερος (από άποψη πηγών στρατηγικών πρώτων υλών, όσο και αν είναι η Δύση που ουσιαστικά τους λεηλατεί), αυτός ο απομονωτισμός πρέπει αν λάβει τέλος, και να επαναπροσδιορίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση τον διεθνή της προσανατολισμό, πράγμα όμως, όπως φαίνεται ανέφικτο από πολλές απόψεις. Και τούτο διότι, ας το ξαναπούμε για πολλοστή φορά, η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν εκπροσωπεί κανένα «ενιαίο» «εθνικό» ευρωπαϊκό συμφέρον. Αποτελεί πρωτίστως μια αγοραία και οικονομική Ένωση η οποία ιδιοποιείται παράλληλα και αρμοδιότητες «εθνικών» κρατικών οντοτήτων, χωρίς όμως να συνιστά τέτοια οντότητα και επομένως χωρίς να διαθέτει «εθνική» ευρωπαϊκή στρατηγική. Πέραν δεν τούτων, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχοντας εκχωρήσει την ενωσιακή της στρατιωτική ασφάλεια στις ΗΠΑ (μέσω του ΝΑΤΟ), ουσιαστικά έχει καταστεί και υποχείριο στα μείζονα γεωπολιτικά ζητήματα της εθνικής στρατηγικής των ΗΠΑ. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ξανατονίζω για πολλοστή φορά όπως το έπραξα σε άλλα άρθρα μου, όσο δεν ολοκληρώνεται σε μια ενιαία πολιτική και κυρίως κρατική οντότητα, μπορεί να συνιστά το οτιδήποτε, εκτός από μια πολιτική / κρατική οντότητα με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Και στο επίπεδο των διεθνών γεωστρατηγικών επιλογών, συνεπάγεται, ότι πάντοτε θα είναι εξαρτημένη από τις πραγματικά εθνικές επιλογές των Δυνάμεων εκείνων, που αποτελούν πραγματικές κρατικές οντότητες, με κυβερνήσεις που εκφράζουν την μια και μοναδική κρατική οντότητα της χώρας τους, και όχι ένας εσμός συμβουλίων κρατών εθνικά ανεξάρτητων που καμώνονται πως αποτελούν και μια ενότητα στο επίπεδο εκείνο το οποίο δεν διαθέτουν : στο επίπεδο μιας ενιαίας κρατικής οντότητας.
Ουσιαστικά η κάθε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαθέτει την δική της εθνική άμυνα και τους δικούς της στρατιωτικούς σχεδιασμούς. Και ασφαλώς, η εθνική άμυνα, απαιτεί δαπάνες που επιβαρύνουν την κάθε χώρα ξεχωριστά. Τώρα, τούτων δοθέντων, τι σόι «κοινά σύνορα» είναι εκείνα που επιβαρύνουν ως στρατιωτικές δαπάνες την κάθε χώρα – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεχωριστά, αυτό αποτελεί ένα ακόμα στοιχείο ανάμεσα σε άλλα που απλώς επιβεβαιώνουν το ανόητο του επιχειρήματος αυτού. Είναι σα να λέμε, τα σύνορα της Ελλάδας είναι κοινά για όλα τα διοικητικά της διαμερίσματα, όμως, η Θράκη, αποκλειστικά θα σηκώνει τα βάρη της φύλαξης των δικών της συνόρων, η Μακεδονία μας επίσης το ίδιο, η Ήπειρος ομοίως το ίδιο. Όμως, επειδή ένα τέτοιο επιχείρημα είναι στην καλύτερη των περιπτώσεων γελοίο, όπως γελοίο θα ήταν π.χ., η Βαυαρία να επιβαρύνεται η ίδια με τις αμυντικές δαπάνες που απαιτούνται για τη φύλαξη των συνόρων της, το ίδιο γελοίο είναι και η άποψη ότι υπάρχουν «κοινά» σύνορα Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Κρατών – Μελών της, με βάση και μόνο το παραπάνω επιχείρημα.
Για να επανέλθουμε όμως στο αντικείμενο το παρόντος άρθρου, η Γαλλία λοιπόν, διαπιστώνοντας πως το «αστείο» περί ταύτισης του Ενωσιακού «συμφέροντος», και μάλιστα στο επίπεδο των διεθνών και των γεωστρατηγικών σχέσεων, μπορεί να ταυτίζεται «εξ ορισμού» και με τα καθέκαστα εθνικά συμφέροντα των Κρατών – Μελών (πράγμα που θα συνέβαινε μονάχα αν η Ένωση αυτή ήταν συγκροτημένη ως μια ενιαία κρατική οντότητα), και διαβλέποντας ίσως πως οι BRICS όντως απειλούν την παγκόσμια Δυτική Ισχύ, επιχειρεί να λάβει θέσεις τέτοιες, ώστε αύριο, και ανάλογα με τις εξελίξεις, να αποφασίσει σε ποια πλευρά της Ιστορίας θα τοποθετηθεί, αφού προηγούμενα θα την ανακηρύξει ως την «σωστή πλευρά» και σε κάθε περίπτωση, ως την «εθνικά σωστή».
Την ίδια όμως στιγμή, και η Γερμανία, αν και όχι με τον ίδιο τρόπο ούτε με τόση σαφήνεια, εν τούτοις κι αυτή, με την πρόσφατη εθνική της στρατηγική που δημοσιοποίησε (Ολοκληρωμένη Ασφάλεια για την Γερμανία), από την εισαγωγή ήδη της στρατηγικής αυτής, με δήλωση του καγκελαρίου Olaf Scholz, αναγνωρίζεται ότι ο κόσμος αλλάζει και γίνεται πολυπολικός, και ασφαλώς, μπορεί μεν ο καγκελάριος της Γερμανίας να είναι υποχρεωμένος να ομιλεί διπλωματικά, όμως, όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει ότι ο κόσμος γίνεται «πολυπολικός» : σημαίνει, τέλος της μονοκρατορίας των ΗΠΑ (στο μέτρο που αυτή υπάρχει) και σε κάθε περίπτωση όμως και της ίδιας της Δυτικής κυριαρχίας στο σχεδιασμό της Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων. Έτσι η Γερμανία, ΩΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑ, οφείλει, ως «εθνικά» κυρίαρχο και ανεξάρτητο Κράτος, να ετοιμαστεί για τις εξελίξεις που έρχονται. Μάλιστα δε, στον επερχόμενο πολυπολικό κόσμο, όταν βλέπεις οι δύο κυριότερες Δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ετοιμάζονται, Γαλλία και Γερμανία, στα πλαίσια των ΕΘΝΙΚΏΝ τους στρατηγικών να αντιμετωπίσουν τις επερχόμενες σημαντικές παγκόσμιες γεωπολιτικές ανακατατάξεις, ή τουλάχιστον τις εκτιμώμενες ανακατατάξεις, τότε, θα τονίσω κάτι που και σε παλαιότερα άρθρα μου τόνισα, ότι αν το εθνικό τους συμφέρον το επιβάλλει, τότε, δεν θα διστάσουν, οι παραπάνω δύο χώρες, αν και όχι μόνο αυτές, να «ρίξουν τίτλους τέλους» στο Ευρωπαϊκό Πείραμα, όπως αυτό ξεκίνησε την δεκαετία του 1950, μιας και η Ευρώπη, τουλάχιστον αυτό είναι κάτι στο οποίο συμφωνούν οι περισσότεροι, γι’ αλλού ξεκίνησε και αλλού κατέληξε.
Κλείνοντας, ας θέσουμε μα αφορμή τα παραπάνω, ένα ερώτημα για τη χώρα μας : Εμείς, διαθέτουμε κάποιου είδους εκτίμηση για το κατά πού οδεύει το Παγκόσμιο Γίγνεσθαι; Κι αν ναι, ποια είναι η στρατηγική μας, και κυρίως, ποια είναι τo Plan b αν τα πράγματα έρθουν «τα πάνω κάτω»;
Και μιας και ήταν η Γαλλία και οι BRICS η αφορμή για τούτο το άρθρο, εμείς, για πόσο καιρό ακόμα θα συνεχίσουμε να καταστρέφουμε τα σχέσεις μας με τον ένα από τους δύο σημαντικότερους εταίρους των χωρών BRICS, τη Ρωσία, την μόνη ομόδοξη με εμάς χώρα των BRICS και κυρίως τη μόνη με προαιώνιους ιστορικούς δεσμούς; Το να είσαι εναντίον της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, σημαίνει πως πρέπει και να διαρρήξεις κάθε σχέση με τη Ρωσία; Ιδού που η Γαλλία σήμερα (ίσως η Γερμανία αύριο αλλά και οι ίδιες οι ΗΠΑ), αιτείται την άδεια (και) του Πούτιν να παραστεί στη σύνοδο των BRICS. Πόσο απίθανο είναι αύριο η Ελλάδα για κάποιο λόγο να χρειαστεί την στήριξη και της Ρωσίας σε ένα σοβαρό εθνικό μας θέμα; Στο ζήτημα της θέσης μας στον πόλεμο στην Ουκρανία, γίναμε βασιλικότεροι του βασιλέως χωρίς κανέναν απολύτως λόγο.