Παρά τις προσπάθειες της απελθούσας κυβέρνησης να πείσει ότι στηρίζει τους συνταξιούχους, αυτοί εξακολουθούν να ταλαιπωρούνται και το 2023, αλλά και τα επόμενα χρόνια, από σειρά ρυθμίσεων που θεσπίστηκαν τα προηγούμενα μνημονιακά χρόνια, τις οποίες την περασμένη τετραετία δεν τόλμησε να θίξει. Το αποτέλεσμα είναι να στερούνται δισεκατομμύρια ευρώ αθροιστικά από τα εισοδήματά τους, που έτι περαιτέρω συρρικνώνονται από τον πληθωρισμό, που θα συνεχίσει σε πολύ υψηλά επίπεδα τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024.
Το πλέον χαρακτηριστικό είναι ότι μέχρι το τέλος του χρόνου οι συνταξιούχοι θα χάσουν σχεδόν 1 δισ. ευρώ από την εισφορά υπέρ της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων (μείωση 3%-14%) για όλες τις κύριες συντάξεις από 1.400 ευρώ μικτά και άνω και για όλες τις επικουρικές από 300 ευρώ μικτά και άνω (μείωση 3%-10%).
Τα χρήματα αυτά, όπως φαίνεται και στην εισηγητική έκθεση του κρατικού Προϋπολογισμού, αποτελούν τη βασική πηγή εσόδων για το ΑΚΑΓΕ, όπως θεσπίστηκε από πλειάδα νόμων (ν. 3865/2010, 3986/2011, 4002/2011) και παρά το γεγονός ότι την ΕΑΣ η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου αρχικά την είχε κρίνει αντισυνταγματική με τις αποφάσεις 244/2017 και 504/2021, ενώ με τη νεότερη απόφασή της (1477/2021) την έκρινε συνταγματική από 1/1/2019.
Συγκεκριμένα, για το 2023 προβλέπεται ότι τα βασικά έσοδα του Προϋπολογισμού για το ΑΚΑΓΕ (που ιδρύθηκε με το άρθρο 149 του ν. 3655/2008) θα προέλθουν από την παρακράτηση υπέρ ΕΑΣ από τους συνταξιούχους που έχουν κύρια σύνταξη 1.400 € (μικτά) και άνω, και επικουρική 300 € (μικτά) και άνω.
Ως γνωστόν, με το άρθρο 38 του ν. 3863/2010 θεσπίστηκε η εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων (ΕΑΣ) για όλες τις κύριες συντάξεις που υπερέβαιναν το ποσό των 1.400 ευρώ (μικτά). Συγκεκριμένα, με τις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 2 (παρ. 9) του ν. 4024/2011 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 30 (παρ. 4) του ν. 4075/2012 και το άρθρο 29 (παρ. 2 και 3) του ν. 4325/2015, ορίστηκε ότι:
α) από 1/8/2010 θεσπίζεται εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων, η οποία τηρείται σε λογαριασμό με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια, στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών, σκοπός του οποίου είναι, μέχρι τις 31/12/2018, η κάλυψη ελλειμμάτων των κλάδων κύριας σύνταξης των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, καθώς και η χρηματοδότηση του «Προγράμματος κατ’ οίκον φροντίδας συνταξιούχων.
β) Η εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων παρακρατείται μηνιαία κατά την καταβολή της σύνταξης από τις συντάξεις κύριας ασφάλισης των συνταξιούχων Δημοσίου, ΝΑΤ και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, και καθορίζονται:
α. για συντάξεις από 1.400,01 € έως 1.700,00 €, ποσοστό 3%,
β. για συντάξεις από 1.700,01 € έως 2.000,00 €, ποσοστό 6%,
γ. για συντάξεις από 2.000,01 € έως 2.300,00 €, ποσοστό 7%,
δ. για συντάξεις από 2.300,01 € έως 2.600,00 €, ποσοστό 9%,
ε. για συντάξεις από 2.600,01 € έως 2.900,00 €, ποσοστό 10%,
στ. για συντάξεις από 2.900,01 € έως 3.200,00 €, ποσοστό 12%,
ζ. για συντάξεις από 3.200,01 € έως 3.500,00 €, ποσοστό 13%,
η. για συντάξεις από 3.500,01 € και άνω, ποσοστό 14% (παρ. 2, όπως τα ποσοστά αναπροσαρμόστηκαν με το άρθρο 44 του ν. 3986/2011).
Εξάλλου, με το άρθρο 44 του ν. 3986/2011 θεσπίστηκε η εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων (ΕΑΣ) επί όλων των επικουρικών συντάξεων που υπερέβαιναν τα 300 ευρώ μικτά. Συγκεκριμένα, η ειδική εισφορά συνταξιούχων επικουρικής ασφάλισης παρακρατείται μηνιαία κατά την καταβολή της σύνταξης των συνταξιούχων των φορέων επικουρικής ασφάλισης, αρμοδιότητας όλων των υπουργείων, καθώς και των νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ), τα οποία χορηγούν επικουρικές συντάξεις, δυνάμει ασφάλισης η οποία έχει προχωρήσει σε υποκατάσταση υποχρεωτικής ασφάλισης σε ΦΚΑ. Η εισφορά υπολογίζεται στο συνολικό ποσό της σύνταξης και καθορίζεται ως εξής:
i. Για συντάξεις από 300,01 € έως 350,00 €, ποσοστό 3%.
ii. Για συντάξεις από 350,01 € έως 400,00 €, ποσοστό 4%.
iii. Για συντάξεις από 400,01 € έως 450,00 €, ποσοστό 5%.
iv. Για συντάξεις από 450,01 € έως 500,00 €, ποσοστό 6%.
v. Για συντάξεις από 500,01 € έως 550,00 €, ποσοστό 7%.
vi. Για συντάξεις από 550,01 € έως 600,00 €, ποσοστό 8%.
vii. Για συντάξεις από 600,01 € έως 650,00 €, ποσοστό 9%.
viii. Για συντάξεις από 650,01 € και άνω, ποσοστό 10%».
Σύμφωνα μάλιστα με τους υπολογισμούς της ΕΝΥΠΕΚΚ, οι συνολικές απώλειες από το 2010 μέχρι σήμερα από τις περικοπές υπέρ ΕΑΣ των κύριων και επικουρικών συντάξεων -όπου υπερέβαιναν οι μεν κύριες τα 1.400 ευρώ μικτά, οι δε επικουρικές τα 300 ευρώ μικτά- ξεπερνούν τα 6 δισ. ευρώ. Ο μέσος όρος των περικοπών για κάθε συνταξιούχο ή τους κληρονόμους του ανέρχεται στο ποσό των 30.000 ευρώ.
Πάνω από 5 δισ. € η χασούρα από την εισφοράς υπέρ Υγείας
Από το «χαράτσι» που επέβαλε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και διατήρησε η κυβέρνηση της Ν.Δ., την περίοδο 2016-2022, έχουν εισπραχθεί πάνω από 30 δισ. € από τους συνταξιούχους ή τους κληρονόμους τους και μέχρι το τέλος του 2023 θα ξεπεράσουν τα 35 δισ. €. Το ποσό αυτό αποτελεί το 90% και πλέον των ετήσιων εσόδων του ΕΟΠΥΥ.
Από τον κρατικό Προϋπολογισμό για το έτος 2023 προκύπτει ότι 2.500.000 συνταξιούχοι θα καταβάλουν, για 5.000.000 συνταξιοδοτικές παροχές όλων των κατηγοριών, για το έτος 2023 σχεδόν 5,5 δισ. € στον ΕΟΠΥΥ, σε εφαρμογή της υποχρεωτικής εισφοράς «υπέρ Υγείας» των νόμων Κατρούγκαλου – Βρούτση.
389.000.000 € μείον, λόγω των προνοιακών παροχών
Μειωμένες δαπάνες για προνοιακές παροχές προς τους συνταξιούχους κατά 389.000.000 € θα έχουμε το 2023, όπως προκύπτει από τον Πίνακα 3.23 (σελίδα 168) της εισηγητικής έκθεσης για τον κρατικό Προϋπολογισμό 2023, αφού οι προνοιακές παροχές ανήλθαν το 2022 σε 1.413 εκατ. €, ενώ το 2023 θα μειωθούν στα 1.024 εκατ. €, δηλαδή κατά 389.000.000 €.
Χωρίς την αύξηση του 7,75% οι προσυνταξιοδοτικές παροχές σε τραπεζικούς
Δυστυχώς, με τη νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης (άρθρο 18, ν. 4997/2022) για την αύξηση κατά 7,75% μόνο για τις κύριες συντάξεις, οι συνταξιούχοι που λαμβάνουν σύνταξη με προσυνταξιοδοτικό καθεστώς θα λάβουν την αύξηση του ποσοστού 7,75% από 1/1/2023 μόνο για το τμήμα της κύριας σύνταξης και όχι για το τμήμα της προσυνταξιοδοτικής παροχής.
Αυτό σημαίνει ότι όσοι συνταξιούχοι που προέρχονται από τις τράπεζες έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας για να λάβουν ή λαμβάνουν ήδη κύρια σύνταξη με έναρξη καταβολής μέχρι 31/12/2022 από τον ε-ΕΦΚΑ θα λάβουν αύξηση 7,75% μόνο στο τμήμα της κύριας σύνταξης (του e-ΕΦΚΑ) και όχι για το «συμπλήρωμα», όπως κακώς χαρακτηρίζεται η προσυνταξιοδοτική παροχή.
Στασιμότητα και στις επικουρικές
Οι επικουρικές συντάξεις δεν λαμβάνουν την αύξηση 7,75% από 1/1/2023. Με απόφαση της κυβέρνησης, δεν περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 18 του ν. 4997/2022. Οι επικουρικές συντάξεις δεν περιλαμβάνονται ούτε στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 4 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016, αλλά αναπροσαρμόζονται με βάση ειδικό μηχανισμό που προβλέπεται στο άρθρο 6 της υπ’ αριθ. 17537/989/6-5-2020 απόφασης του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Ετσι, οι επικουρικές συντάξεις, που υπέστησαν μείωση κατά μέσον όρο 60%-70% για 13η χρονιά, παραμένουν στα ίδια χαμηλά επίπεδα, χωρίς καμία αύξηση ούτε το 2023.
Δημόσιοι υπάλληλοι: Εκτός αποδοχών η προσωπική διαφορά! «Τσεκούρι» και στο εφάπαξ
Με τη διάταξη του άρθρου 27, παρ. 1 του ν. 4354/2015 προβλέφθηκε ότι σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους, στους οποίους από την εφαρμογή των διατάξεων του ενιαίου μισθολογίου προκύπτει βασικός μισθός ή τακτικές μηνιαίες αποδοχές χαμηλότερες από τις καταβαλλόμενες στις 31/12/2015, τότε η διαφορά διατηρείται ως προσωπική.
Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 155 του ν. 4472/2017, που αναφέρεται σε όλα τα ειδικά μισθολόγια, συμπεριλαμβανομένων των Σωμάτων Ασφαλείας, ορίζεται: «Αν από τις ρυθμίσεις των διατάξεων του νόμου αυτού προκύπτουν τακτικές μηνιαίες αποδοχές χαμηλότερες από αυτές που δικαιούνταν ο λειτουργός ή υπάλληλος στις 31/12/2016, η διαφορά διατηρείται ως προσωπική».
Σύμφωνα με εγκύκλιο του πρώην υπουργού Εργασίας Ιωάννη Βρούτση, που αναφέρεται στο άρθρο 23 του ν. 4670/2020, στις συντάξιμες αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων στους οποίους έχει εφαρμογή το ενιαίο μισθολόγιο, καθώς και σε αυτές των υπαγομένων στα ειδικά μισθολόγια (συμπεριλαμβανομένων των ενστόλων) δεν θα συμπεριλαμβάνεται εφεξής η προσωπική διαφορά.
Υστερα από αυτά, γίνεται κατανοητό ότι η σχετική εγκύκλιος, ερμηνεύοντας το άρθρο 23 του ν. 4670/2020, εξαιρεί την προσωπική διαφορά από τις συντάξιμες αποδοχές, απαλλάσσοντας το κράτος από την καταβολή των αντίστοιχων εισφορών υπέρ της προσωπικής διαφοράς που κατέβαλαν οι δικαιούχοι.
Ετσι, αφού η προσωπική διαφορά εφεξής δεν θα περιλαμβάνεται στις συντάξιμες αποδοχές, οι νέοι συνταξιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι και οι ένστολοι θα έχουν σαφώς χαμηλότερες συντάξεις. Οσο μεγαλύτερη είναι η προσωπική διαφορά τόσο περισσότερο θα μειώνεται και η σύνταξη του δικαιούχου. Δηλαδή, η μείωση των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων και των ενστόλων, όλων των υπαγομένων στο ενιαίο μισθολόγιο αλλά και σε ειδικά μισθολόγια, θα είναι ίση με την προσωπική διαφορά εκάστου.
Με το άρθρο 31 του ν. 4870/2020 (νόμος Βρούτση) και με το άρθρο 35 του ν. 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου), από 1/1/2014 και για όλα τα επόμενα χρόνια, μέχρι τη συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου, καταργήθηκε η ανταποδοτικότητα του εφάπαξ. Συνεπώς, για κάθε έτος μετά το 2014 θα καταβάλλονται μόνο άτοκες οι εισφορές.
Η μείωση του εφάπαξ είναι έως και 500 € για κάθε έτος, από το 2014 μέχρι το έτος συνταξιοδότησης. Είναι γεγονός ότι και αυτό συνετέλεσε στη μαζική συνταξιοδότηση πολλών εργαζομένων τα τελευταία χρόνια, κυρίως το 2021 και το 2022.
Χαρακτηριστική είναι η υπουργική απόφαση που ενημερώνει υπηρεσίες και ασφαλισμένους για τη μεγάλη κατ’ έτος μείωση του εφάπαξ από 1/1/2014. Ετσι, σύμφωνα με τον ισχύοντα σήμερα νόμο Βρούτση (που διατήρησε σε ισχύ την απαράδεκτη διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου), το εφάπαξ ενός υπαλλήλου στρατιωτικού – ιδιωτικού υπαλλήλου που συνταξιοδοτήθηκε το 2022 αποτελείται από δύο ξεχωριστά τμήματα:
α) ένα τμήμα για τα έτη μέχρι 31/12/2013, που είναι το ανταποδοτικό (μέχρι και το 2013 υπολογίζεται με το 60% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών της πενταετίας 2009-2013 επί τα έτη ασφάλισης έως το 2013) και
β) ένα τμήμα για τα έτη από το 2014 έως το 2022 (έτος συνταξιοδότησης), που αποτελείται μόνο από τις εισφορές της περιόδου 2014-2022, χωρίς τόκο.