Ο Σωκράτης υιός του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης (469 π.Χ.-399 π.Χ) ήταν Έλληνας Αθηναίος φιλόσοφος, από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες του ελληνικού και παγκόσμιου πνεύματος – πολιτισμού και ένας από τους ιδρυτές της Δυτικής φιλοσοφίας.
Με την ζωή του απετέλεσε ύψιστο παράδειγμα σεβασμού των θεσμών και πολιτικής ηθικής (“ο δε ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω” – η ζωή που δεν εξετάζεται δεν αρμόζει σε άνθρωπο, Απολογία Σωκράτους). Ως πολίτης ανταποκρίθηκε στις υποχρεώσεις του κατά τρόπο υποδειγματικό, καθότι έλαβε μέρος σε όλες τις εκστρατείες που κλήθηκε και όταν κληρώθηκε ως δικαστής των 10 στρατηγών (406 π.Χ.) αντιστάθηκε με θάρρος στην καταδίκη. Επιπλέον αρνήθηκε θαρραλέα να συνεργαστεί με τους Τριάκοντα Τυράννους το 404 – 403 π.Χ. για τη σύλληψη του δημοκράτη Λέοντα Σαλαμίνιου.
Με τον Σωκράτη ξεκίνησε η πραγματική διείσδυση στην ψυχή του ανθρώπου καθότι πρώτος θεώρησε την ψυχή ως την πραγματική ουσία του ανθρώπου και την αρετή ως το στοιχείο που επιτρέπει την πλήρωση της ανθρώπινης φύσης. Έστρεψε λοιπόν τον φιλοσοφικό στοχασμό από την φύση στον ίδιο τον άνθρωπο και την κοινωνία του, μετατρέποντας τη φιλοσοφία από κοσμολογική σε ανθρωπολογική – ηθική. Πολλοί ήταν οι μαθητές του με επιφανέστερους τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη και τον Ξενοφώντα.
Ο λόγος που ο Σωκράτης σημάδεψε την ιστορία της φιλοσοφίας πρέπει να αναζητηθεί στον μοναδικό τρόπο σκέψης ο οποίος ήταν φιλελεύθερος και ανατρεπτικός, στις μεθόδους που χρησιμοποιούσε όπως τη μαιευτική με την χρήση της ειρωνείας και της άγνοιας, τη διαλεκτική με τη χρήση των ερωταπαντήσεων και την επαγωγική με τη χρήση παραδειγμάτων. Προσπαθούσε μέσα από τον διάλογο με τους συνομιλητές του να πάρει τον ρόλο της συνείδησης και να δημιουργήσει ένα στέρεο έδαφος πάνω στο οποίο μπορούσαν κατόπιν να θεμελιωθούν οριστικά και αμετάκλητα οι έννοιες του καλού, της αρετής και της σοφίας.
Για να σταθούν όμως αξίες όπως το δίκαιο, η σωφροσύνη, η ευσέβεια, η αυτοθυσία, πρέπει να έχουμε την βεβαιότητα ότι τις ξέρουμε, ή τουλάχιστον γνωρίζουμε τον τρόπο να τις μάθουμε. Αναζητούσε λοιπόν την αρχή κάθε ηθικής έννοιας χρησιμοποιώντας τη λογική ως γνήσιο τέκνο της ελληνικής φυλής. Μέσω της εμπιστοσύνης στο λογικό ξεκαθάριζε τις αντιλήψεις ώστε να προκύπτει ένας απόλυτος ορισμός για την αλήθεια του καλού και του κακού, της ομορφιάς και της ασχήμιας, της ορθής διακυβέρνησης και της δεσποτείας, της σωφροσύνης και της άνοιας.
Η Αθηναϊκή κοινωνία του 5ου π. Χ. αιώνα απολάμβανε την ανακάλυψη του Λόγου και της λογικής ικανότητας. Το λόγο ως έκφραση και μέσο πειθούς τον χρειάζονταν – ειδικότερα τότε – οι πολίτες μέσα στα πλαίσια της νέας πολιτειακής οργάνωσης και λειτουργίας της Δημοκρατίας. Όταν όμως η πειθώ υπηρετεί πολιτικούς στόχους και συμφέροντα, μοιραία ο λόγος μπαίνει στην υπηρεσία των συμφερόντων και είναι πιθανό οι χρήστες του να μπαίνουν στο δίλημμα «δια του λόγου υπηρετούμε το δίκιο ή το συμφέρον;»
Ο Σωκράτης συνειδητά υπηρετούσε τον πρώτο στόχο αλλά η κοινωνία και οι πιο πολλοί μαθητές του φαίνεται ότι κινούνταν προς το δεύτερο στόχο, δηλαδή να πείθουν έστω και για το άδικο. Αυτή η λογική ικανότητά του Σωκράτη να κρίνει τα πρόσωπα και τις πολιτικές καταστάσεις και να θέτει ερωτήματα, π.χ. για το τι είναι δίκαιο και τι άδικο ενώ ταυτόχρονα οι Αθηναίοι με τη λογική της δύναμης προέβαιναν σε μια σειρά άδικες πράξεις κατά των συμμάχων τους (υπόταξαν τη Νάξο, μετέφεραν το Ταμείο από τη Δήλο στην Αθήνα, εψήφισαν θανάτωση για τους πρωταίτιους της αποστασίας των Μυτιληναίων και κατέστρεψαν τους Μήλιους) είχε ως αποτέλεσμα να αποκτήσει εχθρούς άμεσα και έμμεσα, σε επίπεδο προσωπικό και συλλογικό.
Άμεσα ενοχλούνταν εκείνοι που με το μαιευτικό διάλογο και την ειρωνεία του Σωκράτη αποκαλύπτονταν κενοί και γελοιοποιούνταν κατά τις συζητήσεις τους μ’ αυτόν, έμμεσα όσοι γελοιοποιούνταν από μαθητές του Σωκράτη, που αντέγραφαν τη μέθοδό του και την αξιοποιούσαν, για να διασκεδάζουν εις βάρος άλλων. Εκείνος ως άτομο διακήρυττε ότι πράττει αυτά που η λογική του υποδεικνύει ως δίκαια. Πρέσβευε μάλιστα γενικά ότι όταν ο λόγος εντοπίσει τι είναι δίκαιο, αυτό πρέπει να επιβάλλει στη βούληση να πράξει. «Ουδείς εκών κακός» ουδείς κάνει κακό εκούσια. Αν πράξει κάτι άδικο, σημαίνει ότι με το λογικό του δεν είδε το δίκαιο.
Έτσι το 399 π.Χ. κατηγορούμενος από πολιτικούς αντιπάλους, που είχε δημιουργήσει η κριτική του λόγου του και με πρόσχημα τις προοδευτικές ιδέες που είχε για τους νέους καταδικάστηκε στην Αθήνα σε θάνατο. Οι Αθηναίοι ζούσαν τότε συλλογική ταπείνωση ήττας, για την οποία βέβαια δεν έφταιγε ο Σωκράτης, αλλά τη βίωναν τραγικά. Έτσι για καθαρά πολιτικούς λόγους πρόσφεραν στο Σωκράτη ποτήρι με κώνειο (εις ανταπόδοση εκείνου που τους προσέφερε ο Σωκράτης με το φιλοσοφικό λόγο, που σε εκείνους προκαλούσε ταπείνωση, οργή και αγανάκτηση).
Στη δίκη ο Σωκράτης επέδειξε θάρρος και ηρεμία με την Απολογία του και όταν φυλακίστηκε προτίμησε να εκτελέσει την ποινή του πίνοντας ειρηνικά και γαλήνια το κώνειο, όπως όριζε ο νόμος. Υπέδειξε έτσι ως νομοταγής πολίτης και αληθινός φιλόσοφος, την μέγιστη πολιτική ευθύνη – τον σεβασμό στους θεσμούς της πολιτείας και μια εξαίρετη ηθική πειθαρχία απέναντι στους πολιτικούς εχθρούς του.
Απετέλεσε το λαμπρότερο και αξεπέραστο μάθημα της αρχαίας Ελλάδας στη σύγχρονη πολιτική επιστήμη και τις προηγμένες δημοκρατικές κοινωνίες “η πολιτική ηθική, η πολιτική υπευθυνότητα και ο σεβασμός προς τους θεσμούς που ρυθμίζουν τον πολιτικό αγώνα και τους πολιτικούς αντιπάλους αποτελεί τον κανόνα της πολιτικής συμπεριφοράς”.
Ο Σωκράτης χειραγωγούσε τους νέους να φτάσουν στην αλήθεια χωρίς να γνωρίζει ούτε και εκείνος εκ των προτέρων το περιεχόμενό της. Τους έδειχνε μόνο την ορθή μέθοδο, τη λογική πειθαρχία που έπρεπε να ακολουθήσουν για να είναι βέβαιοι ότι κατέχουν στο τέρμα της διαλεκτικής πορείας το γνήσιο τύπο της και όχι νόθα ομοιώματα της.
Δεν είναι παθητικός, οδηγεί αλλά οδηγεί σαν την κριτική συνείδηση που ελέγχει αυστηρά την οκνηρία και την επιπολαιότητα, χωρίς να δεσμεύει την ελευθερία και την ορμή του στοχασμού.
Σήμερα για να διαπαιδαγωγηθούν οι νέοι στις πιο βαθιά ανθρώπινες αρετές, στην ελευθερία, στον κριτικό στοχασμό και στην ευθύνη πρέπει οι δάσκαλοι να προσφέρουν τα πνευματικά αγαθά στην κρίση του νέου με αμεροληψία και αντικειμενικότητα. Τα πνευματικά αγαθά που θα προσφέρει το σχολείο να είναι τα γνήσια πνευματικά αγαθά γιατί μόνο αυτά έχουν μορφωτική αξία. Ύψιστη ηθική να σέβεται κανείς τον ασχημάτιστο άνθρωπο. Είναι ανήθικο να βιάσει κανείς τους νέους για να κερδίσει οτιδήποτε. Σβήνει τις ελπίδες της ιστορίας χωρίς κανένα κέρδος, γιατί η πίστη δε ριζώνει με τη βία. Με τη πρώτη διάψευση μεταπηδά στην άρνηση και στον κυνισμό.
Ο νέος άνθρωπος δεν πρέπει να μείνει μόνος και αβοήθητος. Τα νιάτα θέλουν οδηγούς επειδή περισσότερο από κάθε άλλη φάση της ζωής τους υποφέρουν από αστάθεια και αρρυθμία. Είναι ορμητικά και ακράτητα αλλά ζητούν να βλέπουν καθαρά μπροστά τους τον στόχο, για να μην φοβάται η καρδιά τους για τις άβαθα ριζωμένες στην ψυχή τους προθέσεις.
Ο νέος είναι ελεύθερος να πάρει τη δική του θέση ευσυνείδητα, φροντίζοντας να του καλλιεργήσουν το αίσθημα ευθύνης. Ευθύνης στο κόσμο των στοχασμών (σαφή συνείδηση της αλήθειας και πίστη στην αξία της) ευθύνης στη σφαίρα της δράσης(καθαρό το νόημα της αρετής και πίστη στην αξία της). Ας γνωρίζει μόνο ότι όταν ταχθεί με αυτήν ή εκείνη την αντίληψη και αποτιμήσει με αυτόν ή με εκείνον τον τρόπο τα αγαθά της ζωής, ο ίδιος υποθηκεύει τους θησαυρούς της ψυχής του και πρέπει με την δράση να εξοφλήσει τα χρέη του. Αυτό σημαίνει τιμή.
Ο αληθινός δάσκαλοςδεν είναι δογματικός με την ακαμψία του αλλά κριτικός που συνδυάζει την ελευθερία του περιεχομένου με την πειθαρχία της μορφής και εδώ λοιπόνθέση έχει μόνο ο σωκρατικός παιδαγωγός. Ο Σωκράτης ήταν ο κατ’ εξοχήν τύπος του οδηγού για τους νέους.
Φιλοσοφικά η παιδεία είναι μια λειτουργία με σκοπό να ενταχθεί ο νέος άνθρωπος μέσα σ’ ένα ιστορικά καθορισμένο πνευματικό και οικονομικό συγκρότημα με αξίες (θρησκευτικές, ηθικές, επιστημονικές, αισθητικές, πολιτικές, οικονομικές) που ρυθμίζουν την πνευματική και υλική ζωή του συνόλου που θα ενσωματωθεί ο νέος άνθρωπος, σαν ένα νέο μέρος του, φορέας των αξιών του και συνεχιστής της ιστορίας του.Αυτό το πλήθος των αξιών είναι διάχυτο γύρω από τον νέο άνθρωπο αλλά βασική εστία του είναι το Σχολείο, που η σπουδαιότητά του είναι ακόμη μεγαλύτερη για την στενή συνάφεια που έχει με την επιστήμη.
Ο φιλοσοφημένος παιδαγωγός οφείλει να απορρίψει την προπαγάνδα και να δεχθεί την πνευματική και ηθική πειθαρχία, για να πάρει μορφή η προσωπικότητα. Δεν θα επιβάλλουμε στους νέους τη δική μας προοπτική για τον κόσμο.Θα τους διδάξουμε όμως ότι χωρίς κάποια προοπτική και κάποια αποτίμηση η ζωή δεν μπορεί να αποκτήσει πνευματικό περιεχόμενο και θα τους βοηθήσουμε να κατευθύνουν τη δράση τους και να διατυπώσουν το νόημα της ζωής τους σε σαφείς επιδιώξεις.
Η πολιτεία με τα δημοκρατικά ιδανικά της έχει χρέος να αφήσει το σχολείο ελεύθερο (όχι ασύδοτο) σε όλα τα ρεύματα ιδεών παραχωρώντας γνήσια κριτήρια και κατόπιν το σχολείο χρησιμοποιώντας τα να διαπλάθει τους νέους έχοντας ως οδηγό την κριτική σκέψη του Σωκράτη.
Όταν η πολιτεία διευθύνει με αυτόν τον τρόπο την υπόθεση της παιδείας πρέπει να έχει τη βεβαιότητα ότι θα επιτευχθεί ο υψηλότερος σκοπός αυτός της κοινωνικής λειτουργίας, η αδιάκοπη συνέχεια της ιστορίας του πολιτισμού και η διαρκής ανανέωση του ανθρώπου.
Μόνο μέσα από την παιδεία μπορεί να γίνουν οι διεργασίες για να αναγεννηθεί και να εξελιχθεί ο πολιτισμός μας. Για τον σύγχρονο άνθρωπο ο δρόμος αυτός είναι μακρύς και επίπονος …………..Η ανεκτίμητη πορεία και διδασκαλία του Σωκράτη παραμένει πάντα επίκαιρη και χρήσιμη, μόνο που για να την ακολουθήσουμε πρέπει πρώτα να τη γνωρίσουμε, γεγονός μάλλον αδύνατον καθότι η σημερινή κοινωνία είναι απασχολημένη με άλλου είδους πρότυπα (καλλιτέχνες, αστερίσκους, ειδώλια, κ.λ.π.)
Αν σηκώσουμε τα μάτια για να δούμε και έχουμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε αυτά που αντικρίζουμε, θα καταλάβουμε πολλά……..και τότε η σκέψη μας, καθαρή και ρωμαλέα, μπορεί να κάνει τη δική της διαδρομή και να αποκτήσει ευρύτερη σημασία και για τους άλλους.
γράφει η Ευδώρα
Πηγή: 1. www. el.wikipedia.org
2. Ε.Π. Παπανούτσου, Φιλοσοφία και Παιδεία, Εκδόσεις Ίκαρος, 1958.