Ο Ιωάννης (Τζον) Γ. Θεοτόκης (5 Σεπτεμβρίου 1880 – 6 Ιουνίου 1961) ήταν Έλληνας πολιτικός, ο οποίος διετέλεσε και πρωθυπουργός της χώρας στις αρχές του 1950.
Φωτογραφία: Εύλογη χρήση, https://el.wikipedia.org/w/index.php?curid=54257
Ο Ιωάννης Θεοτόκης γεννήθηκε στην Κέρκυρα και ανήκε στην ιστορική οικογένεια Θεοτόκη, στον κλάδο Daviazzo ή Πολιτικών. Ήταν γιος του παλαίμαχου Κερκυραίου πολιτικού και πρωθυπουργού της χώρας Γεωργίου Θεοτόκη και της Αμαλίας Δήμα. Ήταν επίσης αδελφός του πολιτικού Νικολάου Θεοτόκη, ο οποίος εκτελέσθηκε το 1922 για τον ρόλο του στην Μικρασιατική Καταστροφή, και αδελφός της Ζαΐρας Θεοτόκη, μητέρας του Γεωργίου Ράλλη.
Έζησε τα παιδικά και μαθητικά χρόνια του στην Κέρκυρα και στη συνέχεια σπούδασε γεωπόνος στην Αυστρία, φοιτώντας στο Universität für Bodenkultur της Βιέννης. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε στη Θεσσαλία, επιχειρώντας να εφαρμόσει τις γεωπονικές γνώσεις του με στόχο την αναζωογόνηση και βελτίωση του θεσσαλικού κάμπου. Όταν κηρύχθηκε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος το 1912 κατατάχθηκε στον στρατό ως εθελοντής, πολεμώντας ως τον Οκτώβριο του 1914, οπότε επέστρεψε από το μέτωπο στην Αθήνα.
Στα τέλη του 1914 ο Ι. Θεοτόκης ανέλαβε καθήκοντα ως αυλικός της Βασίλισσας Σοφίας. Το 1917, μετά την επικράτηση του δημοκρατικού κινήματος της Θεσσαλονίκης, ακολούθησε τη βασιλική οικογένεια στην εξορία στην Ελβετία.
Η ενεργός ανάμειξη του Θεοτόκη στην πολιτική, ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, ξεκίνησε το 1920, οπότε παραιτήθηκε από αυλάρχης, συμμετείχε στις εθνικές εκλογές με το Λαϊκό Κόμμα και εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Κέρκυρας.
Εκλέχθηκε συνολικά επτά φορές βουλευτής στην εθνική αντιπροσωπεία κατά τις εκλογικές αναμετρήσεις των ετών 1926, 1932, 1933, 1935, 1936 και 1946. Δεν κατόρθωσε να εκλεγεί μόνο το 1928, αναμέτρηση κατά την οποία το Λαϊκό Κόμμα δεν ανέδειξε κανέναν Κερκυραίο βουλευτή.
Το 1932 ανέλαβε για πρώτη φορά το Υπουργείο Γεωργίας επί πρωθυπουργίας Παναγή Τσαλδάρη. Στον έναν χρόνο της θητείας του επιχείρησε να εφαρμόσει στον γεωργικό τομέα τις καινοτόμες ιδέες που είχε ήδη μελετήσει. Τον Ιούλιο του 1935 παραιτήθηκε από το συγκεκριμένο υπουργείο καθώς διαφώνησε με τον Παναγή Τσαλδάρη πάνω στο πολιτειακό ζήτημα. Ο Θεοτόκης τέθηκε επικεφαλής της ομάδας των βουλευτών του Λαϊκού Κόμματος που υποστήριζαν την επάνοδο του καθεστώτος της βασιλευομένης δημοκρατίας και συμμετείχε σε πολιτικές κινήσεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Τον Οκτώβριο του 1935, ανέλαβε αντιπρόεδρος στην κυβέρνηση του Γεωργίου Κονδύλη και Υπουργός των Εξωτερικών (από 10/10/1935 έως 30/11/1935). Η συγκεκριμένη κυβέρνηση επανέφερε τον βασιλιά από την εξορία.
Τον Δεκέμβριο του 1935 ο Ιωάννης Θεοτόκης ίδρυσε το Εθνικό Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο προσχώρησαν 40 βουλευτές. Στις εκλογές του Ιανουαρίου του 1936, το κόμμα του Θεοτόκη συνεργάστηκε με το Εθνικό Ριζοσπαστικό Κόμμα του Γ. Κονδύλη και άλλους ανεξάρτητους βουλευτές συγκροτώντας τη Γενική Ριζοσπαστική Λαϊκή Ένωση, η οποία κέρδισε 60 έδρες στη νέα βουλή. Στο πρώτο εξάμηνο του 1936 ο Θεοτόκης κατέστη ο βασικός εκπρόσωπος της αντιβενιζελικής παράταξης. Προκειμένου να αποφευχθεί πολιτική κρίση συμφώνησε στο σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας με τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, ηγέτη της φιλελεύθερης παράταξης.
Η συμφωνία δεν εφαρμόστηκε ποτέ καθώς τότε κηρύχθηκε η δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936 από τον Ιωάννη Μεταξά. Ο Θεοτόκης θεώρησε ότι ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ έδειξε ανοχή σ’ αυτήν την πολιτική εκτροπή και ήλθε σε ρήξη με τα Ανάκτορα. Ο Μεταξάς τον απομάκρυνε από την θέση του και τον έθεσε σε περιορισμό κατ’ οίκον και αυστηρή παρακολούθηση στην Κέρκυρα, στο κτήμα του, στο Λιβάδι Ρόπα, εξορία που διήρκεσε οκτώ συναπτά έτη έως το 1944, καθώς όταν στο μεταξύ μετέβη στην Αθήνα, συνελήφθη εκ νέου και εξορίστηκε επίσης.
Μετά την απελευθέρωση της χώρας και την επιστροφή στην πολιτική ομαλότητα επανήλθε στις τάξεις του Λαϊκού Κόμματος και αποκατέστησε τις σχέσεις του με τον βασιλιά. Αργότερα, κατά τη δίκη των δοσιλόγων ο Ι. Θεοτόκης κατέθεσε για τους κατηγορούμενους:
«Είχον την εντύπωσιν ότι αι Κυβερνήσεις κατοχής εγένοντο δια της Γερμανικής επιβολής και ότι δεν έπρεπε να συμμετάσχουν εις αυτάς πολιτικοί, εκ των υστέρων όμως διεπίστωσα ότι αυταί γενόμεναι εξυπηρέτησαν την Χώραν και όχι τον κατακτητήν. Εις τας Ιονίους Νήσους τα δικαστήρια, μεταξύ άλλων, υπέστησαν τρομεράν μείωσιν εκ μέρους του κατακτητού, συνελήφθη ο εισαγγελεύς εφετών Κομνηνός, όστις μετεφέρθη αιχμάλωτος εις Ιταλίαν και ο αντιεισαγγελεύς Καταπόδης εξωρίσθη εις Ήπειρον, ενώ δεν συνέβη τούτο εις την λοιπήν Ελλάδα, όπου υπήρχε κυβέρνησις. Η Ιταλική διοίκησις εις τας Ιονίους Νήσους υπήρξεν αισχρά. Έδιδον 134 δράμια λάδι δι’ έκαστον μηνιαίως και 4 ουγγιές καλαμποκάλευρον. Η διάλυσις των ταγμάτων ασφαλείας έφερε τον Δεκέμβριον του 1944». Επίσης προσέθεσεν συγκρίνων τον τρόπον της διαβιώσεως των εις τας Ιονίους Νήσους Ελλήνων υπό την άμεσον Ιταλικήν Διοίκησιν και των εις την Ηπειρωτικήν Ελλάδα Ελλήνων υπό την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, ότι υπό τας παντοειδείς ανυποφόρους καταπιέσεις της Ιταλικής Διοικήσεως εις τας Ιονίους Νήσους, ο κόσμος επεζήτει να διαφεύγη εκείθεν προς την «Ελεύθερη Ελλάδα» και ως τοιαύτην ο κόσμος εχαρακτήριζε την λοιπήν Ελλάδα εις ην επεξετείνετο η αρμοδιότης της Ελληνικής Κυβερνήσεως».
Το 1946 ο Θεοτόκης μαζί με τους Παναγιώτη Πουλίτσα και Κωνσταντίνο Τσαλδάρη συμμετείχαν με το Λαϊκό Κόμμα στις εκλογές για την ανάδειξη της Δ΄ αναθεωρητικής βουλής. Στην προσωρινή κυβέρνηση του Π. Πουλίτσα ο Ιωάννης Θεοτόκης έγινε υπουργός Εσωτερικών. Την κυβέρνηση Πουλίτσα μετά από έναν μήνα ακολούθησε η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Τσαλδάρη. Σ’ αυτό το κυβερνητικό σχήμα ο Θεοτόκης διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής για τρεις συνεχείς κοινοβουλευτικές περιόδους (1946, 1947, 1948).
Τον Ιανουάριο του 1950 του ανατέθηκε από τον βασιλιά η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης με σκοπό να διενεργήσει τις προσεχείς εκλογές του Μαρτίου. Έτσι, ο Θεοτόκης διετέλεσε υπηρεσιακός πρωθυπουργός και υπουργός Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορίας. Ο ίδιος δεν συμμετείχε στις διενεργηθείσες εκλογές και αφού παρέδωσε στις 23 Μαρτίου την κυβερνητική σκυτάλη στον Σοφοκλή Βενιζέλο αποσύρθηκε οριστικά από την πολιτική σκηνή. Επέστρεψε στην γενέτειρά του, την Κέρκυρα, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Ο Ιωάννης Θεοτόκης απεβίωσε στην Κέρκυρα στις 6 Ιουνίου 1961, σε ηλικία 81 ετών.
Ο γιος του, Σπύρος Θεοτόκης, ήταν επίσης επιφανής πολιτικός της Ελλάδας.