Ο Πανουργιάς Ξηρός ή Δημήτριος Ξηρός (1759 ή 1767 – 1834) ήταν Έλληνας οπλαρχηγός της επαρχίας Αμφίσσης (Σάλωνα), καταγόμενος από τον Άγιο Γεώργιο και γεννημένος στη Δρέμισα. Υπήρξε από τους σημαντικότερους οπλαρχηγούς του Αγώνα.
Το όνομα της οικογένειάς του ήταν Ξηρός και το πραγματικό όνομα θα ήταν Δημήτριος, αλλά το όνομα «Πανουργιάς» το πήρε από λάθος του νονού του, που κατά μία εκδοχή τον πέρασε για κορίτσι και τον βάφτισε Πανωραία, ενώ κατά δεύτερη εξ΄ αιτίας επίθεσης των Τούρκων την ώρα της βάφτισης.
Σε νεαρή ακόμα ηλικία καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά ένας ισχυρός Οθωμανός της περιοχής, ο Δελή Αχμέτ αφού τον λυπήθηκε και μεσολάβησε ώστε να του χαρίσουν τη ζωή, τον πήρε στην υπηρεσία του. Όταν ο Δελή Αχμέτ έγινε κλέφτης τον πήρε μαζί του σαν πρωτοπαλίκαρο. Πεθαίνοντας ο Τούρκος κλέφτης, ο Πανουργιάς πήρε τη θέση του και συνεργαζόμενος με τον Ανδρέα Ανδρούτσο έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Λάμπρου Κατσώνη την περίοδο 1770-1792 του Ρωσσοτουρκικού Πολέμου και των Ορλωφικών.
Το 1813 ο Αλή πασάς, για να απαλλαγεί από τον επικίνδυνο αυτό κλέφτη, τον διόρισε αρματολό της Αμφίσσης, αλλά γρήγορα τον αντικατέστησε με τον Σουλιώτη Λάμπρο Κοσμά. Από το 1817 έως το 1820 ο Πανουργιάς έζησε στα Ιωάννινα, επιτηρούμενος από τον Αλή Πασά, ο οποίος στη διαμάχη του με τον Σουλτάνο, του δίνει την άδεια να επιστρέψει και να αναλάβει ξανά το αρματολίκι των Σαλώνων.
Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και προετοίμασε με επιτυχία την επανάσταση στην Παρνασσίδα στις 24 Μαρτίου 1821. Ηγήθηκε των οπλαρχηγών Μανίκα, Παπανδριά και Γούρα στην απελευθέρωση της πόλης της Άμφισσας στις 26 Μαρτίου 1821 και πολιόρκησε το κάστρο της, που τελικά παραδόθηκε στις 10 Απριλίου.
Έλαβε μέρος στις μάχες της Αλαμάνας και στο Χάνι της Γραβιάς, όπου μαζί με τον Δυοβουνιώτη οχυρώθηκαν στα υψώματα γύρω από το χάνι. Λόγω ασθενείας δεν συμμετείχε στη Μάχη των Βασιλικών, αλλά έστειλε στη θέση του το γιο του, Νάκο, με το ένοπλο σώμα του. Συμμετείχε στην Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου ως αντιπρόσωπος της επαρχίας Αμφίσσης και πρωταγωνίστησε στην παράδοση του Ακροκορίνθου τον Ιανουάριο του 1822.
Εκπόνησε το σχέδιο καύσεως των σιτηρών κατά την κάθοδο του Δράμαλη και αφού αποχώρησε λόγω γήρατος από τον Αγώνα, έχρισε διάδοχό του το γιο του Νάκο στην αρχηγία του σώματός του. Παρ΄ όλα αυτά, τον Ιούλιο του 1824, μετά από πρότασή του, οχυρώνεται στην Άμπλιανη όπου γίνεται μεγάλη μάχη και αποκρούονται πολυάριθμοι Τούρκοι με αρχηγούς τους Γιουσούφ και Αμπάζ Πασά.
Ο Πανουργιάς δεν έλαβε μέρος στις εμφύλιες διαμάχες του 1825 και προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να σώσει τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, διαφωνόντας ακόμα και με τον υιό του Νάκο.
Διορίστηκε το 1833 μέλος της οκταμελούς επιτροπής η οποία συστάθηκε στο Ναύπλιο για να εξετάσει τις υπηρεσίες που είχαν προσφέρει οι αγωνιστές κατά τη διάρκεια της επανάστασης. Πέθανε στις 4 Αυγούστου του 1834 στην Άμφισσα.
Ο γιος του, Νάκος ή Ιωάννης (1801-1863), ήταν Υποστράτηγος και διατέλεσε βουλευτής, ενώ ο εγγονός του, Πανουργιάς (1844-1904), ήταν Συνταγματάρχης και βουλευτής την περίοδο 1892-1898.