Μία περίεργη υπόθεση δυόμισι χιλιάδων ετών εκλήθη να δικάσει ο Πρόεδρος Πρωτοδικών τον Νοέμβριο του 1932.
Ο Αλέξανδρος Γαβριήλ ήγειρε αγωγή κατά των αδελφών Χαραλάμπους και Κωνσταντίνου Τζίτζη, ζητώντας τους 150.000 δραχμές, διότι ισχυρίζετο πως υπέκλεψαν το μυστικό της εφευρέσεώς του, την οποία ονόμαζε αιωρούμενη σβούρα, θέτοντας στην κυκλοφορία σημαντικές ποσότητες. Δεν πίστευε στα μάτια του ο δικαστής αφού το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας είχε χορηγήσει στον Αλ. Γαβριήλ δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για το παιχνίδι που είχε κατακτήσει Αμερική και Ευρώπη και είχε μεταβληθεί σε μανία της εποχής και στην Ελλάδα.
Διότι η αιωρούμενη σβούρα δεν ήταν άλλο από το γνωστό μας «γιο-γιο»!
Αρχαία Ελλάδα
Πρόκειται για παιχνίδι που ξεκίνησε την διαδρομή του από την αρχαία Ελλάδα. Παραστάσεις από το 440 π.Χ. παρουσιάζουν αγόρια να παίζουν με ένα γιο-γιο κατασκευασμένο από τερακότα. Στο πέρασμα των αιώνων ήταν πλούσια η διαδρομή του. Ήδη από τον από τον 18 ο αιώνα έχουμε μαρτυρίες για την επανεμφάνισή του, ενώ την δεκαετία 1860 στις Ηνωμένες Πολιτείες
έπαιζαν με το βρεταννικό μπανταλόρε (bandalore). Ωστόσο, η επιθετική επάνοδός του στην επικαιρότητα θα γίνει σε Αμερική και Ευρώπη, την δεκαετία 1920 κλέβοντας τις καρδιές μικρών και μεγάλων.
Η ονομασία γιο-γιο (yo-yo) οφείλετο στον Φιλιππινέζο Πέδρο Φλόρες, ο οποίος φρόντισε να παράγει και να πωλεί το νέο παιχνίδι για να εξασφαλίζει τα προς το ζην. Εξ άλλου και η λέξις γιο-γιο είναι προϊόν παλαιάς διαλέκτου των Φιλιππίνων και σημαίνει «επιστροφή». Εκείνος πλούτισε, το γιο-γιο εξαπλώθηκε σε όλη τη γη ως τρέλα, φθάνοντας βεβαίως και μέχρι την Ελλάδα. «Το παιχνίδι είναι ηλίθιο και γι’ αυτό το λόγο ξεκουραστικό» έγραφε ο Παντελής Χορν τον Οκτώβριο 1932. Τόνιζε μάλιστα ότι «παιδιά, νέοι, μεσόκοποι, γέροι, κοριτσάκια, κοπέλες, γεροντοκόρες, νέες και ώριμες κυρίες, ακόμη και γιαγιές, κρατάνε στα χέρια τους ένα τέτοιο κολοκύθι και το κάνουν να ανεβοκατεβαίνει με ισόχρονες παλμικές κινήσεις».
Σαν τυλίγει το κορδόνι…
Την φρενίτιδα που επικράτησε την περιέγραψε εμμέτρως ο ευφυολόγος Πωλ Νορ (Νίκος Νικολαίδης). Έγραφε μεταξύ άλλων ότι
«δεσποινίδες και κυρές /στέκουν όλες σοβαρές, / καθεμιά τους καμαρώνει, /
σαν τυλίγει το κορδόνι» και πως «Σαν γεννιέται το μωρό, / στρουμπουλό και
τρυφερό, / είν’ η πρώτη του η λέξη / και “γιο-γιο” ζητά να παίξει».
Ακόμη
συμπλήρωνε: «Μέσα στα υπουργικά / τα συμβούλια τακτικά / οι υπουργοί μας
σε καλό τους, / παίζουν όλοι το “γιο-γιο” τους».
Ωστόσο εξέφραζε την άποψή
του περί του νέου παιχνιδιού στο τελευταίο τετράστιχό του. Εκεί συνεπέραινε
ότι «Και μας λεν για το “γιο-γιο”, / τας Γραφάς όσοι ερευνάν / ότι το παιχνίδι
αυτό / το πρωτόπαιξ’ ο Αυνάν»!
Η υπόθεσις του «γιο-γιο» δεν απασχολούσε όμως μόνον την Ελλάδα. Η τρέλα είχε εξαπλωθεί, απ’ άκρου εις άκρον, σε όλο τον κόσμο. Ακόμη και στην Συρία είχε φθάσει η χάρη του την ίδια περίοδο κατά την οποία επικρατούσε κρύο και ξηρασία. Τα ποίμνια αποδεκατίζοντο και οι δεισιδαίμονες ποιμένες απευθύνθηκαν στους μουσουλμάνους ιερείς. Οι τελευταίοι απέδωσαν την κατάσταση στην… πονηρή επίδραση του παιχνιδιού. Ισχυρίζοντο πως το «γιο-γιο» ανεβοκατεβαίνει διαρκώς χωρίς να ακουμπά την γη, εγκλείοντας έναν απαίσιο συμβολισμό. Οπότε απηγορεύθη η κυκλοφορία του και αστυνομικοί γυρνούσαν στους δρόμους καταδιώκοντας τα επικίνδυνα αθύρματα. Ακολούθησε όμως και μία σύμπτωσις. Λίγες ημέρες μετά την καταδίωξη του παιχνιδιού ξέσπασε κατακλυσμιαία βροχή προς μεγάλη χαρά των ποιμένων αλλά και πλήρη… δικαίωση των μουσουλμάνων ιερέων!
Διαφημιστική εκστρατεία
Ας επανέλθουμε όμως στο δικαστήριο για να δούμε τι απέγινε. Η δίκη κατέστη πολύκροτη, αφού πολλοί εκ των φανατικών οπαδών του παιχνιδιού παρευρέθησαν σε αυτήν. Ο Πρόεδρος, ο οποίος είχε επιφυλαχθεί να αποφασίσει, έβγαλε σε λίγες ημέρες την απόφασή του απορρίπτοντας το αίτημα του Αλ. Γαβριήλ αφ’ ενός διότι το παιχνίδι ήταν αρχαίο και αφ’ ετέρου
διότι απεδείχθη πως είχε εισαχθεί στην Ελλάδα από την Ιταλία. Έτσι ο δήθεν εφευρέτης έμεινε με την χαρά και το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και οι αδελφοί Τζίτζη συνέχισαν να παράγουν το προϊόν. Όσο για το παιχνίδι ατόνησε στα τέλη περίπου της δεκαετίες, όταν πλέον νέα παιχνίδια κατέκτησαν τον κόσμο.
Εν εξ αυτών ήταν και η περίφημη «Μονόπολη». Το γιο-γιο επανήλθε στην επικαιρότητα στις αρχές της δεκαετίας 1960, όταν στις ΗΠΑ εξαπολύθη διαφημιστική εκστρατεία από την εταιρεία παραγωγής του. Μέχρι και παγκόσμιο πρωτάθλημα καθιερώθηκε που διεξάγεται σε διάφορες πρωτεύουσες. Όταν πρωτοενεφανίσθη η νέα μόδα στην Αθήνα και ενόσω επιδίδοντο σε δικαστικές διαμάχες ο Αλέξανδρος Γαβριήλ, οι αδελφοί Χαραλάμπους και ο Κωνσταντίνος Τζίτζης, το θέμα έφθανε και στην χρονογραφική στήλη της «Εστίας» (8 Οκτωβρίου 1932).
Ο «Ερανιστής», όπως υπέγραφε και υποθέτουμε ότι ήταν ο Κωστής Μπαστιάς (μέχρι της αποδείξεως του αντιθέτου) προσπαθούσε να λύσει τον γρίφο της προελεύσεως του ονόματος.
Ελευθέριος Σκιαδάς
ΔΟΞΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΤΩΣΙΣ – Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΓΙΟ-ΓΙΟ
-Γιατί το λένε γιο-γιό;
Μία κυρία έρριψε χθες το βράδυ την ερώτησιν […] γιατί το λένε γιο-γιο;
Να σας το πω και αυτό! Επροθυμοποιήθη ο λόγιος ή, μάλλον, ο λογιο-γιος παίκτης, ανεβοκατεβάζων ρυθμικώς το καρουλάκι του. «Η εφεύρεσις του γιο-γιο οφείλεται εις μίαν αρχαίαν αυτοκράτειραν της Ιαπωνίας. Το εφεύρεν η καϋμένη, διά να διασκεδάση κάπως την ανίαν της· αλλά ταυτοχρόνως έγινε και ευεργέτις της ανθρωπότητος, διότι μαζή με το γιο-γιο η αυτοκράτειρα Υαό (πρόφερε: Γυό) ευρήκεν την τέχνην της εριουργίας. Εάν σήμερα δεν περιφερώμεθα στους δρόμους με δέρματα αγρίων ζώων, το οφείλομεν εν μέρει στην αυτοκράτειρα και στο γιο-γιό της. Το παιγνιδακι αυτό είνε ο υποτυπώδης τύπος του «μασουριού», που θα το ιδήτε και τώρα ακόμη στα χωριά, όταν γνέθουν η γυναίκες: μία ροδίτσα, δηλαδή, με δύο πλαγίους δίσκους, εις την οποίαν μπορεί να τυλίξη κανείς μίαν κλωστήν.
-Και πως το εσκέφθηκεν η αυτοκράτειρα;
-Απλούστατα. Η ωραία Γυό είχε παρακολουθήσει με το μελαγχολικό της βλέμμα το πολεμικόν άρμα, του οποίου επέβαινε φεύγων ο εστεμμένος άνδρας της. Με κάθε περιστροφήν της διπλής ρόδας απεμακρύνετο ο Μικάδος έως ότου εξηφανίσθη στον ορίζοντα·αλλ΄ η μοιραία ρόδα εξηκολούθησε να παραμένη ανεξάλειπτος με τα στριφογυρίσματά της εις τα όνειρα της Γυό· και έτσι, από το όνειρον και την πραγματικότητα εβγήκε το γιο-γιό. Η Γυό διέταξε να της κατασκευάσουν μίαν διπλήνρόδαν -όπως περίπου του πολεμικού άρματος – έδεσε στην μέσην λίγο καννάβι και την άφησε ν’ ανεβοκατεβαίνη και να στριφογυρίζη εδώ κι’ εκεί. Έτσι επερνούσε τον καιρό της, της εβδομάδες και τους μήνας, μέχρις ότου εις την λεωφόρον που εξετείνετο εμπρός εις τα παράθυρά της, εγύρισαν πάλιν η ρόδες του άρματος που έφερναν τον άνδρα της. Και τότε, μετά τους πρώτους χαιρετισμούς, έδειξαν αι Κυρίαι των Τιμών εις τον Μικάδον πολλά κουβάρια κλωστές:
-Από της χιλιάδες οργυιές της κανναβένιας αυτής κλωστής, μπορείς, ω Μεγαλειότατε Αυθέντα, να μετρήσης και να εκτιμήσης τον πόθον της Αυτοκρατείρας που σ’ επερίμενε. «Από τότε πλέον οι άνδρες είχαν βρη το μέσον να κρατούν της
γυναίκες στο σπίτι, κατά την απουσία των. Τας άφιναν να παίζουν γιο-γιό. Μία γυναίκα που έπαιζε γιο-γιό δεν ημπορούσε ν’ απατά τον άνδρα… Έτσι, και η γυναίκες της Ευρώπης, όπου μετεδόθη το Ασιατικόν εργαλείον, έμαθαν όλες να γνέθουν, συλλογιζόμεναι συγχρόνως τον λατρευτόν τους. Και μόνο από του 1530, που εφευρέθη το ροδάνι, έγινε το γνέσιμο δουλειά, αντί παιγνίδι. Η ανάμνησις του γιο-γιο ως συμβόλου του Έρωτος, εχάθηκε σιγά-σιγά, εκτός μόνον της Ιταλίας, όπου διετηρείτο ως ερωτικόν παιγνίδι μέχρι του 18 ου αιώνος και όπου το εγνώρισε και ο Γκαίτε… Ως κοινόν παιγνίδι, όμως, για παιδιά και ηλικιωμένους εγίνετο κάθε τόσο της μόδας. Εις τα βιοτεχνικά μουσεία της Ευρώπης υπάρχουν γιο-γιο πολυτελείας από ελεφαντοστούν, της εποχής των Ναπολεοντείων πολέμων, όπως και άλλα κοινότερα, που επαίζονται από τα
παιδιά προ 25 ετών, ολίγον προ της μόδας του Διαβολό… Άλλο τίποτε:
-Όχι! Αρκετά! Εφωτίσθημεν.
Ερανιστής
Εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ»