«Είμαστε λαός με παλικαρίσια ψυχή» έλεγε ο Σεφέρης. Και δεν πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Και την ψυχή μας, την ακατάλυτη, την ρωμαίικη, δεν θα την βρούμε στις ελεημοσύνες της δήθεν Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όταν καταλάβει ο λαός «τι έχασε, τι είχε, τι της πρέπει». Όχι ότι το παρελθόν ήταν παραδείσια ζωή. Δεν το εξωραΐζουμε.
Και οι παλιοί, «οι αρχαίοι άνθρωποι» του Κόντογλου, είχαν τα πάθια και τους καημούς τους, αλλά υπήρχε αρχοντιά, μια πνευματικότητα γνήσια και ακίβδηλη, πίστη και ελπίδα δεν τους έλειπαν. Μ’ αυτές γαλήνευε η ψυχή τους. Μ’ αυτούς τους δικούς μας ανθρώπους πρέπει να ξαναμιλήσουμε. Να ακούσουμε τις ορμήνειες τους, τις συμβουλές τους, να δούμε την ζωή τους, να γνωρίσουμε την Ελλάδα, την πραγματική, την αληθινή πατρίδα μας, αυτή που γέννησε Ομήρους, Χρυσοστόμους και Παλαιολόγους και Κολοκοτρωναίους και Κανάρηδες, ανθρώπους που μοσκοβολάνε σαν το Τίμιο Ξύλο και όχι το τωρινό, μουχλιασμένο αποφόρι των Φράγκων και των ημέτερων μασκαράδων.
«Από στεριά κι από θάλασσα βγαίνει φωνή και βόγγος: θέλουμε να ζήσουμε ελληνικά! Ελλάδα χωρίς ζωή ελληνική, είναι Ελλάδα πεθαμένη». Λόγια του Κόντογλου. Ας τους γνωρίσουμε μέσα από τα αθάνατα λόγια και τις σπουδαίες πράξεις τους. Ας παραδειγματιστούμε από την λεβεντιά τους. Για να ζήσει η Ελλάδα…
Μόνον με το παράδειγμα, μπορείς να μεγαλώσεις παιδιά, να διδάξεις μαθητές και να κυβερνήσεις εν τέλει λαούς. Να πιάσω το τελευταίο. Θυμάται κανείς πρωθυπουργό ή υπουργό της Ελλάδας, ο οποίος, όταν τέλειωσε η καριέρα του και συνταξιοδοτήθηκε να τον σταματούν οι απλοί άνθρωποι στον δρόμο και να τους εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους για την προσφορά του στο έθνος; Να βγήκε από την πολιτική φτωχότερος; «Δει τον αγαθόν άρχοντα παυόμενον της αρχής μη πλουσιώτερον αλλά ενδοξότερον γεγονέναι» γράφει ο Στοβαίος. Ποιος εξήλθε του πολιτικού βίου ενδοξότερος και όχι πλουσιότερος; Υπάρχει έστω κι ένας για να σημειώσουμε με κεφαλαία γράμματα την λαμπρή εξαίρεση; Στην παράδοσή μας το πρόσωπο κάνει την διαφορά. Καλά τα οράματα και τα προγράμματα, αλλά, επαναλαμβάνω, όλα ακυρώνονται αν δεν υπάρχει το πρόσωπο, ο άνθρωπος της θυσίας και του φιλότιμου.
«Σχολείο ίσον δάσκαλος», έλεγε ο σοφός εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς. Δώσε μου πέντε δασκάλους με ζήλο, πίστη και «έρωτι» προς την εθνική γλώσσα και σε κατακόμβες να διδάσκουν, θα βγάλουν γερούς μαθητές. Τι σημαίνει ενορία; Ένας ιερεύς ζήλω πεπυρωμένος, φιλακόλουθος και άνθρωπος της αγάπης, ειρηνοποιός και θα μαζευτεί γύρω του, όπως οι μέλισσες στα λουλούδια, το εκκλησίασμα. Τι σημαίνει κυβέρνηση; Βρες μου έναν Καποδίστρια και η Ελλάδα σώθηκε. Τι ήταν ο Καποδίστριας;
Ο Μακρυγιάννης γράφει για να δείξει τον τρόπο ζωής του: «Ο Κυβερνήτης έτρωγε επί τέσσερις ημέρες μία κότα».
Για τον εαυτό του δεν δέχθηκε ούτε τα αυτονόητα. Αρνήθηκε το επιμίσθιο που του αναλογούσε ως αρχηγός κράτους και το οποίο εγκρίθηκε δύο φορές από τη Βουλή των Ελλήνων και τη Γερουσία.
Όταν το 1815 ο Τσάρος τού ανακοίνωσε την πρόθεσή του να τον διορίσει Υπουργό των Εξωτερικών, αρχικά δεν δέχτηκε, λέγοντας στον Τσάρο: «Μεγαλειότατε, εντίμως σας δηλώνω ότι οσάκις ευρεθώ προ του τραγικού διλήμματος να υποστηρίξω τα συμφέροντα της σκλαβωμένης πατρίδος μου ή τα συμφέροντα της αχανούς αυτοκρατορίας σας, δεν θα διστάσω ούτε στιγμή: Θα τεθώ με το μέρος της πατρίδος μου … Είμαι Έλλην και θα μείνω Έλλην για πάντα».
Η αυτοκράτειρα μητέρα του Τσάρου Νικολάου, Μαρία Θεοδώρεβνα, τον πίεζε να μην αποδεχθεί την εκλογή του ως Κυβερνήτη της Ελλάδος λέγοντας του: «Στην Ελλάδα θα διακινδυνεύσετε τη ζωή σας».
Ο Καποδίστριας όμως απάντησε: «Εάν δεν δεχθώ την εκλογή μου και η Ελλάς γονατίσει, τι θα πουν για μένα; Να ένας άνθρωπος, που θα μπορούσε να την σώσει και προτίμησε μια λαμπρή θέση στη Ρωσία από τη σωτηρία της πατρίδας του και την άφησε να χαθεί. Αφιέρωσα τη νεότητά μου στην υπηρεσία του αείμνηστου μεγαλόψυχου γιου σας. Έτσι μπορώ σήμερα να προσφέρω στην Ελλάδα τη θυσία των γηρατειών μου!..». Λόγια αγιασμένα!! Θα μπορούσε να τα ψελλίσει κάποιος από τους τωρινούς, που η προσφορά τους ούτε τα ηρωικά «γαϊδούρια της Ζαράκοβας» δεν φτάνει; Εξηγώ:
Ο Βασιλιάς Όθωνας της Ελλάδος κάλεσε μία μέρα στο παλάτι του τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και του είπε:
— Η Κυβέρνησή μου αποφάσισε να αμείψει τους αγωνιστές. Εδώ έχω τις αναφορές με τις οποίες ζητούν τα δικαιώματά τους. Εσύ τι θα ζητήσεις στρατηγέ;
— Εγώ, απάντησε ο Κολοκοτρώνης, δεν θα ζητήσω τίποτε γιατί ούτε έχασα ούτε ξόδεψα για το Έθνος. Ο Βασιλιάς Όθωνας, συνηθισμένος από τις παράλογες απαιτήσεις πολλών αγωνιστών του γλυκού νερού, σαν τους 300 τους δικούς μας, ξαφνιάστηκε από την απάντηση του Γέρου του Μοριά.
— Πώς γίνεται αυτό, ρώτησε ο Βασιλιάς. Και ο Κολοκοτρώνης του απήντησε και του εξήγησε:
— Εγώ, όταν μπήκα στον αγώνα είχα στο σελάχι (=πορτοφόλι) μου, μιάμιση ρεγγίνα (=αυστριακό νόμισμα), και ξόδεψα μονάχα τη μισή. Και δε μου λες, μεγαλειότατε, ποιοι είναι αυτοί που ζητάνε χρήματα και δικαιώματα; Ο Όθωνας του είπε μερικά ονόματα, που ο Κολοκοτρώνης ήξερε πολύ καλά τις υπηρεσίες που προσφέρανε και τι μανούσια(=πονηροί άνθρωποι), ήσαν στον αγώνα.
— Χμμ! Έκανε. Αν αυτοί που είπες, βασιλιά μου, πάρουν αυτά που ζητάνε, τότε τί πρέπει να πάρουν τα γαϊδούρια της Ζαράκοβας; (περιοχή Αρκαδίας).
— Ποιά είναι τα Γαϊδούρια της Ζαράκοβας; ρώτησε ο Όθωνας με περιέργεια.
Και απάντησε θαρραλέα ο λεβέντης στρατηγός Θοδωράκης Κολοκοτρώνης.
— Βασιλιά μου, τα γαϊδούρια της Ζαράκοβας, είναι εκείνα που μας κουβαλούσαν το νερό και το ψωμί, που είχαμε τόσο ανάγκη κατά την διάρκεια του αγώνα για την απελευθέρωση της Πατρίδας μας από τους Τούρκους, απάντησε ο Γέρος της ελευθερίας της πατρίδος μας Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Γι’ αυτό είναι πολύ ψηλά στο εικονοστάσι του Γένους…
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς